Το Μουσικό Φεστιβάλ Χίου εγκαινιάστηκε το καλοκαίρι του 2017 στη Χίο και έκτοτε επιστρέφει κάθε χρόνο με πλούσιο πρόγραμμα και νέες συνεργασίες, που μόνο στα «συν» του νησιού μπορούν να προσμετρηθούν. Πίσω από τη διοργάνωση βρίσκεται το όραμα δύο Χιωτών, νέων καλλιτεχνών που ζουν και εργάζονται μόνιμα στο Βερολίνο της Γερμανίας, της βιολονίστριας Όλγα Holdorff Μυριαγκού και του συνθέτη Λευτέρη Βενιάδη.
Και πώς ξεκίνησαν όλα; H Όλγα και ο Λευτέρης είχαν στο μυαλό τους, για περίπου μία δεκαετία, την ιδέα του να στήσουν ένα φεστιβάλ που θα «ντύσει» με την αγαπημένη τους μουσική τον τόπο που τους χάρισε τις πιο όμορφες παιδικές αναμνήσεις. Και κάπως έτσι, η ιδέα έγινε πράξη και με το πέρασμα των χρόνων ωρίμασε, παίρνοντας μορφή μέσα από μουσικές εκδηλώσεις αλλά και παράλληλες δράσεις, που έχουν καταφέρει όλα αυτά τα χρόνια να αποτελούν πλέον θεσμό για το νησί κι ένα επιπλέον σημείο αναφοράς. Μάλιστα, το φεστιβάλ χωρίζεται σε δύο περιόδους, τη θερινή και τη χειμερινή και σε αυτή τη δεύτερη βρέθηκα εγώ το 3ήμερο 17 με 19 Φεβρουαρίου. Ένα 3ήμερο – εμπειρία που σίγουρα θα θυμάμαι για πάντα και θα προσπαθήσω να σας μεταφέρω νοερά, μέσα από τις παρακάτω γραμμές.
Αν έπρεπε να πω την πρώτη λέξη που μου έρχεται στο μυαλό για τη Χίο αυτή είναι «μυρωδιές» και μετά από το πρόσφατό μου αυτό ταξίδι στο νησί καταλαβαίνω γιατί είναι γνωστή και ως «Μυροβόλος». Η Χίος γνωρίζει πολύ καλά πώς να σκλαβώνει τις αισθήσεις σου από την πρώτη κιόλας στιγμή που θα πατήσεις το πόδι σου εκεί. Να σε σκλαβώνει γενικά, διορθώνω. Στη Χίο δεν είχε τύχει να ξανά βρεθώ, η αφορμή ήταν ιδανική κι έτσι το να απαντήσω θετικά στην πρόσκληση να επισκεφθώ το νησί ήταν μονόδρομος.
Παρασκευή, νωρίς το μεσημέρι, με τρεις υπέροχους συνταξιδιώτες προσγειωθήκαμε στο νησί, έτοιμοι να πάρουμε μία γεύση από την φετινή διοργάνωση αλλά και να γνωρίσουμε την Χίο – όσο τουλάχιστον ήταν δυνατό μέσα σε μόλις 3 ημέρες. Πιθανή γενέτειρα του Ομήρου, του Ιπποκράτη και του Οινοπίδη, η Χίος βρίσκεται στα βορειοανατολικά του Αιγαίου πελάγους και είναι το πέμπτο μεγαλύτερο νησί της χώρας μας. Γνωστή για τη μαστίχα και τα διάσημα σε όλο τον κόσμο Μαστιχοχώρια της, τους λαβυρινθώδεις μεσαιωνικούς οικισμούς, τους ατμοσφαιρικούς ναούς, τους μοναδικής σημασίας αρχαιολογικούς χώρους, τις γραφικές πλατείες, τους ευωδιαστούς κάμπους με τα εσπεριδοειδή και τις μοναδικές εναλλαγές του τοπίου, η Χίος απλωνόταν μπροστά μας καλώντας μας να την εξερευνήσουμε, έχοντας «σύμμαχό» μας έναν πραγματικά ιδανικό καιρό, αν και χειμώνας.
Πρώτη μας στάση το Μουσικό Σχολείο Χίου στα Θυμιανά, ένα υπέροχο και γεμάτο χρώμα σχολείο, του οποίου οι μαθητές μαζί και με τους μαθητές της Φιλαρμονικής του νησιού, θα είχαν την ευκαιρία, στο πλαίσιο των εργαστηρίων που πραγματοποιούνται κάθε χρονιά από τους προσκεκλημένους μουσικούς του φεστιβάλ, να συναντηθούν και να κάνουν πρόβα με τους Masaa, το κουαρτέτο που θα ακούγαμε live το βράδυ της ίδιας ημέρας. Πριν το live, λοιπόν, είχαμε την ευκαιρία να πάρουμε μια μικρή γεύση από την πρόβα, αλλά και τη στιγμή που ο Λιβανέζος τραγουδιστής των Masaa, Rabih Lahoud, πραγματοποιούσε φωνητικό εργαστήριο σε παιδιά πρόσφυγες.
Το εσωτερικό του σχολείου ήταν τόσο φωτεινό. Γύρω σου αντίκριζες μόνο χαρούμενα πρόσωπα, μαθητών και καθηγητών, ενώ ήχοι από μουσικά όργανα «ταξίδευαν» από τη μία αίθουσα στην άλλη. Ο διευθυντής του σχολείου κ. Αναστάσιος Κουτσοδόντης ήταν πρόθυμος να μάς μιλήσει για τη συμβολή του μουσικού σχολείου στη μετέπειτα εξέλιξη των παιδιών, αλλά και να απαντήσει στις απορίες μας σχετικά με το πώς η μουσική μπαίνει πρακτικά σε προτεραιότητα σε ένα μουσικό σχολείο. Με τη μείωση ωρών από άλλα μαθήματα, όπως η τεχνολογία και τα θρησκευτικά γίνεται αυτό δυνατό, όπως μάς εξήγησε ο διευθυντής κι έπιασα τον εαυτό μου να σκέφτεται πόσο σημαντικά και ουσιαστικά μπορεί η μουσική να επιδράσει στην ολόπλευρη ανάπτυξη ενός παιδιού, στην κοινωνική του συμπεριφορά αλλά και σε πτυχές της προσωπικότητάς του, ακόμη κι αν αυτό δεν ακολουθήσει μία επαγγελματική σταδιοδρομία γύρω από τη μουσική.
Η σύντομη αυτή γεύση που πήρα από το πώς λειτουργεί ένα τέτοιο σχολείο στο νησί ήταν πραγματικά μία συνειδητοποίηση πως η πολυμορφία και η πολυπολιτισμικότητα χωρούν σε μια σχολική τάξη αρκεί να βρεθούν οι σωστοί άνθρωποι στις σωστές θέσεις. Και μάλιστα αυτή η εμπειρία σχετιζόταν και με έναν άλλο τρόπο με το Μουσικό Φεστιβάλ του νησιού: στη διαμόρφωση πολυπολιτισμικής συνείδησης – κάτι που θα μου γινόταν γνωστό λίγες ώρες μετά, στο live των Masaa…
Ώρα 21:00 και το Ομήρειο Πνευματικό Κέντρο στην κεντρική πλατεία του νησιού είναι κατάμεστο. Οι νησιώτες που όλα αυτά τα χρόνια έχουν αγαπήσει και στηρίζουν τη διοργάνωση με κάθε τρόπο, σχηματίζουν ουρές για να βρεθούν στο live των Masaa, ενός πρωτοποριακού πολυπολιτισμικού κουαρτέτου που ήρθε για να μάς συστήσει έναν φρέσκο και πρωτόγνωρο λυρικό ήχο με επιρροές από την κλασική, την ποπ και την έθνικ μουσική. Το ethno-jazz κουαρτέτο απαρτίζουν οι Rabih Lahoud, Marcus Rust, Reentko Dirks και Demian Kappenstein και διαθέτει κιθάρα, ντραμς και τρομπέτα, τα οποία «ντύνει» με την υπέροχη φωνή του ο Λιβανέζος Rabih.
Masaa στα αραβικά θα πει «συζήτηση που γίνεται το βράδυ», όταν πέφτουν οι ρυθμοί, η ένταση της ημέρας φεύγει μακριά κι έρχεται η στιγμή του αναστοχασμού και μια τέτοια «συζήτηση» είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε κι εμείς επί σκηνής, εκεί που η αραβική ποίηση συνάντησε τη σύγχρονη τζαζ και μάς χάρισε μία μοναδικά ατμοσφαιρική ethno-jazz εμπειρία. Ήταν η πρώτη φορά που άκουγα το συγκεκριμένο συγκρότημα, αλλά αυτή η μία φορά στάθηκε καθοριστική κι αν έπρεπε να προσθέσω σε αυτό το ταξίδι στη Χίο ένα soundtrack τότε αυτό δεν θα ήταν άλλο από το Herzlicht – φυσικά των Masaa!
Το δέσιμο και των 4 μουσικών επί σκηνής ήταν απίστευτο, η τόσο έντονη θεατρικότητά τους κάτι που σπάνια συναντάς, οι μουσικοί συνδυασμοί και η ευρηματικότητα στο παίξιμο ηχούσαν υπέροχοι στα αυτιά μου, ενώ υπήρχε διάχυτη μία παράξενη αρμονία που έφτανε στο σημείο να με συγκινεί βαθιά, ακόμη κι αν δεν γνώριζα την ερμηνεία των στίχων που ήταν στα αραβικά.
Από τις πιο δυνατές στιγμές της βραδιάς ήταν όταν οι μαθητές και παιδιά πρόσφυγες ανέβηκαν στη σκηνή και ένωσαν τις φωνές σε ένα πραγματικά υπέροχο αποτέλεσμα, γεμάτο ζεστασιά που έφτανε και στις πιο πίσω σειρές του Ομηρείου. «Νιώθω πραγματικά σαν στο σπίτι μου εδώ στη Χίο», εξομολογήθηκε ανάμεσα στα κομμάτια ο Rabih. «Και θέλω να μάθω ελληνικά». Και συνέχισε τονίζοντας το πιο σημαντικό, αυτό που εγώ κράτησα και θα θυμάμαι για πάντα από την εμπειρία αυτής της πρώτης ημέρας: «Εμείς είμαστε ένας Λιβανέζος και τρεις Γερμανοί, αλλά τι σημασία έχει; Αυτό που μάς ενώνει είναι η μουσική». Είναι πραγματικά φοβερό το πώς η μουσική έχει αυτή την ενωτική δύναμη και το πώς καταφέρνει να σου πει όλα όσα θέλει χωρίς να χρειάζεται να μιλάς τη «γλώσσα» της. Αυτή είναι και η μαγεία της…
Η βραδιά ολοκληρώθηκε με ποτάκι στο Kubrick, από τα πιο γνωστά μπαράκια της Χίου, με τους ανθρώπους του φεστιβάλ που είχαν πολύ ενδιαφέρουσες ιστορίες να μοιραστούν!
2η ημέρα: Ξενάγηση με άρωμα μαστίχας, τα Μεστά και οι άρτιοι Berlin Piano TrioΤο πρόγραμμα της δεύτερης ημέρας στο νησί ήταν πραγματικά γεμάτο και πολλά υποσχόμενο καθώς μάς περίμενε εξόρμηση στη Νότια Χίο για να γνωρίσουμε τα διάσημα Μαστιχοχώρια της. Το 2014 η μαστιχοκαλλιέργεια εγγράφηκε στους Διεθνείς Καταλόγους της Σύμβασης της UNESCO για τη Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας – μια σημαντική αναγνώριση για τα Μαστιχοχώρια και τους κατοίκους τους που συνιστούν ξεχωριστό και ιδιαίτερο πολιτισμικό στοιχείο, που συμπυκνώνει μία μακρά ιστορία παράδοσης, η οποία περνάει από γενιά σε γενιά. Οπότε και η πρώτη μας στάση δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από το Μουσείο Μαστίχας.
Εκεί ξεκινήσαμε από τον μαστιχώνα του μουσείου, όπου και συμμετείχαμε σε μια βιωματική δράση, μπαίνοντας «στα παπούτσια» ενός μαστιχοπαραγωγού και δοκιμάζοντας να κεντήσουμε τον σκίνο με παραδοσιακό τρόπο και εργαλεία. Η εμπειρία ήταν μοναδική και όταν δοκιμάσαμε αυτό το παγκοσμίως φήμης «δάκρυ» της μαστίχας απευθείας από το δέντρο, αυτό μάς γέμισε με το χαρακτηριστικό άρωμά του και την ιδιαίτερη γεύση του.
Στη συνέχεια επισκεφθήκαμε τη μόνιμη έκθεση του μουσείου που είναι αφιερωμένη στην μαστίχα και χωρίζεται σε τρία πολύ ενδιαφέροντα μέρη που έχουν να σου μάθουν πολλά γι’ αυτό το εμβληματικό προϊόν της Χίου, που αποτελεί κι ένα από τα αρχαιότερα μπαχαρικά στη Μεσόγειο.
Έπειτα, και μέσα σε μόλις λίγα λεπτά, φτάσαμε στα Μεστά, το πιο καλοδιατηρημένο Μεσαιωνικό χωριό της Χίου, που έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο μνημείο. Η πρώτη αίσθηση που σου δίνεται περπατώντας στα μικρά, γραφικά σοκάκια και κάτω από τις καμάρες που σχηματίζουν τα μπαλκόνια, είναι αυτή μιας άλλης εποχής, σαν να έχεις μπει σε μια χρονομηχανή και για λίγο έχεις χαθεί σε αυτό το σύντομο ταξίδι στον χρόνο.
Καθίσαμε στην πλατεία του χωριού και αφού απήλαυσα ιδιαίτερα τον αγαπημένο μου ελληνικό καφέ αρωματισμένο με μαστίχα, μπήκαμε όλοι μαζί στα αυτοκίνητα με κατεύθυνση προς τα νότια και το Λιμάνι των Μεστών, όπου και μάς χάρισε εκτός από μια πολύ όμορφη εικόνα της θάλασσας με τις πολύχρωμες βαρκούλες να αρμενίζουν κάτω από τον ήλιο, πεντανόστιμους Χιώτικους μεζέδες – μία εμπειρία που επίσης «ντύθηκε» μουσικά με τους ήχους από το μπουζούκι του Κώστα Παπαμιχαλάκη, του φιλόξενου ιδιοκτήτη της ταβέρνας δίπλα στο κύμα.
Ήμασταν πραγματικά πολύ τυχεροί σε όλη αυτή την ξενάγηση να έχουμε μαζί μας την Ρούλα Μπούρα, βασικό μέλος από την οργάνωση της παραγωγής του φεστιβάλ, η οποία πριν από μερικά χρόνια άφησε τη ζωή της πόλης για να βρεθεί μόνιμα στη Χίο και να γίνει μαστιχοπαραγωγός και ελαιοπαραγωγός, μια γυναίκα «έξω καρδιά» που λένε, μια γυναίκα που μάς έκανε να θέλουμε να επιστρέψουμε σύντομα στο νησί. Και πραγματικά είναι έμπνευση να γνωρίζεις τέτοιους ανθρώπους, φιλόξενους, ζεστούς, που είναι «Χιώτες» με όλη τη σημασία της λέξης, ακόμη κι αν δεν έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει εκεί. Κι αν ποτέ βρεθείτε στη Χίο θυμηθείτε να ρωτήσετε για τη Ρούλα. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην την γνωρίζει κάποιος στο νησί!
Μετά από μια τόσο γεμάτη ημέρα ήταν απαραίτητη λίγη ξεκούραση, λίγο πριν συναντηθούμε το βράδυ ξανά όλοι μαζί στο Ομήρειο, αυτή τη φορά για τους Berlin Piano Trio, ένα σύνολο που έχει λάβει διθυραμβικές κριτικές για τις δυναμικές εκτελέσεις του, αλλά και διεθνείς διακρίσεις και έκανε τώρα για πρώτη φορά, την εμφάνισή του στην Ελλάδα και τη Χίο. Το τρίο, αποτελείται από τον διακεκριμένο Γερμανό πιανίστα και μουσικό δωματίου Nikolaus Resa, τον Πολωνό βιρτουόζο στο βιολί και εξάρχων της Φιλαρμονικής του Βερολίνου Krzysztof Polonek και την πολυβραβευμένη Πολωνή τσελίστρια Katarzyna Polonek – τρεις διεθνώς καταξιωμένοι σολίστ με συχνές εμφανίσεις σε μερικές από τις σημαντικότερες ορχήστρες της Ευρώπης (Φιλαρμονική του Βερολίνου, Γερμανική Συμφωνική Ορχήστρα του Βερολίνου, Κρατική Ορχήστρα της Φρανκφούρτης, κ.α.), διεθνείς βραβεύσεις και ακαδημαϊκή δραστηριότητα.
Σχεδόν 1,5 ώρα κράτησε συνολικά η εμφάνισή τους στη σκηνή του Ομηρείου, με εμένα να πιάνω τον εαυτό μου να κλείνει τα μάτια του για να ακούσει κάτι διαφορετικό, κάτι που ηχούσε στα αυτιά μου απόλυτα άρτιο. Απολαυστικοί και δεξιοτέχνες, με ιδιαίτερη δυναμική και ήχο που σε ταξιδεύει από τις πρώτες κιόλας νότες, το trio μάς έκανε να χαθούμε για λίγη ώρα με ένα μουσικό «μενού» που περιλάμβανε έργα από τον πρώιμο γερμανικό ρομαντισμό, πιο φολκ επιλογές, αλλά και μια δική τους tango σύνθεση. Για λίγη ώρα ξεχνάς πως βρίσκεσαι εκεί, ξεχνάς μέχρι και να τραβήξεις έστω κι ένα μικρό βίντεο για να έχεις κάτι να θυμάσαι…«Μηχανές με ψυχή», χαρακτήρισε λίγο αργότερα το trio ο Λευτέρης Βενιάδης και δεν θα μπορούσα να μη συμφωνήσω περισσότερο.
Μια ακόμη μουσική βραδιά έκλεισε με φαγητό, κρασάκι, καλή παρέα και ρεμπέτικο στον «Βραδύποδα» στο Κάστρο της Χίου. Η εικόνα που δεν θα μου φύγει από το μυαλό από εκείνο το βράδυ είναι η στιγμή που οι τρεις μουσικοί του Berlin Piano Trio στέκονται όρθιοι μέσα στην ταβέρνα και παρακολουθούν με πραγματικό ενδιαφέρον την κομπανία των ντόπιων μουσικών που παίζουν το μπουζούκι τους καθισμένοι σε ένα τραπέζι – μια σκηνή που πάλι μου φέρνει στο μυαλό τον ενωτικό χαρακτήρα της μουσικής που αποδεικνύει επίσης πως κάθε ξεχωριστό είδος της μπορεί να έχει ένα κοινό νήμα.
3η ημέρα: Μανταρίνι, γιασεμί κι ένα υπέροχο σκηνικό στον ΚάμποΤο πρωί της τρίτης και τελευταίας ημέρας στο νησί μάς βρήκε στον Κάμπο, έναν οικισμό που βρίσκεται σε μια εύφορη πεδιάδα, κατάφυτη από περιβόλια με εσπεριδοειδή. Στη διαδρομή μέσα από το αμάξι και μπαίνοντας στον Κάμπο, αντικρίζεις τα μοναδικής ομορφιάς αρχοντικά με την υπέροχη αρχιτεκτονική, τις μεγαλοπρεπείς σκάλες, τους ζωγραφιστούς τοίχους, τις περίτεχνες αυλές και τους ευωδιαστούς κήπους και πραγματικά το όλο θέαμα μοιάζει με ονειρεμένο σκηνικό κάποιας ταινίας. Κατεβαίνουμε από τα αυτοκίνητα και αφήνουμε τις μυρωδιές του μανταρινιού και του γιασεμιού να μάς οδηγήσουν στον πολυχώρο Perivoli, για ένα τελευταίο καφεδάκι πριν αποχαιρετήσουμε το νησί.
Εκεί είχαμε την ευκαιρία να μοιραστούμε εντυπώσεις από την αίσθηση που μάς άφησε το φεστιβάλ, για τα σχήματα, για τους ντόπιους που ξεκίνησαν δειλά πριν από επτά χρόνια να έρχονται σε επαφή με το καινούριο, για τους καλλιτέχνες που έρχονται στη Χίο και επιστρέφουν σε αυτή για διακοπές και το πόσο ωφέλιμο είναι αυτό για το ίδιο το νησί και τους κατοίκους του. «Έχει αλλάξει η ποιότητα του τουρισμού και το κοινό του φεστιβάλ είναι πια πιο εκπαιδευμένο», σχολίασε η Όλγα Holdorff Μυριαγκού.
Οι εντυπώσεις που άφησε σε εμένα αυτό το ταξίδι – που αποδείχθηκε κάτι πολύ παραπάνω από μια δημοσιογραφική αποστολή – είναι κάτι παραπάνω από θετικές. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως θα επιστρέψω σύντομα στη Χίο για την οποία πήρα μία μικρή πρώτη γεύση αλλά πολύ ουσιαστική. Η απίστευτη φιλοξενία των ανθρώπων, η ενέργεια των χώρων, η όλη ατμόσφαιρα του νησιού γεμάτη μυρωδιές, χρώματα και μουσική είναι οι «εικόνες» που πήρα φεύγοντας και θα κρατήσω ανυπομονώντας να βρεθώ και σε κάποια μελλοντική, ίσως καλοκαιρινή εκδοχή του Φεστιβάλ Μουσικής για να βιώσω αυτή την ιδιαίτερη, πολυμορφική εμπειρία και σε εξωτερικούς χώρους.
Μείνετε ενημερωμένοι για όλες τις δράσεις του Φεστιβάλ Μουσικής Χίου στο chiosmusicfestival.gr.