MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Πώς θεραπεύεται το υποβαθμισμένο ελληνικό χορευτικό τοπίο;

Μια συζήτηση με εκπροσώπους της ελληνικής χορευτικής κοινότητας για το οξύμωρο σχήμα ενός διεθνώς διακεκριμένου κλάδου και μιας επίμονης εγχώριας απαξίωσης.

Στέλλα Χαραμή | 28.04.2023 Φωτογραφία εξωφύλλου: Αhmad Οdeh/Unsplash

Ακόμα και στη διάρκεια των τεταμένων μηνών που προηγήθηκαν για τον πολιτισμό, ο χορός παρέμεινε υποφωτισμένος κάτω από την ομπρέλα των παραστατικών τεχνών. Κι αυτό είναι ένα χρόνιο, αθεράπευτο σύμπτωμα που βασανίζει την ελληνική χορευτική σκηνή, παρά τις (χωρίς καμία κρατική στήριξη) σημαντικές διακρίσεις του ανθρώπινου δυναμικού του στην Ευρώπη και τον κόσμο. Το σχήμα είναι, δίχως αμφιβολία, οξύμωρο.

Μίνα Ανανιάδου: Ο σύγχρονος χορός σαμποτάρεται

Υποφωτισμένος χορός σημαίνει κατάφορα παραγκωνισμένος. Η μοναδική τέχνη (μαζί με τη νέα γενιά του ελληνικού σινεμά) που διαδίδεται στο εξωτερικό με βραβεία, φεστιβαλικές παρουσίες και σημαντικές συνεργασίες με κορυφαία θέατρα της Ευρώπης, στην έδρα της παραμένει σχεδόν αόρατη. «Ο σύγχρονος χορός σαμποτάρεται. Έχουμε φύγει από το πεδίο της απαξίωσης κι έχουμε περάσει σε αυτό της στοχευμένης υποβάθμισης», καταγγέλλει η πρόεδρος του ΣΕΧΩΧΟ (Σωματείο Εργαζομένων στο χώρο του Χορού), Μίνα Ανανιάδου.

Η πρόεδρος του ΣΕΧΩΧΟ Μίνα Ανανιάδου.

Τελειωτικό χτύπημα από το ΥΠΠΟ

Τον περασμένο Ιούλιο το ΥΠΠΟ ανακοίνωνε τις επιχορηγήσεις σε εκδηλώσεις χορού με προϋπολογισμό μειωμένο κατά 60% από αυτόν της περιόδου 2021-2022, περιορίζοντας το διατιθέμενο ποσό στις 400.000 ευρώ. Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι με την χορευτική κοινότητα να εκφράζει σύσσωμη την αγανάκτηση της – τελικά ως φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Οι χαμηλότατες επιχορηγήσεις έρχονταν να προστεθούν σε μια μακρά λίστα ανοιχτών ζητημάτων για τον χορό, ανατροφοδοτώντας τις διεκδικήσεις της κοινότητας για μια ισότιμη μεταχείριση.

Χαρά Κότσαλη:Το κράτος λειτουργεί ως επιχειρηματίας κι όχι ως αρωγός της τέχνης μας με την αίσθηση πως ο χορός δεν είναι ανταποδοτικός

Όπως σημειώνει η χορεύτρια, χορογράφος και εκπρόσωπος της ΣΕΧΩΧΟ στην ΠΟΘΑ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος και Ακροάματος) Χαρά Κότσαλη οι χορευτές και οι χορεύτριες στην Ελλάδα εργάζονται επί μακρόν «χωρίς κλαδική σύμβαση, αφήνοντας μας εργασιακά απροστάτευτους. Κι αυτό έρχεται σε συνέχεια της γενικότερης μειωμένης πίττας για τον κόσμο του χορού. Τι σημαίνει αυτό; Μετά την σοκαριστική μείωση των επιχορηγήσεων μας, καλούμαστε να πορευτούμε με τις ελάχιστες διεξόδους εργασίας: Οι φεστιβαλικές διοργανώσεις δεν υπόκεινται σε έναν καταστατικό περιορισμό που να ορίζει την ποσόστωση του χορού στο πρόγραμμα τους και τελικά την ποσόστωση των Ελλήνων καλλιτεχνών. Δεν έχουμε μια σταθερή παρουσία στον προγραμματισμό των κρατικών σκηνών των εποπτευόμενων φορέων. Το Φεστιβάλ Αθηνών και το Φεστιβάλ Καλαμάτας έχουν ολοένα και λιγότερο ελληνικό χορό στο πρόγραμμα τους ή συμμετέχουν ομάδες οι οποίες έχουν ήδη πάρει επιχορήγηση από το υπουργείο. Η Εθνική Λυρική Σκηνή είναι στραμμένη, κατά κύριο, λόγο στο μπαλέτο, ενώ το Εθνικό Θέατρο δεν μπορεί να συμπεριλάβει χορό στο ρεπερτόριο του γιατί προσκρούει στην χαμηλή του επιχορήγηση. Την ίδια ώρα, ελάχιστοι δήμοι οργανώνουν εκπαιδευτικές δραστηριότητες για να απορροφήσουν χορευτές ως δασκάλους. Όπου κι αν κοιτάξουμε, λοιπόν, διαπιστώνεται έλλειμμα πολιτικής βούλησης για να στηριχτεί ο χορός. Το κράτος λειτουργεί ως επιχειρηματίας κι όχι ως αρωγός της τέχνης μας με την αίσθηση πως ο χορός δεν είναι ανταποδοτικός. Παραμένουμε, κατά συνέπεια, ‘εγκλωβισμένοι’ μεταξύ κρατικών φορέων και κάποιων ιδρυμάτων (όπως η Στέγη) με ελάχιστες ευκαιρίες που κι αυτές δίνονται χωρίς να γίνονται ακροάσεις. Ως αποτέλεσμα πολλοί χορευτές οδηγούνται στην ανεργία, εγκαταλείπουν ή δεν ασκούν καθόλου το χορό» εξηγεί.

“Μετά την σοκαριστική μείωση των επιχορηγήσεων μας, καλούμαστε να πορευτούμε με τις ελάχιστες διεξόδους εργασίας” καταγγέλει η χορεύτρια και χορογράφος Χαρά Κότσαλη. @Ελίνα Γιουνανλή.

Αίτημα για Στέγη Χορού

Πλάι στα σοβαρά εργασιακά προβλήματα, η Χαρά Κότσαλη προσθέτει το πάγιο αίτημα του κλάδου για την ίδρυση μιας Στέγης Χορού που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως σημείο αναφοράς για πρόβες και παραστάσεις της χορευτικής κοινότητας, χωρίς φυσικά να ξεχνάει την πρόσφατη ‘αιτία πολέμου’, την θέσπιση ακαδημαϊκής σπουδής για τις τέχνες. «Ο χορός στην χώρα μας είναι μόνη σύγχρονη τέχνη χωρίς δημόσια ανώτατη εκπαίδευση. Δεν υπάρχει Πανεπιστημιακό Τμήμα Χορού κι αυτό είναι μια πανευρωπαϊκή εξαίρεση» σημειώνει.

Πάγιο αίτημα της χορευτικής κοινότητας, η ίδρυση μιας Στέγης Χορού. @Ελίνα Γιουνανλή.

Ο ρόλος των επαγγελματικών σχολών χορού

Στο μεταξύ, το βάρος της εκπαίδευσης – με εξαίρεση τις δύο κρατικές σχολές της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης και της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, πέφτει στις επαγγελματικές σχολές χορού – αφού, λόγου χάρη, από την ΚΣΟΤ δεν μπορούν παρά να αποφοιτήσουν παρά μόνο 20 φοιτητές ανά έτος. Ενώ, δηλαδή, καλύπτουν πραγματικές ανάγκες, ενώ έχουν τροφοδοτήσει την ελληνική σκηνή με πλήθος σημαντικών αποφοίτων βρίσκονται – όπως και οι ιδιωτικές δραματικές σχολές – να αμφισβητούνται για την ισχύ των πτυχίων τους, εξαιτίας του ισοπεδωτικού ΠΔ Διατάγματος.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ29o Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας: Το σώμα στο ναό του12.09.2018

Εφαρμόζουν δε (τι άλλο;) το πρόγραμμα σπουδών που έχει θεσπίσει το υπουργείο Πολιτισμού! Ένα πρόγραμμα που, όπως λέει η έμπειρη διευθύντρια της ομώνυμης σχολής χορού, Μάρω Μαρμαρινού έχει παλιώσει. «Χρειάζεται ριζικές αλλαγές και τροποποιήσεις. Σήμερα, εν έτει 2023, κάνουμε τα μαθήματα όπως ορίζει ο σχεδιασμός που έχει θεσπιστεί από το 1985, με αποτέλεσμα η εξέλιξη της τέχνης να έχει ξεπεράσει το πρόγραμμα. Έχουμε, κατά καιρούς, πλησιάσει το ΥΠΠΟ ζητώντας την ανανέωση του διδακτικού υλικού· χειρονομίες που έμειναν στα λόγια. Κι έτσι, στις επαγγελματικές σχολές χορού, καλούμαστε να ανανεώνουμε και να τονώνουμε το πρόγραμμα εκ των έσω» σημειώνει η ίδια.

Πλάνο από πρόβα της σχολής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. @Ελίνα Γιουνανλή.

Απαιτητικό πρόγραμμα

Περισσεύει, μάλλον, να αναφερθεί πόσο απαιτητική είναι η σπουδή του χορού που δεσμεύει τους φοιτητές καθημερινά για επτά ώρες τόσο με διδασκαλία σωματικών τεχνικών όσο και με θεωρητικά μαθήματα. «Δουλεύουμε με μέθοδο, στόχους, συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, με αγάπη για τους μαθητές και για την τέχνη μας. Είμαστε τα θερμοκήπια του χορού. Προετοιμάζουμε τα παιδιά από πολύ μικρά κι αν αυτά είναι αποφασισμένα ή έχουν υποστηρικτικές οικογένειες τα συνοδεύουμε μέχρι τις περιβόητες εισαγωγικές εξετάσεις του ΥΠΠΟ. Δυστυχώς, αν και μπορεί να έχει προηγηθεί σημαντική δουλειά στην καλλιέργεια και την εκγύμναση ενός σώματος, συχνά τα στερεότυπα λειτουργούν ανασταλτικά για τους μαθητές και τις οικογένειες τους να συνεχίσουν. Επίσης, όταν έρχεται η ώρα του Λυκείου, μετατοπίζονται οι προτεραιότητες στην προετοιμασία ενός παιδιού για τις Πανελλήνιες – αν και πιστεύω ακράδαντα πως ο χορευτής είναι ένας πολύ καλλιεργημένος άνθρωπος», λέει η κ. Μαρμαρινού.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΦεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2023: Πληθωρικό και εξωστρεφές12.09.2018

Η απώλεια της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης στο σχολείο

Για την ακρίβεια, το ελληνικό σχολείο είναι ένας φορέας συντήρησης των στερεοτύπων αφού έχει εξοβελίσει την καλλιτεχνική εκπαίδευση από το διδακτικό πρόγραμμα, παρότι το διεθνές παράδειγμα δείχνει πόσο πολύτιμα καλλιεργεί τη συνεργασία, τη δημιουργικότητα, την φαντασία και το συντονισμό μεταξύ των παιδιών. «Όπως τα μαθηματικά δεν θα γεννήσουν μόνο μαθηματικούς, έτσι και τα καλλιτεχνικά μαθήματα δεν θα γεννήσουν μόνο καλλιτέχνες. Αν η εκπαιδευτική στρατηγική σκοντάφτει σε παρόμοιες λογικές, ίσως θα έπρεπε να το επανεξετάσει για το καλό των μαθητών» συνεχίζει η διευθύντρια της σχολής. Γι’ αυτό και αναγνωρίζει στην υλοποίηση ενός Πανεπιστημίου για το Χορό μια κάποια αποκατάσταση αυτού του λάθους. «Είμαι απολύτως υπέρ στην ίδρυση μιας Ακαδημίας ή Πανεπιστημίου, κάτι που έχω συνειδητοποιήσει από την εποχή που ήμουν σπουδάστρια. Θα συμπαρασύρει, εξάλλου, προς το καλύτερο και το έργο των ιδιωτικών σχολών χορού. Για το μόνο που αγωνιώ είναι με ποιον τρόπο θα υλοποιηθεί» τονίζει.

Πρόβα στην αίθουσα χορού της ΚΣΟΤ για την Δανάη Βασιλακάκου, που σε καθημερινή βάση αγγίζει τις πέντε ώρες.

Σπουδάζοντας στην ΚΣΟΤ

Σύμφωνα με τους σπουδαστές της ΚΣΟΤ – κρατική σχολή που, επίσης, υποβαθμίζεται εξαιτίας του ΠΔ – το πρόγραμμα των σπουδών, έχει πολύ συγγενικά χαρακτηριστικά με αυτά που διδάσκονται στις ακαδημίες και τα πανεπιστήμια χορού του εξωτερικού. «Κι αυτό κάνει την προσπάθεια απαξίωσης ακόμα πιο αστεία. Αν και, στο τέλος, κυριαρχεί η απόγνωση» λέει η τελειόφοιτη φοιτήτρια της, Δανάη Βασιλακάκου. Η Δανάη έχει αφιερώσει τη ζωή της στο χορό, κάνει μπαλέτο από πέντε ετών και ήταν ανέκαθεν σίγουρη πως ο χορός ήταν το μέλλον της. Μιλάει με χαρά επειδή «κάνει αυτό που αγαπά» κι ας απορροφά από το καθημερινό της πρόγραμμα οκτώ ώρες – εκ των οποίων οι πέντε είναι πάντα χορός (άρα σωματικός κόπος) συν τα θεωρητικά μαθήματα. Υπακούει, δηλαδή, σ’ ένα υπερεντατικό πρόγραμμα σπουδών που ‘στριμώχνει’ τη διδασκαλία τεσσάρων ετών σε τρία. «Στην αρχή το σώμα μου δεν ήταν μαθημένο σε τέτοιο φορτίο, αλλά με τον καιρό εξοικειώθηκα και κατάφερα ν’ ανταπεξέλθω στο πρόγραμμα σπουδών».

Δανάη Βασιλακάκου: Η πιθανότητα να φύγω στο εξωτερικό, είναι πολύ μεγάλη γιατί πιστεύω πως μόνο εκεί θα μου δοθούν ευκαιρίες

Παρόλα αυτά, ξέρει πως το εργασιακό της μέλλον στην Ελλάδα είναι αμφίβολο. «Ξέρω ότι θα έρθω αντιμέτωπη με μεγάλο άγχος. Ξέρω πως θα πρέπει να κυνηγάω τις οντισιόν, αν και ελάχιστες στην Ελλάδα είναι ανοιχτές. Ξέρω πως θα χρειαστεί να ‘συμβιβαστώ’ με μικρά projects, όπως αυτά που οργανώνουν οι συμφοιτητές μεταξύ τους. Ξέρω πως ελάχιστοι άνθρωποι ζουν από το χορό στην Ελλάδα, αλλά θα προσπαθήσω να αποδεχτώ την κατάσταση και θα παλέψω να ενταχθώ. Η πιθανότητα να φύγω στο εξωτερικό, είναι πολύ μεγάλη γιατί πιστεύω πως μόνο εκεί θα μου δοθούν ευκαιρίες. Εδώ είναι σαφές ότι οι σπουδές μας θεωρούνται ως λυκειακού επιπέδου – ενώ δεν είναι – ότι θεωρούμαστε ανειδίκευτοι – ενώ είμαστε απολύτως εξειδικευμένοι. Κι αν δεν ιδρυθεί το Πανεπιστήμιο αλλά και μια Στέγη Χορού, αν δεν μας δοθούν επιχορηγήσεις και χώροι για πρόβες, κανείς από εμάς δεν θα έχει μια ρεαλιστική προοπτική να μείνει στην Ελλάδα και να ασχοληθεί σε υψηλό επίπεδο με την τέχνη του».

“Μοιάζει, πλέον, επείγον έτσι ώστε να ενισχυθεί όλη η χορευτική ανάπτυξη και να υποστηριχθεί το άνοιγμα της στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, ένα πανεπιστημιακό τμήμα που να ‘θεραπεύει’ την τέχνη του χορού, τη μόνη από τις τέχνες που δεν διαθέτει καμία πανεπιστημιακή στέγη” τονίζει η ερευνήτρια και Σύμβουλος Χορού του Φεστιβάλ Αθηνών, Παρασκευή Τεκτονίδου. @Ελίνα Γιουνανλή.

Οι υποσχέσεις για το Πανεπιστήμιο Παραστατικών Τεχνών

Οι πρόσφατες δεσμεύσεις της απερχόμενης κυβέρνησης ώστε σε περίπτωση που επανεκλεγεί θα ιδρύσει μια σχολή ΑΕΙ για τις παραστατικές τέχνες – με υλοποίηση της έως το 2025 – έρχονται ως απόρροια των επίμονων διεκδικήσεων της καλλιτεχνικής και σπουδαστικής κοινότητας που αντέδρασε στην υποβάθμιση των σπουδών τους εξαιτίας του ΠΔ 85 – το οποίο παρά τις αντιδράσεις δεν αποσύρθηκε.

«Μοιάζει, πλέον, επείγον έτσι ώστε να ενισχυθεί όλη η χορευτική ανάπτυξη και να υποστηριχθεί το άνοιγμα της στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, ένα πανεπιστημιακό τμήμα που να ‘θεραπεύει’ την τέχνη του χορού, τη μόνη από τις τέχνες που δεν διαθέτει καμία πανεπιστημιακή στέγη. Ένα τμήμα το οποίο να συνδέεται με εκείνα των άλλων τεχνών και να εξασφαλίζει πως εντός αυτού καλλιτέχνες και μελετητές θα συγχρονίζονται με τη τρέχουσα συζήτηση για τη χορογραφία ως μία διακαλλιτεχνική πρακτική και μία διατομεακή πειθαρχία, θα συνδιαλέγονται με καταξιωμένους καλλιτέχνες αλλά και μεταξύ τους, θα πειραματίζονται με ασφάλεια, θα παρουσιάζουν τη δουλειά τους και θα ανατροφοδοτούνται γι’ αυτήν. Ένα πανεπιστήμιο που θα συνδέει το χορό με τις υπόλοιπες τέχνες και επιστήμες, δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες για τη συγκρότηση καλλιτεχνικών υποκειμένων που αφουγκράζονται την εποχή τους και συνομιλούν με αυτή. Είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό έχουν πυκνώσει οι συζητήσεις στο πεδίο (οι οποίες είναι αλήθεια ότι βράζουν αρκετά χρόνια τώρα) για το ποια θα είναι η δομή και η κατεύθυνσή του. Μένει, λοιπόν, να γίνει πράξη», καταφάσκει η σύμβουλος Χορού στο Φεστιβάλ Αθηνών, δραματουργός και ερευνήτρια, Παρασκευή Τεκτονίδου, προσθέτοντας την φωνή της στο σώμα των πολλών που διακρίνουν ως απολύτως αναγκαία την ίδρυση ανώτατης σχολής εκπαίδευσης για το Χορό.

Οι Έλληνες χορευτές εργάζονται χωρίς συλλογική σύμβαση, έρμαια συχνά σε ανασφάλιστη εργασία. @Ελίνα Γιουνανλή.

Ποιες είναι οι λύσεις;

Ασφαλώς, αυτή – αν και εφόσον ικανοποιηθεί – είναι μόνο μια από τις προβληματικές πτυχές για τον κόσμο του χορού «που αισθάνεται μετέωρος τα τελευταία 20 χρόνια», τονίζει η Μίνα Ανανιάδου. Η πρόεδρος του ΣΕΧΩΧΟ, σε μια καταγραφή του σωματείου για τα κενά που χρειάζεται να κλείσουν, επισημαίνει τις βασικές κινήσεις που οφείλει να υιοθετήσει το ΥΠΠΟ προκειμένου να μετασχηματίσει το ασθενές τοπίο, σε υγιέστερο.

«Καταρχάς, έχουμε ανάγκη από μια Κρατική Στέγη Χορού (κατά καιρούς είχε συζητηθεί η παραχώρηση του Ολύμπια και νωρίτερα του θεάτρου Καλουτά) καθώς και την ίδρυση χορογραφικών κέντρων ώστε να διοχετευτεί όλο αυτό το δυναμικό και να μπορεί να δημιουργήσει και να παρουσιάσει τη δουλειά του με όρους αξιοπρέπειας. Κατά δεύτερον, πρέπει να επισπευθεί η υπογραφή μιας συλλογικής σύμβασης για το χορό (που προσομοιάζει με αυτή του θεάτρου) αφού οι επικρατούσες συνθήκες μας εξωθούν στην υποχρηματοδότηση, τη μαύρη και ανασφάλιστη εργασία. Επίσης, πρέπει να υπάρξει μια ισότιμη μεταχείριση με το θέατρο, κάτι το οποίο μεταφράζεται στην σταθερή χρηματοδότηση εποπτευόμενων θεσμών παραστατικών τεχνών για παραγωγές χορού: Πρέπει να εξασφαλιστεί, δηλαδή, ένα μίνιμουμ παραγωγών χορού από τα μεγάλα θέατρα, τα ΔΗΠΕΘΕ, όπως επίσης και από το Φεστιβάλ Αθηνών».

Στιγμιότυπο από το πολυταξιδεμένο “Larsen C” της Στέγης με την υπογραφή του διακεκριμένου Χρήστου Παπαδόπουλου. @Πηνελόπη Γερασίμου.

Και την ίδια ώρα καταξίωση στο εξωτερικό

Είναι απορίας άξιο πως μέσα σε τόσο δυσμενείς συνθήκες, ο ελληνικός χορός ανθίζει και παράγει, πως οι Έλληνες χορογράφοι συναντούν ανταπόκριση από πλατφόρμες, φεστιβάλ, θέατρα και θεσμούς στο εξωτερικό, πως μεμονωμένοι χορευτές συμμετέχουν σε μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες. Μετά τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, τον Κωνσταντίνο Ρήγο και τον Αντώνη Φωνιαδάκη, η επόμενη γενιά έχει αναδείξει (και συνεχίζει με αμείωτο ρυθμό) πολλές προσωπικότητες στον ελληνικό χορό με τον Χρήστο Παπαδόπουλο, την Πατρίσια Απέργη, τον Ιωάννη Μανταφούνη, τον Ευριπίδη Λασκαρίδη (με την υβριδική ταυτότητα) να πρωταγωνιστούν.

Η Παρασκευή Τεκτονίδου επιχειρεί να ερμηνεύσει αυτήν την ‘έκρηξη’ παρατηρώντας πως «τα τελευταία αρκετά χρόνια στην Ελλάδα το τοπίο του χορού έχει αλλάξει σημαντικά. Φαίνεται ότι ολοένα και περισσότεροι καλλιτέχνες και καλλιτέχνιδες ενδιαφέρονται για τη χορογραφία, ενώ έχουν αυξηθεί τα ‘στούντιο’ όπου πραγματοποιούνται ελεύθερα μαθήματα και σεμινάρια τόσο για επαγγελματίες όσο και για ερασιτέχνες, κάτι που αντανακλά ένα αυξημένο ενδιαφέρον στο ευρύτερο κοινό. Μοιάζει να συμβαίνει μία δεύτερη ‘άνθιση’, μετά από εκείνη που έλαβε χώρα την δεκαετία του ’90, η οποία – όπως αποδεικνύει η υποδοχή που έχουν ελληνικά έργα και Έλληνες καλλιτέχνες στις διεθνείς σκηνές – δεν στερείται ούτε ποιότητας, ούτε συχρονικότητας. Είναι σημαντικό να σκεφτούμε ότι την άνθιση αυτή εξασφάλισε μία σειρά παραγόντων, όπως η θέσπιση των επιχορηγήσεων για το χορό, η θεσμοθέτηση του Φεστιβάλ Καλαμάτας, η ανανέωση του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου ιδιαίτερα με το άνοιγμα της Πειραιώς 260, τα μικρότερα φεστιβάλ που λαμβάνουν χώρα κυρίως στην Αθήνα αλλά και όχι μόνο, η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, το δραστήριο και φιλόξενο κέντρο έρευνας χορού Duncan – για να αναφέρουμε κάποιους από τους σημαντικότερους παράγοντες που αναδιαμορφώνουν σε ενεστώτα χρόνο την εντόπια χορευτική ‘οικολογία’».

Η Πατρίσια Απέργη, ανάμεσα στις Ελληνίδες δημιουργούς με πολλά δείγματα γραφής στην Ευρώπη τονίζει: “Στην Ελλάδα, κάθε φορά, κάθε νέα κυβέρνηση ξεκινάει από το μηδέν ακυρώνοντας όποια θετική πολιτική έχει υιοθετηθεί από την προηγούμενη. Αντί να χτίζουμε, διαρκώς γκρεμίζουμε” @Θανάσης Καρατζάς.

Τα παραδείγματα στήριξης άλλων ευρωπαϊκών χωρών

Η έξοδος των Ελλήνων δημιουργών στην, εκτός Ελλάδος, πραγματικότητα μοιάζει περίπου με υλικό από φαντασία. Γιατί εκεί ο χορός αμείβεται και στηρίζεται θεσμικά από σειρά φορέων, ώστε όπως τονίζει η χορεύτρια και χορογράφος Πατρίσια Απέργη, «να τονώνεται η συνέχεια στα πράγματα, να ενθαρρύνεται η έρευνα και όχι απλώς να απαιτείται διαρκώς ένα αποτέλεσμα όπως γίνεται στην Ελλάδα». Οι συνέργειες της με θέατρα της Γαλλίας – που τα τελευταία χρόνια λογίζεται ως μια από τις σημαντικότερες χορευτικές σκηνές της Ευρώπης – την έχουν φέρει σε επαφή με διάφορες αποδοτικές πρακτικές. Υπάρχει, όπως λέει, «στήριξη από Κέντρα Χορού όχι μόνο για να εργαστεί κανείς αλλά και για να κάνει residencies».

Για παράδειγμα, οργανώνονται συναντήσεις ενός καλλιτέχνη με μαθητές και καθηγητές από σχολεία και Πανεπιστήμια «ώστε εκείνος να συνομιλεί ουσιαστικά με το κοινό αλλά και οι μαθητές να εμπνέονται και αντίστοιχα να δημιουργούν». Άλλα επιδοτούμενα προγράμματα φέρνουν σε επαφή έναν σχετικά άπειρο καλλιτέχνη με τον τρόπο δουλειάς ενός έμπειρου. Τον χρηματοδοτούν, δηλαδή, προκειμένου να παρακολουθήσει από κοντά όλη την διαδικασία έρευνας και ανεβάσματος μιας παράστασης «ως μια emerging πρακτική καλύπτοντας όλα του τα έξοδα και με μια πολύ καλή αμοιβή ύψους 15.000 ευρώ. Κι αυτός είναι ένας ακόμα τρόπος επένδυσης στη νέα γενιά, ζύμωσης και συνομιλίας με την προηγούμενη. Ο,τιδήποτε άλλο που δεν φιλτράρεται από παρόμοια σκεπτικά ενίσχυσης, δεν είναι παρά μια απόπειρα να ποντάρουμε στο πιο γρήγορο άλογο», τονίζει η Πατρίσια Απέργη. Ακόμα κι όταν ένας χορευτής χορογράφος είναι άνεργος, το κράτος φροντίζει να τον επιδοτεί μηνιαία με το ποσό του τελευταίου του συμβολαίου – λόγου χάρη αν υπογράψει ένα συμβόλαιο 1.200 ευρώ θα λαμβάνει το συνολικό ποσό σε διάρκεια τριετίας των 43.000, εκτός κι αν στο μεταξύ απασχοληθεί σε κάποια παραγωγή.

Πατρίσια Απέργη: Είναι αδιανόητο οι Έλληνες χορευτές να είναι διεθνείς και στην Ελλάδα να μην το βλέπουμε. Πρέπει να δοθεί από το κράτος η δυνατότητα, πρέπει να αξιοποιηθεί το momentum

Και η στήριξη δεν σταματάει εκεί· στο στάδιο της παραγωγής πια, οι παραστάσεις διαχέονται σε θέατρα περιφερειακών πόλεων ή της γαλλικής επαρχίας ώστε όχι μόνο να συνεχιστεί η ζωή μιας παράστασης χορού – που εξ ορισμού είναι βραχύβια – αλλά να έρθει και το κοινό της περιφέρειας σε επαφή με υψηλού επίπεδου χορό. «Φανταστείτε, δηλαδή, μια παραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών να ταξίδευε φιλοξενούμενη σε όλες τις σκηνές των ΔΗΠΕΘΕ της χώρας, ύστερα από σχετική χρηματοδότηση» συνεχίζει η διακεκριμένη χορογράφος. «Φυσικά και δεν μας λείπουν μόνο τα χρήματα. Δεν είναι μόνο μία η πηγή του κακού. Στην Ελλάδα, κάθε φορά, κάθε νέα κυβέρνηση ξεκινάει από το μηδέν ακυρώνοντας όποια θετική πολιτική έχει υιοθετηθεί από την προηγούμενη. Αντί να χτίζουμε, διαρκώς γκρεμίζουμε» διαμαρτύρεται.

Υπάρχουν πλείστα παραδείγματα ευρωπαϊκών χωρών προστασίας τόσο των χορευτών όσο της τέχνης τους που στην Ελλάδα μοιάζουν με επιστημονική φαντασία. @Jeremy Bishop/Unsplash

Το θαύμα του Βελγίου

Την δεκαετία του 1990, η κυβέρνηση του Βελγίου αποφάσισε να ‘χτίσει’, δηλαδή να επενδύσει στο σύγχρονο χορό. Παραχώρησε για δέκα χρόνια εγκαταλελειμμένα κτίρια του βελγικού υπουργείου Πολιτισμού ως εργαστήρια και θύλακες πειραματισμού σε 60 νέους χορογράφους. Σήμερα, τριάντα χρόνια μετά σχεδόν οι μισοί από αυτούς έχουν επιβληθεί ως αστέρες της διεθνούς χορευτικής σκηνής. Μιλάμε για τους Αλέν Πλατέλ, Βιμ Βαντεγκέιμπους, Αν Τερέζα Κεερσμάκερ, Μισέλ Αν Ντεμέ, Σίντι Λάρμπι Τσερκάουϊ κ.α.

Τι έγινε με το Χοροθέατρο του ΚΘΒΕ

Με παρόμοια μάτια, αν και σε πολύ μικρότερη κλίμακα, θα μπορούσαμε να δούμε το Χοροθέατρο του ΚΘΒΕ που από το 1999 σε διεύθυνση του Κωνσταντίνου Ρήγου άνθισε αναδεικνύοντας καλλιτέχνες όπως ο Αντώνης Φωνιαδάκης, η Αμάλια Μπένετ, η Αποστολία Παπαδαμάκη, η Σοφία Μαυραγάνη. Επαληθεύοντας τον κανόνα πως αν υπάρχει ένα σημείο αναφοράς, ένας εργαστηριακός χώρος μελέτης, ένας τόπος που εκπαιδεύει και εξοικειώνει το κοινό με μια τέχνη, η καρποφορία είναι αναπόδραστη.

Θα χαθεί το momentum για τον ελληνικό χορό; Να ένα επείγον ερώτημα για το Υπουργείο Πολιτισμού. @Samantha Weisburg/Unsplash.

Τώρα είναι η στιγμή

«Πιστεύω πάρα πολύ στο δυναμικό των χορευτών και χορευτριών μας. Όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα μέσα που διαθέτουν οι ξένες παραγωγές μας πιάνει νευρικό γέλιο. Με κάποια στήριξη θα μπορούσαμε να έχουμε μια ‘χρυσή εποχή’ για τον ελληνικό χορό» σχολιάζει η Πατρίσια Απέργη. «Ήδη στο εξωτερικό, με μηδενική κρατική στήριξη και μοναδικό ενεργό φορέα προώθησης την Στέγη, ο ελληνικός χορός αναγνωρίζεται, έχει ταυτότητα. Είναι αδιανόητο οι Έλληνες χορευτές να είναι διεθνείς και στην Ελλάδα να μην το βλέπουμε. Πρέπει να δοθεί από το κράτος η δυνατότητα, πρέπει να αξιοποιηθεί το momentum. Δεν γίνεται να επενδύουμε μόνο στο παρελθόν μας, μπορούμε να αφηγηθούμε και την δική μας ιστορία. Και ο ελληνικός χορός, ήδη, γράφει τη δική του ιστορία».

Περισσότερα από Art & Culture