MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΔΕΥΤΕΡΑ
23
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Idra Kayne: Ο ρατσισμός δεν σου επιτρέπει να ζήσεις τη ζωή που θες

Αγαπάει την Κυψέλη στην οποία μεγάλωσε, λατρεύει τους RnB και Soul ήχους, αλλά και τα παραδοσιακά της Ηπείρου και των Δωδεκανήσων. Μιλάει με πάθος για θέματα που την καίνε: το ρατσισμό, το body positivity. Ο Δεκέμβριος του 2022 τη βρίσκει, μεταξύ άλλων, στα «Φτηνά τσιγάρα» της Εναλλακτικής Σκηνής της Ε.Λ.Σ.

KEIMENO: Βαρβάρα Σαββίδη | 02.12.2022 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΡΑΤΖΑΣ

Το επίθετο που ίσως χαρακτηρίζει καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο την Idra Kayne, είναι το εκρηκτική. Δεν υπάρχει περίπτωση να τη δεις να τραγουδάει στη σκηνή και να μην σου εντυπωθεί. Έχει μια αδιαμφισβήτητα έντονη παρουσία και μια εντυπωσιακή soul φωνή, με μεγάλες ερμηνευτικές δυνατότητες. Είναι όμως και μια μπριόζα προσωπικότητα, όσο μιλάμε μου θυμίζει χαρακτήρα από παλιά ελληνική ταινία, έχει την ενέργεια και το ταπεραμέντο των ηρωίδων της Ρένας Βλαχοπούλου, κάνει διαρκώς χιούμορ, απαντάει με αυτοπεποίθηση, αυτοσαρκάζεται.

Συναντηθήκαμε με αφορμή τη συμμετοχή της στο musical «Φτηνά τσιγάρα» που επανέρχεται στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής από τις 4 Δεκεμβρίου 2022 για λίγες παραστάσεις, ενώ παράλληλα παίζει στη θεατρική παράσταση για παιδιά «Ραπουνζέλ χωρίς παραμύθι» στο Θέατρο Κάππα, συμμετέχει στην αυτοβιογραφική παράσταση του Θανάση Αλευρά, ετοιμάζει τα νέα της τραγούδια, κάνει ραδιοφωνική εκπομπή και podcast, ενώ αμέσως μετά τη συνέντευξή μας, πήρε μέρος σε συζήτηση με θέμα το φαινόμενο του blackface στη χώρα μας. Αναρωτιέμαι πώς τα καταφέρνει όλα μαζί. «Δεν κοιμάμαι! (γέλια) Είμαι πολύ χαρούμενη για όλες τις δουλειές στις οποίες συμμετέχω, αλλά είναι μια πολύ πιεστική περίοδος, αντικειμενικά δεν μου βγαίνει το 24ωρο.»

Βέρα Κυψελιώτισσα, δεν θα μπορούσε παρά να προτείνει να γίνει η συνέντευξη στη γειτονιά της. «Την αγαπώ την Κυψέλη, μένω στην Άνω Κυψέλη, εδώ μεγάλωσα. Έφυγα για κάποια χρόνια εκεί στην ηλικία των είκοσι και έμεινα σε διάφορες περιοχές, αλλά επέστρεψα και πάλι εδώ».

«Όταν εγώ μεγάλωνα, επειδή η μητέρα μου είναι Ελληνίδα και ο πατέρας μου Αφρικανός, δεν υπήρχε άλλη οικογένεια μεικτή στη γειτονιά, δεν έβλεπα άλλους μαύρους ανθρώπους»

Τι σου αρέσει στην Κυψέλη;

Νιώθω σαν στο σπίτι μου, νιώθω πολύ άνετα. Μου αρέσει που έχει γίνει αρκετά πολύχρωμη, δεν μου αρέσει που είναι πολύ βρώμικη, εύχομαι να φτιάξει κάποια στιγμή αυτό, αλλά μου αρέσει που ανοίγουν καινούργια μαγαζιά κι έρχεται κόσμος και από άλλες περιοχές.

Πώς ήταν να μεγαλώνεις στην Άνω Κυψέλη; Εντοπίζεις διαφορές με τη σημερινή κατάσταση;

Πάρα πολλές διαφορές. Σκέψου ότι, όταν εγώ μεγάλωνα, επειδή η μητέρα μου είναι Ελληνίδα και ο πατέρας μου Αφρικανός, δεν υπήρχε άλλη οικογένεια μεικτή στη γειτονιά, δεν είχε έρθει ακόμα το κύμα των Αφρικανών μεταναστών. Δεν έβλεπα άλλους μαύρους ανθρώπους. Δηλαδή αυτό το έχω ζήσει από το ξεκίνημά του. Ήταν λίγο περίεργα στην αρχή. Ήμουν πολύ ντροπαλό παιδί, δεν είχε άλλα μαύρα παιδιά στο σχολείο. Σιγά σιγά άρχισα να ανοίγομαι.

«Από 3 ετών ήξερα ότι θέλω να γίνω τραγουδίστρια. Στους γονείς μου το ανακοίνωσα στα 17. Έπαθαν σοκ»

Γνωρίζοντάς σε ωστόσο από κοντά, ή βλέποντας την Idra Kayne ως περφόρμερ στη σκηνή, δεν έχει κανείς την αίσθηση ότι είσαι ένας συνεσταλμένος άνθρωπος, το αντίθετο μάλιστα. Πώς έγινε αυτή η μετάβαση;

Ήμουν πολύ εσωστρεφής μέχρι τα 17 μου σίγουρα. Όταν είπα στους γονείς μου ότι θέλω να γίνω τραγουδίστρια, ήταν ένα σοκ για εκείνους, γιατί ενώ μου άρεσε η σκηνή, δεν το έδειχνα, ούτε το κυνηγούσα. Κανείς δεν ξέρει πώς ακριβώς έγινε αυτή η μετάβαση κι εγώ το ψάχνω ακόμα. Καταλάβαινα βέβαια ότι με μπλοκάρει αυτή η εσωστρέφεια και λόγω της δουλειάς το δούλεψα, είναι αυτό το fake It till you make it, έγινε λίγο ρόλος δηλαδή. Έτσι άρχισα να νιώθω λίγο πιο άνετα.

«Η μια δουλειά έφερε την άλλη. Υπήρξα πολύ τυχερή. Δεν το κυνήγησα.»

Με τι μουσικές μεγάλωσες ως παιδί;

Η μητέρα μου ήταν της ελληνικής μουσικής, άκουγε έντεχνο, στο σπίτι προσκυνάγαμε Γιώργο Νταλάρα, όλη τη δισκογραφία του, θυμάμαι το δίσκο με τα λάτιν που είχε κάνει, τον οποίο τον ξέρω απέξω. Επίσης ακούγαμε πολύ Αλεξίου, κι ο πατέρας μου είχε μια ρουτίνα που το Σαββατοκύριακο άκουγε κάποιες κασέτες με αφρικανική μουσική. Εγώ με τον αδερφό μου ακούγαμε την ποπ της εποχής, κυρίως ξένη μουσική και στη συνέχεια εκείνος πέρασε στη χιπ χοπ σκηνή, οπότε έτσι άρχισα κι εγώ να την ανακαλύπτω.

Σε ποια ηλικία αντιλαμβάνεσαι ότι θες να γίνεις τραγουδίστρια;

Από 3 ετών ήξερα ότι θέλω να κάνω κάτι που σχετίζεται με τη μουσική, όχι τόσο να παίζω, όσο να τραγουδάω. Από τα 6 μου ήμουν και στη χορωδία, που μου άρεσε πολύ, αλλά το τραγούδι δεν ήταν μια επιθυμία την οποία επικοινωνούσα. Όταν στα 17 είπα στους γονείς μου ότι θέλω να γίνω τραγουδίστρια, με παρότρυναν να πάω στο Πανεπιστήμιο, πράγμα που έκανα αν και δεν πήρα πτυχίο. Επειδή έβλεπαν ότι επιμένω με τη μουσική, ξεκίνησα από τα 19 μου να κάνω φωνητική με την Νένη Ζάππα, η οποία στη συνέχεια μου πρότεινε να ξεκινήσω να κάνω φωνητικά σε ένα σχήμα στο Σταυρό του Νότου για να έρθω σε επαφή με τη σκηνή, να λυθώ και η μια δουλειά έφερε την άλλη. Υπήρξα πολύ τυχερή. Δεν το κυνήγησα. Και στη δισκογραφία έτσι μπήκα, τυχαία. Με προσέγγισε ένας φίλος, ο κιθαρίστας Φώτης Δεληνικόλας, για να συνεργαστούμε σε κάποια τραγούδια που είχε γράψει. Άκουσα τα τραγούδια, τα λάτρεψα και έτσι ξεκίνησα.

Συναντιόμαστε, μεταξύ άλλων, με αφορμή τη συμμετοχή σου στα «Φτηνά τσιγάρα», μια παράσταση που πέρσι έσκισε και φέτος επαναλαμβάνεται. Πώς είναι η εμπειρία σου σε αυτή τη δουλειά;

Είναι από τις ωραιότερες εμπειρίες που είχα. Κάθε παράσταση ήταν σαν να πήγαινα σε ένα πάρτι. Είναι υπέροχη ομάδα όλοι, από τα κοστούμια, τα φώτα, το θίασο. Δεν υπήρξε μέρα που να μη βγήκαμε μετά από παράσταση, στις 23 παραστάσεις που δώσαμε πέρσι. Επίσης έχω τη μεγάλη χαρά και τιμή να τραγουδάω τα δύο βασικά κομμάτια της παράστασης, το «Λευκό μου γιασεμί» και το “Summertime in Prague”, του Παναγιώτη Καλαντζόπουλου. Είναι πολύ συγκινητικό.

Την ταινία την είχες δει;

Την είχα δει, αλλά όχι όταν βγήκε στους κινηματογράφους. Τότε την είχε δει ο αδερφός μου, ο οποίος μου αποκάλυψε πέρσι ότι είναι από τις πιο αγαπημένες του ταινίες, πράγμα που με εξέπληξε γιατί δεν το ήξερα! Δεν μπορούσα με τίποτα να φανταστώ πώς θα γίνει αυτή η ταινία μιούζικαλ. Αλλά τελικά πέτυχε και έγινε με απόλυτα πιστό τρόπο στην ίδια την ταινία, αξίζει συγχαρητήρια ο Ρένος Χαραλαμπίδης.

«Αναπολώ το φλερτ που ήταν πρόσωπο με πρόσωπο και όχι μέσω μιας οθόνης. Χάνεται η μαγεία όταν τα γράφεις όλα μέσω μιας εφαρμογής»

Τι αίσθηση νιώθεις ότι αφήνει η παράσταση;

Γέλιο, συγκίνηση και μια νοσταλγία για τη δεκαετία του ’90 στην Αθήνα. Εγώ για παράδειγμα με αυτή την παράσταση, θυμήθηκα τη ζωή μας χωρίς κινητό τηλέφωνο. Υπήρχε μια άλλη χαλαρότητα. Δεν μπορούσαν να σε βρουν ανά πάσα στιγμή, ήταν οκ να πεις «δεν είχα μονάδες, δεν μπορούσα να μιλήσω».

Τι αναπολείς από εκείνη την εποχή;

Σίγουρα τους πιο χαλαρούς ρυθμούς και αναπολώ και το φλερτ εκείνης της εποχής, που ήταν πρόσωπο με πρόσωπο και όχι μέσω μιας οθόνης. Χάνεται η μαγεία όταν τα γράφεις όλα μέσω μιας εφαρμογής. Κι εγώ έχω χρησιμοποιήσει dating app κι έχω παρατηρήσει ότι ενώ έχεις πει τα πάντα μέσω μηνυμάτων, όταν γίνεται η συνάντηση υπάρχει μια παγωμάρα. Δεν το καταλαβαίνω αυτό. Οπότε, τελικά βοηθάει η εφαρμογή ή δεν βοηθάει; Δεν ξέρω αν είμαι boomer, αλλά τα θεωρώ λίγο μάστιγα αυτά.

Αντίστοιχα, στη δική μου δουλειά που έχει μεγάλη έκθεση, υπάρχει έντονο φλερτ, το οποίο επίσης πλέον γίνεται μόνο μέσω μηνυμάτων, δεν έρχεται ο άλλος από κοντά να σου μιλήσει. Ο κόσμος φοβάται πολύ. Κάποιοι θεωρούν σχέση την επικοινωνία μέσω μηνυμάτων. Δεν είναι η αληθινή ζωή αυτή.

«Ο κόσμος φοβάται πολύ. Κάποιοι θεωρούν σχέση την επικοινωνία μέσω μηνυμάτων. Δεν είναι η αληθινή ζωή αυτή»

Συμμετέχεις και στην παιδική παράσταση «Ραπουνζέλ χωρίς παραμύθι». Με τι καταπιάνεται και πώς προσλαμβάνουν τα παιδιά τα θέματα της παράστασης;

Είναι ένα αντιπολεμικό και αντιρατσιστικό έργο του Μάικ Κένι, στο οποίο έχει κάνει εξαιρετική σκηνοθεσία ο Ηλίας Καρελλάς, ο οποίος έχει βάλει και πολλά στοιχεία από το θέατρο σκιών, έντονη κινησιολογία (Αντιγόνη Γύρα) και ζωντανή μουσική από τους String Demons. Η παράσταση διαδραματίζεται κατά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, όταν βομβαρδιζόταν το Λονδίνο, όπου η οικογένεια ενός μικρού κοριτσιού το στέλνει να ζήσει σε μια φάρμα στην επαρχία, υπό τη φροντίδα της κυρίας Πιρς, την οποία υποδύομαι εγώ. Τόσο το κορίτσι, όσο και η κυρία Πιρς είναι μαύρες, συνεπώς αναδύονται θέματα ρατσισμού.

Τα παιδιά ταυτίζονται με αυτά τα ζητήματα, γιατί συχνά βιώνουν διακρίσεις για το οτιδήποτε θεωρείται διαφορετικό από τα άλλα παιδιά, από το να φοράνε γυαλιά, μέχρι τα κιλά, την καταγωγή και την εμφάνιση. Αυτό το παρατηρούμε ιδιαίτερα όταν έρχονται μετά το τέλος της παράστασης και μιλάνε στην Εύα Βόγλη, η οποία υποδύεται το μικρό κορίτσι και της λένε πράγματα όπως «ξέρεις, κι εγώ έχω νιώσει μοναξιά».

«Μπορεί να είναι κουραστικό να εξηγώ συνέχεια τα ίδια, ότι είμαι Ελληνίδα, ότι δεν παίζουμε όλοι οι μαύροι καλό μπάσκετ, δεν έχουμε όλοι καλή φωνή, δεν έχουμε κάποια διαφορά πέρα από το χρώμα του δέρματος, αλλά δεν πειράζει. Μπορεί να ήρθαμε σε αυτό τον κόσμο για να κάνουμε αυτό»

Είσαι ένας άνθρωπος που έχει βιώσει αντίστοιχες καταστάσεις, μιλάς συχνά και πολύ ανοιχτά για αυτά τα ζητήματα και φαίνεσαι συνεπής και στις επαγγελματικές επιλογές σου, όπως αυτή η παράσταση που καταπιάνεται με το ζήτημα του ρατσισμού.

Μα γι’ αυτό χάρηκα πάρα πολύ όταν μου πρότεινε ο Ηλίας Καρελλάς να συμμετάσχω στην παράσταση. Σκέφτηκα, επιτέλους, ένα παιδικό έργο που ασχολείται με αυτά τα ζητήματα. Όταν μεγάλωνα εγώ, δεν υπήρχε καν ο όρος Αφροέλληνας, τον χρησιμοποιούσαμε με τον αδερφό μου μόνοι μας, μεταφράζοντας κατά κάποιο τρόπο το African American.

Ανήκεις σε μια από τις πρώτες γενιές Αφροελλήνων στην Αθήνα, μεγαλώνοντας εδώ από τη δεκαετία του ‘80. Παρατηρείς αλλαγές στο πώς αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία σήμερα αυτά τα ζητήματα;

Κοίτα, έχει ξεκινήσει η συζήτηση, γίνεται κάποια προσπάθεια για αλλαγή, ειδικά μετά τη δολοφονία του George Floyd στην Αμερική και το κίνημα black lives matter που έφτασε και ως την Ελλάδα, έχουμε εκτεθεί σε αυτά τα θέματα. Δεν μπορώ να πω ότι έχει γίνει κάποια μεγάλη αλλαγή όμως. Γι’ αυτό επιμένω σε όσους έχουμε μια δημοσιότητα, να τοποθετούμαστε σε αυτά τα ζητήματα, με μια ψυχραιμία πάντα, δε χρειάζεται επιθετικός λόγος. Αυτό που χρειάζεται, είναι ενημέρωση και να εκπαιδευτεί ο κόσμος.

Μπορεί να είναι κουραστικό να εξηγώ συνέχεια τα ίδια, ότι είμαι Ελληνίδα, ότι δεν παίζουμε όλοι οι μαύροι καλό μπάσκετ, δεν έχουμε όλοι καλή φωνή, δεν έχουμε κάποια διαφορά πέρα από το χρώμα του δέρματος, αλλά δεν πειράζει. Μπορεί να ήρθαμε σε αυτό τον κόσμο για να κάνουμε αυτό.

«Έχουμε λανθασμένα ταυτίσει το θέμα της υγείας, με μια συγκεκριμένη εικόνα»

Είσαι επίσης πολύ ομιλητική σε ζητήματα ρατσισμού που σχετίζονται με την εμφάνιση, την εικόνα σώματος και την αυτοεκτίμηση των ανθρώπων κι έχεις ένα podcast με θέμα το body positivity. Τι είναι αυτό που σε κάνει να θες να ασχοληθείς με αυτό το ζήτημα;

Εγώ είχα χρόνια θέμα με το σώμα μου, ένιωθα κόμπλεξ όπως νιώθουν πολλοί άνθρωποι οι οποίοι αισθάνονται ότι αν δεν ταυτίζονται με μια συγκεκριμένη εικόνα που προβάλλεται στα media, πρέπει κάτι να αλλάξουν, κάτι δεν πάει καλά. Φυσικά, για τις γυναίκες αυτό το αίσθημα είναι πάντα πιο έντονο. Αρχικά θεωρούσα ότι μόνο εγώ καίγομαι με αυτό το θέμα, αλλά σύντομα συνειδητοποίησα ότι απασχολεί τους 9 στους 10 γύρω μας. Δεν είναι κανείς μας καλά! (γέλια)

Όταν μου έγινε η πρόταση να κάνω ένα podcast, σκέφτηκα ότι το μόνο θέμα που θα με ενδιέφερε να συζητήσω, είναι αυτό, μιας και τα τελευταία χρόνια έχει ανοίξει η συζήτηση παγκοσμίως γύρω από το body positivity. Κάποιοι θεωρούν ότι είναι μόδα και θα περάσει. Δεν είναι κακό κάποια θέματα να γίνονται μόδα, αν είναι να φέρουν μια αλλαγή.

«Κάποιοι θεωρούν ότι το body positivity είναι μόδα και θα περάσει. Δεν είναι κακό κάποια θέματα να γίνονται μόδα, αν είναι να φέρουν μια αλλαγή»

Στον αντίποδα, όσοι αντιδρούν στο body positivity, ισχυρίζονται πως δεν προάγει ένα υγιές πρότυπο.

Κανείς δεν προάγει το να μην τρως σωστά, να μην προσέχεις τον εαυτό σου, να μην είσαι υγιής. Μπορεί κάποιος να είναι υγιής και χωρίς να έχει τις αναλογίες μοντέλου. Πρέπει να αγαπάς τον εαυτό σου ακριβώς όπως είναι. Μπορεί να έχεις μπάκα, μπορεί να έχεις δίπλα στην πλάτη, εγώ έκανα χρόνια να την αγαπήσω αυτή τη δίπλα. Είναι και αυτό ωραίο, είναι και αυτό ελκυστικό. Έχουμε λανθασμένα ταυτίσει το θέμα της υγείας, με μια συγκεκριμένη εικόνα.

Κάποιοι άνθρωποι, ακόμα και παιδιά, ντρέπονται να πάνε για μπάνιο στη θάλασσα, για να μη δεχτούν επικριτικά βλέμματα και σχόλια. Δεν είναι άδικο αυτό;

Μα ο ρατσισμός έχει ως αποτέλεσμα να μη σου επιτρέπεται να ζήσεις τη ζωή που θες. Όσο παχύς και να είναι κάποιος, σε ενοχλεί; Περιορίζει κάπως τη δική σου ελευθερία; Σου χαλάει την αισθητική; Μην τον κοιτάς. Κι εσύ μπορεί να χαλάς τη δική μου αισθητική. Ο καθένας έχει την αισθητική του. Εμένα ο πατέρας μου, μου έλεγε πάντα πως στην Αφρική όσο πιο παχύς είσαι, τόσο πιο ευτυχής και πιο πλούσιος είσαι.

Είναι και ταξικό το ζήτημα της εμφάνισης. Δεν έχουμε όλοι την ίδια οικονομική δυνατότητα, το χρόνο ή την πρόσβαση σε σωστή διατροφή, σε μεθόδους εκγύμνασης, στην προσωπική φροντίδα.

Σαφώς και είναι. Και στην τελική, η ζωή είναι τόσο αγχωτική και καταπιεστική για όλους μας, που δε χρειάζεται να ασκούμε κι άλλη πίεση σε κάποιον που μπορεί να χαλαρώνει τρώγοντας. Αυτό είναι το ζήτημα δηλαδή;

«Συνειδητοποίησα ότι στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου έχω υπάρξει μπαταρία για άλλους ανθρώπους. Κι ότι εκεί χάνω την ενέργειά μου»

Η περίοδος της πανδημίας, τι νιώθεις ότι άφησε;

Νομίζω ότι τελικά άφησε κάτι καλό η πανδημία. Σαν να υπάρχει μια έκρηξη δημιουργικότητας, σαν να κάνουμε μια επανεκκίνηση σε κάποια πράγματα. Δεν ξύπνησε και μια ανάγκη για αλλαγή σε όλους μας; Εγώ πέταξα πάρα πολλά βάρη από πάνω μου. Αναθεώρησα σχέσεις, κατάλαβα ποιες είναι αληθινές και ποιες είναι σχέσεις συμφέροντος, ανούσιες. Συνειδητοποίησα ότι στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου έχω υπάρξει μπαταρία για άλλους ανθρώπους. Κι ότι εκεί χάνω την ενέργειά μου. Κάποιοι άνθρωποι μας προσεγγίζουν μόνο για να ρουφήξουν. Αυτό αποφάσισα να το περιορίσω και να κοιτάξω περισσότερο εμένα. Ήρθαμε σε μεγάλη επαφή με τα σκοτάδια μας αυτή την περίοδο.

Θα ήθελες να ζήσεις στο εξωτερικό;

Εννοείται, αλλά δεν έτυχε. Με τρελαίνει που στην Ελλάδα τα πράγματα είναι τόσο ανοργάνωτα. Έχω φίλους που ζουν στο εξωτερικό χρόνια και έχουν λυμένα θέματα που εδώ ακόμα μας ταλαιπωρούν λόγω της γραφειοκρατίας. Η Ελλάδα είναι καταπληκτική, για διακοπές μόνο. Και είναι κρίμα. Αυτό το κλισέ που λέει ότι η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της, είναι αληθινό. Ωραία, μπορώ να βγω για καφέ έξω και να χαρώ τον απίθανο ήλιο μας, αλλά με τι ενέργεια; Η νοοτροπία των παλιότερων είναι πολύ κολλημένη, ευτυχώς στις νεότερες γενιές βλέπω να αλλάζουν κάποια πράγματα.

«Αυτή την περίοδο προσπαθώ να συνδυάσω τον R&B pop ήχο, με ελληνικό στίχο. Θέλω επίσης να δοκιμάσω παραδοσιακά τραγούδια»

Μουσικά τι άλλο θα ήθελες να εξερευνήσεις;

Εμένα η αγαπημένη μου μουσική είναι η RnB και η Soul, αυτά τα είδη αγαπώ και στηρίζω. Ωστόσο, θέλω πολύ να τραγουδήσω στα ελληνικά. Προσπαθώ να συνδυάσω τον R&B pop ήχο, με ελληνικό στίχο. Αυτή την περίοδο κάνω τέτοιες δοκιμές.

Θα ήθελα επίσης πάρα πολύ να δοκιμάσω παραδοσιακά τραγούδια. Έχω μεγάλη αδυναμία στα Ηπειρώτικα, σε κάποια κομμάτια από τα Δωδεκάνησα επίσης, τα οποία θα ήθελα πολύ να τα ερμηνεύσω.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Η Idra Kayne συμμετέχει στις παραστάσεις:

  • «Φτηνά τσιγάρα», Εναλλακτική Σκηνή της Ε.Λ.Σ.
    Από 4 Δεκεμβρίου 2022
  • «Ραπουνζέλ χωρίς παραμύθι», Θέατρο Κάππα
  • Αγγελική Τουμπανάκη 5tet & Guests, «For Women»
    Half Note Jazz Club: Κυριακή 18/12
Περισσότερα από Πρόσωπα