Κλασική και ταυτόχρονα μοντέρνα με τον δικό της τρόπο, η ματιά της Nelly’s, δηλαδή της φωτογράφου Έλλης Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη (1899-1998), κατάφερε να δημιουργήσει μια εικόνα για την Ελλάδα, την οποία συμμερίστηκαν αρκετοί από τους επώνυμους φωτογράφους που ακολούθησαν τα χνάρια της μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ συνεχίζει να επιδρά ακόμη και σήμερα, ορίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη ματιά μας για τον ελληνικό Μεσοπόλεμο.
Είκοσι πέντε χρόνια μετά τον θάνατό της, το Μουσείο Μπενάκη, στο οποίο από το 1984 απόκειται το αρχείο της φωτογράφου, διοργανώνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα μια μεγάλη αναδρομική έκθεση, προκειμένου να παρουσιάσει το έργο της μέσα από έναν μεγάλο όγκο αντιπροσωπευτικών φωτογραφιών που καλύπτουν όλες τις θεματικές και τις χρονικές περιόδους της δημιουργίας της, ακολουθώντας την στις τρεις πόλεις που καθόρισαν τη δημιουργική πορεία της: Δρέσδη, Αθήνα, Νέα Υόρκη.
Από τη Δρέσδη στις γυμνές φωτογραφίσεις στην ΑκρόποληΗ αφήγηση ξεκινάει από τα χρόνια των σπουδών της στη Δρέσδη (1920-1923), με τους πρώτους πειραματισμούς πάνω στο γυναικείο γυμνό, που θα συνεχιστούν με μεγαλύτερη ένταση έως το τέλος της δεκαετίας, με αποκορύφωμα τη γυμνή φωτογράφιση της χορεύτριας Μόνα Πάεβα στην Ακρόπολη και αργότερα της επίσης χορεύτριας Λίλα Νικόλσκα ανάμεσα στους κίονες του Παρθενώνα.
Η ιδιαίτερη ζέση με την οποία περιβάλλει το γυναικείο σώμα αποτυπώνεται και στα γυναικεία πορτρέτα που φιλοτεχνεί στο φωτογραφικό στούντιο που ανοίγει στην οδό Ερμού το 1924, όταν εγκαθίσταται στην Αθήνα. Σε αυτή την περίοδο ανήκουν κάθε είδους πορτρέτα, γυναικεία και ανδρικά, όπως είναι αυτά του Βενιζέλου, αλλά και του Γεωργίου Β’, του Παλαμά ή της Πηνελόπης Δέλτα. Ο επισκέπτης θα δει, ανάμεσά τους, πορτρέτα του Λάμπρου Κωνσταντάρα και του Μάνου Κατράκη σε αναπάντεχα νεαρή ηλικία, αλλά και των «ιερών τεράτων» του ελληνικού θεάτρου της εποχής, της Κυβέλης, της Ελένης Παπαδάκη και της Κατίνας Παξινού.
Εκτός από τις φωτογραφίσεις στο στούντιο, η Nelly’s αποτύπωσε εκτενώς το τοπίο της παλιάς Αθήνας στους πρόποδες της Ακρόπολης, τους πρόσφυγες και τις άθλιες συνθήκες διαβίωσής τους, τις Δελφικές Εορτές του 1927 και το 1930, όπου ο θεατής μπορεί να δει τον Γιάννη Τσαρούχη να ποζάρει ντυμένος με φορεσιά σκυριανού τσοπάνη, αλλά και σκηνές από την παράσταση του «Προμηθέα δεσμώτη» στο αρχαίο θέατρο των Δελφών.
Με τον ίδιο πάντα επαγγελματισμό που την χαρακτήριζε, θα συνεργαστεί, μετά την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά, με το υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού, αποτυπώνοντας εικόνες της ελληνικής υπαίθρου, αλλά και των αρχαιοτήτων σε όλη τη χώρα, προκειμένου να προσδώσει «οπτικό περιεχόμενο στην έννοια Ελλάδα». Συνεργασία που κορυφώνεται με τη συμμετοχή της Nelly’s στη Διεθνή Έκθεση της Νέας Υόρκης το 1939, όπου πειραματίζεται με την τεχνική του κολάζ, παρουσιάζοντας πέντε μεγάλου μεγέθους έργα, υπό τον γενικό τίτλο «Παραλληλισμοί», συμπαραθέτοντας αρχαία αγάλματα με μορφές σύγχρονων κατοίκων της υπαίθρου, προκειμένου να αναδειχθεί η «φυλετική συνέχεια», αφού «ακόμα και οι τσοπάνηδες στα βουνά έχουν τα αρχαία χαρακτηριστικά»…
Εγκατάσταση στη Νέα ΥόρκηΜετά την κήρυξη του πολέμου η φωτογράφος παρέμεινε στη Νέα Υόρκη. Στο έργο που φιλοτέχνησε εκεί από το 1939 έως το 1966 είναι αφιερωμένη η τρίτη και τελευταία ενότητα της έκθεσης. Η Nelly’s ξεκινά από την αρχή και προσπαθεί να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό και να εδραιωθεί σε έναν χώρο που της ήταν άγνωστος έως τότε. Το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς της περιορίζεται σε φωτογραφίσεις κοινωνικών εκδηλώσεων και πορτρέτων στο στούντιο, καθώς και πειραματισμών με τη διαφήμιση και τη φωτογράφιση μόδας.
Παρόλα αυτά, το 1956 θα αισθανθεί την ανάγκη να παρακολουθήσει ξανά μαθήματα, πλάι στον καλλιτεχνικό διευθυντή του περιοδικού «Harper’s Bazaar», αποτέλεσμα των οποίων θα είναι ένα portfolio με τίτλο «Easter Parade», ίσως η πλέον ενδιαφέρουσα δουλειά της αυτής της περιόδου.
Το 1966 θα επιστρέψει στην Ελλάδα, όπου το φωτογραφικό στούντιο που διατηρούσε είχε κλείσει από το 1955. Φαίνεται πως δεν συνέχισε να φωτογραφίζει μετά τη συνταξιοδότησή της, καθώς δεν υπάρχουν τεκμήρια που να μαρτυρούν κάτι τέτοιο. Θα «επανασυστηθεί» στο ελληνικό κοινό μια δεκαετία αργότερα, χάρη στη δημοσιογράφο Μαρία Καραβία, που με προτροπή της Ελένης Βλάχου θα αναζητήσει τα ίχνη της και θα γράψει γι’ αυτήν.
Δωρίζοντας το αρχείοΤο 1984 θα δωρίσει το σύνολο του αρχείου της στο Μουσείο Μπενάκη, δωρεά η οποία θα αποτελέσει την αφορμή για τον αναπροσανατολισμό των Φωτογραφικών Αρχείων του από τη μνημειακή αποτύπωση και τεκμηρίωση σε μια ευρύτερη γκάμα ενδιαφερόντων και την προσέλκυση συλλογών σημαντικών νεοελλήνων φωτογράφων, όπως των Βούλας Παπαϊωάννου, Δημήτρη Χαρισιάδη, Σπύρου Μελετζή, στο έργο των οποίων είναι ευδιάκριτη η επιρροή του έργου της Nelly’s.
Την έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, με την οποία εορτάζεται και η επέτειος των πενήντα χρόνων των Φωτογραφικών Αρχείων του, επιμελήθηκε η Αλίκη Τσίργιαλου, υπεύθυνη των Φωτογραφικών Αρχείων, και τον σχεδιασμό της η Ναταλία Μπούρα, αρχιτέκτονας και υπεύθυνη των Αρχείων Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου.
Την έκθεση συνοδεύει ο πολυσέλιδος αναλυτικός τόμος «Nelly’s. Το έργο της φωτογράφου Έλλης Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη (1899-1998)», σε σχεδιασμό της Εριφύλης Αράπογλου, ενώ κατά τη διάρκειά της θα πραγματοποιηθούν ξεναγήσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα, καθώς και ημερίδα αφιερωμένη στο έργο της φωτογράφου.
Έκθεση φωτογραφίας «Nelly’s»
Μουσείο Μπενάκη, Πειραιώς 138, 210-3453111
Διάρκεια: 23.2-23.7.2023
Ώρες λειτουργίας: Πέμπτη, Κυριακή: 10.00-18.00, Παρασκευή, Σάββατο: 10.00-22.00
Είσοδος: 12€, μειωμένο 9€