MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
21
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Με την πένα του συγγραφέα: Άρης Αλεξανδρής, «Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα»

Συνομιλώντας με τον Άρη Αλεξανδρή ακολουθούμε, μέσα από τη δική του πένα, το λογοτεχνικό ταξίδι που τον οδήγησε στο μυθιστόρημα «Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα», το οποίο και μάς συστήνει.

Ειρήνη Μωραϊτη | 15.03.2023

Ο κόσμος της συγγραφής με κέρδισε από νωρίς σε όλες τις μορφές του,

παρότι έχω σπουδάσει στη Νομική. Με τον ίδιο απρόθυμο και μηχανικό τρόπο που σπουδάζουν και πολλά άλλα παιδιά βέβαια, τα οποία έχουν μυηθεί από νωρίς στο ανόητο δόγμα ότι αυτό πρέπει να κάνεις αν είσαι καλός μαθητής.

Δεν ήταν σωστή επιλογή αυτές οι σπουδές, αλλά θέλω να πιστεύω πως κάτι κέρδισα,

ίσως έναν ορθολογικό τρόπο σκέψης, δεν ξέρω. Με τίποτα δεν θα μπορούσα να γίνω δικηγόρος ούτε τότε, ούτε τώρα ούτε στο μέλλον. Θα ήμουν κακός στη δουλειά και δυστυχισμένος. Πάντως, τα νομικά κατά κάποιο τρόπο δεν σε εγκαταλείπουν ποτέ αν τα σπουδάσεις. Πάντα επιστρέφουν στο κεφάλι σου με διάφορες αφορμές και σε κάνουν να αναρωτιέσαι, να ψάχνεις, να αναλύεις.

Δεν θεωρώ ότι το χιούμορ και η σοβαρότητα είναι κατ’ ανάγκην αντίθετα ή διαφορετικά γνωρίσματα.

Βρίσκω πολύ σοβαρή υπόθεση το χιούμορ, ενώ θεωρώ τη σοβαρότητα κενή αν δεν περιέχει το χιούμορ και αυτό το σκεπτικό αντικατοπτρίζεται και στο μυθιστόρημά μου. Οπότε ναι, μου είναι απαραίτητα και τα δύο για να επιβιώσω, αν και ομολογώ πως όσο μεγαλώνω γελάω όλο και λιγότερο. Ή χάνω το χιούμορ μου ή ο κόσμος χάνει προοδευτικά την αστειότητά του.

Τον τίτλο του «Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα» τον είδα στον ύπνο μου ένα βράδυ του 2021,

τον σημείωσα, και τις επόμενες ημέρες «έσκασαν» στο μυαλό μου η ιδέα και η ιστορία. Μου συμβαίνουν πολλά ενδιαφέροντα πράγματα τις ώρες που ο εγκέφαλος ξεκουράζεται. Νομίζω ότι τα ερεθίσματα μπορεί και να είναι ετεροχρονισμένα, πάντως: κάτι που σου έκανε εντύπωση πριν από δέκα χρόνια μπορεί να βρει τον τρόπο και τον λόγο να εκφραστεί τώρα· αυτό ίσως φαίνεται τυχαίο εκ πρώτης όψεως, αλλά στην πραγματικότητα είναι προϊόν ωρίμασης, μιας διαδικασίας δηλαδή που συμβαίνει μέσα σου, ερήμην σου.

Τα πρόσωπα και οι καταστάσεις του μυθιστορήματος που αφορούν τα ΜΜΕ, είναι τόσο υπαρκτά όσο και φανταστικά.

Δεν θα μπορούσα να μην επηρεαστώ από ανθρώπους και περιβάλλοντα που έχω συναντήσει στα ελληνικά media, αλλά τα στοιχεία της προσωπικής εμπειρίας έχουν νομίζω απορροφηθεί από τη μυθοπλασία όσο πρέπει, ώστε το αποτέλεσμα να αντιπροσωπεύει την ιστορία και όχι τη ζωή μου.

Ο Ιγνάτιος είναι ένας άνθρωπος ασχημάτιστος.

Δεν επηρεάζεται απλώς από τον περίγυρό του, αλλά διαμορφώνεται από αυτόν. Οι γονείς του του προκαλούν νεύρα, ντροπή και υπαρξιακό άγχος· η Βιργινία τον χειραγωγεί πανεύκολα· η δουλειά τού φουσκώνει τα μυαλά και παίζει με την ηθική του· η Κορνηλία τον κάνει να νιώθει υποδεέστερος χωρίς να του κάνει τίποτα· η «Φρύδα» τού εξάπτει μια περιέργεια παραβιαστικού τύπου.

Το πρόβλημά του είναι η έλλειψη συγκρότησης·

είναι από τους ανθρώπους που πρέπει να τα χάσουν όλα για να βρουν τον πιο στοιχειώδη εαυτό τους. Αυτό που πήγε λάθος στη φιλία του με την Κορνηλία για παράδειγμα είναι ό,τι πάει λάθος με τις περισσότερες φιλίες αυτής της ηλικίας: αμοιβαία ανωριμότητα. Ο μεν Ιγνάτιος δεν κατάλαβε ποτέ τι σημαίνει σεβασμός στο όνειρο της φίλης του, η δε Κορνηλία δεν κατάλαβε ποτέ τι σημαίνει σεβασμός στην ανεπάρκεια του φίλου της.

Το μυθιστόρημα του Άρη Αλεξανδρή “Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Ιγνάτιος και Βιργινία. Μία σχέση που όσο ξαφνικά γεννήθηκε, τόσο ξαφνικά διαλύθηκε.

Ήταν όμως από την αρχή κάπως τοξική και ριψοκίνδυνη. Μου ασκούν μεγάλη έλξη αυτού του είδους οι σχέσεις, που είναι λίγο άνισες, λίγο καταδικασμένες εξαρχής, γιατί είμαι πεπεισμένος ότι δίνουν ηθικά μαθήματα που δεν μπορούμε να πάρουμε αλλιώς. Και αν μεγαλώσουμε σωστά, τις θυμόμαστε με αγάπη. Αυτό πιστεύω και για τον Ιγνάτιο. Η Βιργινία, από την άλλη, θεωρώ ότι θα τον ξεχάσει πανεύκολα τον Ιγνάτιο. Αυτή, το μάθημά της δεν το έχει πάρει ακόμη.

Κατανοώ την ανάγκη των νέων για απόλυτες κρίσεις και επιφανειακά συμπεράσματα

και βρίσκω χαριτωμένη την παιδικότητά τους. Η Κομοτηνή για παράδειγμα αντιπροσωπεύει τη φυλακή και η Αθήνα την ελευθερία. Επίσης, σε ένα πρώτο αλλά ισχυρό επίπεδο, αυτή η θεώρηση των πραγμάτων έχει κάποια βάση: ο Ιγνάτιος έχει λόγους να απεχθάνεται μια επαρχία που τον πνίγει και τον καταθλίβει, και, αντίστοιχα, δικαιολογείται να εξιδανικεύει την πόλη που τον έκανε να αισθανθεί για πρώτη φορά ελεύθερος. Θεώρησα, λοιπόν, επιβεβλημένο να εμφυσήσω στον Ιγνάτιο αυτόν τον μανιχαϊσμό, γιατί κι εμένα δεν μου είναι άγνωστος βιωματικά.

Πλέον δεν συμμερίζομαι τις απόψεις αυτές.

Είμαι πια πολύ «γέρος» για υπεραπλουστεύσεις, αλλά υπήρξε εποχή που έβλεπα την Αθήνα και την Κομοτηνή-τον τόπο που εγώ σπούδασα-με τον ίδιο ασπρόμαυρο τρόπο. Αυτός είναι, άλλωστε, και ο λόγος που όρισα την Κομοτηνή ως τόπο καταγωγής του: θεώρησα ότι θα ήταν ένα ενδιαφέρον πείραμα να μετατρέψω την -ξεθυμασμένη πλέον- οργή μου για τον τόπο αυτό σε μετεφηβικό σνομπάρισμα του Ιγνάτιου για τον τόπο καταγωγής του.

Ο Ιγνάτιος πάντως, κάνει στο μυθιστόρημα μια εξαιρετικά λανθασμένη επιλογή

που έχει πολύ άσχημα αποτελέσματα. Στην πράξη αυτή τον οδηγεί η στιγμιαία βλακεία, αλλά και η έλλειψη εξοικείωσης με την έννοια της συνέπειας. Οι επαρχιακές καταβολές του Ιγνάτιου τού στέρησαν τη δυνατότητα να βγει εγκαίρως στον κόσμο και να αντιληφθεί από κοντά ότι οι πράξεις έχουν κόστος, ένα κόστος που εκτείνεται πολύ πέρα από τους προβλέψιμους και μετρημένους δρόμους στους οποίους μεγάλωσε.

Έπειτα, το ίντερνετ δίνει και μια ψευδαίσθηση παντοδυναμίας και μη πραγματικού.

Συχνά, τυχαίνει να πράττουμε ψηφιακά και επειδή δεν βλέπουμε το αποτέλεσμα της πράξης μας νομίζουμε ότι δεν πράττουμε καθόλου. Η ανθρωποφαγία, αν και αποτελεί πολύ παλιό γνώρισμα των κοινωνιών, είναι με τη μορφή που εμφανίζεται στο βιβλίο συνέπεια της κουλτούρας βιασύνης και επιπολαιότητας που καλλιεργούν τα media και τα κοινωνικά δίκτυα. Προσωπικά, τη βρίσκω τρομακτική, όχι μόνο επειδή είναι όσο βίαιη είναι, αλλά κι επειδή αποβαίνει μάταιη και αντιπαραγωγική. Πολύ κακό για το τίποτα, δηλαδή.

Πιστεύω ότι γενικότερα το διαδίκτυο θέλει λεπτούς και ψύχραιμους χειρισμούς

για να παραμείνει εργαλείο του χρήστη και να μη μετατρέψει τον χρήστη σε εργαλείο (του διαδικτύου ή άλλων χρηστών). Το ίντερνετ είναι σπουδαίο πράγμα κι επειδή το θεωρούμε πλέον δεδομένο δεν εκτιμούμε αρκετά τη γνώση, την πληροφόρηση και τις αέναες δυνατότητες που μας παρέχει. Ωστόσο, εγκυμονεί τον κίνδυνο του εθισμού και της απώλειας επαφής με την πραγματικότητα. Όπως όλα τα ισχυρά μεγέθη στη ζωή εκφυλίζεται αν δεν το διαχειριζόμαστε με μέτρο και σύνεση.

Νομίζω ότι σε ένα υποθετικό μέλλον ο Ιγνάτιος θα ήταν εντελώς συμβατικός

και συμφιλιωμένος με τον εαυτό του. Μάλλον θα γινόταν από εκείνους τους ανθρώπους της επαρχίας που «ξέρουν καλά την Αθήνα» και όπου σταθούν κι όπου βρεθούν λένε την ιστορία τους – την οποία κανείς άλλος δεν βρίσκει ενδιαφέρουσα πέρα από αυτούς. Ποιος ξέρει, ίσως μια μέρα μού έρθει κάποια καλή ιδέα για τη συνέχειά του.

«Όταν σκέφτομαι ότι έχασα τα πάντα, λέω στον εαυτό μου πως ίσως ποτέ δεν είχα τίποτα»,

βλέπουμε τον Ιγνάτιο να λέει μέσα στο μυθιστόρημα. Αυτή η φράση είναι για μένα το απόσταγμα μιας θετικής συνθηκολόγησης με την ήττα, αλλά και η συνειδητοποίηση ότι πολλά από τα πράγματα που μας φαίνονται σπουδαία για ένα διάστημα αποδεικνύονται σχετικά ασήμαντα όταν το μυαλό μας ωριμάζει. Ακόμη και η φερόμενη ως ήττα. Είναι σίγουρα ένα coping mechanism αυτή η άποψη, αλλά δεν είναι τεχνητή, την πιστεύω βαθιά. Τα σημαντικά πράγματα δεν μας προδίδουν ποτέ.

Χαίρομαι πολύ όταν συνειδητοποιώ ότι κάποιος με διαβάζει για τους σωστούς λόγους

κι ότι το γράψιμό μου έχει το ποιοτικό αντίκρισμα που θέλω να έχει (το ποσοτικό αντίκρισμα, αν και εντυπωσιακό, συνήθως μου φαίνεται ύποπτο). Βέβαια, δε με θεωρώ επιτυχημένο και δεν είμαι ιδιαίτερα ενθουσιώδης σαν άνθρωπος.

Από τη διαδικασία συγγραφής του «Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα» πάντως,

κέρδισα την ικανοποίηση της σύλληψης και ολοκλήρωσης ενός πρωτότυπου έργου. Μπορεί να ακούγεται αστείο, αλλά αν νιώθεις τη σχετική ανάγκη, είναι από υπαρξιακή άποψη πολύ σημαντικό να την εκπληρώσεις. Ιδανικά, θα ήθελα οι αναγνώστες να αποκομίσουν μια ωραία ιστορία και να νιώσουν αυτό που νιώθω κι εγώ όταν διαβάζω κάτι που μου αρέσει· την αίσθηση «ωπ, κάτι σημαντικό συμβαίνει τώρα εδώ».

Η αλήθεια είναι πως η έμπνευση και η έκδοση αποτελούν δύο πολύ διαφορετικά στάδια.

Η έμπνευση εξαρτάται από τον συγγραφέα: άλλοι γράφουν εύκολα, άλλοι με το ζόρι, άλλοι περνάνε υπέροχα, άλλοι βασανίζονται. Η έκδοση, όμως, έχει να κάνει με την πρόσβαση που έχει ο καθένας στους εκδοτικούς οίκους – κι αυτό είναι θέμα δικτύωσης και τύχης. Σε ό,τι αφορά την έμπνευση, εμένα δεν μου ήρθε ούτε εύκολα ούτε δύσκολα· ήρθε στον χρόνο της, όταν δηλαδή ήμουν έτοιμος γι’ αυτήν. Στην έκδοση, όμως, δυσκολεύτηκα αρκετά.

Η έκδοση παρόλα αυτά δεν είναι αυτοσκοπός.

Για αυτό και συμβουλεύω τους επίδοξους συγγραφείς να γράφουν πρωτίστως για τον εαυτό τους και όχι για να εκδοθούν. Εφόσον βέβαια θέλουν να εκδοθούν, πρέπει να επιμείνουν πολύ σ’ αυτό και να είναι προετοιμασμένοι για αγώνα και για απόρριψη. Νομίζω ο Σάλιντζερ έλεγε ότι η έκδοση είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να συμβεί σε έναν συγγραφέα. Δεν συμφωνώ, αλλά καταλαβαίνω τι εννοούσε.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΜε την πένα του συγγραφέα: Ισίδωρος Ζουργός, “Περί της εαυτού ψυχής”12.09.2018

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Το μυθιστόρημα του Άρη Αλεξανδρή κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα
Σελίδες: 272
Τιμή: 12,96€

Περισσότερα από Βιβλία