Γλυπτά, ζωγραφικά έργα και σχέδια περιλαμβάνει η ατομική έκθεση με τίτλο «Orbital Objects» («Τροχιακά αντικείμενα») που παρουσιάζει ο Παντελής Χανδρής από την Πέμπτη 30 Μαρτίου στην Citronne Gallery της Αθήνας.
Στην εγκατάστασή του αυτή, ο Χανδρής κατασκευάζει μία εικαστική αφήγηση που λειτουργεί συνειρμικά. Πρόκειται για έναν κόσμο αντιθέσεων και αναφορών που διέπεται από νήματα τα οποία συνδέουν και νοηματοδοτούν τα επιμέρους έργα, αλλά ταυτόχρονα συνδέουν και την έκθεση αυτή με τις προηγούμενες και, τρόπον τινά, εισάγουν και αυτήν που θα ακολουθήσει – μολονότι η κάθε του έκθεση διαφέρει μορφολογικά από τις άλλες.
«Ιδιόμορφος πλανητικός κήπος»Η εγκατάσταση «Orbital Objects» αντανακλά μια συμπαντική αναφορά, σημειώνει η ιστορικός τέχνης Τατιάνα Σπινάρη-Πολλάλη, για «ένα Σύμπαν, όπου πλανάται ένα αίσθημα ωκεάνιο, το δέος του αγνώστου, του απείρου και του ασύλληπτου. Τα έργα, επομένως, εντάσσονται σε μια τροχιά, σε μια κίνηση που καταργεί τον χρόνο και επαναδιαπραγματεύεται την έννοια του παρόντος».
Σε αυτόν τον «ιδιόμορφο πλανητικό κήπο», όπως τον χαρακτηρίζει ο καλλιτέχνης, γλυπτά και ζωγραφικά έργα λειτουργούν σαν περιστρεφόμενα αντικείμενα. Η τροχιά τους κινείται γύρω από το κεντρικό γλυπτό της έκθεσης: μια λευκή, παγωμένη και ακίνητη φλόγα, η οποία παραπέμπει στην άσβεστη μεν, αλλά βουβή φλόγα των μνημείων και των αγαλμάτων. Τέσσερις ακόμη φλόγες-αναφορές αποτελούν τον συνδετικό ιστό με τα υπόλοιπα έργα. Αυτές είναι οι «φρυκτωρίες», δηλαδή ένα μέσον μετάδοσης μηνυμάτων, κατά το πρότυπο του αρχαίου πυρσού.
Ο Παντελής Χανδρής επισημαίνει ότι η έρευνά του για την ενότητα «Orbital Objects» στράφηκε «στη ζωγραφική με στόχο τη μελέτη των αποδόσεων της σκιάς σε έργα του Giorgio Morandi, του Francis Bacon και του Edvard Munch, αλλά και σε πίνακες που αναπαριστούν νεκρά ζώα τα οποία εμφανίζονται ως τρόπαια κυνηγιού (Otto Scholderer). Στην έρευνα αυτή προστέθηκε και μια σειρά αστρικών σωμάτων».
Ο ιστορικός τέχνης Χριστόφορος Μαρίνος σημειώνει στον κατάλογο της έκθεσης ότι «τα τροχιακά αντικείμενα του Χανδρή είναι έργα που κάθε χρονική στιγμή θα προσδιορίζονται διαφορετικά. Το χαρακτηριστικό τους είναι ότι εντυπώνονται βαθιά στο υποσυνείδητο και στη μνήμη σου. Δεν τα ξεχνάς. Και το κυριότερο: αλλάζουν τον τρόπο που βλέπεις τη φύση, μια νεκρή φύση, το τοπίο, αλλά και τα ίδια τα έργα τέχνης – και το τι μπορούν αυτά να προσφέρουν σε έναν θεατή…».
Ζεύγη αντιθέσεωνΟι θεματικές του καλλιτέχνη κινούνται ανά ζεύγη και αντιθέσεις: σκιά και φως· ζωγραφική απεικόνιση και γλυπτική φόρμα· κατακερματισμός και ανασύσταση· λευκό – μαύρο· μαλακό – σκληρό· παγωμένο – θερμό. Μια από αυτές τις θεματικές είναι και η σκιά, όχι μόνον σε αντίθεση με το φως, αλλά ως αυτοτελές στοιχείο, το οποίο λειτουργεί αυτόνομα και συγκροτεί ένα ξεχωριστό ον. Αυτή η αντίληψη είναι εμφανής στη «νεκρή φύση», όπου οι σκιές δεν αποτυπώνουν απλώς το ίχνος, αλλά υπάρχουν παραλλήλως με τα σώματα των νεκρών ζώων. Ο νεκρός λαγός, έμπνευση από το έργο τού Otto Scholderer, επανεμφανίζεται αυτούσιος, ως σώμα λευκό που κείτεται στο έδαφος-πάτωμα, ανάμεσα στα έργα. Το λευκό χρώμα τον συνδέει με τις λευκές φλόγες· η στάση του, όμως, είναι δυσπρόβλεπτη ανάμεσα στο είναι και το μη είναι.
Το Σύμπαν του Παντελή Χανδρή περικλείεται στον χώρο της γκαλερί, αλλά δεν εγκλωβίζεται. Τα όρια του βρίσκονται στους συνειρμούς, τις προσλήψεις, τις μνήμες και τις αναφορές του θεατή.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1963 και σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Έχει παρουσιάσει μέχρι τώρα 16 ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε πολλές ομαδικές, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Είναι διευθυντής του 10ου εργαστήριου ζωγραφικής της ΑΣΚΤ, όπου διδάσκει. Το 1992 κέρδισε το 1ο βραβείο του Ιδρύματος Γιάννη και Ζωής Σπυροπούλου και το 2010 τιμήθηκε με το βραβείο της AICA-Hellas για το έργο του «Ens Solum». Έργα του υπάρχουν στις συλλογές του ΕΜΣΤ, της Εθνικής Πινακοθήκης, της Εθνικής Γλυπτοθήκης, του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, καθώς και σε σημαντικές ιδιωτικές συλλογές της Ελλάδας και του εξωτερικού.