Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, πήγαμε θέατρο, είδαμε ταινίες, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα και πολλά άλλα και θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!
(+) Όλα όσα μάς άρεσαν (+) Άλλη μία υπόγεια διάβαση της Συγγρού πήρε νέα πνοή μέσα από την τέχνηΟι υπόγειες διαβάσεις είναι πάντα το χειρότερο μου -ειδικά όταν γυρνάω βράδυ στο σπίτι. Συνήθως είναι σκοτεινές, απομονωμένες, βρώμικες, γενικότερα όχι τόσο ευχάριστες. Η υπόγεια διάβαση στη στροφή Ν. Σμύρνης, που χρησιμοποιώ σχεδόν καθημερινά, τυχαίνει να μην είναι από τις χειρότερες υπόγειες διαβάσεις της λεωφόρου Συγγρού -ίσως γι’ αυτό πολύ συχνά την επιλέγουν άστεγοι που ψάχνουν ένα καταφύγιο από τους αφιλόξενους δρόμους. Ωστόσο, παρέμενε μία παραμελημένη πλευρά της γειτονιάς μας. Πρόσφατα, λοιπόν, αυτό άλλαξε, όταν με αφορμή τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης και Αξιοπρέπειας για τα Θύματα του Εγκλήματος της Γενοκτονίας -παίρνοντας παράλληλα το όνομα Υπόγεια Διάβαση Πεζών Β’ “Χρυσόστομος Σμύρνης”- οι τοίχοι της διάβασης γέμισαν με τις πανέμορφες τοιχογραφίες του καλλιτέχνη Ιάσονα Μέγκουλα (γνωστός και ως Cacao Rocks), ο οποίος ευθύνεται για τις εξίσου όμορφες τοιχογραφίες του Ζαν Ζακ Ρουσώ και της Μαρί Κιουρί που είχαμε δει πέρσι στην υπόγεια διάβαση της Παντείου. Πλέον, λοιπόν, άλλη μία υπόγεια διάβαση αλλάζει εντελώς πρόσωπο, χάρη στην τέχνη και μακάρι να συνεχιστεί αυτή η πρωτοβουλία σε όλες τις υπόγειες διαβάσεις της πόλης μας.
Τατιάνα Γεωργακοπούλου
View this post on Instagram
Κάνοντας μια βόλτα στο κέντρο της Αθήνας και περνώντας από το Κολωνάκι, θα αντικρίσεις στην οδό Σίνα 21 ένα μικρό και χαριτωμένο γωνιακό μαγαζί που θα σου θυμίσει κάτι από παριζιάνικο bistro. Το Πορτατίφ είναι μια στάση που αξίζει να κάνεις για να απολαύσεις τον καφέ ή το αρωματικό σου τσάι μόνος ή με την παρέα σου. Ένα καφέ – ζαχαροπλαστείο που φημίζεται για τα χειροποίητα γλυκά που ετοιμάζονται καθημερινά και ομολογουμένως είναι πεντανόστιμα. Από κρουασάν με γέμιση μέχρι cheesecakes και τάρτες σε αρκετά προσιτές τιμές. Έχει και αλμυρές επιλογές φτιαγμένες με το ίδιο μεράκι. Ξεχώρισα την χαλαρή ατμόσφαιρα και τις περιποιημένες γεύσεις καθώς και την προσεγμένη διακόσμηση που σε παραπέμπει σε ένα οικείο σου σαλόνι με μια γαλλική πινελιά και φινέτσα. Ένα μαγαζί που από την στιγμή που το ανακαλύψεις θα θέλεις να πηγαίνεις ξανά και ξανά.
Νατάσα Μιχελάκου
Είχα ακούσει αρκετά ενθουσιώδη σχόλια για την παράσταση «Αίας», σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη, και όταν επιτέλους κατάφερα να την παρακολουθήσω την Παρασκευή που μάς πέρασε, στο Θέατρο Αλκυονίς, κατάλαβα ακριβώς το γιατί. Η υπόθεση της αρχαιότερης σωζόμενης τραγωδίας του Σοφοκλή λίγο πολύ γνωστή σε όλους: Έχοντας στερηθεί, μέσω αμφίβολων διαδικασιών, την τιμή να πάρει ο ίδιος τα όπλα του Αχιλλέα, ο Αίας, μην μπορώντας να συγκρατήσει την «πληγωμένη» του υπερηφάνεια, βγήκε να πάρει εκδίκηση νύχτα από τους Ατρείδες, μόνο και για να παγιδευτεί στα «δίχτυα» μιας θεϊκής πλάνης και να ξεσπάσει την οργή του στα κοπάδια. Όταν συνέλθει από την παραφροσύνη και συνειδητοποιήσει την φριχτή πραγματικότητα, ατιμασμένος και ντροπιασμένος, αποφασίζει πως μοναδική «λύτρωση» από το μαρτύριο του δεν είναι άλλο παρά ο θάνατος. Ο Γιώργος Νανούρης στήνει μια πρωτότυπη παράσταση, όπου, με λιτά και ευρηματικά μέσα, «ενορχηστρώνει» έναν ατμοσφαιρικό, εσωστρεφή και «θυελλώδη» κόσμο γεμάτο αντιθέσεις όπου όλα κρίνονται στην «κόψη του ξυραφιού».
Η απόφαση και τους εννιά ρόλους της τραγωδίας να τους υποδυθεί ένας ηθοποιός, ενισχύει την αίσθηση της «απομόνωσης» του τραγικού ήρωα που βρίσκεται στο έλεος μιας αναπόδραστης μοίρας. Ο Μιχάλης Σαράντης μεταβαίνει από τον ένα ρόλο στον άλλο με δεξιοτεχνία, πλουραλισμό και ακρίβεια, «τιθασεύοντας» το σώμα, τη φωνή και τις εκφράσεις του ώστε να αποκαλύψει τις ιδιαίτερες «αποχρώσεις» κάθε χαρακτήρα. Στο επίκεντρο ο συγκλονιστικός Αίας του, ως ο άνθρωπος που βιώνει το αδιέξοδο και την καταστροφική πτώση, ευάλωτος και συντετριμμένος από τη μία, με αλύγιστη βούληση και τρομακτικό μεγαλείο από την άλλη, του οποίου οι συναισθηματικές διακυμάνσεις «εξωτερικεύονται» με ένταση και εκρηκτική ορμή. Επί σκηνής και ο εικαστικός Απόστολος Χαντζαράς, οι ζωγραφικές του συνθέσεις του οποίου, ως συμβολικές νύξεις σκηνικής «παρουσίας» των προσώπων, δημιουργούνται εκείνη τη στιγμή. Με τον τρόπο αυτό, μαζί με τον ηθοποιό, κτίζει «χέρι χέρι» μια σειρά αυτόνομων οντοτήτων, τονίζοντας την ιδιότητα του θεάτρου ως «ζωντανού» έργου τέχνης και υπογραμμίζοντας την διαχρονικότητα των ηρώων. Εγώ ως θεατής παρασύρθηκα σε μια «μυστικιστική» εμπειρία, αναρωτώμενη για την αστάθεια της ανθρώπινης ύπαρξης, για το ποιος και πως ορίζει το μέτρο της ηθικής και με ποιον τρόπο κανείς «συμφιλιώνεται» με έναν κόσμο που δείχνει να μην το χωράει. Υπάρχει σωτηρία;
Αριστούλα Ζαχαρίου
Ένας καταπληκτικά εμπνευσμένος χώρος, έχει ανοίξει εδώ και λίγα χρόνια στην περιοχή του Ίλιον και έχει φέρει μαζί του νότες και γεύσεις από την λατινική Αμερική. Το El Patron είναι ένα Bar Restaurant, που πέρα από πολύ καλό φαγητό -στο οποίο θα επανέλθω σε λιγάκι- έχει και απίστευτη αισθητική. Για την ακρίβεια, το μαγαζί ήταν στην κυριολεξία ένα οικόπεδο και το σκεπτικό πίσω από αυτό ήταν να φτιαχτεί μια λατινοαμερικάνικη καντίνα, κάτι το οποίο εξηγεί και γιατί ο χώρος είναι ανοιχτός, χωρίς σκεπή. Έτσι, με την χρήση ενός κίτρινου βιομηχανικού container, κομμένο στα δύο -το μισό έγινε κουζίνα και το άλλο μισό bar- και στοιχεία από βαριά έθνικ κουλτούρα, που σε ταξιδεύει αμέσως στην Κούβα, γεννήθηκε το El Patron. Προσωπικά αγαπώ τα αναπαλαιωμένα έπιπλα, που έχει συλλέξει ως επί το πλείστον από παλαιοπωλεία, ο ίδιος ο ιδιοκτήτης, ο Στέλιος, το κομμάτι του μαγαζιού με το ψηφιδωτό πάτωμα και εννοείται την τεράστια μπανανιά στο κέντρο του μαγαζιού η οποία και με κρύο και με ζέστη αντεπεξέρχεται καταπληκτικά, βγάζοντας μάλιστα δικές της μπανάνες που χρησιμοποιούνται κανονικά σε πιάτα. Περνώντας στο φαγητό, να πω πως έχω δοκιμάσει τα περισσότερα πιάτα του μαγαζιού και ωστόσο δεν έχω κάποιο αγαπημένο, πολύ απλά επειδή μου αρέσουν όλα. Ωστόσο, προτείνω ανεπιφύλακτα τα Buritto (ειδικά αυτό με τις γαρίδες), σίγουρα το πιάτο με τα χειροποίητα Gnocchi και το Sirloin Steak και φυσικά την Picanha, που συνοδεύεται από πατάτες Περού, καλαμπόκι και chimichurri sauce. Για συνοδευτικά τα Nachos, στην κλασική τους εκδοχή ή και με κάποια παραλλαγή, τα Tacos ή και μια από τις πολύχρωμες και πλούσιες σαλάτες, είναι πάντα μια καλή επιλογή. Μεγάλη σημασία δίνεται επίσης στην πρώτη ύλη, μιας και τα υλικά για τα πιάτα διαλέγονται καθημερινά από τον ιδιοκτήτη και κάπως έτσι προκύπτουν πολλά πιάτα ημέρας, πέρα από τα στάνταρ. Εννοείται πως δεν φεύγεις από το El Patron χωρίς να έχεις δοκιμάσει κάποιο από τα cocktail του, τα οποία έχουν ονόματα από πόλεις και συνοικίες της λατινικής Αμερικής και που σε βάζουν αναμφίβολα στο κλίμα του μαγαζιού και σε μια πιο έθνικ διάθεση.
Πάικου Ελένη
Το αγαπημένο Εργοστάσιο Χριστουγέννων της Τεχνόπολης, το «Christmas Factory» στο Γκάζι άνοιξε για μια ακόμη φορά τις πύλες του για να υποδεχτεί το κοινό της Αθήνας ήδη από τα τέλη του Νοεμβρίου. Αυτή ήταν και η δική μου πρώτη φορά που βρέθηκα εκεί, σε μια προσπάθεια να μπω στο εορταστικό κλίμα – κάτι που ειδικά φέτος έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα δύσκολο. Ίσως και να ήταν κακή βέβαια επιλογή το να βρεθώ σε ένα τέτοιο μέρος Σάββατο βράδυ, μιας και ο κόσμος ήταν πολύς και ειδικά παιδάκια που έτρεχαν εννοείται ενθουσιασμένα εδώ κι εκεί. Το πάρκο ήταν πραγματικά πολύ εντυπωσιακά στολισμένο, κάθε γωνιά μύριζε σοκολάτα και μπισκότο – εικόνες και μυρωδιές που σε γυρνούσαν πίσω στα παιδικά σου χρόνια ξυπνώντας μνήμες και αρώματα από τη λαχτάρα αναμονής των γλυκών της μαμάς που βγαίνουν από τον φούρνο, του Άγιου Βασίλη, των δώρων και πολλά άλλα. Παρ’ όλα αυτά οι εικόνες αυτές μου προσέφεραν εμένα προσωπικά για λίγη ώρα μόνο μία όμορφη αίσθηση, αφού προσγειωνόμουν πολύ σύντομα στην πραγματικότητα που ήταν η αναμονή σε ατελείωτες ουρές για τα πάντα, από την Ρόδα μέχρι το να αγοράσεις κάποιο γλύκισμα από τα σπιτάκια με τις λιχουδιές. Και φυσικά όλα αυτά σε τιμές κάπως εξωπραγματικές για την εποχή, θα μπορούσε να πει κανείς, αφού μετά το εισιτήριο των 7 ευρώ, που δεν σου εξασφάλιζε τίποτα άλλο παρά μόνο την είσοδό σου στο πάρκο, είχες να πληρώσεις για τα πάντα έξτρα. Φυσικά, δεν θα περίμενε κανείς να μπει σε ένα τέτοιο πάρκο στην Ελλάδα και να περίμενε να ψυχαγωγηθεί τζάμπα, ωστόσο από τη στιγμή που βρίσκεσαι εκεί μέσα πρέπει να είσαι προετοιμασμένος πως θα πληρώσεις κάτι παραπάνω. Με τα πολλά εγώ πλήρωσα γύρω στα 25 ευρώ για να κάνω ελάχιστα πράγματα ούσα ενήλικας, αλλά δεν θέλω καν να σκεφτώ πόσα μπορεί να πληρώσει μια 4μελής οικογένεια με παιδιά που θα θέλουν να δοκιμάσουν όλες τις δραστηριότητες του πάρκου, να φάνε κάτι, να πιουν, να αγοράσουν ζαχαρωτά κτλ. Φυσικά, δεν είμαι εδώ για να αποτρέψω κανέναν από το να επισκεφθεί το πάρκο – είναι πραγματικά μαγικό για μια βόλτα αυτές τις μέρες στην Αθήνα. Θέλω μόνο να τον προετοιμάσω για το τι θα συναντήσει και να του προτείνω να σκεφτεί τη λύση μιας καθημερινής.
Ευδοκία Βαζούκη
Μπουζούκια και Χριστούγεννα, ένας συνδυασμός πολύ συχνός, μία συνήθεια βαθιά ριζωμένη στην ελληνική κουλτούρα. Στην τελική, τι πιο ωραίο από το να διασκεδάσεις με την παρέα σου λίγο πιο έξτρα τις γιορτινές αυτές μέρες, σε έναν χώρο με μουσική και τραγούδια που ξέρεις -μεταξύ μας- πολύ καλά; Αυτό που έχω να σχολιάσω από τις δικές μου εμπειρίες, λοιπόν, στις αθηναϊκές πίστες είναι πως στη θεωρία όλα φαίνονται καλά, αλλά η πραγματικότητα κάπως απέχει. Παραμονή Χριστουγέννων, βγήκαμε έξω με τις φίλες μου, πήγαμε στο ‘Έναστρον’, όπου τραγουδάει η Δέσποινα Βανδή και οι Μέλισσες. Πολύς ενθουσιασμός γιατί το σχήμα αυτό, για εμάς, είναι συνώνυμο με τα παιδικά μας χρόνια. Ωστόσο, στην πορεία της νύχτας, όπως ήταν αναμενόμενο, αντιμετωπίσαμε κάποιες τεχνικές δυσκολίες. Πρώτο και σημαντικό, το τραπέζι στο οποίο μας τοποθέτησαν λίγο ακόμη και θα ήταν έξω από το μαγαζί. Ήταν που ήταν περιορισμένη η ορατότητα, μάζευε, ταυτόχρονα, ο διάδρομος μπροστά μας συνεχώς κόσμο, με αποτέλεσμα να μη μπορούμε να δούμε σπιθαμή από την πίστα. Ούτε τα φωτορυθμικά δηλαδή. Μία οπτικοακουστική εμπειρία για εμάς έγινε κατά βάση ακουστική. Το περιμέναμε γιατί το έχουμε ξαναπάθει αλλά ελπίζαμε σε κάτι διαφορετικό φέτος. Κατά τα άλλα, η Δέσποινα εξαιρετική, το ίδιο και οι Μέλισσες – πολύ ωραίο πρόγραμμα. Η τελική ετυμηγορία είναι πως αν έχεις όρεξη και καλή παρέα μπορείς να περάσεις καλά παρά τις δυσκολίες, αλλά φιλική συμβουλή, να κανονίσετε την έξοδό σας στα μπουζούκια καλύτερα μετά τις γιορτές.
Ανδρομάχη Αρβανίτη
Μετά από την απαξίωση που αντιμετώπισαν οι καλλιτέχνες κατά τη διάρκεια της πανδημίας -θυμάστε, τότε που η πολιτεία τούς αντιμετώπισε ως χομπίστες και όχι ως επαγγελματίες που βιοπορίζονται μέσα από τη δουλειά τους- αλλο ένα… δώρο περιμένει τους καλλιτέχνες, και αυτή τη φορά πάνω στην ώρα για τα Χριστούγεννα! Με ένα αιφνιδιαστικό Προεδρικό Διάταγμα, η κυβέρνηση εξισώνει τα πτυχία όλων των -αναγνωρισμένων από το υπουργείο Πολιτισμού- αποφοίτων Δραματικών Σχολών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του Εθνικού Θεάτρου και του ΚΘΒΕ, Σχολών Κινηματογράφου και Σχολών Χορού, με απολυτήριο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Αυτό σημαίνει ότι οι απόφοιτοι αυτών των σχολών -που ενώ σπούδαζαν επί 3-4 χρόνια θα είναι σαν να μην έκαναν τίποτα μετά το Λύκειο- δεν θα μπορούν να διοριστούν στο δημόσιο, ενώ υποβαθμίζονται τα δικαιώματα όσων ήδη εργάζονται. Δεν μπορώ να πω ότι το ΠΔ 85/22 αποτελεί κάποια τεράστια έκπληξη – είναι πλέον ξεκάθαρο ότι οι καλλιτέχνες, οι εργαζόμενοι στις τέχνες και τον πολιτισμό αντιμετωπίζονται ως πολίτες β’ κατηγορίας και αυτό είναι κάτι που είχε συζητηθεί και με αφορμή την πανδημία. Είναι όμως απορίας άξιο πώς γίνεται να λαμβάνονται με τόση ευκολία τέτοιες αποφάσεις, όταν πριν από λίγους μήνες ο Υφυπουργός Πολιτισμού κ. Γιατρομανωλάκης είχε προαναγγείλει την συγκρότηση διυπουργικών ομάδων με στόχο τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης. Τελικά, η καλλιτεχνική εκπαίδευση όχι μόνο δεν εκσυγχρονίστηκε, αλλά υποβαθμίζεται όλο και περισσότερο. Εκτός, βέβαια, και αν αυτό ήταν που εννοούσαν όταν μιλούσαν για “εκσυγχρονισμό”… Πάντως, είναι κρίμα, στην χώρα που γεννήθηκε το θέατρο, η Τέχνη να αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα και οι πτυχιούχοι καλλιτέχνες ως ανειδίκευτοι.
Τατιάνα Γεωργακοπούλου