Ηθοποιός σημαίνει φως. Μα καθώς το φως – στη λιγότερο ποιητική ερμηνεία του – σημαίνει και ρεύμα, η ενεργειακή κρίση αναμένεται να πλήξει και τα θέατρα, όπως και κάθε μικρομεσαία επιχείρηση που η λειτουργία της είναι απόλυτα εξαρτημένη από την παροχή πηγών ενέργειας.
Μετά την επέλαση της πανδημίας, αυτή θα είναι η τρίτη χειμερινή περίοδος με τη δαμόκλειο σπάθη μιας νέας οικονομικής και κοινωνικής αναταραχής που – ενώ αποτελεί πρόβλημα γιγαντιαίας κλίμακας με αναρίθμητες επιπτώσεις – αναμένεται να συμπαρασύρει και τις πολιτιστικές και ψυχαγωγικές δραστηριότητες.
Το αντίτιμο των μεγάλων χώρων«Μπαίνουμε με μεγάλη ανησυχία και σε αυτή τη σεζόν. Αφού υπομείναμε μήνες αποχής, υγειονομικών μέτρων και ακυρώσεων λόγω αλλεπάλληλων κρουσμάτων, τώρα βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα οικονομική κρίση, με την ακρίβεια να καλπάζει εδώ και μήνες» σημειώνει ο παραγωγός των «Θεατρικών Σκηνών», Πάνος Κατσαρίδης που διαχειρίζεται θέατρα μεγάλης κλίμακας, με σημείο αναφοράς το Παλλάς. Ο ίδιος εκτιμά ότι τα κόστη λειτουργίας μεγάλων θεάτρων θα έχουν αύξηση άνω του 20% για χώρους που πρέπει εκτός από τις φωτιστικές ανάγκες της παράστασης να καλύπτουν θέρμανση, συστήματα εξαερισμού για λόγους υγειονομικής ασφάλειας και μια κατακόρυφη αύξηση της τάξεως του 40% σε όλες τις πρώτες ύλες (ξυλεία για τα σκηνικά, υφάσματα για τα κοστούμια κ.ο.κ.).
Επιχειρώντας να εξασφαλίσουν κρατική στήριξη, η Πανελλήνια Ένωση Θεάτρων (ΠΕΘ), όπως τονίζει ο Γιώργος Λυκιαρδόπουλος της «Λυκόφως» και μετά από επαφές με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, επιδιώκουν την συμπερίληψη των θεάτρων στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (όπως τα αρτοποιεία και τα ζαχαροπλαστεία) που επιδοτούνται ανεξαρτήτως ισχύος παροχής ρεύματος. «Αναμένουμε λογαριασμούς ρεύματος από 50% και πάνω. Δηλαδή, ένα μέσο θέατρο από εκεί που πλήρωνε 500 ευρώ το μήνα, τώρα θα πληρώνει 1000 ευρώ. Έχουν έρθει τέτοιοι λογαριασμοί, ακόμα και το καλοκαίρι σε κλειστά θέατρα. Φανταστείτε, λοιπόν, σε αυτά τα κόστη να προσθέσουμε το ενοίκιο και τα άλλα λειτουργικά έξοδα. Είναι απαραίτητο να βοηθηθούμε κι εμείς με επιδοτήσεις» ζητά ο κ. Λυκιαρδόπουλος που διαχειρίζεται τα θέατρα «Κυκλάδων» και «Σύγχρονο» (σε συνεργασία με την ομάδα ΝΑΜΑ). Χωρητικότητας 200 θέσεων το μεγαλύτερο «Σύγχρονο» κατέβαλε σε πλήρη λειτουργία – πριν την έναρξη της κρίσης – περί τα 1.400 ευρώ για ρεύμα το μήνα, ποσό που, όπως εκτιμά ο παραγωγός, «το λιγότερο θα διπλασιαστεί».
Ως βοηθητική λύση, ο Γιώργος Λυκιαρδόπουλος καταθέτει ως πρόταση την ένταξη των θεάτρων στο πρόγραμμα του «Εξοικονομώ», που όπως και στα νοικοκυριά συνέβαλε στην αντικατάσταση οικιακού εξοπλισμού με λιγότερο ενεργοβόρες λύσεις. Για παράδειγμα, στα θέατρα led φωτισμοί θα ρίξουν την κατανάλωση στο 1/6 της ενέργειας των συμβατικών προβολών, ενώ ιδιαιτέρως βοηθητικές θα είναι οι μονωτικές και θερμαντικές αναβαθμίσεις. «Το πρόγραμμα πρέπει να αφορά και τα θέατρα ως ΚΑΔ. Και πρέπει να υλοποιηθεί άμεσα για να μην χάσουμε αυτόν τον, πολύ δύσκολο, όπως όλα δείχνουν, χειμώνα» προσθέτει.
Επώδυνες αλλά όχι καθοριστικές οι αυξήσειςΣε μια πιο ψύχραιμη ανάγνωση της κατάστασης, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, Μίλτος Σωτηριάδης εκτιμά πως το ενεργειακό κόστος δεν ήταν ποτέ καθοριστικό για τη λειτουργία ενός θεάτρου μέσα στον ετήσιο προϋπολογισμό του. «Ασφαλώς αυτές οι αυξήσεις θα είναι επώδυνες, αλλά στο τέλος της σεζόν δεν θα είναι αυτές που θα καθιστούν απαγορευτική την ενεργειακή συνθήκη» σχολιάζει. Ωστόσο, εκείνο που θα κρίνει το θεατρικό μέλλον για τους επόμενους μήνες είναι, όπως επισημαίνει, «η συνολική επιβάρυνση του κοινού με τις διαρκείς αυξήσεις που θα επηρεάσουν την αγοραστική ικανότητα των θεατών. Ήδη διανύουμε ένα ράλι πληθωρισμού και ο αντίκτυπος δεν θα είναι μεγάλος μόνο στα θέατρα αλλά και σε ολόκληρο τον κλάδο της ψυχαγωγίας», εκτιμά.
Κίνηση το τριήμεροΚρίνοντας από τις πρώτες παραστάσεις που έκαναν πρεμιέρα το τελευταίο δεκαπενθήμερο, η προσέλευση του κοινού μοιράζεται άνισα. Κατά τα μέσα της εβδομάδας τα θέατρα έχουν μέτρια προσέλευση ενώ από την Παρασκευή η κίνηση αυξάνεται κατακόρυφα. Αυτό το φαινόμενο, στα μάτια κάποιων παραγωγών, θα τροφοδοτήσει εξελίξεις στην πορεία της σεζόν, με μεγάλα θέατρα να στρέφονται αναγκαστικά προς την λειτουργία του τριημέρου, όπως έχουν κάνει κέντρα μαζικής διασκέδασης.
Είδος πολυτελείαςΤο θέατρο φαίνεται πως, μετά από την οικονομική κρίση του 2010, κινδυνεύει και πάλι με τους ίδιους όρους υποχώρησης του κοινού. «Το θέατρο δεν είναι ούτε νερό, ούτε ρεύμα, ούτε είδος βασικής ανάγκης. Δυστυχώς, λογίζεται ως ένα είδος πολυτελείας και αν αντιμετωπιστεί ως τέτοιο από τους θεατές θα έρθουμε ξανά αντιμέτωποι με παλαιότερα φαινόμενα», παρατηρεί ο Μάριος Τάγαρης των Θεατρικών Επιχειρήσεων Τάγαρη που ελέγχει μεγάλα θέατρα του κέντρου, όπως το Βέμπο, το Βεάκη και το Ζίνα.
Συλλήβδην οι παραγωγοί της ελεύθερης αγοράς πιστεύουν πως τα εισιτήρια πρέπει να παραμείνουν χαμηλά, άρα και όσο το δυνατόν πιο ελκυστικά στο κοινό. Ο Βασίλης Πουλαντζάς, παραγωγός του Θεάτρου της οδού Κεφαλληνίας εκτιμά πως «δεν υπάρχει περιθώριο για μια τέτοια κίνηση αν θέλουμε να κρατήσουμε τον κόσμο κοντά μας» ενώ ο Πάνος Κατσαρίδης των «Θεατρικών Σκηνών» πιστεύει πως μια μετακύλιση των λειτουργικών αυξήσεων στα εισιτήρια θα τα «καταστήσει απαγορευτικά. Σε μια εποχή που οι τιμές έχουν μόνο ανοδική πορεία, το θεατρικό εισιτήριο πρέπει να παραμείνει ανταγωνιστικό ανάμεσα στις επιλογές ψυχαγωγίας».
Καλά νέα στην προπώλησηΟι φθινοπωρινές προπωλήσεις – προσφορές σε όσα θέατρα λάνσαραν την πρακτική του early bird – συμπεριλαμβανομένου και του Εθνικού Θεάτρου – η ανταπόκριση ήταν μαζικότατη. «Είναι σαφές πως υπάρχει διάθεση από τον κόσμο να έρθει στο θέατρο. Κι αυτό από την μια, δείχνει εμπιστοσύνη στον προγραμματισμό που κάνουμε κι από την άλλη υπενθυμίζει πως, προκειμένου να δει θέατρο με σε χαμηλές τιμές, παίρνει το ρίσκο να αγοράσει εισιτήριο ακόμα και για παραγωγές της άνοιξης» παρατηρεί ικανοποιημένος ο Μίλτος Σωτηριάδης. Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται και σε άλλες σκηνές ρεπερτορίου όπως το Πορεία, το Προσκήνιο, το Κεφαλληνίας κ.α. υπενθυμίζοντας πως το κοινό δεν έχει απομακρυνθεί από την θεατρική ψυχαγωγία. Αντιθέτως.
Ο Μάριος Τάγαρης, με τη σειρά του, θεωρεί πως είναι ακόμα νωρίς για να φανούν οι πιέσεις στην κοινωνία και πως τα πρώτα δείγματα δυσκολίας θα έρθουν μαζί με την έλευση του χειμώνα: «Για την ώρα, το κοινό βρίσκεται έξω και με αυτή την φόρα λογικά θα φτάσουμε στο Δεκέμβριο, την παραδοσιακά καλή περίοδο για το θέατρο. Πιστεύω πως η κρίση θα αρχίσει να αποτυπώνεται από τον Ιανουάριο με άγνωστη συνέχεια».
Τα σενάρια που έχουν ξεκινήσει να διαρρέουν κύκλοι συνδικαλιστών (πρόσφατα από την ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ) περί αναγκαστικών διακοπών ρεύματος κατά τις βραδινές ώρες της ημέρας αναγνωρίζονται από τους περισσότερους θεατρώνες και παραγωγούς ως εσχατολογικά, αν όχι τρομολαγνικά. Και σίγουρα, μια επαλήθευση τους θα τίναζε την θεατρική αγορά στον αέρα. «Δεν υπάρχει απάντηση σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Θα ήταν απολύτως καταστροφικό για όλους μας» σχολιάζει ο κ. Κατσαρίδης.
Στους ανασταλτικούς παράγοντες στη σχέση κοινού – θέατρου λογίζεται ήδη και η πληθώρα προσφοράς τηλεοπτικής μυθοπλασίας, ανεξαρτήτως ποιοτικού επιπέδου. Τα 40 και πλέον σίριαλ που παίζουν ήδη στους τηλεοπτικούς δέκτες δρουν ανταγωνιστικά προς το θέατρο, εκπαιδεύοντας τον θεατή στην ‘εύκολη’, δωρεάν επιλογή – μια συνθήκη που γνώρισε νέα ακμή και κατά τα πρόσφατα πανδημικά lockdown.
Σε αυτό το, κατ’ εξοχήν, προβληματικό πλαίσιο, οι παραγωγοί δυσφορούν για την απουσία κρατικής μέριμνας, έστω μέσα από την εκπόνηση ενός σχεδίου από τα αρμόδια υπουργεία και δη από το Υπουργείο Πολιτισμού. «Συζητάμε όλοι για το πως οχυρωνόμαστε μόνοι μας, ενώ σε μια τέτοια συγκυρία θα έπρεπε να υπάρχει πολιτειακή παρέμβαση. Αντ’ αυτού, έχουμε την απόλυτη σιωπή του ΥΠΠΟ, δεν έχει γίνει ούτε μια τοποθέτηση για πιθανά μέτρα προστασίας ενός μεγάλου κλάδου εν όψει ενός δύσκολου χειμώνα» λέει σε έντονους τόνους ο Μίλτος Σωτηριάδης, καταγράφοντας, πράγματι, το κρατικό κενό αντανακλαστικών.
Οι παράλληλες σκληρές πραγματικότητες που σφυροκοπούν την διεθνή σκηνή – με προεξάρχουσες την φτωχοποίηση που προξενεί η ενεργειακή κρίση και τις εύθραυστες ισορροπίες σε ένα παγκοσμίως φορτισμένο πολιτικό σκηνικό – προφανώς και τοποθετούν την έγνοια για το θέατρο πολύ πίσω στην ανάγνωση της «μεγάλης εικόνας». Το ανακουφιστικό είναι πως σε όλες τις παρόμοιες προηγούμενες θεμελιώδεις κρίσεις ήταν το θέατρο που πάντα επιβίωνε και ανταπεξέρχετο. Με αυτήν την σκέψη αρχίζει η νέα θεατρική σεζόν.