Επάγγελμα: Ρεπόρτερ
Από τις επανεκδόσεις των κλασικών ταινιών ξεχωρίζει φυσικά το «Επάγγελμα: Ρεπόρτερ» του 1975, η αξεπέραστη υπαρξιακή περιπλάνηση του Τζακ Νίκολσον δια χειρός Μικελάντζελο Αντονιόνι.
Αρχές τις δεκαετίας του 70. Ο επιτυχημένος βρετανός δημοσιογράφος Ντέιβιντ Λοκ (Τζακ Νίκολσον) περιπλανιέται στην υποσαχάρια Αφρική, προσπαθώντας να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για το τοπικό αντάρτικο. Σε μια απόπειρα να αλλάξει ζωή, θα οικειοποιηθεί την ταυτότητα ενός νεκρού άντρα, του μυστηριώδους Ντέιβιντ Ρόμπερτσον. Όμως, το παρελθόν του Λοκ αλλά και του Ρόμπερτσον τον καταδιώκει, αναγκάζοντάς τον να διαφεύγει συνεχώς, από χώρα σε χώρα, από πόλη σε πόλη. Με τη βοήθεια μιας νεαρής φοιτήτριας (Μαρία Σνάιντερ), διασχίζει την ερημιά της Ανδαλουσιάνικης επαρχίας, για να συναντήσει το πεπρωμένο του.
Η ταινίαΗ δεκαετία του 70 δεν ξεκίνησε καλά για τον Αντονιόνι. Το «Zabriskie Point» απέτυχε στα ταμεία, η μεγάλη όμως απογοήτευση ήλθε με το «Chung Kuo: Κίνα», ένα τετράωρο ντοκιμαντέρ για τη σύγχρονη Κίνα. Ο Αντονιόνι προσκλήθηκε από την κινεζική κυβέρνηση να γυρίσει το φιλμ, όμως, η ίδια κυβέρνηση το χαρακτήρισε μετά την ολοκλήρωσή του «αντεπαναστατικό» και «υπονομευτικό», απαγορεύοντας την κυκλοφορία του, ενώ, ταυτοχρόνως, πολλοί το κατηγόρησαν ως «φιλοσοβιετικό». Ο Αντονιόνι, απογοητευμένος (η Μαρία Σνάιντερ είχε δηλώσει ότι «ήταν πραγματικά απεγνωσμένος»), επέστρεψε στα (σύμφωνα με τα δικά του λόγια) «μολυσμένα νερά της Δύσης», για να γυρίσει την τρίτη του ταινία σε παραγωγή Κάρλο Πόντι (μετά το «Blow Up» και το «Zabriskie Point».
Η πλοκή βασίζεται σε μια μάλλον απλή ιστορία του Μαρκ Πέπλοου, με τον Αντονιόνι και τον σημαντικό θεωρητικό/κινηματογραφιστή Πήτερ Ουόλεν να διαμορφώνουν το τελικό σενάριο (ο Αντονιόνι συνυπογράφει και το μοντάζ της ταινίας). Επιφανειακά, μπορεί να εκληφθεί σαν μια ταινία περιπλάνησης (ο Νίκολσον περιπλανιέται από τις ερήμους της Βόρειας Αφρικής ως το Λονδίνο, από το Μόναχο ως την Βαρκελώνη, ενώ σε ολόκληρο το δεύτερο μέρος διασχίζει την νότια Ανδαλουσία, φτάνοντας πλησίον του Γιβραλτάρ) ή σαν περιπέτεια αγωνίας (ο Νίκολσον, εξαιτίας της νέας του ταυτότητας, εμπλέκεται με το αντάρτικο ενός Αφρικανικού κρατιδίου, με αντάρτες και καθεστωτικούς να τον αναζητούν, ενώ υπάρχει ακόμα και σεκάνς καταδίωξης με αυτοκίνητα). Ακόμα και το «εύρημα» της αλλαγής ταυτότητας, δεν είναι κάτι σπάνιο στο σινεμά, ειδικά σε ταινίες αστυνομικές ή μυστηρίου. Φυσικά, το φιλμ δεν είναι τίποτα από τα παραπάνω, «μεταφέρει την κρίση νοήματος στην καρδιά των προσώπων», ενώ όλο το έργο του «διατρέχεται από μια σταθερή, επώδυνη όσο και απαιτητική κριτική αυτής της διατύπωσης, του νοήματος που ονομάζουμε πεπρωμένο» (σε εισαγωγικά, λόγια του Ρολάν Μπαρτ, από επιστολή που έστειλε στον Αντονιόνι). Κι είναι μια περιπέτεια του βλέμματος, του δικού μας και των ηρώων, προς ένα αλληγορικό τοπίο ερήμωσης, κυριολεκτικής, περισσότερο από κάθε άλλο φιλμ του Αντονιόνι.
Ο Αντονιόνι υπήρξε ένας πρωτοπόρος του μοντερνισμού στο σινεμά, εισάγοντας δραματουργικές και υφολογικές καινοτομίες, κυρίως ως προς τη διαχείριση των χώρων και της κίνησης σωμάτων και κάμερας εντός αυτών. Ανέπτυξε μια εντελώς προσωπική πρακτική για το πλάνο σεκάνς, από τις πρώτες του κιόλας ταινίες, αποδραματοποιώντας τη δράση εντός μέσα στο πλάνο. Στο «Επάγγελμα ρεπόρτερ», ολοκληρώνει την προσωπική του κατάθεση στην κινηματογραφική γλώσσα, με πολλά μεγάλα μονοπλάνα,που φορές περιέχουν φλας μπακ και φλας φόργουορντ, σπηκάζ οφ κ.ο.κ. , για να καταλήξει στο μυθικό πλάνο των 7 λεπτών του φινάλε, το πιο γνωστό μονοπλάνο της ιστορίας του σινεμά, ένα τεχνικό όσο και υφολογικό και δραματουργικό επίτευγμα. Μετά το «Επάγγελμα Ρεπόρτερ», θα πειραματιστεί με το βίντεο στα «Μυστήρια του Όμπερβαλντ» και ήδη χτυπημένος από ένα πρώτο εγκεφαλικό, θα επιστρέψει στην Ιταλία για το «Η ταυτότητα μιας γυναίκας». Για τον Τζακ Νίκολσον, το «Επάγγελμα Ρεπόρτερ» είναι η αγαπημένη ταινία που συμμετείχε ποτέ, αγοράζοντας μάλιστα τα δικαιώματα εκμετάλλευσης του έργου.