Ο διάσημος βρετανός αστέρας της indie pop Tom Odell επιστρέφει στην Αθήνα την Τρίτη 27 Ιουνίου για μια καλοκαιρινή συναυλία στην Τεχνόπολη.
O Tom Odell δεν ταίριαξε ποτέ στην εικόνα που έχει ο κόσμος για αυτόν: “Υπάρχει η αίσθηση ότι η μουσική μου είναι προϊόν των μεγάλων δισκογραφικών” λέει ο ίδιος αναστενάζοντας.
Στο ξεκίνημα της καριέρας του, ίσως επειδή εμφανίστηκε πλήρως εξοπλισμένος με το Critics’ Choice Award των Brits, ένα πανταχού παρόν hit single (το Another Love) και ένα συμβόλαιο με μεγάλο label, οι κριτικές αμφισβητούσαν το κατά πόσο είναι “αυθεντικός” – σαν να ήταν κάτι αρνητικό το ταλέντο του να φτιάχνει κολλητικές μελωδίες. “Δεν με πειράζει το να μην αρέσει στον κόσμο η μουσική μου, αλλά όσοι έλεγαν πως ήμουν δημιούργημα των δισκογραφικών δεν είχαν ιδέα πόσο σκληρά είχα δουλέψει”. λέει. Επιπλέον, κανείς δεν ήξερε πού να τον τοποθετήσει: “οι εναλλακτικοί με θεωρούν ποπ, και οι λάτρεις της ποπ θεωρούν πως παραείμαι εναλλακτικός”.
Μετά την αποχώρησή του από τη Sony απαλλάχθηκε από εξωτερικές πιέσεις και κυκλοφόρησε τον δίσκο που τον έκανε να νιώθει καλά ο ίδιος. “Ως ανεξάρτητος καλλιτέχνης νιώθω απελευθερωμένος.Αλήθεια, υπάρχει μεγάλη ανακούφιση στο να γράφω ακριβώς τη μουσική που θέλω, στο να κάνω ακριβώς αυτό που θέλω. Στη συγκεκριμένη φάση δεν αποζητούσα συσσώρευση hooks, ούτε πολλά εμφανή ρεφρέν που κυριαρχούν στα κομμάτια, ήθελα απλώς να δημιουργήσω ένα περιβάλλον στο οποίο ο ακροατής θα απολαύσει τη μουσική και θα αναπνεύσει”.
Το αποτέλεσμα είναι ο δίσκος Best Day Of My Life, που τον θεωρεί τον καλύτερό του, ένα δημιούργημα μινιμαλιστικής ομορφιάς που αποτελείται από φωνή, πιάνο και ίσως το τρίξιμο του σκαμπό πού και πού. Η ζωή, η οικογένεια, η αγωνία, η αγάπη και η απόγνωση αποτελούν τον θεματικό πυρήνα ενός δίσκου που ξετυλίγεται νοηματικώς μέσα σε ένα 24ωρο. “Υπάρχουν θέματα στον δίσκο για τα οποία ούτε καν σκόπευα να γράψω” συνεχίζει. “Ποτέ δεν είχα ηχογραφήσει άλμπουμ μόνο με ένα πιάνο και σκέφτηκα ότι θα ήταν συναρπαστικό, οπότε δεν υπάρχει τίποτα άλλο εδώ, κανένα όργανο εκτός από πιάνο και φωνή. Ήταν πραγματικά απίστευτο να δουλεύω με αυτούς τους αυτο-περιορισμούς”.
Ο Odell είναι ένας βιρτουόζος πιανίστας. Σε κάθε κομμάτι, το πιάνο είναι κομψό – τη μια ελπιδοφόρο, την άλλη μελαγχολικό, πάντα με αξιοσημείωτη έκταση συναισθημάτων. Με έμπνευση τον Erik Satie, τον Philip Glass και τις ταινίες του Studio Ghibli, τις οποίες έβλεπαν με τον συνεργάτη του Laurie Blundell, επιχείρησαν να δημιουργήσουν όχι απλώς όμορφα τοπία, αλλά, ακριβώς όπως στα animations, και μια αίσθηση διάβρωσης και θλίψης.
Πρόκειται για τον πιο προσωπικό δίσκο του καλλιτέχνη ως τώρα, ένα δημιούργημα που τον γυρίζει πίσω σε μέρες σκοτεινές και οδυνηρές. “Δεν ήθελα να φανεί το άλμπουμ υπερβολικά συναισθηματικό, αλλά περισσότερο ευάλωτο, σαν ακατέργαστο διαμάντι – έπρεπε να βεβαιωθώ ότι θα υπάρχει χώμα γύρω του”.
“Πέρασα μια δύσκολη περίοδο, έχασα την όποια αίσθηση σταθερότητας, και κατά μία έννοια αυτός ο δίσκος είναι ένα απελευθερωτικό ταξίδι. Στο τελευταίο κομμάτι ένιωσα ειλικρινά ότι είχα φτάσει κάπου καλύτερα από εκεί που ήμουν πριν”. Ο Odell κάνει διαλογισμό τα τελευταία έξι χρόνια και επιτέλους αφέθηκε, επιτρέποντας στα οφέλη του να καθοδηγήσουν τη μουσική του. “Παρατηρώ μια ηρεμία, μια γαλήνη, όχι την ορμή που έβλεπα στον προηγούμενο δίσκο, όπου ήθελα τρόπον τινά να καταστρέψω πράγματα, να σκίσω τον καμβά. Είναι οδυνηρό και δυσκολευόμουν να τον ακούσω ο ίδιος – αλλά εδώ, τώρα, υπάρχουν οι όμορφες στιγμές που με κάνουν υπερήφανο και που προβλέπω ότι θα συνεχίσουν να με κάνουν υπερήφανο και όταν, στο μέλλον, επιστρέφω στον συγκεκριμένο δίσκο”.