Η Μικρασιατική Καταστροφή στη λογοτεχνία του Μεσοπολέμου: Έκθεση στη Γεννάδειο
Με αφορμή τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή, η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα διοργανώνει έκθεση τεκμηρίων με θέμα: «Το έπος της Ανατολής στη φαντασία των Ελλήνων: Η Μικρασιατική Καταστροφή στη λογοτεχνία του Μεσοπολέμου».
Το καλοκαίρι το 1950, ο Ηλίας Βενέζης έλαβε ένα γράμμα από τον φίλο του Γιώργο Σεφέρη· τα γραμματόσημα ήταν τούρκικα και η σφραγίδα έγραφε: «Ayvalik». Ήταν η πατρίδα που είχε αφήσει πίσω του πριν από τριάντα χρόνια, και στην οποία δεν επέστρεψε ποτέ. «Αγαπητέ μου, δεν υπάρχουν cartes-postales στο Αϊβαλί. Περνώντας απ’ αυτά τα μέρη σε συλλογίζομαι. Και σου στέλνω τα εσώκλειστα», τρεις φωτογραφίες – «θάλασσα και σπίτια και οι λόφοι μ’ έναν παλιό ανεμόμυλο», όπως αφηγείται ο Βενέζης.
Ο Βενέζης δεν επέστρεψε ποτέ στη Μικρά Ασία. Ο Σεφέρης έκανε διστακτικά ένα ταξίδι το 1950, γράφοντας στο ημερολόγιό του: «Θεέ μου τι πάω να κάνω». Οι φωτογραφίες είναι από αυτό το ταξίδι. Μπορεί να τις δει κανείς, μαζί με δεκάδες άλλα τεκμήρια, στην έκθεση «Το έπος της Ανατολής στη φαντασία των Ελλήνων: Η Μικρασιατική Καταστροφή στη λογοτεχνία του Μεσοπολέμου», που διοργάνωσε η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα και επιμελήθηκαν η αρχαιολόγος και υπεύθυνη Αρχείων της ΑΣΚΣΑ, Ναταλία Βογκέικωφ-Brogan, και η ιστορικός και μέλος του συμβουλίου επιτρόπων της Γενναδείου Βιβλιοθήκης, Νατάσα Λαιμού.
Λογοτεχνία και ιστορίαΙστορικά γεγονότα τόσο σημαντικά όσο η Μικρασιατική Καταστροφή αφήνουν το αποτύπωμά τους σε κάθε πτυχή της ζωής των κοινωνιών. Τη μνήμη τους, μνήμη τραυματική, καλείται να διαχειριστεί όχι μονάχα η ιστορία αλλά και πολλές άλλες μορφές αναπαράστασης, όπως η λογοτεχνία ή οι τέχνες. Συχνά, μάλιστα, η λογοτεχνία μπορεί να διαχειριστεί με περισσότερη ελευθερία, αλλά και διεισδυτικότητα, γεγονότα και περιόδους για τα οποία η επίσημη ιστορία σιωπά…
Στην αποτύπωση της Μικρασιατικής Καταστροφής στη λογοτεχνία του Μεσοπολέμου εστιάζει η περιεκτική και όμορφα αρχιτεκτονημένη έκθεση που φιλοξενείται στην Πτέρυγα Μακρυγιάννη της ΑΣΚΣΑ. Το υλικό το οποίο αξιοποιεί, πάνω από 200 εκθέματα, τα περισσότερα από τα οποία παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κοινό, προέρχεται από τα αρχεία της Σχολής, ιδιαίτερα από τα προσωπικά αρχεία των τεσσάρων «πρωταγωνιστών» της έκθεσης, του Σεφέρη, του Μυριβήλη, του Βενέζη και του Θεοτοκά. Όμως οι επιμελήτριες δεν περιορίστηκαν σε αυτούς, ούτε επικεντρώθηκαν στη «Γενιά του ’30», αλλά διεύρυναν το χρονικό εύρος της έρευνάς τους, προκειμένου να περιλάβει ολόκληρη την περίοδο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1940, όταν ο Μυριβήλης εκδίδει το «Η Παναγιά η Γοργόνα» και ο Σεφέρης επιχειρεί τη «νέκυια» της επίσκεψης στον γενέθλιο τόπο…
Η χρονολογική αφήγηση που ακολουθεί η έκθεση δημιουργεί τέσσερις θεματικούς άξονες, που αντιστοιχούν στις μεσοπολεμικές δεκαετίες, αποτυπώνοντας τα κεντρικά χαρακτηριστικά της λογοτεχνίας σε κάθε μια από αυτές, σε 10+1 προθήκες.
Ο πρώτος άξονας αφορά τα μυθιστορήματα που γράφτηκαν αμέσως μετά την Καταστροφή και χαρακτηρίζονται από έντονη αντιπολεμική διάθεση, όπως «Η ζωή εν τάφω» του Μυριβήλη, όπου μεταπλάθεται η εμπειρία του συγγραφέα στα χαρακώματα του Μεγάλου Πολέμου, ή οι ιστορίες αιχμαλωσίας μετά την κατάρρευση του μετώπου, όπως «Το νούμερο 31328» του Ηλία Βενέζη ή «Η ιστορία ενός αιχμαλώτου» του Στρατή Δούκα.
Αναζητώντας γαλήνη…Ο δεύτερος άξονας επικεντρώνεται στη δεκαετία του 1930, όταν δημοσιεύονται τα πρώτα προσφυγικά μυθιστορήματα, όπως «Οι πρώτες ρίζες» της Τατιάνας Σταύρου (1936), παραγνωρισμένο σήμερα αλλά το πρώτο που αναφέρεται στην εμπειρία της προσφυγιάς και μάλιστα από τη σκοπιά των γυναικών. Στην ίδια δεκαετία ανάγεται και η «Γαλήνη» του Βενέζη (1939), αλλά και το «Μυθιστόρημα» του Γιώργου Σεφέρη (1935), όπου επίσης ανιχνεύεται η ποιητική μετάπλαση της προσφυγικής εμπειρίας. Λέξη-κλειδί για τις αγωνίες των διανοούμενων της εποχής, η «γαλήνη», που εκτός από τίτλος για το έργο του Βενέζη αποτελεί την ακροτελεύτια λέξη στην «Αργώ» του Θεοτοκά, αλλά και στο σεφερικό «Μυθιστόρημα».
Μόνο γαλήνη δεν τους επεφύλασσε όμως η ιστορία, καθώς θα ακολουθήσει μία ακόμη πολεμική δεκαετία, περισσότερο σκληρή, περισσότερο αιματηρή. Ίσως γι’ αυτό, στα έργα της περιόδου, κυριαρχεί η νοσταλγική διάθεση για τον χαμένο παράδεισο της Ανατολής, που εκφράζεται με ένα είδος μαγικού ρεαλισμού, που συνοδεύει τις έντονα αυτοβιογραφικές αφηγήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες γράφονται στις παραμονές του πολέμου ή κατά τη διάρκεια της Κατοχής, για να εκδοθούν αρκετά αργότερα.
Αν αυτό είναι το «έπος της Ανατολής» που φαντάζονται και αναπαριστούν στα έργα τους οι Έλληνες, ποιο είναι άραγε το «έπος των Άλλων»; Σε αυτούς είναι αφιερωμένος ο τέταρτος άξονας της έκθεσης, που εστιάζει στο αποτύπωμα που άφησε ο ελληνοτουρκικός πόλεμος (1919-1922) στην τουρκική λογοτεχνία του Μεσοπολέμου. Το περισσότερο πρωτότυπο και τολμηρό αυτό τμήμα της έκθεση φέρνει τον επισκέπτη σε επαφή με συγγραφείς και έργα άγνωστα στη γλώσσα μας, άντρες, όπως ο Γιακούπ Καντρί Καραοσμάνογλου, και γυναίκες, όπως η Χαλιντέ Εντίπ, συγγραφείς που στρατεύτηκαν στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στο πλευρό του Κεμάλ – κάποιοι από τους οποίους, στη συνέχεια, διαφώνησαν με τη μονοκρατορία του και εξορίστηκαν. Με τον τρόπο αυτό, γίνεται μια συνοπτική παρουσίαση του λογοτεχνικού απόηχου στην Τουρκία της κοινής ιστορικής εμπειρίας που ο κάθε λαός βίωσε και αποτύπωσε στη συλλογική μνήμη τόσο διαφορετικά.