MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
15
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΠΗΓΑΜΕ / ΕΙΔΑΜΕ

Hot or Not #53: Όσα μας άρεσαν και όσα μας «χάλασαν» αυτή την εβδομάδα

Η ομάδα του Monopoli κάνει έναν απολογισμό της εβδομάδας που πέρασε και συγκεντρώνει όλα όσα της τράβηξαν το ενδιαφέρον.

Monopoli Team | 05.03.2023

Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, πήγαμε θέατρο, ακούσαμε μουσική, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα και πολλά άλλα και θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!

(+) Όλα όσα μάς άρεσαν

(+) Ρέκβιεμ: Μια νέα παράσταση – ορόσημο για το «Άττις»

@Γιοχάνα Βέμπερ.

Με το χέρι στην καρδιά, μπορεί να πει κανείς πως ο Θεόδωρος Τερζόπουλος έχει αλλάξει. Κι όμως, ο διεθνούς κύρους και αναγνώρισης σκηνοθέτης, ο δημιουργός που, επί 40 χρόνια καθιέρωσε μια πρωτόγνωρη μεταμπρεχτική τελετουργία στο θέατρο και το οδήγησε σε μια νέα κατάσταση μεταδραματικότητας, έχει μετακινηθεί. Ίσως τον συναντάμε στην στιγμή της επαναλαμβανόμενης προσωπικής απώλειας. Ίσως είναι επηρεασμένος από την κοινωνική συνοχή που διαρκώς εκπίπτει. Πάντως, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος επανακάμπτει με το νέο του έργο στο ‘Αττις, το «Ρέκβιεμ» και σπαρακτικά πενθεί. Ποτέ πριν το συναίσθημα δεν είχε παρεισφρήσει τόσο έντονα και αδιαπραγμάτευτα σε σκηνοθεσία του· ακόμα και στις «Τρωάδες», ένα κατ’ εξοχήν έργου πένθους, το οποίο πρόσφατα είχε παρουσιάσει.

Το «Ρέκβιεμ» του, ένας φόρος τιμής στους εκλιπόντες – και δη τις εκλιπούσες των γυναικοκτονιών – είναι μια συνταρακτική κατάδυση στο χώρο των νεκρών. Εκείνες που είπαν «όχι» ψελλίζουν λέξεις μιας φρικαλέας μνήμης που πέρασε από την κοφτερή λόγχη – και οι λέξεις έγιναν αίμα. Παρόλα αυτά, ως πλάσματα του Κάτω Κόσμου, αντικρύζουν δέσμες ελαχίστου φωτός για να θυμηθούν την ιστορία τους και να την ξορκίσουν. Οι δύο σπουδαίες ηθοποιοί Αγλαΐα Παππά και Σοφία Χιλλ, σαν ιέρειες του Άδη, κουβαλούν ακόμα το φόβο του θύματος, αποτυπωμένο στα σώματα και στις εκφράσεις τους. H πρώτη τραγουδά σπαράγματα από τον ύμνο της ερωτικής προδοσίας του Ζακ Μπρελ «Ne me quitte pas» και η δεύτερη την μπαρόκ άρια «Music for a while» του Χένρι Πέρσελ δίνοντας ένα άλλο ύψος στη σημασία των λέξεων – θαρρείς κι έχουμε βουτήξει μαζί τους στο χαμό και το έρεβος. Πιστέψτε με, δεν είναι θεωρητικά αυτά τα λόγια, πόσο μάλλον σε ημέρες όπου το πένθος είναι συλλογικό κι αδήριτο.

Την ίδια ώρα, η ματιά του Θεόδωρου Τερζόπουλου ορίζεται, όπως πάντα από την απόλυτη αφαίρεση: Τα γλυπτά του αδερφού του Μπάμπη Τερζόπουλου φωτίζονται διακριτικά στην υπέροχη σκηνή της κορύφωσης και οι φωτισμοί έχουν το εκτυφλωτικό χρώμα της ανοιχτής πληγής. Όμως, εκείνο που στο τέλος – και με την πολύτιμη συμβολή της πρωτότυπης σύνθεσης του Παναγιώτη Βελιανίτη – επικρατεί είναι η λυτρωτική επίγευση για το πως ένα θεατρικό συμβάν (υψηλότατου επιπέδου) αποκτά τη ζωτικότητα ενός χυμώδους συναισθήματος με αποδέκτη τον σύγχρονο άνθρωπο. Είναι αυτό που ο ίδιος ο Τερζόπουλος ονομάζει «νέο ουμανισμό». Έτσι, το «Ρέκβιεμ» δεν είναι μόνο μια ακόμα σημαντική στιγμή για το ‘Αττις αλλά και για την ανθρώπινη κοινότητα που θα επικοινωνήσει μαζί του.
Στέλλα Χαραμή

(+) Το τραγούδι του Αχιλλέα, της Madeline Miller: Το βιβλίο-φαινόμενο των social media

Φωτογραφία: Ευδοκία Βαζούκη

Περίεργα ξεκίνησε αυτή η εβδομάδα και καθόλου αισιόδοξα δεν μπήκε τελικά αυτός ο πρώτος μήνας της Άνοιξης, οπότε μου ήταν αδύνατον να παρακολουθήσω κάποια παράσταση, για τις οποίες συνήθως γράφω μετά σε αυτήν εδώ τη στήλη. Όλη η εβδομάδα οπότε κύλησε με εμένα κλεισμένη στο σπίτι, να διαβάζω καλή (αλλά και μπόλικη κακή) ειδησεογραφία σχετικά με το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, που αποτελεί πια μία επιπλέον «μαύρη σελίδα» στην Ιστορία της χώρας μας. Στράφηκα λοιπόν για παρηγοριά, αν θες, στα βιβλία, που έχουν πάντα τη δύναμη να με κλείνουν σε έναν φανταστικό και ασφαλές μικρόκοσμο, που καμιά φορά έχεις ανάγκη να χωθείς για να προστατεύσεις κυρίως την ψυχική σου υγεία. Έτσι λοιπόν, στα μέσα της εβδομάδας βρέθηκα να κοιτάζω την βιβλιοθήκη μου και τις στοίβες με τα διαβασμένα και αδιάβαστα εδώ κι εκεί.

Το μάτι μου έπεσε τότε στο βιβλίο «Το τραγούδι του Αχιλλέα» της Madeline Miller, το οποίο είχα αγοράσει όταν πρωτοκυκλοφόρησε αλλά μετά όταν είδα όλον αυτόν τον ντόρο γι΄αυτό στα social media, κάπου το παράτησα. Το καλοκαίρι που μάς πέρασε έγινε μια πρώτη προσέγγιση που τελικά πάλι «ναυάγησε» και το βιβλίο έμεινε στη μέση και καταχωνιάστηκε παρέα με άλλα μισοτελειωμένα και αδιάβαστα. Ωστόσο, αποφάσισα να του δώσω αυτή τη φορά μία ευκαιρία και να το ολοκληρώσω. Εξερευνώντας την βαθύτερη σχέση δύο αρχετυπικών ηρώων, του Αχιλλέα και του Πατρόκλου, η Miller επιλέγει να φωτίσει με μια δική της, πιο φρέσκια ματιά, τον μύθο δίνοντας μια δική της εκδοχή σε ένα μέρος μόνο από τα περιστατικά που εμείς γνωρίζουμε από την Ιλιάδα. Βλέπουμε μέσα από τα δικά της μάτια μια διαφορετική οπτική στη σχέση ανάμεσα στους δύο ήρωες και τον έρωτα στην πιο αγνή μορφή του, μέσα από μια γεμάτη ευαισθησία και νεύρο ταυτόχρονα γραφή, αλλά και καταπληκτικές σκιαγραφήσεις χαρακτήρων, εκτός των δύο πρωταγωνιστών. Ένα βιβλίο που σου αφήνει στο τέλος μία πολύ γλυκιά γεύση, ένα βιβλίο ύμνος στην βαθιά και ανιδιοτελή αγάπη, που μπορεί σε σημεία να σε κάνει μέχρι και να δακρύσεις. Τον τόσο μεγάλο ντόρο των social media δεν τον κατάλαβα ποτέ βέβαια, αλλά σίγουρα αυτό το βιβλίο μού κράτησε μια καλή συντροφιά σε καιρούς που όλα γύρω είναι μαύρα…
Ευδοκία Βαζούκη

(+) Η αξία της θεατροποίησης της «Άκρας Ταπείνωσης» στο Θησείον

@Karol Jarek

Οι θεατές του θεάτρου έχουν πολλές φορές γίνει μάρτυρες της δυσκολίας που προκαλεί η σκηνική μεταφορά ενός βιβλίου. Και νομίζω πως στην περίπτωση της «’Ακρας Ταπείνωσης» της Ρέας Γαλανάκη σε σκηνοθεσία του Παντελή Φλατσούση είναι ορατές αρκετές από αυτές – ειδικά εκεί όπου το καθαρόαιμο αφηγηματικό θέατρο αποξενώνει από το έργο και η θέαση κουράζει. Αυτό δεν σημαίνει πως ο σκηνοθέτης δεν χρησιμοποίησε πλείστες τεχνικές (καθαρόαιμη πρόζα, live κινηματογράφιση, αφήγηση μέσω video, video με τη χρήση μικρών γλυπτών κ.α.) για να ζωντανέψει το κείμενο. Απεναντίας, η παράσταση συνδιαλέγεται, συχνά με φαντασία, με όλες τις new media επιλογές, χωρίς να επιλέξει τον ασφαλή δρόμο της ρεαλιστικής απόδοσης. Βεβαίως, το τελευταίο σενάριο θα ήταν ανέφικτο. Η ιστορία της Γαλανάκη περιστρέφεται γύρω από τα πρόσφατα γεγονότα της αστικής εξέγερσης στην Αθήνα, το βράδυ που κάηκε το ιστορικό σινεμά του Αττικόν (και όχι μόνο) με ηρωίδες, δύο γιαγιάδες: Δύο γυναίκες, πάσχουσες από άνοια και με παλιά αγωνιστική δράση κατά της Χούντας, το σκάνε από τον ξενώνα που μένουν και αίφνης βρίσκονται στη μέση των πυρών, εκεί όπου αναγνωρίζουν δικά τους πρόσωπα ανάμεσα στους αναρχικούς αλλά και τους ακροδεξιούς.

Συνεπώς, η μεταφορά του βιβλίου έχει έναν ακόμα βαθμό δυσκολίας: Να αναμετρηθεί κανείς με γεγονότα που έχει ζήσει. Με γεγονότα που θυμάται. Είναι αυτό το ρίσκο που παίρνει και κερδίζει η παράσταση – ίσως το σημαντικότερο όλων – γιατί αναγκάζει τον θεατή να σκεφτεί που βρισκόταν εκείνα τα μοιραία βράδια, άρα και ποια είναι η θέση του στην Ιστορία. Υπό αυτή την έννοια – και παρότι σκοντάφτει σε διάφορα άλλα σημεία – η ματιά του Παντελή Φλατσούση έχει ενδιαφέρον. Και σε κάνει να αναρωτιέσαι πόσο αναίμακτα κανείς παραιτείται από το δικαίωμα και το χρέος της μνήμης. Παίζουν η Δήμητρα Βλαγκοπούλου, ο Βαγγέλης Αμπατζής, ο Λάμπρος Γραμματικός και η Μαριάμ Ρουχάτζε.
Στέλλα Χαραμή

(-) Και κάτι που δεν μάς άρεσε

(-) Ο τηλεκανιβαλισμός δεν έχει όρια

Τα τελευταία μερικά 24ωρα τα συναισθήματά μας εναλλάσσονται από θλίψη σε οργή και από οργή σε θλίψη. Και δεν γίνεται αλλιώς, όχι μόνο γιατί χάθηκαν 57 ζωές, αλλά και γιατί αυτό το τραγικό γεγονός έγινε άλλη μία είδηση, που τα ΜΜΕ εκμεταλλεύονται για λίγη παραπάνω τηλεθέαση. Κινηματογραφική, συγκινητική ή γεμάτη σασπένς μουσική (ό,τι θεωρήσει πιο αρμόζον ο “σκηνοθέτης”), βαρύγδουποι τίτλοι, δήθεν ταραγμένες φωνές, θα έλεγες ότι βλέπεις άλλη μια σαπουνόπερα, αλλά όχι παρακολουθείς την “δημοσιογραφική” κάλυψη μίας πραγματικής τραγωδίας, που κόστισε τη ζωή σε δεκάδες συνανθρώπους μας. Βλέπεις πλάνα και ακούς λεπτομέρειες, που οι περισσότεροι από εμάς δεν μπορούμε να διαχειριστούμε ψυχολογικά, πόσω μάλλον να τα αναπαράγουμε. Όλα αυτά τα έχουμε συνηθίσει μάλλον – τι τραγική κι αυτή η διαπίστωση – εξάλλου μόλις πριν από λίγες εβδομάδες, η ίδια κάλυψη γινόταν και για τους σεισμούς στην Τουρκία και Συρία, με πλάνα που μόνο σεβασμό δεν έδειχναν στα χιλιάδες θύματα. Όσο και να έχεις συνηθίσει όμως, δεν γίνεται να μην εξοργίζεσαι, κάθε φορά που συνειδητοποιείς ότι δεν υπάρχουν όρια στον τηλε-κανιβαλισμό. Λίγα μόλις 24ωρα μετά το δυστύχημα, δημοσιογράφοι σχολιάζουν ότι ο θάνατος αυτών των ανθρώπων ήταν “θυσία” για να βελτιωθούν οι υποδομές στην Ελλάδα (!) ή ότι “ο θάνατός τους δεν πήγε εντελώς χαμένος”, αφού έτσι μπορεί η Ελλάδα να “αποκτήσει επιτέλους ξανά σιδηρόδρομο που να λειτουργεί καλά και ασφαλώς”. Λίγο αργότερα ακούς ότι “ο μηχανισμός λειτούργησε”, αφού πρώτα φυσικά ενημερωθείς για το πώς μπορεί η κυβέρνηση να “αντισταθμίσει το πολιτικό κόστος”. Και όταν δεν αντέχεις άλλο και κλείσεις την τηλεόραση, έχεις ήδη τραυματιστεί ψυχολογικά από την βιαιότητα και βαρβαρότητα που αντιμετωπίζεται αυτή (και κάθε) τραγωδία – και αν έχεις τραυματιστεί εσύ, δεν μπορείς να φανταστείς τι μπορεί να περνάει από το μυαλό κάποιου συγγενή, φίλου, ανθρώπου που έχασε εκεί κάποιον αγαπημένο του και είναι αναγκασμένος να έρχεται αντιμέτωπος με τέτοιες δηλώσεις…
Τατιάνα Γεωργακοπούλου

(-) Αυτός ο κόσμος (δεν) θα αλλάξει ποτέ;

Photo by Mike Labrum on Unsplash

Δύο τρένα συγκρούστηκαν, πάνω από 40 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και περισσότεροι από 300-επιβάτες που βγήκαν αλώβητοι ή ελαφρά τραυματισμένοι από θαύμα, άνθρωποι που η ζωή τους δε θα είναι ποτέ ξανά ίδια, γονείς που έχασαν τα παιδιά τους, παιδιά που έχασαν τους φίλους τους και άνθρωποι που ψάχνουν εναγωνίως ένα σημάδι από τους αγαπημένους τους που ακόμα αγνοούνται- άφησαν εκεί στα Τέμπη ένα κομμάτι της ψυχής τους. Και αυτό που αναρωτιέμαι αυτές τις μέρες είναι το γιατί. Γιατί να χάνονται τόσο άδικα ζωές; Γιατί να πρέπει να βασιζόμαστε σε θαύματα και ευχές για να φτάσουμε στον προορισμό μας; Γιατί να πρέπει να αγωνιούμε μέχρι να λάβουμε αλλά και να στείλουμε το πολυπόθητο μήνυμα “Έφτασα, όλα καλά”; Γιατί να πρέπει να γίνει κάτι τόσο ανείπωτο και τραγικό για να θυμηθούμε τις παθογένειες μίας κοινωνίας; Γιατί να ζούμε σε μία χώρα με απαρχαιωμένα και ακατάλληλα συστήματα και ακόμα πιο απαρχαιωμένα και ακατάλληλα μυαλά στις πιο καίριες θέσεις; Γιατί να φτάνουμε σε σημείο να φοβόμαστε μέχρι και από το σπίτι μας να βγούμε;

Και τελικά ένα πιο τρομακτικό ερώτημα γεννιέται. Πού νιώθει ολοκληρωτικά ασφαλής ένας Έλληνας σήμερα; Είμαι σίγουρη πως οι περισσότεροι σκεφτήκαμε πουθενά, και αυτό είναι πολύ ανησυχητικό, έτσι δεν είναι; Το μόνο παρήγορο σε τέτοιες στιγμές είναι η δύναμη ψυχής τόσο των ανθρώπων που μείναν πίσω, σχεδόν σίγουροι πως δε θα βρουν την ανακούφιση που ψάχνουν ποτέ, όσο και των ανθρώπων που παλεύουν τελικά για την αλλαγή αυτού του κόσμου και έσπευσαν να σταθούν μπροστά. Μπροστά, βοηθώντας όπου και όσο μπορούν, προσφέροντας την ανθρωπιά τους απλόχερα και φροντίζοντας να μοιραστεί το αβάσταχτο βάρος του πόνου που προκλήθηκε από ένα εγκληματικά ανθρώπινο λάθος μεν, αλλά και από μία ευθύνη που ούτε ξαφνικά προέκυψε ούτε ανήκει μόνο σε έναν.
Ειρήνη Μωραΐτη

(-) Όταν η ανθρώπινη οδύνη μετατρέπεται σε θέαμα

Δεν εκμεταλλευόμαστε τον ανθρώπινο πόνο για τηλεθέαση, πωλήσεις ή κλικς. Δεν εκμεταλλευόμαστε τον ανθρώπινο πόνο για κανέναν λόγο -τελεία. Θα περίμενε κανείς πως ο παραπάνω κανόνας είναι απαράβατος και ισχύει για όλους. Έτσι, λοιπόν, μετά τη σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη που στοίχισε τη ζωή σε 57 (μέχρι στιγμής) συνανθρώπους μας, ήλπιζα πως όλα τα ΜΜΕ –έστω και καθυστερημένα- θα στεκόντουσαν στο ύψος των περιστάσεων. Δυστυχώς, όμως, η πραγματικότητα με διέψευσε για ακόμη μια φορά με τον χειρότερο τρόπο. Και δεν θα είναι και η τελευταία βέβαια. Οι λόγοι πολλοί. Τους ανέπτυξε πιο πάνω η συνάδελφος Τατιάνα Γεωργακοπούλου εκτενώς. Εγώ θα σταθώ μόνο στο πώς μια «τραγωδία» μετατρέπεται σε θέαμα προς κατανάλωση.

Πληροφορίες για τη ζωή των θυμάτων -και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις αδιάκριτες- που δεν αφορούν κανέναν, ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για την κατάσταση στην οποία βρέθηκαν στον τόπο του δυστυχήματος, άρθρα τύπου «ποιο ήταν το τελευταίο story του θύματος στο Instagram», εκμετάλλευση της οδύνης των συγγενών και των φίλων για να αποσπάσουν την «είδηση» και ακόμα χειρότερα πλάνα και φωτογραφίες από τις κηδείες. Όλα αυτά χωρίς κανέναν σεβασμό ούτε στα θύματα ούτε φυσικά και στους ανθρώπους που τους θρηνούν. Τη θλίψη και την οργή για τις ζωές που χάθηκαν την αισθανθήκαμε όλοι μέσα μας. Και τα «σημεία» στα οποία θα έπρεπε να σταθούμε είναι το πως μπορούμε να φανούμε χρήσιμοι μετά από ένα τέτοιο τραγικό γεγονός και τι πρέπει να γίνει για να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά. Εκείνοι που έχασαν έναν δικό τους άνθρωπο, οι επιζώντες και ο περίγυρος τους, ακόμη και οι διασώστες που βρέθηκαν στον τόπο του δυστυχήματος βιώνουν ένα τρομερό ψυχικό τραύμα, ας μην κάνουμε τα πράγματα χειρότερα γι΄ αυτούς λοιπόν.
Αριστούλα Ζαχαρίου

Περισσότερα από Εκδηλώσεις