Έξω έχει κωλόκαιρο. Όχι έξω από το θέατρο «Τζένη Καρέζη» στην Πανεπιστημίου· εκεί το καλοκαίρι ψυχομαχεί με λίγο ζέστη ακόμα. Ο κωλόκαιρος, μια πρωτοφανής πλημμύρα, ξεσπάει στα δυτικά προάστια – δηλαδή στον ‘κόσμο’ του νέου έργου που υπογράφει ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος και σκηνοθετεί ο Γιώργος Παλούμπης.
Τέσσερα χρόνια μετά, τον «Εθνικό Ελληνορώσων» η ομάδα (συμπεριλαμβανομένου των Στάθη Σταμουλακάτου, Στέλιου Δημόπουλου και Θάνου Αλεξίου) που αγαπάει την συνθήκη του ρεαλισμού και την ελληνικότητα, συστήνει ένα νέο, τολμηρό έργο με τον προβοκατόρικο τίτλο «Κωλόκαιρος».
Γεύση από πρόβαΈχει αρνηθεί να φορέσει το γυαλιστερό γκρι κοστούμι που του πασάρουν –και που του δίνει την τυπική εικόνα του καλοβαλμένου μαφιόζου – αλλά τελικά γδύνεται και το φοράει μπροστά σε όλους. Ο Στάθης Σταμουλακάτος ως Σοφοκλής ενσωματώνεται πλήρως στην αισθητική του οικογενειακού μπουζουξίδικου στο οποίο και έχει παρουσιαστεί – μετά από πέντε χρόνια ανεξήγητης απουσίας. Η κηδεία της μάνας του – «πάει η ψυχούλα της, πέταξε» κλαψουρίζει ο αδερφός του Μίμης (κατά κόσμον Στέλιος Δημόπουλος) – τον έχει φέρει πίσω. Εκεί θα διαπιστώσει πως δεν είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτος. Όταν πια στη σκηνή ορμάει με λύσσα η Βασιλική Διαλυνά, ή αλλιώς η Μαρία (και γυναίκα του Σοφοκλή), ρωτώντας τον με πολλά κοσμητικά «γιατί έφυγες ρε;», εξανεμίζεται και η τελευταία αμφιβολία.
Τσιγάρα, ουίσκι, βρισίδια και λαϊκά σουξέ – «είναι η ζωή μου μια μεγάλη κατηφόρα» τραγουδάει η Διαλυνά με τον Θάνο Αλεξίου στο αρμόνιο – χτίζουν την ‘πρόσοψη’ ενός σκυλάδικου στην άκρη της πόλης. Ενός σκυλάδικου που βρωμάει από μακριά – κι όχι μόνο επειδή βρίσκεται στην Ελευσίνα με την «μπόχα από τα διυλιστήρια». Παρόλα αυτά, ο σκηνοθέτης της παράστασης, Γιώργος Παλούμπης, κάθεται ψύχραιμος στην πρώτη σειρά της πλατείας του «Καρέζη». Το παρθενικό ‘πέρασμα’ του «Κωλόκαιρου» έχει, μόλις, ξεκινήσει.
Το έργοΚαιρό πριν, ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, μαθαίνει για την ιστορία ενός άνδρα, που κάπου, κάπως, κάποτε, εξαφανίζεται από την επαρχιακή πόλη όπου ζούσε, χωρίς να πει ούτε μια λέξη στους δικούς του, αφήνοντας τους ενεούς. Όταν πια, αργότερα, πολύ αργότερα επιστρέφει, συναντούν με έκπληξη έναν, εντελώς, άλλον άνθρωπο. Αυτό το αληθινό περιστατικό στάθηκε η θρυαλλίδα για τον «Κωλόκαιρο», το νέο έργο του ηθοποιού και συγγραφέα που ξεκίνησε να δουλεύει μαζί με την ομάδα – τον σκηνοθέτη Γιώργο Παλούμπη και τους συνήθεις «υπόπτους» και συμπρωταγωνιστές του Στάθη Σταμουλακάτο, Στέλιο Δημόπουλο, Θάνο Αλεξίου. «Το έργο μιλάει για την ελευθερία, την ταυτότητα και το δικαίωμα του καθένα στην αυτοδιάθεση. Είναι ένα έργο – μήνυμα προς τον πάσα ένα να μην φοβάται να είναι αυτός που θέλει, να μην φοβάται να μιλήσει όπως θέλει, να ντυθεί όπως γουστάρει. Είναι ένα έργο που εκθέτει τα τεράστια συμπλέγματα μέσα στα οποία ζούμε, ατομικά και κοινωνικά», εξηγεί ο συγγραφέας και πρωταγωνιστής της παράστασης.
Ο Τσιοτσιόπουλος έφτιαξε το πρώτο σκαρίφημα της δραματουργίας το 2019, καιρό πριν μπει φωτιά στο δημόσιο διάλογο για τα έμφυλα δικαιώματα και τις έμφυλες ταυτότητες – ακολουθώντας το σταθερό ενδιαφέρον του για την σύγχρονη ελληνικότητα. «Η ελληνικότητα με την έννοια της ελληνικής παθογένειας βασανίζει τον Αντώνη όσα χρόνια τον γνωρίζω. Στον ‘Κωλόκαιρο’ μιλάμε για στρεβλές πεποιθήσεις και νοοτροπίες που επωάζονται μέσα μας, για το πως καλλιεργείται η φοβικότητα απέναντι στο ξένο και στο διαφορετικό. Και αυτή είναι μια θεματική που βρίσκεται σταθερά στην σφαίρα ενδιαφέροντος και της υπόλοιπης ομάδας» σχολιάζει ο Στέλιος Δημόπουλος.
Η τελική μορφή του έργου ήταν μια συλλογική διαδικασία που κράτησε σχεδόν τρία χρόνια, αφομοιώνοντας και τα ερεθίσματα της δύσοσμης πραγματικότητας που, συχνά, μας περιβάλλει. Τρία χρόνια μετά, και με όλα όσα έχουν μεσολαβήσει τόσο στο χώρο του θεάτρου, όσο και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο από τις αχανείς τρύπες του πατριαρχικού μοντέλου, ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος παρατηρεί κάποιες μικρές, ελάχιστες μετακινήσεις στον τρόπο σκέψης μας για τον ‘Αλλον. Χωρίς, ωστόσο, να πιστεύει πως «η ελληνική κοινωνία έγινε ξαφνικά ανεκτική. Το αντίθετο. Σάπια παραμένει. Αλλά οφείλουμε να θέσουμε κάποια θέματα, να δικαιώσουμε κάποιους ανθρώπους που τόλμησαν, ν’ αφήσουμε ελπίδες. Το έργο μας μιλάει για την αποδοχή που, καμιά φορά, έρχεται από εκεί που δεν την περιμένεις» σημειώνει.
«Επιχειρούμε να μιλήσουμε για… ανθρωπίλες χωρίς εύκολους διαχωρισμούς» προσθέτει ο Στάθης Σταμουλακάτος, διευκρινίζοντας πως ο «Κωλόκαιρος» δεν είναι ένα έργο καταγγελίας, αλλά μια καταγραφή ανθρωπότυπων που ζουν ανάμεσα μας, είτε το θέλουμε, είτε όχι.
Ο «Κωλόκαιρος» κάνει, λοιπόν, το ντεμπούτο του στην ελληνική σκηνή, με την ομάδα να συστήνει ένα ακόμα νέο ελληνικό έργο, χωρίς την αγωνία της άγνωστης – στο κοινό – δραματουργίας. «Αν κάποιος ρισκάρει είναι ο παραγωγός και εξαρτάται από την γενναιότητα του, το αν θα επιλέξει ένα άπαιχτο έργο» παρατηρεί ο σκηνοθέτης της παράστασης, Γιώργος Παλούμπης. Κατά τα άλλα, η ομάδα είναι ενθουσιασμένη με το καινούργιο υλικό καθώς «είναι χρήσιμο να γράφονται νέα έργα. Είμαστε εδώ, ζούμε σε αυτή τη χώρα· γιατί να μην γράψουμε γι’ αυτήν την εμπειρία; Ειδικά αφού είμαστε ένα καζάνι που βράζει;», παρατηρεί ο συγγραφέας του κειμένου. «Στο κάτω – κάτω ας κάνουμε κι ένα διάλειμμα από τον Τσέχωφ, καλό θα μας κάνει. Έχουμε ανάγκη να δημιουργήσουμε μια παρακαταθήκη σύγχρονων ελληνικών κειμένων και να βγάλουμε την ελληνική δραματουργία από την θέση του παραγκωνισμένου».
Οι ήρωες – Οι ηθοποιοίΟ Σοφοκλής, ο Μίμης, ο Στέλιος, ο Μάκης, η Μαρία. Πρόσωπα της νύχτας, στα όρια του λούμπεν, ιδιοκτήτες και υπάλληλοι ενός μπουζουξίδικου στην Ελευσίνα, αθυρόστομοι, προδομένοι, θυμωμένοι. Αυτοί είναι οι ήρωες του «Κωλόκαιρου», μια παρέα ανδρών (με μια γυναικεία εξαίρεση) που φλερτάρουν ή υποθάλπουν την παρανομία. «Με απασχολεί να μιλάω για λαϊκά πρόσωπα, για ανθρώπους τη φωνή των οποίων δεν ακούμε συχνά. Στο κάτω – κάτω τους νιώθω πιο κοντά μου», εξηγεί ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος αναφορικά με τους μοχλούς που κινούν την δραματουργία του. Τι το ενδιαφέρον έχουν αυτοί οι ήρωες; «Έχουν αλήθεια, ψυχή, είναι αυθεντικοί. Τους σχολιάζουμε αγαπώντας τους κι όχι κρίνοντας τους», απαντά ακαριαία ο σκηνοθέτης της παράστασης Γιώργος Παλούμπης.
Ο Στάθης Σταμουλακάτος υποδύεται τον εξαφανισμένο Σοφοκλή που επανεμφανίζεται στην πόλη του, την Ελευσίνα προκαλώντας απανωτές σεισμικές δονήσεις στον παλιό του περίγυρο: Στον αδερφό του Μίμη, τους παιδικούς του φίλους Στέλιο και Μάκη, την γυναίκα του Μαρία που άφησε στα κρύα του λουτρού. «Δεν μου είναι εύκολο να καταλάβω την διαδρομή αυτού του ήρωα, πως θα δικαιολογήσω την πολύχρονη απουσία του. Όμως, συνειδητοποιώ πως, όσο έλειπε, όλοι οι υπόλοιποι κορόιδευαν τον εαυτό τους. Αν το κείμενο είναι ένα κείμενο αποδοχής, περισσότερο από όλα είναι ένα κείμενο αποδοχής του εαυτού. Γιατί ο Σοφοκλής αποδέχεται τον εαυτό του» παρατηρεί ο πρωταγωνιστής της παράστασης.
Από το ρόλο του Μίμη, ο Στέλιος Δημόπουλος εντοπίζει κάτι ακόμα πολύ ενδιαφέρον: «Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι μόνο ότι ζουν έχοντας φυλαγμένους τους σκελετούς τους στην ντουλάπα. Είναι πως παρά τη σαπίλα τους, τελικά κρύβουν σταγόνες ανθρωπιάς και υπερβατικότητας. Παρότι είναι σκατιάρηδες και βουτηγμένοι στο βούρκο, κάπου αναγνωρίζεις μέσα τους ακτίνες φωτός».
Ο «Κωλόκαιρος» ρίχνει το βλέμμα σε μια πίσω Ελλάδα, μια πίσω πραγματικότητα, λιγότερο γυαλιστερή, αλλά υπαρκτή – πόσο μάλλον εδώ που το έργο αναπαράγει (σε ένα βαθμό) μια πραγματική ιστορία, βιωμένη από λίγο έως πολύ, οικεία μας πρόσωπα. «Κι αυτό είναι μια πολύ ωραία εκκίνηση για τον ηθοποιό, να πρέπει να ενσαρκώσει ένα ή περισσότερα πραγματικά πρόσωπα» σχολιάζει ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος που ερμηνεύει τον Στέλιο. Δημιουργεί και μια κάποια ευθύνη για να τα δικαιώσει. Εμείς, τουλάχιστον, αυτό θέλουμε να κάνουμε».
Σκηνοθετώντας για πολλοστή φορά αυτό το σχήμα ηθοποιών (με κάποιους από αυτούς η συνεργασία μετράει πάνω από 15 χρόνια) και δουλεύοντας κατ’ επανάληψη πάνω στη συνθήκη του θεατρικού ρεαλισμού, ο Γιώργος Παλούμπης αισθάνεται αναμενόμενα «σαν στο σπίτι του». Αποφασισμένος πως έχει ειδικευτεί σε αυτό το είδος «αφού δεν μπορούν να τα κάνουν όλοι, όλα» έρχεται και εδώ να καταγράψει σκηνικά την ιστορία του «Κωλόκαιρου» με έναν τρόπο «που το έργο θα λειτουργήσει στην αίθουσα, θα επικοινωνήσει την ιστορία, θα την κάνει ισχυρά κατανοητή – και αυτήν και τα ερωτηματικά της». Στόχος του, πάντα μέσα από την τεχνική της ρεαλιστικής αφήγησης, η δυνατότητα «να αρπάζεις και να παρασύρεις τον θεατή, ακόμα και να τον κάνεις να συμπονά τον ήρωα».
Από τις πρώτες τους προσπάθειες (στο «Επί Κολωνώ» στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας) υπηρέτησαν «έναν τρόπο υποκριτικής που μας εξέφραζε», όπως σημειώνει ο Θάνος Αλεξίου, αναγνωρίζοντας πως, στο πέρασμα των χρόνων, αυτό αναπαράχθηκε ως ‘τάση’ και από άλλους δημιουργούς. Οι ίδιοι, πάντως, αντιμετωπίζουν την επιλογή τους ως μια ενωτική διαδικασία που, είτε προσέλκυσε κι άλλους στην ομάδα, είτε στον καθαυτό λεξιλόγιο. «Είμαστε ένας κύκλος ανθρώπων, από τους οποίους προκύπτει μια σειρά παραστάσεων. Είμαστε ένας πυρήνας που επιδιώκουμε να δουλεύουμε μαζί και φυσικά είμαστε ανοιχτοί να πάρουμε μαζί μας κι άλλους» λέει ο Γιώργος Παλούμπης. «Σίγουρα, υπάρχει κάτι σ’ αυτήν την γλώσσα που έχουμε αγαπήσει – κι εμείς και το κοινό».
Ένα decadence μπουζουξίδικο στις παρυφές της πόλης αναβιώνει στην σκηνή του «Τζένη Καρέζη». Η αποτύπωση μιας «χειροπιαστής», αναγνωρίσιμης και συνάμα λαϊκής αισθητικής έρχεται μέσα από τα σκηνικά και τα κοστούμια της Νατάσσας Παπαστεργίου – δουλειά της οποίας έχουμε δει και σε πρόσφατες σκηνοθεσίες του Γιώργου Παλούμπη, τα «Αξύριστα πηγούνια» και τα «Μελίσσια».
Τον φωτιστικό σχεδιασμό υπογράφει ο Βασίλης Κλωτσοτήρας.
Ο «Κωλόκαιρος» κάνει πρεμιέρα στο «Τζένη Καρέζη» στις 24 Οκτωβρίου.
Σκηνοθέτης: Γιώργος Παλούμπης
Κείμενο: Αντώνης Τσιοτσιόπουλος
Δραματουργική επεξεργασία: Γιώργος Παλούμπης
Μουσική: Κώστας Νικολόπουλος
Σκηνικά- κοστούμια: Νατάσσα Παπαστεργίου
Σχεδιασμός φωτισμών: Βασίλης Κλωτσοτήρας
Παίζουν οι ηθοποιοί: Στάθης Σταμουλακάτος, Θάνος Αλεξίου, Βασιλική Διαλυνά, Στέλιος Δημόπουλος, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος