Ο Κεν Λόουτς. Ο Φατίχ Ακίν. Ο Εμίρ Κουστουρίτσα. Ο Κώστας Γαβράς. Όλοι οι σπουδαίοι διεθνείς κινηματογραφιστές καλούν την ελληνική πολιτεία να κηρύξει διατηρητέα τη χρήση των σινεμά Ιντεάλ, Άστορ και Ίριδας, η ύπαρξη των οποίων απειλείται από επενδυτικούς παράγοντες και την, κατά το σύνηθες, παντελή απουσία πολιτικής βούλησης.
«Θα απευθυνθώ στην υπουργό Πολιτισμό ζητώντας της να επιδείξει πολιτιστικό και κινηματογραφικό πατριωτισμό για να σώσει αυτά τα σινεμά» δήλωνε στο μαγνητοσκοπημένο μήνυμα του ο Κώστας Γαβράς. Προσθέτοντας την φωνή του σε αυτή του Φατίχ Ακίν που χαρακτήριζε «αμαρτία» (με την θρησκευτική έννοια) την καταστροφή τους, του Κεν Λόουτς που έκανε λόγο την «απώλεια ενός τμήματος της κουλτούρας της Αθήνας» και του Εμίρ Κουστουρίτσα που μιλούσε ανοιχτά για «έγκλημα ενάντια στον πολιτισμό». Η ‘επένδυση’ συνώνυμη της ισοπέδωσης των ιστορικών αυτών σινεμά έχει πλέον πάρει διεθνείς διαστάσεις, την ώρα που εντός Ελλάδος, όλη η εγχώρια κινηματογραφική κοινότητα – η οποία και συγκεντρώθηκε χθες το μεσημέρι στην αίθουσα του ‘Αστορ – βρίσκεται επί ποδός για να την εμποδίσει.
Μια σκανδαλώδης υπόθεσηΦυσικά, δεν είναι μόνοι. Η περασμένη Κυριακή ως μέρα καλέσματος και αντίδρασης κατά του αφανισμού των σινεμά συγκέντρωσε ατέλειωτες ουρές Αθηναίων στην πλατεία Κοραή, στο στοά του Άστορ, στα πεζοδρόμια του Ιντεάλ όπου καρτερικά 2.500 άνθρωποι κατέθεσαν την υπογραφή στήριξης τους και άλλοι 10.000 σε ψηφιακή μορφή. Οι κάτοικοι του κέντρου έχουν κι αυτοί εναντιωθεί στην σκανδαλώδη υπόθεση εξαφάνισης αιωνόβιων σινεμά, ιδιοκτήτης των οποίων είναι ο ΕΦΚΑ, αποφασισμένος να τα αξιοποιήσει κατά το δοκούν, ακυρώνοντας τη χρήση τους. Κι ενώ τα συναρμόδια υπουργεία Περιβάλλοντος – Ενέργειας και Πολιτισμού έχουν τη δυνατότητα να εμποδίσουν αυτήν την εξέλιξη, κηρύσσοντας διατηρητέα τη χρήση τους είτε κωλυσιεργούν, είτε αδιαφορούν επιδεικτικά.
Και οι δύο κινηματογράφοι έχουν περιέλθει στην ακίνητη περιουσία του ΕΦΚΑ, ο οποίος πλειοδοτεί για το μεν Ιντεάλ με σκοπό τη δημιουργία ξενοδοχείου· για το δε Άστορ με σκοπό την ‘αξιοποίηση’ με μικτές χρήσεις (και καταστήματα στο ισόγειο). Το Ιντεάλ στεγάζεται σε σύμπλεγμα κτιρίων που συστήνουν το Μέγαρο Σλίμαν (δημιουργία του Ερνέστου Τσίλερ). Κι ενώ περιστοιχίζεται από διατηρητέα κτήρια (Εθνικό Rex, Ελληνικό Ωδείο επί της Φειδίου, το εστιατόριο Ιντεάλ) είναι το μοναδικό που δεν έχει κηρυχθεί διατηρητέο. Με τη σειρά του, το Άστορ βρίσκεται στο υπόγειο διατηρητέου εκλεκτικιστικού κτιρίου (δημιουργία του αρχιτέκτονα Βασιλείου Τσαγρή, στη λίστα με τα σπουδαιότερα αθηναϊκά κτίρια του 20ου αιώνα σύμφωνα με το Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής) αλλά κινδυνεύει καθώς δεν προστατεύεται η χρήση του ως κινηματογράφου.
Διατηρητέα κατά χρήσηΩστόσο, η λειτουργία τους ως σινεμά – εκατονταετής για το Ιντεάλ και 70ετής για το Άστορ – τα τοποθετεί ως σημεία αναφοράς της ιστορικότητας και της πολιτιστικής συνοχής της πόλης, ενώ όπως εισηγούνται οι μισθωτές τους κ.κ. Γιώργος και Σπύρος Σπέντζος και Μπάμπης κα Ανδρέας Κονταράκης, αντίστοιχα πληρούν όλα τα κριτήρια για την προστασία της χρήσης τους. Αντ’ αυτού, το υπουργείο Περιβάλλοντος – κι ενώ έχει καταθέσει μια θετική αιτιολογική έκθεση για την προστασία τους – διαρκώς αναβάλλει την αναγκαία υπογραφή.
Την ίδια ώρα μετά από ένα μήνα σιωπής, το Υπουργείο Πολιτισμού εξέδωσε στις 30 Μαρτίου σχετική ανακοίνωση όπου παραδέχεται μεν ότι βάσει του ν. 4858/2021 είναι αρμόδιο για τον χαρακτηρισμό της χρήσης ακινήτου, αλλά διευκρίνιζε πως αυτό συμβαίνει «αποκλειστικά σε περίπτωση που το τελευταίο έχει χαρακτηρισθεί ως μνημείο, αρχαιολογικός χώρος ή ιστορικός τόπος». Και πως οι συγκεκριμένοι κινηματογράφοι, «Ιντεάλ» και «Αστορ», δεν πληρούν τις προϋποθέσεις. Οι ιδιοκτήτες των ιστορικών κινηματογράφων όχι μόνο αντιτείνουν πως πληρούν τα κριτήρια της κήρυξης, αλλά ισχυρίζονται πως «κάποιοι εμποδίζουν τους υπουργούς να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Ζητάμε τα αυτονόητα: Να παραμείνουν οι αίθουσες στις θέσεις τους και να κρατηθεί η πόλη ζωντανή» σημείωνε στη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου ο Μπάμπης Κονταράκης, χαρακτηρίζοντας τον ΕΦΚΑ «αναξιόπιστο», αναφορικά με τους χειρισμούς και τις δεσμεύσεις του απέναντι στο δημόσιο συμφέρον και τη δημόσια περιουσία.
Ο Δήμος Αθηναίων πανηγυρικά υπέρ της κήρυξηςΣτο μεταξύ, στο πλευρό των αιθουσαρχών και των αιτημάτων τους έχει σταθεί σύσσωμο και το Δημοτικό Συμβούλιο της Αθήνας. Σε παρέμβαση του, ο δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης που βρέθηκε στη συνέντευξη Τύπου δήλωσε πως το ζήτημα αυτό ξεπερνάει την διάσωση των ίδιων των σινεμά και αφορά στην πόλη. «Αν χαθούν οι κινηματογράφοι, η Αθήνα θα χάσει ένα κομμάτι της ψυχής της. Κι αυτό δεν το θέλουμε. Η δύναμη της πόλης είναι οι πολλαπλές χρήσεις και η αυθεντικότητα της. Ναι, θέλουμε την οικονομική ανάπτυξη. Θέλουμε τις επενδύσεις, θέλουμε τους επισκέπτες. Δε θέλουμε, όμως, να μετατραπούμε σε μία αρχαιοελληνική Disneyland. Δεν ανταγωνιζόμαστε το Ντουμπάι, ούτε θέλουμε μια πόλη απονευρωμένη και ερημοποιημένη. Θέλουμε μια πόλη φτιαγμένη για τον μόνιμο κάτοικο και για αυτό βρισκόμαστε σήμερα εδώ» τόνισε, παραπέμποντας στην ιστορική πρωτοβουλία της Μελίνας Μερκούρη, που υλοποιήθηκε τρία χρόνια μετά το θάνατο της: Να κηρυχθούν σε διατηρητέοι 47 θερινοί – κατά χρήση – κινηματογράφοι. Εκθέτοντας, έτσι, ξεκάθαρα την απροθυμία του υπουργείου Πολιτισμού και της Λίνας Μενδώνη να δείξει ανάλογη πολιτική βούληση και να διασώσει χρήσεις πολιτισμού διάρκειας ενός αιώνα. «Αν με ρωτήσετε ειλικρινά δεν με ενδιαφέρει αν το Ιντεάλ θα παραμείνει στην ιδιοκτησία της Σπέντζος. Εκείνο που με νοιάζει μόνο είναι να μείνει το Ιντεάλ στη θέση του» ξεσπούσε νωρίτερα ο Γιώργος Σπέντζος.
Να σημειωθεί πως επικριτική ήταν και η ανακοίνωση μερίδας των εργαζομένων του ΥΠΠΟ προς την υπουργό Λίνα Μενδώνη που υπενθύμιζαν πως μέσω της ίδιας νομοθετικής διάταξης – με την οποία σήμερα νίπτει τας χείρας της – έχουν κηρυχθεί με διατηρητέα χρήση τα θέατρα «Ολύμπια», «Μετροπόλιταν» και ο κινηματογράφος «Αλκυονίς» μόλις το 2019.
Η απειλή των Ιντεάλ και ‘Αστορ (αλλά και της Ίριδας, η οποία είναι αρμοδιότητα του υπουργείου Παιδείας) εκτός από ότι πρόκειται να αλλοιώσει την, ήδη πληγείσα, φυσιογνωμία του ιστορικού κέντρου της Αθήνας, έχει θορυβήσει και το σύνολο της ελληνικής κινηματογραφίας. Πρόκειται για δύο από τα ελάχιστα σινεμά του κέντρου και τα λιγοστά της αττικής επικράτειας που στηρίζουν τους Έλληνες σκηνοθέτες προβάλλοντας τις ταινίες τους. «Δίνουμε μάχη να κάνουμε ταινίες με επιχορηγήσεις 2.6 εκατομμυρίων ευρώ που μας παρέχει το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου. Αν προχωρήσει αυτός ο σχεδιασμός θα χρειαστεί να δώσουμε καινούργια μάχη για να βρούμε διανομή. Σινεμά της μίας αίθουσας, όπως το Ιντεάλ και το Άστορ λειτουργούν ως μια ελάχιστη δικλείδα ασφαλείας για τον ‘Ελληνα δημιουργό. Είναι ζωτικής σημασίας να έχουμε πρόσβαση στη μεγάλη οθόνη», τόνιζε ο σκηνοθέτης Ζαχαρίας Μαυροειδής από την Ακαδημία Κινηματογράφου ενώ οι παραγωγοί Αμάντα Λιβανού και Μαρία Δρανδάκη χαρακτήρισαν «αδιανόητη» (αυτή η λέξη ακούστηκε δεκάδες φορές χθες στην αίθουσα του Άστορ) «την ύπαρξη κινηματογραφικής παραγωγής χωρίς αίθουσες να την προβάλλουν». Θυμίζοντας δε, την φράση του στοχαστή του ελληνικού κινηματογράφου Βασίλη Ραφαηλίδη πως «η αισθητική είναι η ηθική του μέλλοντος».
Μαζί με την ελληνική παραγωγή απειλείται φυσικά και, κάθε είδους ανεξάρτητη παραγωγή, που βρίσκει φιλοξενία σε μικρές, αυτόνομες αίθουσες. Υπολογίζεται, όπως τόνισε ο Ανδρέας Κονταράκης, πως το 80% των εισιτηρίων που κόβονται σε ελληνικούς κινηματογράφους αφορούν σε προβολές blockbuster. Είναι σαφές, λοιπόν, πως μαζί με το ΄Αστορ και το Ιντεάλ κινδυνεύει ένα τεράστιο κινηματογραφικό οικοσύστημα, με το οποίο καμία πλατφόρμα και κανενός είδους streaming δεν μπορεί να φέρει σε επαφή τον θεατή. Και φυσικά απειλείται ο ίδιος ο θεατής, ο σινεφίλ, μια ακόμα ταυτότητα μέσα στο γενικότερο πνεύμα της μαζικής τουριστικοποίησης, αφού βλέπει να λιγοστεύουν τα κινηματογραφικά καταφύγια της κοινωνικής συνάθροισης. Μεταφέροντας την εμπειρία της Γαλλίας, ο Τεό Κουτσαύτης, διευθυντής του Γαλλόφωνου Φεστιβάλ, τόνισε πως η χώρα «διατηρεί ένα πλούσιο δίκτυο αιθουσών με σκοπό να εκπαιδεύει το κοινό και τις επόμενες γενιές για το τι σημαίνει σινεμά».
Παρόντες στην συνέντευξη Τύπου και με εισηγήσεις στο ίδιο πνεύμα ήταν και άλλοι πρόεδροι και εκπρόσωποι ενώσεων και σωματείων του κινηματογραφικού χώρου, όπως ο Τώνυ Λυκουρέσης της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών, ο Γιώργος Φουρτούνης της ΕΣΠΕΚ, ο Χρήστος Σκυλλάκος της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, ο Σπύρος Μπιμπίλας από το ΣΕΗ, ο Κώστας Σταματόπουλος της Ένωσης Δημιουργών Σκηνοθετών, ο Κωνσταντίνος Κεχαγιόγλου από την ΠΟΘΑ και η Ίλια Παπασπύρου από την Ένωση Ελληνικού Ντοκιμαντέρ.