Οι συγγραφείς Ιόλη Ανδρεάδη και Άρης Ασπρούλης μετά τη μεγάλη επιτυχία και τις εξαιρετικές κριτικές που απέσπασε η παράσταση «Κόκκαλο» στο Υπόγειο του Θέατρου Τέχνης την περασμένη άνοιξη, παρουσιάζουν στον ίδιο χώρο και σε ενιαία ροή και τα τρία θεατρικά έργα που έχουν γράψει με αφορμή τη ζωή και το έργο του σπουδαιότερου και επιδραστικότερου διανοητή και καλλιτέχνη του θεάτρου στον 20ο αιώνα Αντονέν Αρτώ, σε σκηνοθεσία Ιόλης Ανδρεάδη.
Η κάθε βραδιά ξεκινάει με το έργο «Αρτώ/Βαν Γκογκ», γραμμένο και ανεβασμένο για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 2015, συνεχίζεται με την «Οικογένεια Τσέντσι», γραμμένη και ανεβασμένη για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2015, και ολοκληρώνεται με το «Κόκκαλο». Από 31 Οκτωβρίου, κάθε Δευτέρα και Τρίτη και μόνο για 8 βραδιές έως τις 22 Νοεμβρίου.
Ο θεατής μπορεί να παρακολουθήσει την κάθε παράσταση ξεχωριστά, είτε να βιώσει μια ενιαία δραματουργική εμπειρία θέασης παρακολουθώντας και τις τρεις παραστάσεις το ίδιο βράδυ.
Στο «Κόκκαλο» επί σκηνής θα δούμε τον σπουδαίο ηθοποιό Γεράσιμο Γεννατά και τον ιδιοφυή μουσικό περφόρμερ Γιώργο Παλαμιώτη να ξανασυναντιούνται σε έναν βαθιά ανθρώπινο, αισθαντικό και τελετουργικό διάλογο που κέρδισε κοινό και κριτικούς. Στην «Οικογένεια Τσέντσι» ο Μιλτιάδης Φιορέντζης ως Κόμης Τσέντσι και η Ελεάνα Καυκαλά ως Μπαλαντέρ επιστρέφουν μετά από 7 χρόνια στις πολυσυζητημένες ερμηνείες τους μέσα στο σκοτεινό κόσμο της Ρώμης του 1599, ενώ νέα εμφάνιση ως η μυθική ηρωίδα Βεατρίκη Τσέντσι κάνει η Ιφιγένεια Καραμήτρου. Τέλος, αποκλειστικά για να ερμηνεύσει τον μονόλογο «Αρτώ/Βαν Γκόγκ» έρχεται στην Αθήνα από την Νέα Υόρκη ο εξαιρετικός ηθοποιός του Μπρόντγουεϊ Gene Gillette, γνωστός από τη συμμετοχή του στην παράσταση του Aaron Sorkin «To Kill A Mockingbird» που ανέβηκε μεταξύ άλλων και στο Madison Square Garden και θεωρείται «το πιο επιτυχημένο αμερικανικό έργο στην ιστορία του Μπρόντγουεϊ» σύμφωνα με το «60 Minutes», τις παγκοσμίως γνωστές παραστάσεις The Curious Incident of the Dog in the Night-Time (Broadway, National Theatre) και War Horse (Broadway), αλλά και από τις εμφανίσεις του στις δημοφιλείς σειρές Law & Order, The Blacklist, Punisher, Madam Secretary, Instinct κ.ά.
Παρίσι, 1947. O Αντονέν Αρτώ εμφανίζεται σε ένα κατάμεστο αμφιθέατρο. Δείχνει ήρεμος. Είναι ήρεμος. Ύστερα από εννέα χρόνια ψυχιατρικού εγκλεισμού και έχοντας υποστεί 51 ηλεκτροσόκ, μοιάζει να έχει επανέρθει στην «τάξη». Η διάλεξή του έχει τίτλο «Βαν Γκογκ, ο Αυτόχειρας της Κοινωνίας». Το περιβάλλον γύρω του είναι ασφυκτικό. Το κοινό σιωπηλό. Το φρόνημά του υψηλό. Έχει έρθει με αποδείξεις. Τις κουβαλάει στα 406 μουντζουρωμένα τετράδια που δεν αποχωρίζεται ποτέ. Όλη η καλή κοινωνία του Παρισιού έχει κατακλύσει τον χώρο για να τον ακούσει. Gide, Breton, Camus, Lacan. Υπερασπίζεται με πάθος μια ιδέα: η αυτοκτονία του Βίνσεντ Βαν Γκογκ είχε τους εκτελεστές της. Αναζητώντας αρχικά μέσα στους πίνακες, τις σημειώσεις και την αλληλογραφία του μεγάλου ζωγράφου τα αίτια της αυτοχειρίας του, υποπτεύεται πως οι πραγματικοί αυτουργοί βρίσκονται ανάμεσα στο ακροατήριό του. Ο Αρτώ ταυτίζεται, ηλεκτρίζεται, μαγεύεται και πάσχει. Νιώθει τον παλμό του Βαν Γκογκ και προφητεύει. Θέλει να ξεσκεπάσει τους ενόχους. Θέλει να φωνάξει για τους αθώους. Θέλει να αρθρώσει την τελευταία συλλαβή ανάμεσα στη μεγάλη αδικία του κόσμου και σε αυτό που μεσολαβεί για φτάσει κάποιος να κοιμάται αγκαλιά με ένα γεμάτο πιστόλι. Η παράσταση βασίζεται στο δοκίμιο του Αντονέν Αρτώ «Βαν Γκογκ: ο αυτόχειρας της κοινωνίας», που δημοσιεύτηκε το 1947, ένα χρόνο πριν τον θάνατο του συγγραφέα.
Οικογένεια ΤσέντσιΡώμη, 1599. Ο Κόμης Τσέντσι είναι ο πλουσιότερος άντρας της εποχής. Είναι έξυπνος, ασεβής και κυνικός. Είρωνας και σκωπτικός. Οι φήμες για εκείνον οργιάζουν. Λέγεται, πως οι φρίκες του δεν έχουν προηγούμενο και πως οι ορέξεις του, παρά την ηλικία του, δεν γνώρισαν ακόμη το μέτρο. Ένα βράδυ, ο Τσέντσι δέχεται μια απρόσμενη επίσκεψη. Στο Μέγαρό του καταφτάνει ο απεσταλμένος διαπραγματευτής του Πάπα, Σινιόρ Καμίλο. Ο Κόμης δυσκολεύεται να βρει το καλό στις προθέσεις του απρόσκλητου επισκέπτη και η βροχή που τον συνοδεύει δεν μοιάζει με καλό οιωνό. Ο Σινιόρ Καμίλο, συμβουλεύει τον Κόμη, πως αν επιθυμεί να παραμείνουν άγνωστα τα μέχρι τώρα εγκλήματά του, οφείλει άμεσα να παραχωρήσει στο Βατικανό το ένα τρίτο της περιουσίας του. Ο γέρο-Τσέντσι, παρά τις αντιρρήσεις του, έκπληκτος από την πρόταση της Ιεράς Εξέτασης να φιμωθεί με τον ίδιο του τον χρυσό, αποφασίζει να συνθηκολογήσει. Στο όνομα, όμως, αυτής της συνθηκολόγησης -και αφού το χρυσάφι που παραχωρεί μοιάζει αρκετό για μερικά εγκλήματα ακόμα- σχεδιάζει το ανομολόγητο: ένα τεράστιο όργιο, όπου θα σκοτώσει τους δυο του γιους και θα σπιλώσει την τιμή της μονάκριβης κόρης του. Η ατιμασμένη Βεατρίκη, είναι η μόνη σε ολόκληρη τη Ρώμη που έχει το θάρρος να τον εκδικηθεί για τα ανομήματά του. Η εξουσία, όμως, είναι μια δύναμη χωρίς δικαιοσύνη και επιστρέφεται σ’ όποιον την πολεμά. Το ικρίωμα που την περιμένει είναι ζεστό. Και η ιστορία είναι πραγματική.
Κόκκαλο
Το 1935 ο Αντονέν Αρτώ επινοεί μια εντελώς νέα θεατρική φόρμα, το «Θέατρο της Σκληρότητας», και για να τη βάλει σε εφαρμογή δημιουργεί την παράσταση «Οι Τσέντσι» – μία πεντάπρακτη τραγωδία, για τον ξακουστό, αιμοδιψή και αιμομίκτη κόμη της Ρώμης, που βρέθηκε δολοφονημένος, μ’ ένα στιλέτο στο μάτι, από την ανήλικη κόρη του. Το έργο κάνει πρεμιέρα τον Μάιο της ίδιας χρονιάς, στο θέατρο Folies Wagram στο Παρίσι, και παρά τις προσδοκίες αποτυγχάνει παταγωδώς. Ο Αρτώ αποφασίζει πως δεν θα σκηνοθετήσει ξανά ποτέ, ταξιδεύει ασταμάτητα αναζητώντας τη λύτρωση και στο τέλος συλλαμβάνεται για αλητεία. Το 1938 χαρακτηρίζεται επισήμως ως «παράφρων» και οδηγείται δια της βίας στο ψυχιατρείο, στο οποίο θα παραμείνει έγκλειστος για εννέα χρόνια. Την τελευταία μόνο χρονιά θα υποβληθεί σε περισσότερα από 51 ηλεκτροσόκ. Εκεί αποκτά την εμμονή ότι έρχονται στον ύπνο του και του δηλητηριάζουν τα όνειρα κάνοντας μάγια, εκεί πέφτει σε κώμα και ευτυχώς ξύπνα την ώρα που τον οδηγούν στο νεκροτομείο, εκεί ο ξακουστός ψυχαναλυτής και ψυχίατρος Ζακ Λακάν θα θριαμβολογήσει πως «επιτέλους ο κύριος Αρτώ θεραπεύτηκε και δεν θα χρειαστεί να ξαναγράψει τίποτα πια».
Το 1946 και λίγο πριν τον θάνατό του, αποκτά ξανά ελευθερία κινήσεων, έχοντας υποστεί ωστόσο ανεπανόρθωτες βλάβες από τις επίσημες θεραπευτικές μεθόδους. Οι «Φίλοι του Αντονέν Αρτώ» οργανώνουν μια ειδική βραδιά αφιερωμένη στο έργο του στο Θέατρο «Σάρα Μπερνάρ», αλλά η είσοδος στον ίδιο απαγορεύεται, εξαιτίας του φόβου που προκαλεί η εξασθενημένη του φιγούρα και η πιθανότητα ενός ακόμα θηριώδους ξεσπάσματος, όπως αυτά που συνήθιζε ενώπιων ακροατηρίου και από τα οποία ηρεμούσε μόνο εάν τον φιλούσε ένας φίλος του στο μέτωπο.. Ο άνθρωπος τον οποίο συγκεντρώθηκαν για να τιμήσουν στέκεται μόνος έξω από τις κλειστές πόρτες, ενώ σύσσωμη η καλή κοινωνία των Παρισίων απολαμβάνει τις αναγνώσεις των κειμένων του.
Η παράταση ξεκινάει με την φανταστική υπόθεση ότι μετά το παραπάνω περιστατικό ο Αρτώ, απογοητευμένος, αρνείται την ελευθερία του και επιστρέφει οικειοθελώς στο κελί του, αποφασίζοντας να ξυπνήσει τα εκφραστικά του μέσα για να μεταμορφωθεί ο ίδιος στον πιο βιρτουόζο περφόρμερ και να δώσει ένα τελευταίο σόλο, μια παράσταση-ξέσπασμα, μπροστά σε ένα κοινό ανυπόκριτο. Ένα κοινό που θα πλάσει με το μυαλό του. Ένα κοινό που γεννήθηκε για να τον αγαπά.
Απομονωμένος στο άσυλο, ο Αρτώ στήνει από την αρχή το παλιό σκηνικό των «αποτυχημένων» Τσέντσι, φέρνει την ψυχή του στο προσκήνιο, την ξεγυμνώνει και την τραγουδά με πάθος και μαεστρία. Σε ένα ονειρικό τοπίο μνήμης και με το ρυθμό της μουσικής, ακολουθεί την κάθοδο μιας βαθιάς και ανείπωτης εξομολόγησης. Καλλιτέχνης, ιδιοφυής, επαναστάτης, αναθεωρητής, ποιητής, δάσκαλος, παραληρηματικός, επιθετικός, επιληπτικός, αυτοκαταστροφικός και βαθιά, πολύ βαθιά ερωτευμένος και ερωτικός, συνθέτει με τρόπο προβοκατόρικο την τελική του ετυμηγορία απέναντι στον σύγχρονο καθωσπρεπισμό, βγάζοντας τη γλώσσα στην κοινωνική υποκρισία και τις επινοημένες αυθεντίες του καιρού μας και επαναφέροντας το «Θέατρο της Σκληρότητας» στη θέση που του ανήκει: μέσα στις φλογισμένες καρδιές των εξεγερμένων.