Το βράδυ του Σαββάτου είναι βροχερό και ο νοτιάς στην Ελευσίνα ακόμα πιο συμπαγής. Ατίθασες ψιχάλες δροσίζουν το μέτωπο σου, στο ολιγόλεπτο, αλλά σπαρταριστό intro της Ειρήνης Μπούνταλη (πραγματική αποκάλυψη ως φίλη του Μαρμαρινού και της Αμπράμοβιτς, όπως συστήνεται) κατά την προ-φεστιβαλική δράση «Κάμαρες» του Ευριπίδη Λασκαρίδη στο Πολιτιστικό Κέντρο Λεωνίδας Κανελλόπουλος.
Μέχρι που η βελούδινη αυλαία της εισόδου αγγίζει το μέτωπο σου και, άθελα της, το σκουπίζει. Θα μπορούσε να είναι το magic touch του Λασκαρίδη, αλλά αυτός έχει πολλές δουλειές απόψε. Σε υποδέχεται στον προθάλαμο του μεσοπολεμικού αρχοντικού – για εκείνον ένα πολύχρωμο μπουντουάρ μεταμορφώσεων – μέσα στο κοστούμι του Χρήστου Δεληδήμου: Σαν μια θεόρατη, παραμορφωμένη σουφραζέτα. Κι αφού κλείνει με στόμφο τον τόμο «Ελευσίνια Μυστήρια», αποφασίζει να τελέσει ένα από αυτά.
Εικαστικό τσίρκο σε δύο ορόφουςΗ μαρμάρινη σκάλα σε καλεί ν’ ανέβεις στον πρώτο όροφο – αν και το δαιμόνιο εικαστικό τσίρκο του Λασκαρίδη βρίσκεται παντού· σε κάθε δωμάτιο, σε κάθε γωνία του κτιρίου και του προαύλιου χώρου. Αλλά εκείνες οι κατσαρές μπάλες από μπεζ τζαμοταινία που έχουν διακοσμήσει την κουπαστή της σκάλας, μοιάζουν με ψίχουλα που σου δείχνουν το δρόμο.
Άλλοτε σαν clean cut κολεγιόπαιδο κι, άλλοτε σαν μπουζουξού των 80s, ο Λασκαρίδης σε κοιτάζει μέσα από πορτρέτα (της Ελίνας Γιουνανλή) καθώς μετράς ένα-ένα τα σκαλιά προς τον πρώτο όροφο. Ένας μαυροντυμένος περφόρμερ σε αποσπά από την παρατήρηση, ξεκουφαίνοντας σε με το… γάβγισμα του: Η φωνή του φιλτράρεται μέσα από ένα vintage μεγάφωνο – να γιατί.
Παρά- σταση ή παρα-ζάλη;Το roller coaster ανάμεσα σε performances, ανθρώπινες installations, φωτιστικές και εικαστικές εγκαταστάσεις, μοιάζει σαν παραισθησιογόνα ουσία. Ειδικά τώρα που, πλήθος άλλων επισκεπτών περιφέρεται γύρω σου, η ζάλη μοιράζεται· είναι δική σου και δική τους. Μορφές ανοίκειες κι όμως τόσο γνώριμες από τις παραστάσεις του Λασκαρίδη – «Relic», «Τιτάνες», «Elenit» και τελευταία η επιδαύρια «Τουρνέ» σε ειδικό ένθετο – περιφέρονται γύρω σου σαν να κατοικούσαν πάντα εκεί. Καμιά φορά, κοντοστέκονται και σε κοιτάζουν ή μειδιούν κάτω από τις σκληρές, γερασμένες ‘μουτσούνες’ τους, κάνοντας σε να πιστεύεις ότι η ρευστότητα όλων όσων συμβαίνουν εδώ, σ’ αυτό το σπίτι, κυλάει και μέσα σου, σπρώχνοντας σε από δωμάτιο σε δωμάτιο.
Μετά τα πολύχρωμα laser που φωτίζουν διάστικτα το σώμα ενός performer σκαρφαλωμένου πάνω στο ηχείο, τρυπώνεις σε ένα απόκοσμο σκοτάδι. Στον διπλανό χώρο, ίδιος μαυροντυμένος performer (που νωρίτερα σου γάβγιζε) τώρα τοποθετεί το σώμα του μπροστά σ’ ένα παλλόμενο φως. Οι οριακές του κινήσεις παράγουν κινούμενες σκιές άλλων πλασμάτων στον τοίχο πίσω του, ώστε θαρρείς πως στο δωμάτιο οι παρουσίες πληθαίνουν. Ή πως το βλέμμα σου θολώνει. Μένεις εκεί, ακίνητη, ώσπου η λούπα να σε τραβήξει μαζί της ή μέχρι να προσέξεις πως, μια παρόμοια διαδικασία φωτός – σκιάς, κινεί τον βράχο από χρυσό αλουμινόχαρτο, στην διπλανή αίθουσα. Ένας καινούργιος οπτικός εθισμός.
Η φωνή του Λασκαρίδη, μέσα από μια ‘πειραγμένη’ ντουκούκα, φτάνει στ’ αυτιά σου σαν ουρλιαχτό από παλιομοδίτικο ghost movie. Γελάς δυνατά. Μήπως όλοι αυτοί οι αλλόκοτοι τύποι είναι φαντάσματα της οικίας Κανελλόπουλου; Παίζει κι αυτό το σενάριο. Το μηχανικό βήμα του μαυροντυμένου performer προς ισόγειο, το κάνει ακόμα πιο πιστευτό. Κι ύστερα, η “σπασμένη κούκλα”, σε μιαν άκρη του δωματίου, μέσα σε ένα σωρό από ογκώδη υφασμάτινα ανθρώπινα μέλη – ίχνη του εργαστηρίου του Λασκαρίδη – να επιμένει πως «δεν αρκεί να είσαι, απλώς, άνθρωπος».
Στ’ αλήθεια, όσα συμβαίνουν στις «Κάμαρες», υπογραμμίζουν αυτά τα λόγια. Οι ήρωες του Ευριπίδη Λασκαρίδη, είναι πέρα από το ανθρώπινο, μέσα και πλάι στο ανθρώπινο. Όμως, την ίδια ώρα, είναι εξωφρενικοί, γκροτέσκοι, παράξενοι, θλιμμένοι και αστείοι όσο και οι άνθρωποι. Αν όχι όλοι, πολλοί ανθρωπότυποι των έργων του, έχουν οργανώσει απόψε μια παράδοξη μάζωξη, μια μυστηριακή τελετή στην Ελευσίνα· σαν ο Λασκαρίδης να ανακεφαλαιώνει μέσα σ’ ένα μη σκηνικό τόπο, όσα έχει κάνει εντός της σκηνικής σύμβασης τα τελευταία οκτώ χρόνια. Χρόνια ιλιγγιώδους δημιουργίας, εγχώριας και διεθνούς αναγνώρισης.
Γυναικεία στήθη, μύτες – μεγάλες σουβλερές μύτες – πόδια, ανθρώπινα άκρα πάνω σε κοθόρνους αρχαίας τραγωδίας (ναι, η χάρη του έφτασε και στην Επίδαυρο), εκμαγεία προσώπων έχουν αφεθεί επιμελώς στο κτίριο Κανελλόπουλου· υπομνήσεις της εφήμερης φύσης της τέχνης του Ευριπίδη Λασκαρίδη, της θνητότητας των ηρώων, των κόσμων του, των ερμηνευτών και των θεατών του.
Και την ίδια ώρα, όλα αυτά, ανάγονται σε μια παράδοξη συλλογή από τάματα, για μια εκκλησία που ο ίδιος έχει ιδρύσει και διακονεί όσο πιο σαρκαστικά, όσο πιο ονειρικά μπορεί. Στην έξοδο, σκοντάφτοντας στην γύψινη προτομή του Ευριπίδη Λασκαρίδη, με ένα γυαλιστερό άμφιο να την περιβάλλει και με τον ίδιο να θυμιατίζει ψέλνοντας «ινσταλέισιον, ινσταλέσιον», καταλαβαίνεις πως ένας ‘αιρετικός’ ναός λειτουργεί απόψε στην Ελευσίνα, πως το μυστήριο τελείται και οι πιστοί-μύστες έχουν προσέλθει.
Πάντως, στον προαύλιο χώρο, ψαλμοί δεν ακούγονται. Παρά μόνο οι μουσικές από τους Σίλια Τσιούφη, Θάνο λόστ/Lost Bodies, Kristof, Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο, Γιώργο Στενό και Γιώργο Σταυρίδη. «Πηγαίνετε να τους δείτε, τόσα λεφτά τους πληρώσαμε» μουρμουρίζει στην ντουντούκα ο τελετάρχης. Και χάνεται ξανά μέσα στο αρχοντικό.