Συν & Πλην: «Σωτηρία με λένε» στο Μικρό Χορν
Μια σύνοψη των θετικών και αρνητικών σημείων για το έργο «Σωτηρία με λένε» σε σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου στο Μικρό Χορν
Πριν 30 χρόνια, η δημοσιογράφος και συγγραφέας Σοφία Αδαμίδου γνωρίζει την Σωτηρία Μπέλλου στο πλαίσιο μιας συνέντευξης – κι έκτοτε συνδέονται με μια δυνατή φιλία. Η Μπέλλου της ζητεί να της γράψει την βιογραφία της, όταν εκείνη κρίνει πως είναι η κατάλληλη στιγμή. Στο μεταξύ, η Αδαμίδου συγκεντρώνει υλικό και την Άνοιξη του 1997 μπαίνει και επίσημα στη διαδικασία της συγγραφής του. Τρεις μήνες μετά, η Σωτηρία Μπέλλου πεθαίνει μετά από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο. Το βιβλίο της Σοφίας Αδαμίδου «Πότε ντόρτια, πότε εξάρες» κυκλοφορεί το 1998 και πάνω σε αυτό βασίζεται και το θεατρικό έργο της «Σωτηρία με λένε».
Πρόκειται για ένα συνειρμικό δίχτυ σκέψεων της Μπέλλου στη διάρκεια της επώδυνης νοσηλείας της στο νοσοκομείο, λίγο πριν υποβληθεί στην επέμβαση τραχειοτομής – την επέμβαση που θα της στοιχίσει τη φωνή. «Τι τη θέλω τη ζωή μου χωρίς τη φωνή μου;» διαμαρτύρεται στις νοσηλεύτριες που την φροντίζουν. Η υπαρξιακή της απελπισία είναι η κινητήριος δύναμη του έργου και των αναμνήσεων που την κατακλύζουν: Από τα παιδικά της χρόνια στη Χαλκίδα, την αντιδραστική της φύση που την έφερνε σε σύγκρουση με τους γονείς της, τον γάμο της με έναν κακοποιητικό άνδρα (ένας ξυλοδαρμός του την οδήγησε σε αποβολή του πέντε μηνών μωρού της) και την εκδίκηση της με βιτριόλι έως την αντιστασιακή της δράση στην Κατοχή, τα χρόνια της οργάνωσης στο ΕΑΜ, την φτώχεια και την ανακάλυψη της από τον Βασίλη Τσιτσάνη. Η Μπέλλου ως πρώτη γυναίκα που ανέβηκε στο πάλκο και κάθισε ισότιμα δίπλα σε άνδρες, η Μπέλλου που της «άρεσαν τα σκληρά κορίτσια» και δεν υποκρίθηκε κάτι άλλο από αυτό, η Μπέλλου εθισμένη στα ζάρια, στο τσιγάρο και το ποτό. Μια θύελλα γεγονότων που την χτυπά στις τελευταίες της στιγμές, ένα βράδυ στο νοσοκομείο όπου ξαναζεί το παρελθόν της.
Το έργο πρωτοανέβηκε στο Θέατρο Στοά (2008) με πρωταγωνίστρια την Λήδα Πρωτοψάλτη και σκηνοθέτη τον Κωνσταντίνο Κωνσταντόπουλο. Ακολούθησε η Ντίνα Κώνστα (2014) στο Θέατρο Κάππα σε σκηνοθεσία της Αθανασίας Καραγιαννοπούλου, σε μια αναθεωρημένη εκδοχή του θεατρικού. Τελευταία, την Μπέλλου ερμήνευσε η Έφη Σταμούλη στο Θέατρο του Νέου Κόσμου (2018) σε σκηνοθεσία της Χριστίνας Χατζηβασιλείου.
Η παράστασηΧωρίς εξάρσεις, με σκηνοθετικά τρικ που δεν λειτουργούν αλλά και με μια προβληματική δραματουργική επεξεργασία προβάλλει το νέο ανέβασμα του θεατρικού έργου της «Σωτηρίας» από τον Γιώργο Παπαγεωργίου.
Η παράσταση ποντάρει – και πως αλλιώς – στην επιβλητική παρουσία της Κάτιας Γκουλιώνη και ενισχύεται αφηγηματικά με την ένταξη της live εκτέλεσης της μουσικής από τους αδερφούς Ξηντάρη.
Τα Συν (+) Η ερμηνείαΠαρά την ηλικιακή απόσταση και κυρίως το διαφορετικό physique, η Κάτια Γκουλιώνη κατορθώνει να ‘μπει στα ρούχα’ της Σωτηρίας Μπέλλου. Στην ερμηνεία της διακρίνεται η γυναίκα-αγωνίστρια, που ζούσε πάντα στα άκρα κόντρα στις κοινωνικές συμβάσεις. Η σχέση της με την ηρωίδα ‘ψηλώνει’, εκεί που καλείται να συναντήσει την ψυχική ερημιά της Μπέλλου, στις στιγμές της κατάρρευσης. Και σε αυτό, μοιάζει να την βοηθά και η καλή οργάνωση των τεχνικών της μέσων, κάτι το οποίο έχει αναδειχθεί πολλάκις στις κινηματογραφικές της ερμηνείες. Αν δε, η σκηνοθεσία δεν την είχε οδηγήσει σε μια επιτηδευμένη εξωστρέφεια, ειδικά στην αρχή της παράστασης, ίσως η Γκουλιώνη να είχε βουτήξει ακόμα βαθύτερα στο ρόλο της.
Η σκηνογραφίαΤο κρεβάτι ενός νοσοκομείου. Και το ρεμπέτικο πάλκο. Ο πραγματικός και ο φαντασιακός κόσμος στην αφήγηση της Σωτηρίας Μπέλλου βρίσκουν αμφότερα το χώρο τους στην σκηνή του Μικρού Χορν. Η ωραία ιδέα του Πάρη Μέξη οδηγεί σε μια καλοστημένη σκηνογραφία που ευνοεί σημαντική την ροή και την αισθητική της παράστασης
Η ζωντανή μουσικήΗ οργανική σχέση του Γιώργου Παπαγεωργίου με το μουσικό στοιχείο, τον προικίζει εδώ με μια ενδιαφέρουσα ιδέα: Την ένταξη του Αντώνη και Θοδωρή Ξηντάρη στην διανομή, δύο διακεκριμένων εκπροσώπων του ρεμπέτικου τραγουδιού από την νεότερη γενιά. Μια επιλογή που γεφυρώνει το ρεμπέτικο του τότε και του τώρα και ζωηρεύει αφηγηματικά την παράσταση.
Τα Πλην (-) Κάποιες σκηνοθετικές επιλογέςΜια ερμηνεύτρια ταυτισμένη με την θέση της στο πάλκο – την οποία και κατέκτησε πρώτη – μια ερμηνεύτρια που θύμωνε όταν οι θαμώνες της πετούσαν λουλούδια (θεωρώντας πως την προσβάλλουν ή την θεωρούν πουτάνα, όπως έλεγε χαρακτηριστικά) σηκώνεται όρθια και μοιράζει γαρύφαλλα στον κόσμο. Η σκηνοθετική ιδέα του Γιώργου Παπαγεωργίου να οργανώσει μια ήπιαςαλληλεπίδραση της πρωταγωνίστριας του με το κοινό της παράστασης δίνει ένα άλλο πρόσωπο της Μπέλλου. Είτε αυτό συμβαίνει με διάθεση αυθαιρεσίας, είτε από ανάγκη να υπάρξει ένα παιγνιώδες σκηνοθετικό τουίστ, τελικά αποπροσανατολίζει από την ουσία του κειμένου και απομακρύνει την ηθοποιό από το να αφοσιωθεί στην ένταση της ερμηνεία της.
Στην διασκευή του πρωτότυπου που υπογράφει ο Γιώργος Παπαγεωργίου, το πέρασμα από το ένα επεισόδιο αφήγησης στο άλλο δεν επιφυλάσσει πάντα μια νοηματική συνέχεια. Κι αυτή η αστάθεια κοστίζει συχνά στην πρόσληψη του κειμένου.
Το άθροισμα (=)Σκηνοθετικές επιλογές και δραματουργικά κενά αποσταθεροποιούν ένα, κατ’ εξοχήν, έργο συναισθηματικής έντασης που οφείλει πολλά στην ερμηνεία της Κάτιας Γκουλιώνη.