Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, δοκιμάσαμε νέες γεύσεις, πήγαμε θέατρο, είδαμε σειρές και πολλά άλλα και θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!
Όλα όσα μάς άρεσαν (+) Κάν’το όπως ο DaΜπορεί οι «κλασικές» προσεγγίσεις να μην είναι οι αγαπημένες μου, αλλά όταν μια παράσταση είναι καλής ποιότητας, αυτές οι διαχωριστικές γραμμές υποχωρούν με συνοπτικές διαδικασίες. Σε τέτοια συμπεράσματα, κατέληξα παρακολουθώντας το «Da» στο Θέατρο Ιλίσια, το θρυλικό – χάρη στο κατράκειο ανέβασμα – έργο του Χιου Λέοναρντ. Καταρχάς, γιατί η παράσταση χαίρει δυνατών ερμηνειών που αναδεικνύουν το κείμενο: Ο μεν Γρηγόρης Βαλτινός σε έναν ακόμα ρόλο καριέρας, ως καλοκάγαθος Daddy, να ισορροπεί με ανοιχτή καρδιά ανάμεσα στο χιούμορ και τη συγκίνηση. Κι ο δε Μιχάλης Οικονόμου να μπαίνει με σκηνική ειλικρίνεια και βαθύ συναίσθημα στο ρόλο του γιου του Τσάρλι. Η, μεταξύ τους, σκηνική χημεία – είναι εξάλλου η σχέση γιου και πατέρα που καταγράφεται – αναπτερώνει αισθητά την παράσταση, τόσο ώστε ο καθένας θα αναγνωρίσει στο πρόσωπο τους, οικείους του ή ακόμα και τον ίδιο τον εαυτό του. Εν τω μεταξύ, κι ο υπόλοιπος θίασος έχει ενδιαφέρουσες στιγμές με τη Μαρία Καλλιμάνη, τον Στρατή Χατζησταματίου και τον Γιώργο Σουξέ να ξεχωρίζουν. Στην γεμάτη πλατεία συνάντησα αρκετά μεγαλύτερο (ηλικιακά) κοινό· ωστόσο, αισθάνομαι πως είναι μια λυτρωτική παράσταση για να επιλέξει κανείς να δει με τους γονείς του. Σκηνοθετεί ο Πέτρος Ζούλιας.
Στέλλα Χαραμή
Κάποια θέατρα έχουν την ικανότητα να σε απορροφούν στην ιστορία τους και η «Φιλουμένα Μαρτουράνο» είναι ένα από αυτά. Ένα από τα αριστουργήματα του Εντουάρντο ντε Φιλίππο ζωντανεύει με πρωταγωνίστρια την υπέροχη Μαρία Ναυπλιώτου, η οποία μαγνητίζει με την ερμηνεία της τον θεατή σε αυτή τη γυναίκα-σύμβολο. Η αινιγματική και με πρότερο βίο Φιλουμένα ανοίγει τη συναισθηματική ομπρέλα μιας γυναίκας της οποίας το ένστικτο για αυτοσυντήρηση αλλά και αγάπη αναδεύονται με το αδιέξοδο των επιλογών και τις ανατροπές. Ο Μελέτης Ηλίας στο ρόλο του Ντομένικο Σοριάνο, πλούσιου έμπορου, γίνεται το επίκεντρο των αποκαλύψεων και αρωγός στην ανάδειξη των βαθύτερων νοημάτων του έργου: Πώς το χρήμα καθορίζει τη συμπεριφορά και πώς η αλήθεια μπορεί να οδηγήσει στη καταστροφή; Στα συστατικά της παράστασης που αξίζουν ιδιαίτερο έπαινο είναι η μουσική, που δημιουργεί κατάλληλο κλίμα δίνοντας βάθος σε αυτό τον κόσμο που ξεδιπλώνει ο Εντουάρντο ντε Φιλίππο · ένα κόσμο με δύσκολες αλήθειες και σκληρές αντιλήψεις. Οι νέοι ηθοποιοί επίσης (Βασίλης Ντάρμας, Βασίλης Μηλιώνης, Βαγγέλης Δαούσης) χαρίζουν στιγμές γέλιου και οι ανταλλαγές τους εξάπτουν την περιέργεια για τη κατάληξη. Στον απολογισμό αυτής της παράστασης σίγουρα θα κρατούσα τον ιδιότυπο δυναμισμό αυτής της γυναίκας που έχεις τους «δικούς της νόμους, [..] που δε κλαίει ποτέ» και που ίσως αυτό το δάκρυ της ευτυχίας να ταράζει έναν ολόκληρο ορίζοντα σκέψης…
Λίνα Ρόκα
Μόνο αποτροπιασμό και βαθιά θλίψη για την κοινωνία μας προκαλεί τελευταία η σωρεία ειδήσεων που αφορούν σε σεξουαλικές – και όχι μόνο – κακοποιήσεις παιδιών και εκεί που νομίζεις πως όλο αυτό θα αγγίξει ταβάνι – όχι! – έρχεται μία ακόμη είδηση να σου υπενθυμίσει πως το ανθρώπινο είδος δεν θα σταματήσει ποτέ να σε εκπλήσσει. Και δυστυχώς όχι μόνο θετικά! Μέσα σε όλα μαθαίνουμε λοιπόν πως ο βραβευμένος συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας, Βασίλης Παπαθεοδώρου, συνελήφθη κατηγορούμενος για πορνογραφία ανηλίκων μέσω διαδικτύου και πως μάλιστα βρίσκεται στις φυλακές Τρίπολης ήδη από τα μέσα Οκτωβρίου. Ο ίδιος ισχυρίστηκε πως το υλικό αυτό αποτελούσε δείγμα έρευνας για να μπορέσει να γράψει κάτι σχετικό, όμως από ο,τι φαίνεται η δικαιολογία αυτή δεν κατάφερε να πείσει τον ανακριτή – και πώς άλλωστε να το κάνει, αφού η αστυνομία εντόπισε στο σπίτι του περισσότερα από 100 βίντεο με σκληρό πορνογραφικό υλικό με παιδιά κάτω των 12 ετών! Φρίκη! Η διαστροφή δεν σταματά πουθενά τελικά… Και φυσικά πού να βρεις λόγια να πεις κάτι για όλα αυτά…Παρ’ όλα αυτά ο αγαπημενος Αύγουστος Κορτώ βρήκε τα κατάλληλα λόγια και έκανε μια σχετική ανάρτηση στο Facebook που με κάλυψε πλήρως: “Στην επίγεια κόλαση, υπάρχουν πολλά επίπεδα βαρβαρότητας και φρίκης – και το να βιάζονται παιδιά εφτά κι οχτώ χρονώ για να απολαμβάνουν το θέαμα τα διεστραμμένα καθίκια που με τον τρόπο αυτό διασπείρουν και διαιωνίζουν το ασύλληπτο, ασυγχώρητο έγκλημα, πιθανώς να είναι ο πάτος της κόλασης. Ένα παιδί που υφίσταται τέτοια θηριώδη κακοποίηση, είναι σαν να το σκοτώνεις. Όσοι γιατροί και να πέσουν πάνω του, όση στοργή κι αν λάβει, πώς να διαχειριστεί τέτοιο τραύμα; Πώς να ορθοποδήσει, να εμπιστευτεί ενήλικους και συνομήλικους, πώς να ερωτευτεί, να δώσει συναινετικά το κορμί του; Πώς να αποφύγει τη λήθη των ουσιών που είναι συχνά η μοίρα τέτοιων ρημαγμένων παιδιών; Δεν θέλω ούτε να γράψω τ’ όνομά του, γιατί εννοείται πως τον ήξερα, στον ίδιο εκδότη ήμασταν ένα φεγγάρι. Δεν το χωράει το μυαλό μου – να γράφεις βιβλία για παιδιά, να κλείνεις το αρχείο του Word, και να ανοίγεις το αρχείο της κόλασης. Πολλά, πολλά χρόνια φυλακή. Τίποτα άλλο”.
Ευδοκία Βαζούκη
Η αλήθεια είναι πως δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα έβλεπα τον 50 Cent και τον Κωνσταντίνο Αργυρό την ίδια μέρα, στο ίδιο live. Κι όμως! Την Κυριακή που μας πέρασε, παρακολούθησα από κοντά την πολυαναμενόμενη συναυλία στο Ο.Α.Κ.Α. Βέβαια, ομολογώ ότι είχα ξενερώσει αρκετά, διότι κανονικά είχε προγραμματιστεί για το Σάββατο 29/10 αλλά αναβλήθηκε λόγω τεχνικών προβλημάτων. Παρ’όλα αυτά, πήγα την Κυριακή με κέφι για περιέργεια στην “συναυλία της χρονιάς” όπως λένε. Το πρώτο δύωρο εμφανίστηκαν οι Kings, Fy και Josephine. Έπειτα, μέσα σ’ένα κλίμα φρενίτιδας (κυρίως από το fan club του καλλιτέχνη) κατέλαβε την σκηνή ο Κωνσταντίνος Αργυρός. Φανερά συγκινημένος από την προσέλευση του κόσμου και την θετική ενέργεια που λάμβανε από αυτόν, είπε μερικά από τα γνωστότερα τραγούδια της συλλογής του. Αφού έδωσε την υπόσχεση ότι θα τραγουδήσει ξανά, ανέβηκε on stage ο εκρηκτικός 50 Cent, ο οποίος διασκέδασε το ελληνικό κοινό για 2,5 ώρες ασταμάτητα. Ομολογώ ότι με εντυπωσίασε αρκετά η ανεξάντλητη ενέργειά του και η αλληλεπίδρασή του με τον κόσμο. Αντικειμενικά, η φωνή του έχει αλλοιωθεί αρκετά, παρ’όλα αυτά πιστεύω πως η εμφάνισή του ήταν αξιοπρεπέστατη. Μετά την αποχώρησή του από την σκηνή, την σκυτάλη παρέλαβε ξανά ο Αργυρός ερμηνεύοντας νέα του hit όπως το “Ηλιοβασίλεμα” και το “Αφού σε βρήκα δεν σε αφήνω”. Σε γενικές γραμμές ήταν μία well-spent Κυριακή, με μουσικές εναλλαγές, από ελληνικό ελαφρύ λαϊκό τραγούδι μέχρι 00s hip hop & RnB, τις οποίες ευχαριστήθηκα αρκετά!
Χριστιάνα Τσατσαρώνη
Καθώς οι ηλιόλουστες ημέρες του φθινοπώρου μας επιτρέπουν ακόμα τις παραθαλάσσιες βόλτες στην εξοχή, αρπάξαμε την ευκαιρία για μία ημερήσια εκδρομή στα Ίσθμια της Κορίνθου -και για την τελευταία ίσως βουτιά, πριν ο χειμώνας εισβάλλει επίσημα. Παρόλο που η Κόρινθος αποτελεί για εμένα συχνό προορισμό για κοντινές αποδράσεις από την Αθήνα, συνάντησα για πρώτη φορά -στην αρχή της παλαιάς Εθνικής οδού Κορίνθου-Επιδαύρου, σε έναν γραφικό κόλπο, την ψαροταβέρνα «Κάβος 1964», η οποία αποδείχθηκε ιδιαίτερα δημοφιλής για την εξαιρετική ποιότητα, τα ολόφρεσκα υλικά και την αυθεντικότητα της. Επιλέξαμε το πιο κοντινό τραπέζι στη θάλασσα, κάτι που μάς έκανε να νιώθουμε ότι πλέουμε πάνω της, και απολαύσαμε μία ποικιλία θαλασσινών μεζέδων, τους οποίους διαλέξαμε με τη βοήθεια του κύριου Τάσου, σημερινού ιδιοκτήτη της οικογενειακής ταβέρνας. Η σταθερά ποιοτική γαστρονομική πορεία της επιχείρησης που χρονολογείται από το 1964 και η ζεστή φιλοξενία των
ιδιοκτητών της έχουν μετατρέψει τον Κάβο σε κλασσικό παραλιακό «θέρετρο» και πολυβραβευμένο must-visit προορισμό που αξίζει να επισκεφτείτε, ειδικά σε περίπτωση που είστε λάτρεις των θαλασσινών. Από το μενού, που εναλλάσσεται καθημερινά αναλόγως την περίοδο, μπορείτε να επιλέξετε ανάμεσα σε μία πλούσια ποικιλία από φρέσκα ψάρια και όστρακα, που ψαρεύονται την προηγούμενη ή και την ίδια μέρα. Μην παραλείψετε να δοκιμάσετε την φοβερή ταραμοσαλάτα με λευκό ταραμά – προσωπικά δεν έχω γευτεί πιο νόστιμη- και τα ωμά κυδώνια. Σημαντικό tip* εάν θέλετε να επισκεφτείτε τον «Κάβο» το Σαββατοκύριακο, καλό είναι να κλείσετε το τραπέζι σας και να ρωτήσετε τι ψάρι ημέρας έχει, σε περίπτωση που επιθυμείτε να σας το κρατήσει.
Ναταλία Βουρλιωτάκη
Το αγαπημένο μου μέρος στα Πετράλωνα, χωρίς υπερβολή. Αυτήν την εβδομάδα γύρισα ξανά σε αυτό, ύστερα από κάποιους μήνες αποχής. Εδώ και μερικά χρόνια, η Βραζιλιάνα είναι ένα από τα μέρη που τιμάω πολύ συχνά, είτε για καφέ και διάβασμα το πρωί, είτε για φαγητό το μεσημέρι, είτε για κούμπα λίμπρε το βράδυ. Κάτι με τραβάει πολύ σε αυτό το μαγαζί: από τη μία ο συνοικιακός χαρακτήρας του -βρίσκεται πάνω στην πλατεία Μερκούρη- από την άλλη η φανταστική, κατ’ εμέ, αισθητική του -το μωσαϊκό πάτωμα, τα ξύλινα τραπέζια, οι πίνακες, τα φυτά, ο χαμηλός φωτισμός το βράδυ-. Όλα τα προαναφερθέντα συναποτελούν τους λόγους για τους οποίους το μαγαζί αυτό με έχει τραβήξει και με έχει ωθήσει, με τη σειρά μου, να σύρω όλους τους φίλους και γνωστούς μου σε αυτό. Η Βραζιλιάνα από όλες τις απόψεις -καφέ, φαγητού, ποτού- σε καλύπτει υπερ του δέοντος και η ατμόσφαιρα του χώρου της, η οποία προσθέτει πολύ, σε κάνει να θέλεις να επιστρέψεις και να τη γνωρίσεις όλες τις ώρες της ημέρας.
Ανδρομάχη Αρβανίτη
Βρέθηκα στην πρεμιέρα του έργου, που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά, την Πέμπτη το βράδυ. Δύο κυρίως στοιχεία μου είχαν εξάψει την περιέργεια αναφορικά με το έργο. Πρώτον πως πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα ψυχολογικά δράματα του 20ού αιώνα και δεύτερον ότι ο ίδιος ο συγγραφέας είχε δηλώσει στον εκδότη του, να μη δημοσιευθεί το έργο πριν περάσουν 25 χρόνια από τον θάνατό του. Ένα έργο που στα μάτια μου φαντάζει δύσκολο εγχείρημα για να ανέβει. Ο Δημήτρης Καραντζάς κατάφερε με εξαιρετικά ευρηματικό και ξεχωριστό τρόπο να αναβιώσει στην σκηνή το θαμμένο αλλά πάντα παρόν «τραύμα» της οικογένειας Τάιρον. Δημιούργησε μια παράσταση ζωντανή, παλλόμενη που έκανε και εσένα αυτόπτη μάρτυρα της πνιγηρής και νοσηρής ατμόσφαιρας της τετραμελής οικογένειας, όπου συνέχεια κάτι άλλο υπονοείται στα λεγόμενα τους και η αλήθεια λέγεται μόνο στα σκοτεινά. Ο συνδυασμός των κοστουμιών της Ιωάννας Τσάμη, του σκηνικού της Ελένης Μανωλοπούλου, των φωτισμών του Aλέκου Αναστασίου και της μουσικής του Γιώργου Πούλιου ήταν ιδανικός στο να δημιουργηθεί η κατάλληλη ατμόσφαιρα και ένα μεγάλο θετικό της παράστασης. Οι ερμηνείες των τεσσάρων ηθοποιών που είχαν να ανταποκριθούν σε αρκετά σύνθετες ψυχοσυνθέσεις ήταν εξαιρετικές και «καλοκουρδισμένες» μεταξύ τους. Η Μπέττυ Αρβανίτη ως Μαίρη Τάιρον απέδωσε τόσο ανεπιτήδευτα και υποδειγματικά την μορφινομανή μητέρα, γεμάτη αμφιθυμίες, φόβους, ενοχές, θυμό, αποστάσεις αλλά και τρυφερότητα. Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς ως Τζέιμς Τάιρον ήταν ιδανικός για τον ρόλο του τσιγκούνη, πρώην ηθοποιού, πατέρα με ανεκπλήρωτα όνειρα και ματαιώσεις αλλά βαθιά ευαίσθητου που επιστράτευε το χιούμορ, χαρίζοντας μας μερικές στιγμές γέλιου. Συγκλονιστικός στον μονόλογο του προς το τέλος της παράστασης. Με μαγνήτισε ακόμη η σχέση των δύο αδελφών, Τζέιμι και Έντμοντ Τάιρον. Ο Αινείας Τσαμάτης και ο Aναστάσης Λαουλάκος ως Τζέιμι και Έντμοντ αντίστοιχα ήταν σπαρακτικοί και απέδωσαν με μαεστρία τα συναισθήματα αγάπης και μίσους που ένιωθαν για τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Στην ερμηνεία του Αινεία Τσαμάτη εντόπισα επίσης το χιούμορ αλλά και το παράπονο που επιστρατεύει συνήθως το «αποτυχημένο» παιδί των γονιών του. Ο Αναστάσης Λαουλάκος απέδωσε εξαιρετικά ακόμη την εύθραυστη και ευαίσθητη φύση ενός νέου, που έχει στόμφα ποιητή. Η Ελίνα Ρίζου, ως Κάθλιν, η υπηρέτρια της οικογένειας αν και με μικρότερο ρόλο απέδωσε με ακρίβεια αλλά και χιούμορ έναν ρόλο που ήταν μια «ανάσα» στο πνιγηρό κλίμα του έργου. Μια παράσταση που σίγουρα θα σου επανέρχεται στην μνήμη λόγω της σκηνοθετικής έμνευσης αλλά και των υπέροχων ερμηνειών. Ένα έργο που θα σε κεντρίσει λόγω της δυσκολίας του να κατανοήσεις τους πολυεπίπεδους χαρακτήρες του Ο’ Νηλ, αλλά και της γοητείας που έχει η δύσκολη αυτή αποκρυπτογράφηση.
Νατάσα Μιχελάκου
Το Chainsaw Man είναι ένα από τα πιο πολυδιαφημισμένα και αναμενόμενα animes της χρονιάς και επιτρέψτε μου να σας πω ότι οι οπαδοί του έχουν δίκιο. Πολλοί τείνουν να κριτικάρουν την ιστορία για την απλότητά της, ενώ αυτό ακριβώς είναι το νόημα. Και εδώ είναι που το CM γίνεται πραγματικά κάτι διαφορετικό. Το CM αποδομεί προηγούμενες ιδέες shounen, όπως το να ζεις για έναν μεγάλο στόχο ή την άπειρη ευτυχία. Οι στόχοι του Denji είναι κάπως τετριμμένοι και ρηχοί, αλλά δεν είναι οι στόχοι και οι καθημερινές σκέψεις μας εξίσου ρηχοί;
Υπήρξαν αρκετοί ισχυρισμοί όταν κυκλοφόρησε το πρώτο επεισόδιο, που ανέφεραν ότι το CG ήταν αρκετά κακό, κάτι με το οποίο εγω θα διαφωνήσω, καθώς τα MAPPA studios για ακομα μια φορα έκαναν απίστευτη δουλειά. Βρήκα το animation εξαιρετικό και ταιριαστό στο ιδιο το anime και τα battle scenes του. Το soundtrack είναι καλό και το opening γεμάτο spoilers που περιμένουν τους fans να τα αποκωδικοποιήσουν.
O ίδιος ο Fujimoto είναι ο τύπος του συγγραφέα που έχει πολλά να πει στα έργα του, και λαμβάνοντας υπόψη την ποσότητα των συμβολισμών που παρουσιάζει το manga αργότερα, είναι ορατό ότι αυτό ήταν το καθοριστικό έργο στην καριέρα του. Ωστόσο, ακόμη και αυτό είναι αμφιλεγόμενο, έχοντας κατά νου ότι έχει πολλά αναγνωρισμένα manga. Όσον αφορά σε εμένα, μου αρέσει η ειλικρίνεια και ο σαρκασμός του, που φαίνεται όχι μόνο στους διαλόγους του, αλλά και στην ίδια την τέχνη. Το CM απεικονίζει μια επιστροφή στη διασκεδαστική αφήγηση, καθώς κάνει συνέχεια αστεία για τους shounenistic στόχους. Ο X θέλει να γίνει ηγέτης κάποιας τυχαίας χώρας, να γίνει βασιλιάς ή να κατακτήσει τον κόσμο; Λοιπόν, ο στόχος του Denji είναι ζεστό φαγητό και ένα κρεβάτι. Αυτό μας κάνει πιο κοντά του κατά κάποιο τρόπο. Η διάσπαση της αυταπάτης και οι μηδενιστικές ιδέες που απεικονίζονται στο CM έχουν ενδιαφέρον γιατί είναι πιο κοντά στο κοινό όσο λίγοι.
Έλενα Μάτσα
Αν κάποιος αισθάνεται ταραχή παρακολουθώντας μέσα από τα λευκά προνόμια του και την ασφάλεια της κινηματογραφικής αίθουσας τη συγκλονιστική ιστορία ενός Αφγανού που αναγκάστηκε σε πολύ νεαρή ηλικία να εγκαταλείψει την πατρίδα του, τότε δεν μπορώ καν να διανοηθώ πως μπορεί να αισθάνονται οι ίδιοι οι άνθρωποι που ζουν αυτές τις οδυνηρές καταστάσεις, εκείνοι για των οποίων τις «τύχες» πλέον έχουμε συνηθίσει να ακούμε ή να διαβάζουμε στις ειδήσεις, τις σελίδες των εφημερίδων ή το διαδίκτυο. Με αυτή την σκέψη έφυγα την Πέμπτη που μας πέρασε από το σινεμά όπου και πήγα να δω το πολυβραβευμένο ντοκιμαντέρ κινουμένων σχεδίων «Flee» («Φυγή») του Jonas Poher Rasmussen. Η ταινία μέσα από τη χρήση του animation και αρχειακού υλικού αφηγείται μια τέτοια αληθινή ιστορία. Εκείνη του Amin Nawabi (το όνομα αυτό δεν είναι πραγματικό καθώς ήταν επιβεβλημένο να διατηρηθεί η ανωνυμία του πρωταγωνιστή για λόγους προστασίας του), ενός επιζώντα Αφγανού πρόσφυγα, ο οποίος όντας ανήλικος, θα βιώσει τη δική του «Οδύσσεια». Από τις γειτονιές της γενέτειρας του, Καμπούλ, την αστάθεια και τον εμφύλιο σπαραγμό που έφερε ο Ψυχρός Πόλεμος στο πολύπαθο Αφγανιστάν έως τον επικίνδυνο, αβέβαιο και αφιλόξενο «δρόμο» της προσφυγιάς.
Και μπορεί η ιστορία του Amin να είχε κατά κάποιον τρόπο «happy end», καθώς δεν ολοκληρώθηκε στον πάτο της θάλασσας ή σε κάποιον «ανώνυμο» τάφο μιας ξένης χώρας, ωστόσο, οι «πληγές» αυτού του βιώματος στον ψυχισμό του υπήρξαν τόσο βαθιές που δεν «επουλώθηκαν» ποτέ. Εξακολουθεί να τις κουβαλάει μέσα του και να κάνουν την «εμφάνιση» τους σε κάθε πτυχή της ζωής του, ακόμη και όταν όλα δείχνουν να παίρνουν έναν καλύτερο δρόμο. Σήμερα, 36 χρονών πλέον, κάτοικος Δανίας με μια πολλά υποσχόμενη Ακαδημαϊκή καριέρα και έναν σύντροφο με τον οποίο προετοιμάζονται για την κοινή τους ζωή, ο Amin Nawabi αποφασίζει να πραγματοποιήσει ένα επίπονο «ταξίδι» στο παρελθόν και να μοιραστεί για πρώτη φορά την τραυματική του εμπειρία, στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται ο πόλεμος, η απώλεια, το σθένος και η γενναιότητα που απαιτούνται για να πορευτεί κάποιος στο δύσβατο μονοπάτι προς την ελευθερία και την αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος καθώς και η δυσκολία του να είσαι διαφορετικός σε μια κοινωνία που δεν ανέχεται τη διαφορετικότητα. Μια εμπειρία που δεν αφήνει σε καμία περίπτωση τον θεατή ασυγκίνητο και η οποία υπογραμμίζει την επιτακτική ανάγκη η ανθρωπιά, η συμπόνια και η αλληλεγγύη να επικρατήσει ενάντια στον ρατσισμό, τις εγκληματικές πολιτικές ή την αδιαφορία για τα δεινά και τις κακουχίες των «ξεριζωμένων» συνανθρώπων μας.
Αριστούλα Ζαχαρίου
Αν ένα πράγμα μου είχε λείψει από το ταξίδι που είχα κάνει πέρσι στο Βερολίνο είναι ότι δεν μου δόθηκε ποτέ η ευκαιρία να περάσω ένα βράδυ σε ένα από τα θρυλικά underground κλαμπ της πόλης. Όταν είδα ότι ο Γιώργος Μαρκάκης γύρισε μια ταινία αποκλειστικά γυρισμένη στις τουαλέτες ενός βερολινέζικου κλαμπ (και δη του KitKat), μου τράβηξε αμέσως την προσοχή. Οι τουαλέτες είναι πράγματι το πιο ενδιαφέρον σημείο κάθε κλαμπ που σέβεται τον εαυτό του. Εκεί θα κουτσομπολέψεις, θα κράξεις και θα προσπαθήσεις να ξεμεθύσεις με κόσμο που δεν έχεις γνωρίσει ποτέ στη ζωή σου. Αν βρίσκεσαι στο KitKat μπορεί να δεις/κάνεις και κάτι παραπάνω. Αυτό το κάτι παραπάνω περίμενα να δω στο EX. Ναι, είδαμε σεξ και ναρκωτικά. Αλλά ο ρεαλισμός σταματά κάπου εκεί. Δυστυχώς, οι διάλογοι ήταν υπερβολικοί, οι περισσότερες ερμηνείες (εξαιρώ την Νταϊάνα) μη πιστευτές -κάτι που μου κάνει εντύπωση μιας που δεν πρόκειται για επαγγελματίες ηθοποιούς, αλλά για πραγματικούς clubbers- και η όλη φάση δυστυχώς κάπως στημένη. Σίγουρα το EX είχε κάποιες καλές στιγμές: οι τρεις άνδρες που μιλούσαν γερμανικά ήταν τελικά οι πιο φυσικοί, ενώ όλοι μπορούμε να ταυτιστούμε με την μεθυσμένη κοπέλα που άκουγε (ή μάλλον δεν άκουγε) τον τύπο που της μιλούσε για τη ζωή του. Η ιδέα του Μαρκάκη ήταν πολύ ευρηματική, κάπου στην πορεία όμως νιώθω ότι έχασε το νόημα της και δεν εξυπηρέτησε τον σκοπό της -τουλάχιστον στα δικά μου μάτια.
Τατιάνα Γεωργακοπούλου
Η φωτογράφιση αποχώρησης του GNTM την εβδομάδα που μας πέρασε, είχε ως κόνσεπτ μια ημίγυμνη φωτογράφιση, κατά την οποία τα κορίτσια θα έπρεπε να μοιραστούν (ανά δυάδα) ένα μπικίνι. Υποτιθέμενος στόχος της φωτογράφισης ήταν να καταρριφθεί ο όρος του body shaming και να τονιστεί έτσι η σημαντικότητα του body positivity. Μια πολύ όμορφη ιδέα -που χωρίς να με εκπλήσσει- δεν κατάφερε να υλοποιηθεί. Σε αντίθεση με τον ορισμό και την προσπάθεια που γίνεται από το κίνημα υπέρ της διαφορετικότητας του σωματότυπου, που μάχεται για την αποδοχή όλων των σωματότυπων ανεξαρτήτως σχήματος, μεγέθους, χρώματος, φύλου, το GNTM δείχνει με κάθε τρόπο μέσα στα τόσα χρόνια προβολής του, πως θέλει οι διαγωνιζόμενες/οι να πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια, ώστε να συμβαδίζουν με τα πρότυπα του “σωστού” μοντέλου, τα οποία όπως είναι αναμενόμενο συγκρούονται κατά πολύ με το μήνυμα και το αποτέλεσμα που θα ήθελε να παρουσιάσει, καλύπτοντας λανθασμένα πρότυπα με ένα υποτιθέμενα θετικό περιτύλιγμα. Μιλάμε για μια φωτογράφιση λοιπόν, που όχι μόνο δεν ανέδειξε το body positivity -με το να δείξει όμορφα, καθημερινά σώματα που αγκαλιάζουν τις ατέλειες τους- άλλα έπεσε περίτεχνα στον φαύλο κύκλο των κοινωνικών στερεοτύπων, προβάλλοντας για ακόμα μια φορά ένα πορσελάνινο, αψεγάδιαστο -με μπόλικη επεξεργασία- αποτέλεσμα. Σαφώς τα σχόλια των κριτών απέναντι στις κοπέλες, ήταν αναμενόμενα, προσβλητικά και χωρίς κανένα ίχνος από positivity σε γενικότερο επίπεδο.
Ελένη Πάικου