Ένα χνουδωτό πολυεπίπεδο τοπίο σε baby pink (από την Εύα Μανιδάκη) ανοίγεται στη σκηνή της Εναλλακτικής, λίγο πριν τα φώτα σβήσουν. Η εννεαμελής ορχήστρα του Κωνσταντίνου Τερζάκη πηγαινοέρχεται αστραφτερή μέσα σε κόκκινες πούλιες και εντυπωσιακά faux bijoux, η μεσόφωνος Αναστασία Κότσαλη φοράει το κοστούμι της Μαρία Κάλλας με την βοήθεια της ενδυματολόγου Ιωάννας Τσάμη, (όχι, δεν μπήκες στην πρόβα λάθος όπερας), ο Γιώργος Κουτλής δίνει τις τελευταίες οδηγίες στους πρωταγωνιστές του και η φωνή του stage manager καλεί την πολυπληθή ομάδα να πάρει θέσεις «γιατί έχουμε αργήσει πολύ».
Και ξαφνικά εκείνη, ντυμένη σε χρώματα από παιδικό χωνάκι παγωτό, συστήνεται από το μπαλκόνι του πρώτου ‘ορόφου’: «Με λένε Στέλλα. Οι φίλοι, όμως, με φωνάζουν Στρέλλα. Λένε πως είμαι λίγο τζαζ».
Από τα λαϊκά μαγαζιά στην ΛυρικήΗ Λέττα Κάππα, η Στρέλλα στη σκηνική της εκδοχή, δεν είχε παίξει ποτέ πριν σε επαγγελματική παράσταση, «παρά μόνο στη θεατρική ομάδα του Λυκείου όπου ανεβάζαμε συχνά τραγωδίες». Και παρότι το θέατρο ήταν μέσα στα ενδιαφέροντα της, παρότι ζωγράφιζε επίμονα από παιδί, τελικά σπούδασε μουσική στο Εθνικό Ωδείο αλλά κάπου στο γύρισμα του millennium βρέθηκε να τραγουδά σε λαϊκά μαγαζιά, σε μπουζούκια δηλαδή.
Λέττα Κάππα: Συμμετείχα στις ακροάσεις για την εμπειρία. Ήταν σοκ όταν με επέλεξαν
«Δεν σταμάτησα ποτέ να κάνω μαθήματα φωνητικής κι όταν μια φίλη μου, μου μίλησε για την ακρόαση της Λυρικής – αποφάσισα να συμμετέχω κυρίως για να έχω την εμπειρία της διαδικασίας. Ήταν σοκ πως με επέλεξαν για το ρόλο της Στρέλλας», λέει. Δίχως πρότερη σκηνική εμπειρία, η Κάππα βρέθηκε μπροστά σε ένα ‘βουνό’ καθηκόντων: Να υπηρετήσει ταυτόχρονα πολλά διαφορετικά πεδία, το υποκριτικό, το μουσικό, το ρυθμικό και το τεχνικό κομμάτι. «Διανύσαμε μια πυκνή πορεία εξέλιξης και νιώθω πολύ τυχερή που οι συνεργάτες μας έχουν φοβερή υπομονή και μας δείχνουν το δρόμο».
Η Λέττα Κάππα δεν είναι η μόνη τρανς καλλιτέχνις που συμμετέχει στη μουσική θεατροποίηση της Στρέλλας. Οι ανοιχτές ακροάσεις στην τρανς κοινότητα έφεραν στην ομάδα την λυρική τραγουδίστρια Ιωάννα Ζαμ-Πέτρου και την Βικτωρία Τσιτουρίδου – Μάγια ενώ η Φένια Αποστόλου έχει αναλάβει την χορογραφία και την κινησιολογία της παράστασης. Δηλαδή, η «Στρέλλα» δεν μεταμορφώνεται απλώς σε μουσικό θέατρο, αλλά παίρνει τα χαρακτηριστικά ενός κοινωνικού γεγονότος. Γιατί είναι η πρώτη φορά που, ένας μεγάλος κρατικός οργανισμός παραστατικών τεχνών, δίνει βήμα σε τρανς καλλιτέχνιδες να συμμετέχουν σε μια παραγωγή και δη με πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Η Ιωάννα Ζαμ – Πέτρου, με σπουδές λυρικού τραγουδιού στην Ελλάδα, την Αμερική και την Αυστρία ήταν, μέχρι πρότινος, αόρατη ως τρανς ερμηνεύτρια. Τώρα ανυπομονεί που θα εκτεθεί «σε θεατές οι οποίοι δεν έχουν ιδέα ότι υπάρχει και αυτή η πλευρά, η άλλη πλευρά». Η Ζαμ-Πέτρου, επαγγελματικά καταξιωμένη σε άλλο τομέα και με κάμποσα εξω-καλλιτεχνικά πτυχία στη φαρέτρα της, υποστηρίζει με σθένος πως «γυναίκα δεν γεννιέσαι μόνο, γυναίκα γίνεσαι και στη διαδρομή. Αλλά είναι ένας σπουδαίος ρόλος που καλείσαι να επιβεβαιώσεις σε κάθε στιγμή της ζωής σου, αρκεί να αγαπήσεις αυτό που είσαι». Αυτή τη θεωρία καλείται να επαληθεύσει και σκηνικά καθώς υποδύεται τη Μαίρη (το ρόλο της Μπέτυς Βακαλίδου στην ταινία) «μιας μάνας που έγινε φως όταν κάποια παιδιά έχασαν το δρόμο τους. Έχει δύναμη, κουράγιο και πίστη αυτή η γυναίκα και νομίζω ότι την έχω συναντήσει μέσα μου – κι όχι μόνο πάνω στη σκηνή» εξηγεί.
Μουσική σύνθεση σε μικρά επεισόδιαΣτη σκηνή, η παράσταση εξελίσσεται μέσα από σύντομα επεισόδια, σαν κινηματογραφικές σεκάνς, ακολουθώντας ευλαβικά την αφηγηματική δομή της ταινίας του Πάνου Κούτρα (εδώ σε λιμπρέτο Αλεξάνδρας Κ*). Στην ίδια φιλοσοφία αναπτύσσεται και η σύνθεση του Μιχάλη Παρασκάκη, πρόταση του οποίου ήταν το οπερατικό φορμάτ της «Στρέλλας».
Μιχάλης Παρασκάκης: Με απασχόλησε πολύ η απενοχοποιημένη μίξη του λαϊκού και του λόγιου ύφους, το ομαλό ανακάτεμα των διαφορετικών ειδών
«Είχα εξ αρχής την πεποίθηση ότι μπορεί να γεννηθεί ένα μουσικό έργο εδώ. ‘Ολη η μουσική εξυπηρετεί τον δραματουργικό σκοπό, έχοντας επιδιώξει να υπάρχει μια φιλμική διάσταση, σαν να γίνεται μοντάζ της μουσικής μέσα από μικρές σκηνές» σημειώνει. Με έντονα στοιχεία όπερας, με μερικά τζαζ και μιούζικαλ διαλείμματα (εκτός από τα πειραγμένα ένθετα από Αττίκ, άριες του Πουτσίνι και του Βέρντι) και με κάθε σκηνή να έχει τη δική της προσωπικότητα, προτεραιότητα του Παρασκάκη ήταν «να προκύψει μια σύνθεση όχι ως απομίμηση της ταινίας αλλά να αποκαλυφθούν οι σκηνικές της δυνατότητες και να λειτουργήσουν υπέρ του έργου. Αφετέρου, με απασχόλησε πολύ η απενοχοποιημένη μίξη του λαϊκού και του λόγιου ύφους, το ομαλό ανακάτεμα των διαφορετικών ειδών» συνεχίζει.
Ως δραματουργικό τρικ, η λυρική φωνή της Στρέλλας διατυπώνεται από το alter ego της, «μια γυναίκα που είδα στην τηλεόραση και νόμιζα πως τραγουδούσε μόνο για μένα» λέει εννοώντας τη Μαρία Κάλλας. Κάπως έτσι, η μεσόφωνος Αναστασία Κότσαλη ως Κάλλας, λειτουργεί σαν σκιά της Λέττα Κάππα και γίνεται η φωνή της στις σκηνές όπου το δράμα κορυφώνεται και υπαρξιακές συγκρούσεις ανάμεσα στην Στρέλλα και τον Γιώργο, την τρανς και τον πελάτη, τον γιο και τον πατέρα.
«Αφού αγαπιόμαστε; Τι σημασία έχει;» δικαιολογείται η Στρέλλα στην υστερία της ετοιμοθάνατης «μάνας Μαίρης» που την κατηγορεί πως τόλμησε να ‘πάει’ με τον πατέρα της. Ο Κούτρας αποδομεί με σθεναρούς φιλοσοφικούς όρους την οικογενειακή δομή και ο Γιώργος Κουτλής που, τώρα σκηνοθετεί αυτήν την σύγχρονη τραγωδία, παραδέχεται πως το κάνει «σαν να προσεγγίζω τον Οιδίποδα Τύραννο». Όχι επειδή η Ιωάννα Ζαμ-Πέτρου του δίνει το άλλοθι στον επιθανάτιο ρόγχο της, μιλώντας για «Σοφοκλήδες και Ευριπίδηδες» αλλά «επειδή το ίδιο το έργο θέτει διλήμματα μεγέθους τραγωδίας. Η Στρέλλα είναι μια σπάνια γοητευτική ιστορία, κυρίως γιατί είναι βαθιά ανθρωποκεντρική, γιατί βάζει στο κέντρο της την οικογένεια και την ηθική». Δεν είναι τυχαίο που η παράσταση αναδεικνύει και στοιχεία χορικότητας: Ένα σύνολο λυρικών τραγουδιστών σε σχηματισμό Χορού αρχαίου δράματος.
Μουσική διεύθυνσηΗ σκηνοθεσία του Κουτλή – η πρώτη του σε συνθήκη λυρικού θεάτρου – φέρει εμφανώς θεατρικά στοιχεία, έχοντας καταρχάς, τοποθετήσει την ορχήστρα πίσω από τη σκηνική δράση, δίνοντας μεγαλύτερη βαρύτητα στην υποκριτική διαδικασία.
Μια see through κουρτίνα κάνει σκηνικά διακριτό το χώρο της ορχήστρας με τον διευθυντή της Κωνσταντίνο Τερζάκη – άρτι αφιχθέντα από την όπερα του Μπέρμιγχαμ – να σημειώνει πως έχει να διαχειριστεί «μια μουσική ευαίσθητη στον ήχο και στο ύφος, μια μουσική που υιοθετεί μια ιδιαίτερη τεχνική κοντά στο συναίσθημα της στιγμής, που ασχολείται με το συνειδητό και το ασυνείδητο, μια ηχοπλασία χωρίς πολλές εξηγήσεις». Στοιχεία που, ασφαλώς, ευεργετούν τη θεατρική αφήγηση.
Χορός στο όνειροΑνάμεσα στον μελαγχολικό ρεαλισμό της λούμπεν Αθήνας και το αρχετυπικό τραύμα, η σκηνοθεσία του Κουτλή δεν παραλείπει – όπως και η σκηνοθεσία του Κούτρα εξάλλου – ν’ αναμοχλεύσει την ονειρική διάσταση που οι δύο προηγούμενοι κόσμοι λαμβάνουν στο μυαλό των ηρώων. Η θεατρική συνθήκη, φυσικά, του δίνει άλλα εργαλεία, όπως την χορευτική παρένθεση που ζωντανεύει την παρουσία του σκίουρου – animation στην κινηματογραφική εκδοχή. Η χορογράφος Φένια Αποστόλου και ο σταθερός της συνεργάτης και χορευτής Αλέξανδρος Σταυρόπουλος φέρουν, επί σκηνής, τον αεικίνητο σκίουρο να περιφέρεται με ζαλιστική χάρη ανάμεσα στους ήρωες που ψηλαφίζουν πότε την αγάπη και πότε την εκδίκηση.
Φένια Αποστόλου: Η Στρέλλα δεν είναι ένα sex toy, δεν είναι το έργο που παρουσιάζει αυτούς τους ανθρώπους μέσα από την στερεοτυπική ματιά
Η Φένια Αποστόλου είναι η τέταρτη τρανς δημιουργός που συνδράμει το εγχείρημα με προσωπική συγκίνηση για την σημασία της στιγμής: «Δεν είναι μόνο ότι για πρώτη φορά καλούμαστε τέσσερις τρανς γυναίκες να δουλέψουμε μαζί για έναν μεγάλο πολιτιστικό οργανισμό. Είναι ότι το κάνουμε με μια αφορμή που δίνει μιαν άλλη οπτική στην τρανς πραγματικότητα. Η Στρέλλα δεν είναι ένα sex toy, δεν είναι το έργο που παρουσιάζει αυτούς τους ανθρώπους μέσα από την χιλιοειπωμένη, στερεοτυπική ματιά. Αντίθετα, τους κοιτάζει ως ανθρώπους που έχουν, όπως όλοι, την ανάγκη ν’ αγαπήσουν και να επικοινωνήσουν» τονίζει.
Ενάντια στα στερεότυπα για την τρανς κοινότηταΑκόμα και η Λέττα Κάππα που ενσαρκώνει την Στρέλλα, εξηγεί πως η ζωή κάθε τρανς γυναίκας δεν ταυτίζεται υποχρεωτικά με την πορνεία ή το περιθώριο – όπως τυφλά επιμένει να την αναγνωρίζει το κοινωνικό σύνολο. Παράδειγμα, η ίδια που ξεκαθαρίζει πως δεν ταυτίστηκε στιγμή με τα βιώματα της ηρωίδας της: «Η πορεία μου ήταν πολύ πιο ομαλή, δεν χρειάστηκε να μπω σε σκοτεινούς δρόμους. Δεν λέω πως περπάτησα σ’ ένα δρόμο στρωμένο με ρόδα αλλά πάντως δεν έζησα αυτήν την απόρριψη». Δεν παύει, βέβαια, να συγκινείται από τη δύναμη της Στρέλλας (και κάθε Στρέλλας) που «βρήκε το κουράγιο ν’ αποδράσει από την οικογενειακή τραγωδία, να μαζέψει τα κομμάτια της και να επιβιώσει ολομόναχη σε μια ζούγκλα».
Αίτημα για ορατότηταΠέρα από την τολμηρή – πόσο μάλλον για το αστικό κοινό της ΕΛΣ – θεματολογία της «Στρέλλας», οι όροι με τους οποίους πραγματοποιείται αυτή η προσπάθεια, την αναβαθμίζουν σε μια κοινωνική και πολιτική τοποθέτηση. Ανάμεσα στα φτερά, τα πούπουλα, το γκλίτερ, τις ψεύτικες βλεφαρίδες, τις πούλιες και όλο σύμπαν του αλμοδοβαρικού κιτς που συμπληρώνουν την εικονοποιία του τρανς κόσμου, υπάρχει το αντικειμενικό και επείγον αίτημα της ορατότητας.
Γιώργος Κουτλής: Γιατί όχι; Η παράσταση αυτή θα μπορούσε να έχει και εκπαιδευτικό χαρακήρα: Να την παρακολουθήσουν παιδιά που σκέφτονται την φυλομετάβαση, να νιώσουν πως δεν είναι εκτός της κοινωνίας
Ή όπως λέει ο Γιώργος Κουτλής «πρέπει να παραδεχτούμε ότι έχουμε περιθωριοποιήσει τον κόσμο τους». Παραπέμποντας στη σχετική διατύπωση του αναπληρωτή καθηγητή νεοελληνικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Δημήτρη Παπανικολάου, τονίζει πως «η Στρέλλα δεν είναι μια ταινία ακτιβιστικού περιεχομένου ή δικαιωματικών διεκδικήσεων· ασχολείται περισσότερο με το προσωπικό παρά με το δημόσιο, με το σπίτι παρά με το δρόμο. Όμως, ο προσωπικός τρόπος της αντιμετώπισής της, την ανέδειξε σε κοινωνικό ζήτημα». Υπό αυτήν την έννοια, για τον Γιώργο Κουτλή, το ανέβασμα της «Στρέλλας» έχει ήδη επιτύχει κάτι, αφού μπορεί να λειτουργήσει ως γιορτή αποδοχής και καλλιέργειας ενσυναίσθησης. «Ως κοινωνία πρέπει να δούμε πως εκεί πάνε τα πράγματα. Γιατί όχι; Η παράσταση αυτή θα μπορούσε να έχει και εκπαιδευτικό χαρακήρα: Να την παρακολουθήσουν παιδιά που σκέφτονται την φυλομετάβαση, να νιώσουν πως δεν είναι εκτός της κοινωνίας».
“Πρόσκληση” στο συντηρητικό κοινό της ΛυρικήςΩς προς τον παράγοντα της εκπαίδευσης, ο Μιχάλης Παρασκάκης, αναγνωρίζει και αλλού το στοίχημα: Στην δυνατότητα της «Στρέλλας» να φέρει κοντά της και το κλασικό, «συντηρητικό» κοινό που επισκέπτεται τακτικά τη Λυρική Σκηνή για το βασικό της ρεπερτόριο. «Οι θεατές της Εναλλακτικής Σκηνής ίσως δεν χρειάζεται να πειστούν περί κοινωνικής ισότητας. Μακάρι να έρθει εδώ το άλλο κοινό της Λυρικής και να ανακαλύψει πράγματα που δεν είχε καν φανταστεί».
Ο διευθυντής ορχήστρας Κωνσταντίνος Τερζάκης ελπίζει η «Στρέλλα» να ανοίξει έναν χώρο συζήτησης για «ευκαιρίες εργασίας που μπορούν να δοθούν σε διεμφυλικά άτομα στο χώρο της τέχνης. Η δική μας εμπειρία δείχνει πως μπορούν να υπάρξουν σε αυτό άνετα κι εδώ, κατά την γνώμη μου, βρίσκεται η πιο σημαντική παρέμβαση της Λυρικής».
Θα είναι η Στρέλλα πυροτέχνημα;Καθώς το πέρασμα ολοκληρώνεται, ο μοναδικός προβολέας αχνοφέγγει πάνω από τη μορφή της Λέττα Κάππα. Παρά τον ενθουσιασμό και μαζί το αίσθημα ευθύνης που την κατακλύζει σκέφτεται πως η παρουσία της κάτω από τα φώτα της Εναλλακτικής είναι «ένα βήμα μπροστά για να δοθεί χώρος και υπόσταση στους τρανς καλλιτέχνες. Κι όπως έγινε εδώ ακρόαση, ας γίνουν κι άλλες ακροάσεις για διεμφυλικά άτομα. Ας μην είναι η Στρέλλα ένα πυροτέχνημα», σκέφτεται.
Φένια Αποστόλου: Η ‘Στρέλλα’ αξίζει να μην συζητηθεί μόνο ως παράσταση, αλλά ως ένα δυνατό ερέθισμα στην γενική κοινωνική αντίληψη
Έχουν υπάρξει προηγούμενα παραδείγματα στην εγχώρια τέχνη όπου νίκησε η πολιτική ορθότητα και όχι η ουσία της συμπερίληψης, υπενθυμίζει η Φένια Αποστόλου. Η ίδια ανακαλεί τις άπειρες φορές που έστειλε βίντεο από χορογραφίες της σε διεθνή φεστιβάλ και έγινε δεκτή «αφού δεν ήξεραν τι κρύβεται πίσω από το όνομα μου. Έβλεπαν και ενέκριναν το έργο μου. Στην Ελλάδα, όμως, ξέρουν ποια είμαι, ξέρουν τι κάνω. Στην Ελλάδα, δεν έχουμε μάθει να αναζητούμε και την άλλη ματιά. Όμως, η τέχνη οφείλει ν’ ανοίγει κανάλια επικοινωνίας και ελευθερίας. Με το ίδιο σκεπτικό, η ‘Στρέλλα’ αξίζει να μην συζητηθεί μόνο ως παράσταση, αλλά ως ένα δυνατό ερέθισμα στην γενική κοινωνική αντίληψη».
Η “Στρέλλα” του Μιχάλη Παρασκάκη κάνει πρεμιέρα στις 3 Φεβρουαρίου στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ
Λιμπρέτο: Αλεξάνδρα Κ*, βασισμένο στην ομώνυμη ταινία του Πάνου Χ. Κούτρα
Μουσική διεύθυνση: Κωνσταντίνος Τερζάκης
Σκηνοθεσία: Γιώργος Κουτλής
Σκηνικό: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Επιμέλεια κίνησης, χορογραφία: Φένια Αποστόλου
Σχεδιασμός φωτισμών: Νίκος Βλασόπουλος
Μουσική προετοιμασία:
Φρίξος Μόρτζος, Μαρία Νεοφυτίδου
Παίζουν: Λέττα Κάππα, Αναστασία Κότσαλη, Διονύσης Τσαντίνης, Ιωάννα Ζαμ-Πέτρο, Νίκος Σπανάτης, Βικτωρία Τσιτουρίδου-Μάγια, Γιάννης Φίλιας, Νικόλας Μαραζιώτης, Νίνα Νάη, Γιώργος Ρούπας, Αλέξανδρος Σταυρόπουλος, Χριστίνα Κυριάκη, Διδώ Παπανικολάου
Μουσικοί: Άνα Κίφου (φλάουτο), Αντώνης Τσαχτάνης (κλαρινέτο),
Γκουίντο ντε Φλάβιις (σαξόφωνο), Γιώργος Κρίμπερης (τρομπόνι),
Καζούγιο Τσουνεχίρο (κρουστά),
Μίσλαβ Ρέζιτς (ηλεκτρική κιθάρα), Κατερίνα Κωνσταντούρου (πιάνο), Κώστας Ράπτης (ακορντεόν), Φανή Βοβώνη (βιολί), Χάρης Παζαρούλας (κοντραμπάσο).