Η εβδομάδα δεν μπορούσε να ξεκινήσει με καλύτερο τρόπο αφού είχα την ευκαιρία να συναντήσω από κοντά έναν από τους πιο σημαντικούς ηθοποιούς του παγκόσμιου σινεμά. Ο Γουίλεμ Νταφόε βρέθηκε στην Αθήνα με αφορμή την πρεμιέρα της νέας ταινίας που πρωταγωνιστεί με τίτλο «Inside».
Πρόκειται για πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του Βασίλη Κατσούπη στην οποία ο Γουίλεμ Νταφόε ερμηνεύει έναν κλέφτη έργων τέχνης που εισβάλει σε ένα πολυτελές διαμέρισμα γεμάτο αυθεντικά έργα. Όταν ξαφνικά εγκλωβίζεται εκεί, χωρίς καμία επαφή με τον έξω κόσμο και, καθώς δεν μπορεί να ξεφύγει, προσπαθεί με κάθε τρόπο να επιβιώσει…
Στην συνέντευξη Τύπου που έγινε στο Ωδείο Αθηνών την περασμένη Δευτέρα, ο Γουίλεμ Νταφόε, ο σκηνοθέτης Βασίλης Κατσούπης και ο παραγωγός Γιώργος Καρναβάς, συνάντησαν τους Έλληνες δημοσιογράφους σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση, την οποία συντόνισε ο δημοσιογράφος και κριτικός κινηματογράφου, Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος, από την οποία σας μεταφέρουμε τα πιο σημαντικά σημεία.
Είναι χιλιοειπωμένο αλλά αν δεν μπορείς να βρεις γαλήνη μέσα σου, δεν μπορείς να την βρεις πουθενά αλλού. Μου αρέσει η ιδέα ότι ο ήρωας αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τον εαυτό του μέσα σε μια κατάσταση. Είναι ένας βάναυσος τρόπος βέβαια. Δεν είναι πως τρελαίνεται! Γιατί με ενοχλεί όταν ο κόσμος λέει «Τρελάθηκε τελείως!». Όχι, απλώς έψαξε μέσα του, πράγμα το οποίο πιθανότατα δεν είχε κάνει ποτέ.
Είναι αυτός και η φύση. Αρχικά αναζητά όσα αντιλαμβάνεται ότι θα τον κρατήσουν ζωντανό, τα πιο βασικά. Αλλά όταν η ελπίδα του χάνεται, αρχίζει να φτιάχνει κάτι. Φτιάχνοντας ένα σύμπαν για τον ίδιο, νομίζω ότι φτάνει σε μια συνειδητοποίηση ότι δεν το είχε νωρίτερα. Είναι μια πνευματική παρόρμηση, μια συνειδητοποίηση της σχέσης αυτού του κόσμου με τον αόρατο κόσμο. Είναι βάρβαρο αυτό που του συμβαίνει αλλά αξίζει. Είτε τα καταφέρει, είτε όχι, αυτό που του συνέβη είναι μια κατά κάποιο τρόπο μια νέα συνειδητοποίηση.
Για την προσέγγιση του ρόλουΞέρεις, σιχαίνεσαι τον εαυτό σου όταν είσαι μόνο εσύ. Κάποιες φορές ο ήρωας ήθελε να ψυχαγωγήσει τον εαυτό του, όπως το να τραγουδήσει, να πει ένα αστείο, να μαγειρέψει. Πολλά από αυτά προέκυψαν απλώς από το να βρίσκεται στον χώρο. Και χρειάζεται να εφεύρεις πράγματα μπροστά σε όλα τα εμπόδια που αντιμετωπίζεις. Κι αυτά μπορούσαν να βρεθούν μόνο την ίδια μέρα γιατί το σπίτι μας έλεγε τί να κάνουμε. Το γεγονός ότι ήμουν μόνο εγώ, μας έλεγε τί να κάνουμε.
Ο κόσμος λέει ότι ο αυτοσχεδιασμός σχετίζεται με τη δημιουργικότητα. Αλλά εμείς κάναμε αυτό που έβγαινε φυσικά. Το πώς χτίζεις μια ταινία και πώς σκοπεύεις να δουλέψεις είναι πολύ σημαντικό. Δεν χρειάζεται να ξέρεις τι σημαίνει κάθε τι ή που πηγαίνεις, αλλά πρέπει να ξέρεις τί χαρακτήρας είσαι, τί εξερευνάς. Και αυτό ήταν πολύ ξεκάθαρο σε αυτήν την περίπτωση.
Για τη μοναχικότητα του ρόλουΠολλοί με ρώτησαν εάν ένιωσα μόνος ή αν ένιωσα την ευθύνη του να είμαι ο μόνος χαρακτήρας. Το αστείο είναι ότι δεν ένιωσα καθόλου μόνος. Ναι, είμαι ο μόνος μπροστά από την κάμερα, αλλά ένιωσα πολύ συνδεδεμένος με το συνεργείο. Κανονικά μου αρέσει να συνεργάζομαι με όλες τις πλευρές αλλά εδώ έπρεπε να συνεργαστώ με το σκηνογραφικό τμήμα, τα props, τα κοστούμια, όλα. Γιατί θέλαμε να είναι κάτι προσωπικό. Κι έρχονταν σε μένα για κάθε μικρή λεπτομέρεια και ήμουν σε θέση να συμμετέχω κι εγώ και να επιλέγω κι αυτό δημιουργεί μια σχέση, μια ιστορία. Δεν είναι backstory, είναι μια έκφραση του ποιος είσαι σε αυτή την κατάσταση.
Για τον φόβο μπροστά σε έναν ρόλοΈχω πει όχι στο παρελθόν επειδή φοβήθηκα. Φοβήθηκα ότι θα ήταν κακές ταινίες! Αυτός είναι ο μεγαλύτερος φόβος μου. Γενικά ο φόβος είναι ένα αστείο πράγμα. Ας μιλήσουμε για αυτόν με όρους του αβέβαιου. Μερικές φορές δεν έχεις όλες τις πληροφορίες που χρειάζεσαι. Αλλά προσωπικά δεν έχω τον απόλυτο έλεγχο των πραγμάτων και δεν θέλω να γίνομαι εμμονικός με το τελικό αποτέλεσμα γιατί είμαι εδώ για να είμαι παρόν να κάνω αυτά τα πράγματα! Οπότε, προσπαθώ να είμαι ευχαριστημένος με το να ξέρω γιατί κάνω μια ταινία. Αν ξέρω το γιατί την κάνω και αν οι λόγοι είναι καλοί, τότε ακόμη κι αν δω ότι κάτι δεν λειτουργεί, θα ζήσω με αυτό.
Απλώς αποφεύγω καταστάσεις όπου δεν είμαι ειλικρινής προς τον εαυτό μου ως προς το γιατί θέλω να κάνω μια ταινία. Έχω κάνει πολλές ταινίες και κάθε φορά που ξεκινάω μια, σκέφτομαι «Πώς το κάνω αυτό;». Κάθε φορά είναι κάτι καινούργιο και ξεκινάς από την αρχή. Εμπλέκεται και λίγος φόβος, αλλά όταν βιώνεις τον φόβο για καιρό, μετά από λίγο είναι εντάξει, γίνεσαι άνετος με τον φόβο. Σε κινητοποιεί με έναν περίεργο τρόπο και αν έχεις ζήσει με φόβο για αρκετό καιρό, ξέρεις ότι μπορείς να επιβιώσεις.
Πιθανότατα ο πιο ισχυρός φόβος είναι αυτός της βεβαιότητας, το να ξέρεις τι είναι κάτι. Αυτό είναι που προσπαθώ να αποφύγω γιατί πάντα εκτιμώ το να πηγαίνω προς κάτι χωρίς να ξέρω τι είναι, να κάνω το αόρατο, διαθέσιμο. Μου αρέσει να δουλεύω από την πρωταρχική ανασφάλεια και μόλις δοθείς σε κάτι, αρχίζει να έχει έναν δικό του ρυθμό. Αν έχεις πίστη και συγκεντρώνεσαι στα αλήθεια, αν βρίσκεις μια σύνδεση και μια σχέση με τα υλικά και είσαι καλός με τον κόσμο, τότε είναι μονόδρομος!
Σ’ αυτη την ταινία υπάρχει μια πολύ ισχυρή αφηγηματική γραμμή στην οποία, οι άνθρωποι που χρειάζονται την αφήγηση, μπορούν να βασιστούν. Αλλά υπάρχουν και πολλές ερωτήσεις που θα προκύψουν, δημιουργείται μια συζήτηση. Οι πίνακες αρχίζουν να μιλάνε με διαφορετικό τρόπο. Οι πίνακες που όλοι τους βλέπουν ως πράγματα αξίας, παίρνουν μια διαφορετική αξία, μια διαφορετική φύση μόλις τους δεις μέσα από τα μάτια του ήρωα και αυτό το βρίσκω συναρπαστικό!
Για το εάν υπάρχουν μέσα στον ίδιο οι ρόλοι που έχει παίξειΓουίλεμ Νταφόε: Κάθε ρόλος χρειάζεται μια νέα προσέγγιση αλλά αυτό που είναι κοινό είναι μια συγκεκριμένη υποταγή στους κανόνες.
Οι χαρακτήρες αποκαλύπτονται μέσα από την προσωπική δέσμευση στις δράσεις. Σου δίνεται μια ξεκάθαρη κατάσταση και μετά τοποθετείς τον εαυτό σου σε αυτήν με τους δοσμένους κανόνες. Κάθε φορά χρειάζεται μια νέα προσέγγιση αλλά αυτό που είναι κοινό είναι μια συγκεκριμένη υποταγή στους κανόνες. Κι όταν αυτό τελειώνει, νομίζω πως ο χαρακτήρας πηγαίνει πάλι μέσα σου. Η κάμερα δεν είναι εκεί να τον βγάλει έξω. Κι εδώ που γυρίζαμε για 6 εβδομάδες, δεν είχα άλλη ζωή. Οπότε, αυτή η φανταστική ζωή αρχίζει να επιδρά πάνω σου, είναι απόλυτη εμβύθιση, όχι με έναν επιβεβλημένο τρόπο αλλά φυσικά. Αν γυρνάς στην ίδια κατάσταση ξανά και ξανά, έχεις την ικανότητα να πας πολύ βαθιά στον εαυτό σου και σε επηρεάζει.
Στην ταινία ξέραμε ότι δεν θέλαμε να δείξουμε το πέρασμα του χρόνου, πόσο καιρό είναι αυτός ο τύπος εκεί. Όταν βλέπεις την ταινία, θα σου έρθει αυτή η ερώτηση αλλά δεν είναι καθόλου σημαντικό! Και η αλήθεια είναι ότι το σώμα μου, μας είπε πόσο καιρό θα είναι εκεί, το μούσι μου μας το είπε, τα νύχια μου μας το είπαν. Γίνεται πολύ οργανικό. Δουλεύεις με ανθρώπους, γίνεσαι οικογένεια και προσπαθείς να φτιάξεις κάτι και αυτό μένει μαζί σου, σε επηρεάζει και θα είναι πάντα εκεί. Αν μάθεις κάτι, είναι δύσκολο να το ξε-μάθεις. Αν κάτι σου συμβεί και μάθεις κάτι και μπορείς να δεχτείς τι σου έμαθε, μένει μαζί σου για πάντα. Οπότε οι χαρακτήρες μένουν μαζί μου αλλά όχι όπως συχνά συζητιέται.
Βασίλης ΚατσούπηςΑυτή η ιδέα ήρθε από ένα ταξίδι στην Νέα Υόρκη. Έχουμε δει αυτά τα τεράστια κτίρια σε ταινίες αλλά όταν περπατάς εκεί είναι μια διαφορετική κατάσταση. Φαντάσου τί μπορεί να γίνει εάν είσαι εγκλωβισμένος σε ένα τέτοιο κτίριο. Μετά ήρθε η ιδέα του Ροβινσώνα Κρούσου και τον έβαλα σε μια μητρόπολη σαν τη Νέα Υόρκη. Θα είναι πιο βασανιστικό να βρίσκεται περιτριγυρισμένος από ζωή, από τον κόσμο που περνάει, να βλέπει κόσμο στα απέναντι κτίρια, θα έχει μεγαλύτερη μοναξιά. Χρειάστηκα, επίσης, έναν τρόπο για να ανοίξω έναν διάλογο μεταξύ του ήρωα και του απόντα ήρωα, που είναι ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος. Έπρεπε να δείξω τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά του. Μέσα από το design του σπιτιού αλλά κι από την συλλογή τέχνης, που κάπως σκιαγραφεί αυτόν, ο πρωταγωνιστής καταλαβαίνει την παρουσία του ιδιοκτήτη -και τον φαντάζεται βλέποντας το πορτραίτο του. Έτσι, ήρθε η τέχνη μέσα στην ταινία. Δεν ήθελα να γράψω εγώ το σενάριο. Πιστεύω ότι ο κάθε συντελεστής είναι ταλαντούχος στη δική του μορφή τέχνης. Αυτό που είχα ήταν ένα χρονοδιάγραμμα και ένα treatment για την ταινία. Ο Γιώργος βρήκε τον σεναριογράφο, Μπεν Χόπκινς, και ξεκινήσαμε να το δουλεύουμε μαζί και οι τρεις. Στα τελευταία draft μπήκε και ο Γουίλεμ με σημειώσεις και τα συζητούσαμε μέσω zoom. Ήταν, άλλωστε, ο χαρακτήρας κι έπρεπε να μπει και η δική του φωνή.
Για τους συνεργάτεςΒασίλης Κατσούπης: Δεν πιστεύω στον σκηνοθέτη- δικτάτορα.
Ένιωσα μια φοβερή υποστήριξη από πάρα πολύ κόσμο που αγκάλιασαν το πρότζεκτ κι έδωσαν τα πάντα. Και όταν γυρίζαμε, ήμασταν όλοι στο ίδιο μήκος. Είχα κόσμο που συνέχεια μου έδινε καλή ενέργεια, ιδέες και πράγματα που δεν περίμενα. Αυτή είναι η ομορφιά και η μαγεία του σινεμά. Είναι ένα είδος τέχνης που είναι συλλογικό κι αν το ανοίξεις αυτό στον κόσμο, γίνεται ακόμη πιο δυνατό. Εγώ δεν πιστεύω στον σκηνοθέτη- δικτάτορα, δηλαδή να γίνεται μόνο αυτό που θέλω να κάνω εγώ. Με το πείραμα που έκανα και που το άνοιξα στον κόσμο, νομίζω ότι κέρδισα πολλά πράγματα.
Για την ελευθερία στα γυρίσματαΉμασταν τυχεροί που γυρίζαμε σε χρονολογική σειρά -το οποίο ήταν αναπόφευκτο- κι αυτό μας έδωσε ελευθερία. Κάθε σκηνή που γυρίζαμε, την είχαμε από την πρώτη λήψη. Κάτι τέτοιο σε φέρνει σε δύσκολη θέση σαν σκηνοθέτη γιατί λες «Τι να κάνω τώρα;». Ήταν απίστευτο! Κι αυτό μας έδινε χρόνο να δοκιμάσουμε κι άλλα πράγματα. Μιλούσαμε με τον Δημήτρη Αποστόλου, τον Α’ βοηθό σκηνοθέτη -που χωρίς αυτόν ακόμη εκεί θα ήμασταν- κι έλεγε «Ναι, έχουμε χρόνο». Και μας έρχονταν ιδέες. Ο Γουίλεμ έλεγε «Σκέφτηκα μήπως έκανα αυτό, πάμε να το γυρίσουμε;». Ή αν πρότεινα εγώ μια δράση, δεν έλεγε ποτέ όχι. Ό,τι τρελό μπορούσα να σκεφτώ, ήθελε να το δοκιμάσουμε!
Για την Τέχνη στην ταινίαΒασίλης Κατσούπης: Οι πίνακες είναι αυθεντικές ρέπλικες από τα στούντιο των καλλιτεχνών.
Από την αρχή ήθελα η συλλογή έργων τέχνης να είναι αληθινή γιατί αν δεν ήταν, όλος ο κόσμος της τέχνης θα ήταν εναντίον μας. Αυτό έχει συμβεί σε μερικές ταινίες που δεν χρησιμοποιούν αληθινά έργα τέχνης ή χρησιμοποιούν lookalikes από τέχνη. Ήταν από τις πιο δύσκολες δουλειές της ταινίας. Ευτυχώς ο Γιώργος βρήκε τον επιμελητή έργων τέχνης, Leonardo Bigazzi, που μέσα σε 4 μήνες μπόρεσε και επικοινώνησε με όλους τους καλλιτέχνες για να τους πείσει. Το πιο εύκολο ήταν να έχουμε του Egon Schiele γιατί βρίσκονται σε κάποιο ινστιτούτο και κάνεις εύκολα μια συνεννόηση για να τους πάρεις, είναι open domain. Αλλά όταν θες ένα έργο του Maurizio Cattelan ή του David Horvitz, πρέπει πραγματικά να τους πείσεις αλλά αυτός το κατάφερε.
Οι πίνακες είναι αυθεντικές ρέπλικες από τα στούντιο των καλλιτεχνών. Επειδή καταστρέφονται, δεν μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε αυθεντικούς. Κάποιοι καλλιτέχνες ζήτησαν τα έργα αυτά πίσω κατεστραμμένα γιατί τα ήθελαν και κάποιοι ζήτησαν να καταστραφούν εντελώς. Χάρηκα πολύ που ο Γιώργος μας έφερε σε επαφή με τον Στέφανο Ρόκκο και μας έκανε τον βασικό πίνακα, την προσωπογραφία του ιδιοκτήτη. Θεώρησα, επίσης, μεγάλη τιμή που ο Francesco Clemente έκανε ένα έργο από αυτά που σώζει ο ήρωας. Έκανε για μας από την αρχή ένα έργο. Κι έχει κάνει μόνο για την ταινία «Great Expectations» του Alfonso Cuarón.
Για την τοιχογραφία που έφτιαξε ο Γουίλεμ ΝταφόεΤην βασική τοιχογραφία που φτιάχνει από την αρχή ο ήρωας, είναι σχέδιο του Γουίλεμ και είναι καταπληκτικό. Είχαμε επικοινωνήσει με έναν φίλο μας, street artist, κι έφτιαξε εκατοντάδες σχέδια αλλά δεν ήμουν σίγουρος εάν ήταν σωστά για αυτό που θέλαμε να κάνουμε. Και ένα βράδυ -πλησίαζε η προθεσμία για αυτό που έπρεπε να φτιαχτεί στον τοίχο- καθώς τρώμε, λέω στον Γουίλεμ ότι ακόμη δεν έχω πεισθεί ποιο σχέδιο να ακολουθήσω. Και μου λέει «Εντάξει, φέρε μου ένα κομμάτι χαρτί» κι άρχισε να σχεδιάζει και να μου εξηγεί τί σκεφτόταν για αυτή την τοιχογραφία. Και το βλέπω και λέω «Εντάξει αυτό είναι, δεν χρειάζεται να κάνω κάτι άλλο». Είναι εντελώς δικό του σχέδιο!
Για το άγχος της ολοκλήρωσης της ταινίαςΑν ήμουν ο Γουίλεμ δεν θα έπαιζα στην ταινία! Για αυτό θεωρώ ότι πήρε ένα τεράστιο ρίσκο. Κι αυτό το τεράστιο ρίσκο, έδωσε σε μένα μια τεράστια ευθύνη. Με τον Γουίλεμ συζητούσαμε, είχαμε μια επαφή, ήταν όλα καλά. Αρχίζει να χτίζεται κι αυτό το τεράστιο σκηνικό, το βλέπω και παθαίνω πλάκα. Και απλώς περίμενα ότι κάτι στραβό θα συμβεί και δεν θα γίνει η ταινία, μέχρι να έρθει ο Γουίλεμ στο σετ. Όταν ήρθε, τότε είπα «Οκ, θα την κάνουμε την ταινία». Κι ένιωσα τεράστια ανακούφιση όταν πήγαμε στη Ρώμη και του είχαμε στείλει να δει ένα από τα τελευταία cut. Tον περίμενα στο στούντιο να γράψουμε ήχο και το θυμάμαι σαν τώρα να κατεβαίνει τις σκάλες με ένα τεράστιο χαμόγελο και να μας λέει «Τα καταφέραμε παιδιά!». Εκείνη τη στιγμή με πήραν και λίγο τα κλάματα! Στον μόνο που ήθελα να αρέσει η ταινία είναι στον Γουίλεμ και δεν με ενδιέφερε για κανέναν άλλον. Και μετά φυσικά στους καλλιτέχνες που μας εμπιστεύτηκαν τα έργα τους. Δηλαδή, όταν αρχίσαμε να παίρνουμε κι από αυτούς θετικά σχόλια, τότε ησύχασα.
Για τον συμβολισμό στην ταινίαΔεν σκέφτηκα την ταινία βαθιά φιλοσοφικά, πιο πολύ ρεαλιστικά και οργανικά. Μπορείς, φυσικά, να την δεις συμβολικά. Μου αρέσει ο θεατής να γίνεται συμμέτοχος. Για αυτό και η ταινία δεν έχει twist, που κάλλιστα θα μπορούσε να έχει. Αν έβαζα twist, θα ήταν μια ιστορία, μια πλευρά που δεν μπορείς να την ξαναδείς. Προσωπικά μου αρέσει να φτιάξω κάτι που να δεις άλλα πράγματα κάθε φορά που το βλέπεις.
Γιώργος Καρναβάς Για το πώς προέκυψε η ταινία από την πλευρά της παραγωγήςΌλα ξεκίνησαν μέσα από την καλή μου σχέση με τον Βασίλη, είμαστε φίλοι χρόνια, μέσα και έξω από τη δουλειά. Όταν ήρθε και μου είπε την ιδέα, ειλικρινά δεν πίστευα ότι θα μπορέσουμε να κάνουμε αυτή την ταινία. Είναι ένα σινεμά που δεν το κάνουμε στη χώρα μας, ένα σινεμά είδους με στοιχεία θρίλερ ή ένα, θα το έλεγα, arthouse cinema. Ξέραμε με τον Βασίλη ότι το production value θα έπρεπε να είναι πολύ μεγάλο για τα ελληνικά δεδομένα και ότι έπρεπε να έχουμε έναν ηθοποιό ο οποίος θα πρέπει να κουβαλήσει όλο αυτό το οικοδόμημα για να έχει νόημα. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, περάσαμε πολλά στάδια για να καταλάβουμε τί ταινία θέλαμε να κάνουμε, πώς θα την κάνουμε, πώς θα την αναπτύξουμε στο σενάριο, πώς θα προσεγγίσουμε σωστά τον Γουίλεμ. Λειτούργησε πολύ!
Εκείνη την εποχή είχε έρθει πολύ κοντά μας ο Jim Stark, Αμερικάνος παραγωγός – υπήρξε παραγωγός του Jim Jarmusch. Μας είπε «Παρακολουθώ τι κάνετε στην Heretic, μου αρέσει πάρα πολύ. Άμα έχετε κάτι και θέλετε να σας βοηθήσω, είμαι εδώ για ό,τι θέλετε». Είχε πολύ καλές σχέσεις με τον Γουίλεμ. Το 2018 ο Γουίλεμ ήταν στο Φεστιβάλ Βενετίας και του έδωσα ένα πρωτόλειο draft. Mου έκανε φοβερή εντύπωση ότι το διάβασε μέσα στις επόμενες δέκα μέρες. Ξέρω τι σημαίνει για έναν ηθοποιό να είναι σε ένα Φεστιβάλ με ένα δύσκολο πρόγραμμα. Αντέδρασε πάρα πολύ και είπε ότι «Αυτό το πράγμα είναι για μένα, θέλω να μιλήσω με τους ανθρώπους». Και μετά συναντηθήκαμε στο Λονδίνο, τα είπαμε και μας πίστεψε.
Για το χτίσιμο της ιδέαςΈχεις μια πάρα πολύ απλή ιδέα που είναι ο ναυαγός στο νησί και λες θα τον βάλω στο κέντρο της πόλης κι αυτό διαφοροποιεί πάρα πολύ τα πράγματα. Βάζεις τον πλούτο μέσα στην ιστορία λόγω του διαμερίσματος και της συλλογής έργων τέχνης και αρχίζεις και συζητάς τί νόημα έχει η ύλη και τα πράγματα εάν δεν μπορείς να ικανοποιήσεις τις βασικές σου ανάγκες. Διάβασα πολύ κι έκανα πολλές συζητήσεις. Αρχίσαμε να «σκάβουμε» πρωταρχικούς μύθους του ανθρώπου, όπως η σπηλιά του Πλάτωνα. Προσπαθούσαμε να χτίσουμε μια πρωταρχική ιστορία, να μιλήσουμε για το ανθρώπινο είδος και να κάνουμε μια αφήγηση που παρά τους περιορισμούς με τον έναν ηθοποιό και τον λίγο διάλογο, να είναι πλούσια στα πράγματα που συμβαίνουν και στους συμβολισμούς των πραγμάτων. Είναι «φυτεμένα» πολλά πράγματα στο σενάριο, «φυτεύουμε» κάτι και μετά δίνεται μια άλλη δυνατότητα ανάγνωσης. Και στο τέλος να είναι τόσο -όσο ανοικτό με ένα θετικό πρόσημο κατά την άποψή μας.
Για την κατασκευή του στούντιοΌταν στήναμε το προτζεκτ, ξέραμε ότι στην Ελλάδα σαν χώρα θα είναι πολύ δύσκολο να το χτίσουμε γιατί ό,τι και να βρίσκαμε ήταν μικρό στο κομμάτι της χρηματοδότησης και, δεύτερον, το να πάμε στην Αμερική και να βρούμε διαμέρισμα να το διαλύσουμε, ήταν τρέλα! Οπότε το πράγμα «φώναζε» στούντιο! Μια από τις πολύ ωραίες ιστορίες της ταινίας είναι η γνωριμία μας με τον László Rajk -κι αυτόν μας τον γνώρισε ο Jim. Ο Rajk ήταν ένας διάσημος αρχιτέκτονας και production designer του «Son of Saul» και του «The Martian», ο οποίος όταν έμαθε για το προτζεκτ κατευθείαν ενδιαφέρθηκε. «Θέλω να σχεδιάσω όλο το διαμέρισμα, θέλω να σας βοηθήσω να το κάνετε σε στούντιο» και ξεκινήσαμε να το δουλεύουμε μαζί. Μας είχε πει και ότι θέλουμε ύψος -ψάχναμε το πιο ψηλό στούντιο στην κεντρική Ευρώπη. Δυστυχώς, ο László μετά από λίγο καιρό αρρώστησε και τον χάσαμε σε τρεις μήνες. Αλλά ήταν από τους ανθρώπους που μας άνοιξε τα μάτια και μας έδειξε πώς να το κάνουμε σε στούντιο και τί να προσέξουμε. Μας έλεγε ότι είναι φανταστική ταινία κι όταν έμαθε ότι έχουμε και τον Γουίλεμ, τρελάθηκε! Είχαμε πολλούς ανθρώπους που κατά τη διάρκεια της διαδρομής μας, ενθουσιάστηκαν με την ιδέα και ήθελαν πάρα πολύ να βοηθήσουν να γίνει.
Για τον Γουίλεμ ΝταφόεΓιώργος Καρναβάς: Ο Γουίλεμ ήρθε με μεγάλο σεβασμό προς όλους και μας έδειχνε κάθε μέρα ότι είμαστε μια ομάδα.
Θέλω να πω κάτι δημόσια που δεν του το έχω ξαναπεί. Ο τρόπος με τον οποίο τον είδα να υπάρχει σαν άνθρωπος στην συνεργασία μας, έφερε μια εργασιακή ηθική, την οποία την πήρε όλο το συνεργείο. Γιατί ήρθε με πάρα πολύ μεγάλο σεβασμό προς όλους τους συνεργάτες. Μας έδειχνε κάθε μέρα ότι είμαστε μια ομάδα. Και είχαμε ένα συνεργείο από 7 εθνικότητες. Είχαμε τον Γουίλεμ κάθε μέρα στο σετ- ώρες γραφείο, 9 το πρωί με 7 το βράδυ. Ο τρόπος με τον οποίο βλέπει τα πράγματα -αυτός είμαι, υπάρχω, το κάνω αυτό όσο καλύτερα μπορώ, θα πετύχω, δεν θα πετύχω, θα το δούμε αλλά το κάνω 100%- τους παρέσυρε όλους! Και έδινε ακομπλεξάριστα. Αυτό το πράγμα ήταν φοβερή συγκολλητική ουσία γιατί όλοι θέλαμε να μπούμε σε αυτό το κλίμα.
Η ταινία «Inside» του Βασίλη Κατσούπη κυκλοφορεί στουw κινηματογράφους την Πέμπτη 9 Μαρτίου από την Tulip.