Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, πήγαμε θέατρο, είδαμε ταινίες, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα και πολλά άλλα και θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!
Όλα όσα μάς άρεσαν (+) Το Σπιρτόκουτο με έκανε να ξεχάσω όσα ήξερα για τα μιούζικαλΤην Τετάρτη, μετά από πολύ κόπο, κατάφερα επιτέλους να βρω εισιτήρια για την νέα παραγωγή της Στέγης. Μία από τις πιο πολυσυζητημένες παραστάσεις αυτής της σεζόν, το Σπιρτόκουτο, του αγαπημένου μου Γιάννη Οικονομίδη, μεταμορφώθηκε σε μιούζικαλ σε σκηνοθεσία Γιάννη Νιάρρου. Ήδη στην παραπάνω πρόταση διακρίνει κανείς τους λόγους που με εξίταρε τόσο αυτή η παράσταση. Οικονομίδης στη Στέγη ΚΑΙ ως μιούζικαλ; Δεν γινόταν να το χάσω αυτό. Και τελικά χαίρομαι που δεν το έχασα. Ό,τι και να πω για αυτό που είδα είναι λίγο, σίγουρα δεν μοιάζει με κανένα άλλο μιούζικαλ που έχω δει μέχρι τώρα. Μέσα σε δύο ώρες, το ήδη σουρεαλιστικό (αλλά παράλληλα τόσο ρεαλιστικό, έτσι;) σύμπαν του Οικονομίδη έγινε ακόμα πιο σουρεάλ, μέσα από τις πρωτότυπες συνθέσεις των Νιάρρου-Λιβιτσάνου. Ο γιος-τραπερ, η θεούσα ξαδέρφη-σοπράνο, η Άντζελα-πριγκίπισσα της Ντίσνεϊ και φυσικά τα ζεϊμπέκικα του Μήτσου ήταν ελάχιστα μόνο από τα highlights μίας παράστασης που από την αρχή μέχρι το τέλος σε κρατά σε εγρήγορση. Μία προειδοποίηση όμως: Αν δεν είσαι εξοικειωμένος με τον Οικονομίδη, τότε καλό θα ήταν να δεις την ταινία πριν δεις το μιούζικαλ -για να ξέρεις τι σε περιμένει. Είχα την εντύπωση ότι έχουμε φτάσει σε ένα επίπεδο που οι “βρισιές” στο θέατρο δεν ενοχλούν -πόσο μάλλον όταν πας λίγο πιο υποψιασμένος- απ’ ότι κατάλαβα όμως δεν είναι για όλους έτσι. Είτε το λάτρεψες, είτε το μίσησες, πάντως, πρέπει να παραδεχτείς ότι το Σπιρτόκουτο δεν γίνεται να μην σε κάνει να αναθεωρήσεις τον τρόπο που βλέπεις τα σύγχρονα μιούζικαλ. Δεν χρειάζεται όλα να θυμίζουν Οικονομίδη, είναι ωραίο όμως καμιά φορά να βλέπεις και κάτι ακομπλεξάριστο, κάτι διαφορετικό από τα συνηθισμένα.
Τατιάνα Γεωργακοπούλου
Κάθε χρόνο είναι για εμένα κάτι σαν τελετουργικό η διαδικασία επιλογής της τούρτας γενεθλίων μου. Φέτος, λοιπόν, ήθελα να επιλέξω κάτι διαφορετικό · να θυμίζει τούρτα στην όψη όμως εσωτερικά και σαν γεύση να είναι κέικ και μάλιστα red velvet με την παραδοσιακή αμερικανική συνταγή – το αγαπημένο μου! Έτσι η επιλογή του Oh My Cake στο Περιστέρι ήταν σχεδόν μονόδρομος, αφού οι τύποι είναι masters του είδους! Έτσι κι έγινε λοιπόν, τους έστειλα την ιδέα μου, μου πρότειναν τις επιλογές που είχα σε γεύσεις για το κέικ αλλά και για τη γέμιση και ειλικρινά σας μιλάω για ώρες προσπαθούσα να πάρω μια απόφαση για τον τέλειο εκείνο συνδυασμό που θα κατέληγε να στείλει τους ουρανίσκους των φίλων μου στον παράδεισο. Εγώ φυσικά και ήξερα τι παίρνω αφού ως λάτρης του κέικ πολλές φορές είχα συνοδεύσει τον καφέ μου μια slice εκδοχή κέικ από το Oh My Cake και κάθε φορά “παίζοντας” με άλλα dressings και toppings. Το μαγαζί μπορεί να ειδικεύεται στα κέικ αλλά εκεί θα βρείτε κι άλλες πολύ ενδιαφέρουσες νοστιμιές: το μοναδικό Cake Cream, το μαλακό τους κέικ που μοιάζει με ζύμη (είναι όμως ψημένο), σερβίρεται σε κυπελλάκι και ολοκληρώνεται με τα υλικά που θα επιλέξεις εσύ, milkshakes – εννοείται – καφέ αλλά και άλλα ανάλογα και την εποχή. Αν τυχόν ο δρόμος σας βγάλει από την περιοχή μη διστάσετε να κάνετε μία “στάση” στο στενό της οδού Δελφών και να προμηθευτείτε τα…απολύτως απαραίτητα. Μην ξεχάσετε να πάρετε και λίγα red velvet…μελομακάρονα αυτή την περίοδο και σας προειδοποιώ: Oι μυρωδιές θα είναι τέτοιες που δύσκολα θα φύγετε με μία μόνο επιλογή!
Ευδοκία Βαζούκη
Παρακολούθησα την παράσταση «Καπετάν Μιχάλης (Ελευθερία ή Θάνατος)» που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο Αλκμήνη. Ένα θέατρο που όπως πληροφορήθηκα ανακαινίστηκε από το μηδέν από τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Μανώλη Ιωνά και την σύντροφο του ηθοποιό Ειρήνη Παπαδημάτου. Το έργο αυτό του Καζαντζάκη αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και έχει αναλυθεί όσo λίγα. Είναι μια ιστορία ανθρώπων για τους ανθρώπους, όπως πολύ εύστοχα αναφέρεται στις πληροφορίες της παράστασης. Η ιστορία διαδραματίζεται την περίοδο της κρητικής επανάστασης, το 1889. Επίκεντρο της είναι ο Καπετάν Μιχάλης, ένας άνδρας αγέρωχος που δεν θέλει να υποταχθεί ούτε σωματικά ούτε ψυχικά στους Τούρκους. Παλεύει διαρκώς με τον εαυτό του, με την φιλία που τον δένει με τον Νουρήμπεη, με τον έρωτα που νιώθει για την Εμινέ και με την ανάγκη του για δικαιοσύνη και ελευθερία.
Αυτό που ξεχώρισα στην παράσταση είναι οι πολύ καλές ερμηνείες συνολικά όλων των ηθοποιών (Κωσταντίνος Μουταφτσής, Κωνσταντίνος Μπάζας, Ειρήνη Παπαδημάτου, Ορέστης Τρίκας, Ελένη Φίλιππα), με προσωπικές αγαπημένες μου αυτή του Τάσου Γιαννόπουλου στον ομώνυμο ρόλο και του Περικλή Λιανού στον ρόλο του μητροπολίτη. Η διασκευή από τον Μανώλη Ιωνά και την Κωνσταντίνα Νικολαΐδη ήταν πετυχημένη και στάθηκε επάξια στο δύσκολο εγχείρημα του να γίνει θεατρικό ένα λογοτεχνικό έργο και ειδικά έργο του Καζαντζάκη. Η σκηνοθεσία του Μανώλη Ιωνά ήταν ευρηματική και δημιούργησε ένα αρμονικό σύνολο καθ’ όλη την διάρκεια της παράστασης. Τα σκηνικά του Νίκου Κασαπάκη ήταν λειτουργικά και η αφαιρετική τους διάθεση δημιουργούσε τόπο για πρωτοτυπία. Μου κέντρισε το ενδιαφέρον επίσης η κινησιολογία της Ρούλας Κουτρουμπέλη και τα κρητικά στοιχεία που απέδωσε. Η μουσική της Νένας Βενετσάνου σε συνδυασμό με τους φωτισμούς του Μανώλη Μπράτση έδωσαν στην παράσταση το απαραίτητο σασπένς.
Συνολικά μια καλή παράσταση που κατάφερε να μεταφέρει τον λογοτεχνικό πλούτο του Καπετάν Μιχάλη πάνω στην σκηνή. Μια παράσταση που σε καλεί να αναμετρηθείς εκ νέου με τα καίρια ζητήματα που κατέγραψε ο Καζαντζάκης, αυτά της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και του αέναου αγώνα του ανθρώπου για αυτές.
Νατάσα Μιχελάκου
Ο Μολιέρος, γράφοντας τον σατιρικό “Μισάνθρωπό” του, σίγουρα σκεφτόταν τη δική του κοινωνία και μάλλον ήξερε πως αυτό που τότε ζούσε δε θα άλλαζε στο μέλλον. Αυτός είναι και ο λόγος που το έργο του είναι σήμερα -και ίσως να είναι για πάντα- τόσο επίκαιρο που σε κάνει να αναρωτιέσαι, αφού η υποκρισία και οι άλλες κοινωνικές παθογένειες είναι τόσο μεμπτές, γιατί συνεχίζουμε να ζούμε βουτηγμένοι μέσα σε αυτές; Εγώ σίγουρα αυτό αναρωτήθηκα φεύγοντας γεμάτη αντικρουόμενα συναισθήματα από μία παράσταση τόσο διασκεδαστική όσο και “διδακτική”, στην οποία οι ηθοποιοί δίνουν ομολογουμένως τη ψυχή τους.
Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος καταφέρνει να ενσαρκώσει με απόλυτη επιτυχία την τρικυμία που επικρατεί στο μυαλό και τη ψυχή του Αλσέστ, ο οποίος έχει σιχαθεί την υποκρισία που κυριαρχεί γύρω του και δε φοβάται να δείξει την απέχθειά του αυτή, ακόμα και αν ξέρει πως η συμπεριφορά του θα τον βάλει σε… κοινωνικούς μπελάδες. Αυτό βέβαια που δεν έχει συνειδητοποιήσει ακόμα ο πρωταγωνιστής είναι πως όσα σιχαίνεται τα έχει ερωτευτεί και έχει πέσει στα δίχτυα τους, μιας και ο έρωτάς του για την κυνική Σελιμέν της Ευγενίας Σαμαρά τον έχει τυφλώσει. Και όταν η αδικία τον χτυπήσει σχεδόν ανεπανόρθωτα, ο ίδιος θα τρέξει να κρυφτεί από αυτόν τον κόσμο που τόσο μισεί, όμως τελικά, πως να κρυφτεί κανείς από κάτι που βρίσκεται παντού;
Μέσα σε έναν θεατρικό “χορό” επί σκηνής, όλοι οι συντελεστές του “Μισάνθρωπου” ξεχωρίζουν με τον τρόπο τους και δίνουν στην παράσταση μία ζωντάνια αξιοσημείωτη, η οποία δε σε αφήνει να χαθείς ούτε λεπτό, αλλά αντιθέτως σε κρατά σε εγρήγορση για να συγκεντρώσεις όλες τις διδακτικές της πτυχές που μάς χάρισε ο Μολιέρος και τώρα σκηνοθετεί με τον δικό του μοναδικό τρόπο ο Γιάννης Κακλέας στο Θέατρο Εμπορικόν. Για εμένα πάντως προσωπικά, μεγάλη έκπληξη της παράστασης ήταν η Φωτεινή Αθερίδου, η οποία με τα σατιρικά της κείμενα… έκοβε και έραβε τη συνοχή της παράστασης, συνομιλούσε με το κοινό και έδινε μία πολύ φρέσκια και διασκεδαστική νότα στη ροή της. Όπως ίσως να καταλάβατε, “Ο Μισάνθρωπος” με συνεπήρε και πραγματικά αξίζει να τον αφήσετε να “προβληματίσει” και εσάς.
Ειρήνη Μωραΐτη
Γεμάτο από “ενόρκους” ήταν το θέατρο ELIART για την ανατρεπτική παράσταση Αθώος ή Ένοχος που βρίσκει κατηγορούμενο τον Δρ. Σέργουντ (Αντώνη Ραμπαούνη) για το φόνο της γυναίκας του. Τα στοιχεία ισορροπούν εξίσου στη ζυγαριά της δικαιοσύνης και οι ανατροπές διαταράσσουν την όποια προκατάληψη που μπορεί να έχουμε από πριν. Ο δικηγόρος υπεράσπισης που υποδύεται με αινιγματικό ενδιαφέρον ο Γιώργος Φραντζεσκάκης αναλαμβάνει να στήσει στη δικηγορική σκακιέρα τη δική του ιστορία, η οποία πατάει στις λεπτομέρειες και στις αμφιβολίες, ακόμα και στην αξιοπιστία των μαρτύρων. Η Νόνη Ιωαννίδου διευθύνει τη δίκη, θέτοντας ρυθμό στη παράσταση και ο υπόλοιπος θίασος (Αννέτα Παπαθανασίου, Σαράντος Γεωγλερής, Κώστας Ζέκος, Βαρβάρα Λάρμου, Στάθης Λαγκάδας) καταφέρνει να κρατήσει αμείωτη τη προσοχή και δη να την επιστήσει στις μικρές λεπτομέρειες που δίνουν διαφορετική τροπή στα γεγονότα.
Κατακλείδα αυτής της παράστασης για εμένα πέρα από την τελική ανατροπή με τα παρασκήνια της δίκης είναι αυτή: Πώς αξιολογούμε τα στοιχεία, πώς τα βάζουμε σε προτεραιότητα και τελικά πως στη δικαιοσύνη κερδίζει η πιο πειστική ιστορία.
Δε σας πω αν τον αθωώσαμε ή τον καταδικάσαμε. Όλοι πάντως φεύγαμε με το πρόσωπο ζωγραφισμένο με έκπληξη. Σίγουρα μια παράσταση στην οποία πέρασα καλά και προβληματίστηκα πέρα από την υπόθεση σχετικά με την κριτική ετοιμότητα που (πρέπει να) διαθέτουμε όχι μόνο στις θεατρικές δίκες αλλά και σε όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας.
Λινα Ρόκα
Ο “φοιτητής” ήταν μία ταινία μικρού μήκους που ήθελα να παρακολουθήσω εδώ και καιρό, καθώς ήταν στις προτεινόμενες του ERTFLIX, στην κατηγορία των “ταινιών που αξίζει να δείτε”. Για μένα οι ταινίες μικρού μήκους είναι κάτι πολύ σπουδαίο να δημιουργήσει κανείς, διότι μέσα σε λίγα μόνο λεπτά καταφέρνει να αποτυπώσει μία συγκεκριμένη κοινωνική κατάσταση-συμβάν και να περάσει μηνύματα που αναμφισβήτητα μένουν στο θεατή. Σε εννιά λεπτά, ο Βασίλης Καλαμάκης (σκηνοθέτης) πετυχαίνει να αποδώσει την φρίκη του δικτατορικού καθεστώτος στην Ελλάδα του 1973 στο εσωτερικό ενός τανκ. Ένας νεαρός στρατιώτης καλείται να ρίξει την πύλη Πολυτεχνείου στην οποία έχουν ανέβει χιλιάδες διαμαρτυρόμενοι φοιτητές, οι οποίοι είναι έτοιμοι να πληρώσουν και με την ζωή τους την αλλαγή του καθεστώτος. Ο ίδιος αναφέρει στον υπεύθυνο του άρματος ότι οι φοιτητές δεν έχουν σκοπό να μετακινηθούν και ότι αν συνεχίσει να οδηγεί το όχημα θα σκοτωθούν ακαριαία. Η ερμηνεία του Γιώργου Πυρπασσόπουλου είναι ανατριχιαστική, εφόσον είναι ο κεντρικός χαρακτήρας ο οποίος μας μεταφέρει απευθείας στο έντονο κλίμα που προκαλεί το ψυχικό δίλημμα απέναντι στο να εκτελεστεί το καθήκον ή να σωθούν οι ζωές των ανθρώπων που αντιστέκονται σθεναρά. Από όσο γνωρίζω η ταινία θα είναι διαθέσιμη στην πλατφόρμα μέχρι τις αρχές Δεκέμβρη οπότε προτείνω να την δείτε σύντομα!
Χριστιάνα Τσατσαρώνη
Έχοντας δει την ταινία του Netfllix, Enola Holmes 1 και νιώθοντας ανάμεικτα συναισθήματα, μιας και από τη μια η ταινία δεν με εντυπωσίασε, όμως από την άλλη πρωταγωνιστεί η ηθοποιός Millie Bobby Brown – ή αλλιώς η πολυαγαπημένη El, από το πολυαγαπημένο Stranger Things- θεώρησα πως θα είναι δίκαιο να της δώσω άλλη μια ευκαιρία.
Στη δεύτερη ταινία λοιπόν, η Enola Holmes, κάνει προσπάθεια να ανοίξει το δικό της γραφείο, όπου σύντομα ένα κορίτσια θα την πλησιάσει, για να ζητήσει βοήθεια, ώστε να εντοπιστεί η χαμένη της αδερφή. Η Enola, σε συνεργασία με τον αδερφό της Sherlock, θα σπεύσει να λύσει το μυστήριο, “παίρνοντας” τους δρόμους του σκοτεινού Λονδίνου, για να βρει τις απαντήσεις που χρειάζεται.
Στο Enola Holmes 2, αυτό που μου άρεσε κυρίως, είναι πως θίγονται κάποια κοινωνικά θέματα, όπως για παράδειγμα το φύλο και η θέση της γυναίκας, μιας και βλέπουμε ξεκάθαρα την Enola να βρίσκεται αντιμέτωπη με εμπόδια λόγω αυτού. Επίσης υπάρχει μεγάλη αντίθεση στα κοινωνικά στρώματα και στις εναλλαγές που γίνονται, από τις άπορες γειτονιές, στην φανταχτερή πλευρά του Λονδίνου, δείχνοντας έντονα τη διαφορά των κοινωνικών στρωμάτων.
Αν και σαφώς καλύτερη από την πρώτη ταινία, το Enola Holmes 2, φαίνεται να έχει προσπαθήσει να τραβήξει περισσότερ0 το ενδιαφέρον του κοινού, με καλύτερη και πιο οργανωμένη πλοκή αυτή τη φορά, όμως ωστόσο δεν κατάφερε να με κερδίσει. Με μια αρκετά αναμενόμενη πλοκή, το μόνο σίγουρο είναι πως δεν με κράτησε σε αγωνία και δεν με έκανε να αλλάξω την αρχική μου γνώμη.
Ελένη Πάικου
Για πολλούς από εμάς το Παγκόσμιο Κύπελο Ποδοσφαίρου ανδρών της FIFA αποτελεί ένα κορυφαίο αθλητικό γεγονός που κάθε τέσσερα χρόνια περιμένουμε με ανυπομονησία να παρακολουθήσουμε. Ωστόσο, φέτος, έπιασα τον εαυτό μου να αρνείται πεισματικά να ασχοληθεί έστω και ελάχιστα με αυτό. Και φυσικά δεν ήμουν η μόνη. Γιατί η φετινή «μεγάλη γιορτή» του ποδοσφαίρου μόνο ως γιορτή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Αφότου ανακοινώθηκε πως το Κατάρ θα φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο για το 2023, πολυάριθμες ανθρωπιστικές οργώσεις έχουν ασκήσει κριτική για την απάνθρωπη μεταχείριση του εργατικού δυναμικού στη χώρα της Μέσης Ανατολής. Ιδιαίτερα για όσους εργάζονται στον κατασκευαστικό τομέα. Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων πρόκειται για ιστορίες ανθρώπινου πόνου και θυσίας: Χιλιάδες κακοπληρωμένοι εργάτες- κυρίως από χώρες όπως το Νεπάλ, η Ινδία και το Μπαγκλαντες – που δουλεύουν ασταμάτητα στις υψηλές θερμοκρασίες του Κατάρ, που υπόκεινται σε τραυματισμούς και άλλες κακομεταχειρίσεις, «ανεξήγητοι» θάνατοι και άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Αν και δεν υπάρχει ομοφωνία για τον ακριβή αριθμό των νεκρών ή τραυματισμένων εργατών που σχετίζονται άμεσα με τη διοργάνωση, ωστόσο, αν ο αριθμός είναι μεγάλος ή μικρός λίγη σημασία έχει, καθώς η αξία της ανθρώπινης ζωής δεν υπολογίζεται με αριθμούς και ούτε είναι «είδος» προς διαπραγμάτευση. Και όλα αυτά προστίθεται στην άνιση μεταχείριση και την παραβίαση των δικαιωμάτων που οι γυναίκες και η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα υφίστανται στην χώρα. Και το ερώτημα που απομένει είναι αν για μια ακόμη φορά εμείς ως φίλαθλοι θα κάνουμε πως δεν συμβαίνει τίποτα, πως «μια μπάλα βλέπουμε για να ξεχαστούμε» ή θα απαιτήσουμε σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα χωρίς αστερίσκους;
Αριστούλα Ζαχαρίου