Στα μέσα του περασμένου Οκτωβρίου, διοργανώθηκε το 1st Well Being Forum, που έθετε το μείζον ζήτημα της ψυχικής υγείας των ανθρώπων ως επίκεντρο αναπτυξιακών πολιτικών παγκοσμίως. Με λίγα λόγια, επιχειρήθηκε να γίνει μια ψηλάφηση στις επενδύσεις που ο σύγχρονος κόσμος έχει ανάγκη να προτεραιοποιήσει, προκειμένου ο πληθυσμός του να ζει μια ισορροπημένη, ευχάριστη ζωή σε όλες τις εκφάνσεις της: Να είναι ευχαριστημένοι ως εργαζόμενοι, να ζουν σε βιώσιμες πόλεις που θα τονώνουν τους δείκτες ευεξίας, να οργανώνουν την καθημερινότητα τους σε συνθήκες κοινωνικές ευημερίας.
Στο πλαίσιο των εισηγήσεων, ο πολιτισμός και η τέχνη πρωταγωνίστησαν ως παράγοντες ενίσχυσης της καλής ψυχικής υγείας. Ο υφυπουργός Πολιτισμού, αρμόδιος για θέματα Σύγχρονου Πολιτισμού, Νικόλας Γιατρομανωλάκης στήριξε την παρέμβαση του στο πρόγραμμα της «Πολιτιστικής Συνταγογράφησης» (το οποίο εκπονείται σε συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας και χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης με 10 εκατομμύρια ευρώ) κατά την οποία οι επαγγελματίες υγείας μπορούν να συνταγογραφούν πολιτιστικές δράσεις ως συνδυαστική βοηθητική λειτουργία με μια πιθανή φαρμακευτική αγωγή. Ποιο ήταν το μήνυμα; Ο πολιτισμός θεραπεύει, θεραπεύει ως παυσίλυπο.
Διάταγμα – οδοστρωτήραςΔύο μήνες αργότερα, έρχεται στην επικαιρότητα η έκδοση του προεδρικού διατάγματος 85-17/12/22, κατά την οποία όλοι οι απόφοιτοι των ανώτερων δραματικών σχολών, των σχολών χορού, κινηματογράφου, των αποφοίτων ωδείων και των μουσικών σχολών κατατάσσονται στην κατηγορία εργαζομένων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης – εξομοιώνονται δηλαδή με τους αποφοίτους Λυκείου.
Εκτός από την κατάφορη απαξίωση των σπουδών της συντριπτικής πλειονότητας των Ελλήνων ηθοποιών, χορευτών, κινηματογραφιστών, μουσικών εκτός από τις επιπτώσεις στις εργασιακές τους συνθήκες και αμοιβές, ποιο είναι το μήνυμα; Ο πολιτισμός (άρα και το θέατρο, ο χορός, η μουσική, ο κινηματογράφος) είναι μεν παυσίλυπο, αλλά η ποιότητα παραγωγής του ‘φαρμάκου’ δεν φαίνεται να απασχολεί κανένα. Το διάστημα εκπαίδευσης, άσκησης, επαγγελματικής κοινωνικοποίησης, μόρφωσης είναι – κατά το νέο θέσπισμα – ένα γράμμα κενό. Η για να συνεχίσουμε να μιλάμε με ιατρικούς όρους, ένα placebo.
Για δεκαετίες, η καλλιτεχνική εκπαίδευση στην Ελλάδα τελεί, εν πολλοίς, υπό ένα ανεξέλεγκτο καθεστώς, που επικυρώνει με εξεταστικές διαδικασίες το Υπουργείο Πολιτισμού. Το ζήτημα διαβάθμισης της, παραμένει ένα πάγιο αίτημα των σπουδαστών και των ίδιων των σχολών, ως μιας ελάχιστης αναγνώρισης της ως ανώτερης (αν όχι ανώτατης, δηλαδή εφάμιλλης με την πανεπιστημιακή) εκπαίδευσης που, συν τοις άλλοις, θα έδινε στους αποφοίτους των ελληνικών σχολών την δυνατότητα μεταπτυχιακής μόρφωσης στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Αντ’ αυτού τους καθιστά αόρατους – τουλάχιστον εκτός χώρας.
‘Ολες οι δραματικές σχολές σ’ ένα τσουβάλιΕιδικεύοντας το πρόβλημα στις δραματικές σχολές, η κατάσταση είναι χαοτική. Βασισμένες σε ΦΕΚ του 1981 (1158/1981), οι σχολές αυτές υπάγονται στο υπουργείο Πολιτισμού – και όχι στο Υπουργείο Παιδείας, όπως θα περίμενε κανείς – λειτουργώντας ως ιδιωτικές επιχειρήσεις και όχι ως εκπαιδευτικά ιδρύματα. Παρόλα αυτά, το ίδιο ΦΕΚ τις κατατάσσει στο επίπεδο της Ανώτερης Εκπαίδευσης, δηλαδή της Τριτοβάθμιας – σε αντίθεση με τη νέα πρωτοβουλία. Όπως και να έχει, στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς, οι δραματικές σχολές την τελευταία τριακονταετία έχουν πληθύνει… δραματικά, το παραγόμενο εκπαιδευτικό τους έργο δεν υπόκειται σε κοινούς κανόνες (άρα η καθεμιά πράττει κατά το δοκούν), πολλές από αυτές λειτουργούν σε εντελώς ακατάλληλες κι άλλοτε επικίνδυνες εγκαταστάσεις για να εξυπηρετήσουν εκπαιδευτικές διαδικασίες. Εν τέλει, γεννούν ολοένα και περισσότερους αποφοίτους, διαλύοντας την αγορά εργασίας και κατά συνέπεια υποβαθμίζουν το ίδιο το επάγγελμα. Σημειωτέον, σε ένα περιβάλλον όπου δεν υπάρχουν πλέον συλλογικές συμβάσεις εργασίας (παρά μόνον στα κρατικά θέατρα).
‘Εντολή’ για διαβάθμισηΜοναδική θεραπεία στη νοσηρή αυτή συμπτωματολογία θα ήταν η διαβάθμιση των σπουδών και στο πλαίσιο αυτής ο ενδελεχής έλεγχος των πρωτοκόλλων λειτουργίας των δραματικών σχολών – ιδιωτικών επιχειρήσεων. Αντ’ αυτού, το πρόσφατο προεδρικό διάταγμα έρχεται να ισοπεδώσει συλλήβδην τις δραματικές σχολές – είτε παράγουν άξιους αποφοίτους, είτε όχι, · είτε φροντίζουν, είτε όχι το μελλοντικό παραγόμενο πολιτιστικό προϊόν. Ναι, αυτό το ίδιο προϊόν που θα ‘θεραπεύσει’ ή θα παρηγορήσει με εντολή γιατρού.
Υποσχέσεις για κυβερνητική βούλησηΟι σοβαρές αντιφάσεις και η έλλειψη νοήματος στην κατάσταση που συντηρείται εδώ και 40 χρόνια και – τώρα κορυφώνεται με τον πλέον στρεβλό τρόπο – είναι ορατές και από τον λιγότερο σχετικό. Στους θεατρικούς κύκλους, διακινείται η πληροφορία ότι η μερίδα της θεατρολογικής κοινότητας (που αποφοιτούν από ΑΕΙ) έχει ασκήσει πολιτικές πιέσεις ώστε να μην ανωτατοποιηθούν οι σπουδές των δραματικών σχολών, και οι απόφοιτοι των τελευταίων να μην διεκδικούν τις ίδιες θέσεις εργασίας. Ακόμα κι αν ισχύει αυτός ο ισχυρισμός περί προσοντολογίου, η (άκριτη) απόφαση βαρύνει τα υπουργεία Οικονομικών, Εσωτερικών και Παιδείας ενώ υπογράφεται και από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Σε κοινή συνάντηση τους χθες με το Υπουργείο Πολιτισμού και τα Σωματεία Καλλιτεχνών επιχειρήθηκε να δοθεί η ερμηνεία της “παραπληροφόρησης” ενώ ζητήθηκαν έγγραφες παρατηρήσεις και αντιρρήσεις από την πλευρά των καλλιτεχνών. Μάλιστα, σε ανακοίνωση που εξέδωσε αργότερα το ΥΠΠΟ διατυπώνεται η υπόσχεση πως «η κυβέρνηση έχει τη βούληση να θέσει τέλος σε αυτή την πολυετή εκκρεμότητα ώστε να υπάρξει ένας ‘ακαδημαϊκός διάδρομος’ που να συνδέει τις σχολές καλλιτεχνικής εκπαίδευσης με τα πανεπιστήμια μας και, το κυριότερο: Να διαμορφώσει το πλαίσιο, τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που θα καταστήσουν εφικτή σε βάθος χρόνου την, πανεπιστημιακού επιπέδου, καλλιτεχνική εκπαίδευση».
Την ίδια ώρα, σε εξέλιξη βρισκόταν πολυπληθής διαμαρτυρία έξω από το υπουργείο Πολιτισμού ενώ είχαν προηγηθεί δημόσιες επιστολές και τοποθετήσεις από τις καλλιτεχνικές και φοιτητικές ενώσεις, ακόμα και καταλήψεις κρατικών σχολών, όπως αυτή του Εθνικού Θεάτρου. Σε όλες αυτές τις ενέργειες το αίτημα απόσυρσης του επίμαχου Προεδρικού Διατάγματος ήταν κοινό.
Τα βολικά κενά στην καλλιτεχνική εκπαίδευσηΒεβαίως, ακόμα κι αν ο νομοθετικός παραλογισμός αναχαιτιστεί, η καλλιτεχνική εκπαίδευση στην Ελλάδα θα εξακολουθήσει να υπάρχει μέσα από βολικά κενά. Γιατί τα αρμόδια υπουργεία δεν έχουν τολμήσει να αγγίξουν τις επιχειρήσεις – σχολές, να πλήξουν τις συντεχνίες της ανεξέλεγκτης παραγωγής πτυχίων και να τους επιβάλλουν σαφές και αυστηρό πλαίσιο λειτουργίας. Εξάλλου, δεν θα είναι οι μόνοι που θα πληγούν. Γιατί οι δεκάδες δραματικές σχολές αποτελούν χώρο απασχόλησης ηθοποιών ως καθηγητών. Σε περίπτωση, λοιπόν, που ο αριθμός των σχολών περιοριστεί δραστικά, θα υπάρχουν άμεσες επιπτώσεις στις αποδοχές ενός ήδη προβληματικού κλάδου. Πως, όμως, θα επέλθει εξυγίανση;
Το σίγουρο είναι πως οι αποσπασματικές θεσμικές πρωτοβουλίες (όπως το εν λόγω ΠΔ) πλουτίζουν την κατάσταση με καινούργια σύγχυση. Και υπογραμμίζουν το έλλειμμα διαχείρισης μιας πάσχουσας εστίας, αντί ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού θεραπείας της.
Και η Παιδεία ως παυσίλυποΉταν, άλλωστε, χαρακτηριστικό, το ναυάγιο ίδρυσης μιας Ακαδημίας Παραστατικών Τεχνών που θα αποτελούσε μια στιβαρή λύση (για την οποία πάλεψαν προσωπικότητες της πολιτιστικής και πνευματικής ζωής της χώρας όπως ο Θόδωρος Τερζόπουλος, ο Βασίλης Παπαβασιλείου, ο Λευτέρης Βογιατζής, η Ελένη Βαροπούλου, ο Δημήτρης Παπαϊωάννου). Μια ακόμα τρανή απόδειξη της πολιτειακής αδυναμίας να αντιληφθεί την ουσία της εκπαίδευσης και της Παιδείας· που, όπως λέει και ο Καμί, «μας προετοιμάζει για έναν κόσμο που δεν υπάρχει». Πως θα πειστούν, άραγε, πως και η Παιδεία είναι παραπάνω από ένα παυσίλυπο;