Υβόννη, Πριγκίπισσα της Βουργουνδίας, του Βίτολντ Γκομπρόβιτς σε σκηνοθεσία Σοφίας Φιλιππίδου στο «μαγαζάκι της τ3χνης»
Το θεατρικό έργο του Πολωνού συγγραφέα Βίτολντ Γκομπρόβιτς «Υβόννη, Πριγκίπισσα της Βουργουνδίας» (1935) θα παρουσιάσει η Σοφία Φιλιππίδου, στο «μαγαζάκι της τ3χνης».
Το θεατρικό έργο του Πολωνού συγγραφέα Βίτολντ Γκομπρόβιτς, «Υβόννη, Πριγκίπισσα της Βουργουνδίας» (1935) θα παρουσιάσει η Σοφία Φιλιππίδου, η οποία υπογράφει τη σκηνοθεσία και την καλλιτεχνική επιμέλεια της θεατρικής δουλειάς. Η παράσταση, αποτέλεσμα του πολύμηνου εργαστηρίου της σκηνοθέτριας και καθηγήτριας υποκριτικής με τους ηθοποιούς, θα κάνει πρεμιέρα στις 6 Μαΐου στο «μαγαζάκι της τ3χνης» και θα παρουσιάζεται κάθε Σάββατο στις 21.15 και κάθε Κυριακή στις 18.15, μέχρι τις 18 Ιουνίου.
«Ανεβάσαμε το θεατρικό Υβόννη γιατί θεωρούμε πως είναι ένα πρωτότυπο έργο, προάγγελος του θεάτρου του Παραλόγου και εκτιμάμε πως η θεματική του όπως θα αναπτύξουμε παρακάτω έχει πολύ ενδιαφέρον σήμερα (γι’ αυτό εξ άλλου πληθαίνουν οι παραστάσεις με έργα του Γκομπρόβιτς σε όλο τον κόσμο)». – Σοφία Φιλιππίδου
Λίγα λόγια για το έργοΣτην πρώτη πράξη, ο Πρίγκηψ Φίλιππος μνηστεύεται την απωθητική Υβόννη γιατί αισθάνεται να θίγεται η αξιοπρέπεια του από την απαίσια όψη της κοπέλας. Καθώς είναι ελεύθερο πνεύμα δεν θα υποταχθεί στην φυσική αποστροφή που εμπνέει αυτό το χαλεπό πλάσμα. Ο βασιλιάς Ιγνάτιος και η Βασίλισσα Μαργαρίτα συναινούν στην μνηστεία του γιου τους, επειδή φοβούνται το σκάνδαλο με το οποίο τους απειλεί ο Φίλιππος στην περίπτωση που αρνηθούν.
Στην δεύτερη πράξη, η Υβόννη ερωτεύεται τον Πρίγκιπα. Αιφνιδιασμένος από αυτόν το έρωτα ο Πρίγκηψ αισθάνεται υποχρεωμένος να ανταποκριθεί αντρίκια και με ανθρωπιά. Θα ευχόταν να την αγαπήσει κι αυτός.
Στην τρίτη πράξη, η παρουσία της Υβόννης στην Αυλή δημιουργεί επιπλοκές. Οι αρραβώνες του Πρίγκιπα δίνουν λαβή σε χλευασμούς και κουτσομπολιά. Η σιωπή και η παθητικότητα της Υβόννης φέρνουν σε δύσκολη θέση την βασιλική οικογένεια. Η ασχήμια της προκαλεί επικίνδυνους συνειρμούς, γιατί θα έλεγε κανείς πως σ’ αυτήν βλέπει ο καθένας να καθρεπτίζονται τόσο οι δικές του ανεπάρκειες, όσο και των άλλων. Στην Αυλή εξαπλώνεται μια επιδημία νοσηρού γέλιου. Ο βασιλιάς ξαναθυμάται τις παλιές του αμαρτίες. Η βασίλισσα που κρατά μυστική την γραφομανία της, δεν μπορεί πια να κρύψει από τον εαυτό της την φρίκη που της προξενούν τα ίδια της τα ποιήματα: ανακαλύπτει ότι θυμίζουν την Υβόννη. Εξωφρενικές υποψίες έρχονται στην επιφάνεια. Η βλακεία κι ο παραλογισμός κερδίζουν έδαφος μέρα με την μέρα. Όλοι το νιώθουν, ο Πρίγκηψ το βλέπει κι αυτός καθαρά, αλλά δεν ξέρει πώς να το αντιμετωπίσει. Αισθάνεται παράλογος ο ίδιος σε σχέση με την Υβόννη. Πώς θα μπορούσε επομένως να υπερασπίσει τον εαυτό του; Νομίζει πως βρίσκει μια αποτελεσματική άμυνα: φιλά μπροστά στους άλλους μια κυρία της Αυλής και την μνηστεύεται, αφού προηγουμένως διαλύει τον αρραβώνα του με την Υβόννη. Ο πραγματικός χωρισμός όμως είναι αδύνατος: Ο Φίλιππος ξέρει πως η Υβόννη θα τον σκέφτεται πάντα και ότι θα φαντάζεται με τον τρόπο της, την ευτυχία του νεαρού ζεύγους. Η Υβόννη τον κρατά. Αποφασίζει να την σκοτώσει.
Στην τέταρτη πράξη, ο Βασιλιάς ο Αρχιθαλαμηπόλος, η Βασίλισσα και ο Πρίγκηψ επιχειρούν ο καθένας για λογαριασμό του να σκοτώσουν την Υβόννη. Η πράξη μοιάζει πολύ κουτή, πολύ παράλογη δεν υπάρχει τυπικός λόγος που να την δικαιώνει, αντιβαίνει όλες τις συμβάσεις. Η κτηνωδία, η αγριότητα, η βλακεία και ο παραλογισμός μεγαλώνουν συνεχώς. Ακολουθώντας την συμβουλή του Αρχιθαλαμηπόλου αποφασίζουν να οργανώσουν τον φόνο διατηρώντας όλα τα εξωτερικά γνωρίσματα του μεγαλείου, της κομψότητας και της ανωτερότητας. Θα είναι φόνος «εκ των άνω» και όχι «εκ των κάτω». Το εγχείρημα ευοδώνεται. Η βασιλική οικογένεια ξαναβρίσκει την γαλήνη.
Ο μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος και θεατρικός συγγραφέας Βίτολντ Γκoμπρόβιτς γεννήθηκε το 1904 στην Πολωνία. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας και φιλοσοφία και οικονομικά στο Παρίσι. Το 1933 δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων. Αναμνήσεις μιας εποχής ανωριμότητας και τέσσερα χρόνια μετά το μυθιστόρημα του “Φερντυντούρκε’, όπου επεξεργάζεται μοτίβα της ανωριμότητας και της νεότητας, τα οποία θα τον απασχολήσουν και στα επόμενα έργα του. Το βιβλίο δίχασε κριτικούς και κοινό αλλά απέκτησε θερμούς θαυμαστές όπως ο συγγραφέας Μπρούνο Σουλτς. Το 1938 εξέδωσε το πρώτο του θεατρικό έργο το γκροτέσκο δράμα (τραγικωμωδία) Υβόννη, Πριγκίπισσα της Βουργουνδίας. Λίγο αργότερα με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου αυτοεξορίστηκε στην Αργεντινή.Το έργο του θεωρήθηκε από το μεταπολεμικό καθεστώς σκανδαλώδες και ανατρεπτικό και για σαράντα χρόνια ήταν απαγορευμένο. Η διεθνής φήμη ήρθε την δεκαετία του 1960 όταν εκδόθηκαν στον Παρίσι πολλά από τα έργα του (Πορνογραφία, Κόσμος, Υπερατλαντικός, Ημερολόγιο) και παρουσιάστηκαν από σκηνής τα θεατρικά του “Ο Γάμος” (γραμμένο το 1946 στην Αργεντινή) και η Οπερέτα με θέμα την ιστορία της επανάστασης του 20ού αιώνα. Ο Γκομπρόβιτς επέστρεψε στην Ευρώπη το 1963 και εγκαταστάθηκε στην Γαλλική Ριβιέρα. Το 1968 ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Πέθανε το 1969 καταλείποντας ένα ιδιαίτερα πρωτότυπο και βαθύ έργο, που τον καθιστά έναν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς του 20ού αιώνα.
Σκηνοθετικό σημείωμα“Οραματιστήκαμε μια σύγχρονη παράσταση ανεβασμένη με πίστη στο έργο και αγάπη στον συγγραφέα, ο οποίος στο έργο του “Η διαθήκη” γράφει: «η βωβή, φοβισμένη παρουσία των αναρίθμητων ελαττωμάτων της Υβόννης αποκαλύπτει στον καθένα τις δικές του ατέλειες, τις δικές του διαστροφές, την δική του βρομιά …η αυλή δεν αργεί να γίνει ένα εκκολαπτήριο τεράτων. Και κάθε τέρας ονειρεύεται να σκοτώσει την Υβόννη. Τελικά η αυλή κινεί όλη της την μεγαλοπρέπεια την ανωτερότητα και την λάμψη της και με υψηλοφροσύνη τη δολοφονεί». Θέλουμε στο έργο μας να λάμψει η οξύνοια και το χιούμορ του συγγραφέα και γι’ αυτό κινηθήκαμε και εμείς όπως και εκείνος, με εμπιστοσύνη στην διαίσθηση μας. Επιδιώκουμε να εξάψουμε το ενδιαφέρον του θεατή, να τον αιφνιδιάσουμε, να τον καταπλήξουμε, όχι μόνο με τις εσκεμμένα παραδοξολογικές και προκλητικές σκηνές του έργου, αλλά περισσότερο μέσω της αυτοπεποίθησης μας: ότι εμείς, ακόμη και στις χειρότερές μας στιγμές, δεν εγκαταλείψαμε το πάθος για δημιουργία, είχαμε άσβεστη αγάπη για ζωή, δίψα για παιχνίδι και χαρά και εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και στο έργο μας. Σκηνοθετικά κινηθήκαμε στο δύσκολο χώρο της παρωδίας που σχοινοβατεί στο τεντωμένο σχοινί της κωμωδίας και της τραγωδίας και καταφύγαμε σε όλα τα είδη θεάτρου -από τον ποιητικό ρεαλισμό μέχρι την μπρεχτική αποστασιοποίηση με στόχο να δώσουμε στην Μορφή (εδώ την μορφή της παράστασης) τα χαρακτηριστικά που της προσδίδει ο Γκομπρόβιτς: «και φοβάμαι την Μορφή σαν να ήταν άγριο θηρίο», λέει ο ίδιος στην Διαθήκη του. Κατά τον ίδιο η Μορφή διακατέχεται από δημιουργική μανία, είναι γεμάτη ιδιοτροπίες και διαστροφές, ιζήματα και διαλύματα, ζεύγματα και διαζεύγματα. Δεν είναι σκέτος φορμαλισμός όπως τον γνωρίσαμε μέσα από μεταμοντέρνες παραστάσεις, όπου παραμερίζεται ο παράγοντας άνθρωπος. Στον Γκομπρόβιτς η Μορφή εξισορροπείται από ανθρωπισμό, δηλαδή από το ανθρώπινο στοιχείο, από τον ανθρώπινο πόνο, την ποίηση, το πάθος, την υψηλή τέχνη. Το έργο του είναι καινούργιο, πρωτότυπο άφθαρτο ο ίδιος ισχυρίζεται πως είναι ένας γελωτοποιός, ακροβάτης προβοκάτορας: «εγώ είμαι τσίρκο, λυρισμός, ποίηση, τρόμος, καβγάς, παιχνίδια τι άλλο θέλετε»; Ο Γκομπρόβιτς υπάρχει και ζει μέσα στο έργο του: Διάφοροι πιθανοί εαυτοί, πτυχές που μπορούσε ναενσαρκώσει μόνο μέσα από το όνειρο της θεατρικής δημιουργίας, απραγματοποίητες μορφές του εαυτού του, μια ανάγκη υπαρξιακού αυτοπροσδιορισμού. Στην Υβόννη για παράδειγμα, ερεύνησε την δική του ικανότητα για αναισθησία. Κατά την διάρκεια της τριακονταετούς εξορίας του από τον εργασιακό κόσμο του θεάτρου, δημιούργησε με την φαντασία του μια μοναδική μονοπρόσωπη εταιρεία ρεπερτορίου, της οποίας το κοινό ήταν γενικά ο ίδιος. Με την ίδια λογική, είναι δίκαιο να πούμε ότι σήμερα κάπου στον κόσμο ένας από τους εαυτούς του εμφανίζεται σχεδόν πάντα στην σκηνή και εμείς μέσα απ’ αυτόν, μέσα σε όλους του τους ρόλους της παράστασης.”
Σοφία Φιλιππίδου