Ο κορυφαίος Τυνήσιος δεξιοτέχνης ουτίστας, Anouar Brahem, ιδιαίτερα αγαπητός στη χώρα μας τόσο στους λάτρεις της jazz όσο και της world μουσικής, επανέρχεται με το κουαρτέτο του στις 5 Ιουλίου 2023 στο Ηρώδειο, φέρνοντας χρώματα και ήχους που συνδυάζουν την Ανατολή με τη Δύση, τα μακάμια με τις αρμονίες, το ούτι με το κλαρινέτο και το σαξόφωνο, το νταμπούρκα και το μπεντίρ με τις κιθάρες και το μπάσο.
«Είμαστε πραγματικά ενθουσιασμένοι με την ιδέα να επιστρέψουμε στην Αθήνα για να παίξουμε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, και πιο συγκεκριμένα στο μυθικό σκηνικό του Ωδείου Ηρώδου Αττικού», μας λέει για την επερχόμενη εμφάνισή του στη χώρα μας. «Η συναυλία που παίξαμε εκεί πριν από δύο χρόνια ήταν μια απίστευτη εμπειρία για μένα, ίσως μια από τις καλύτερες που έχω ζήσει ποτέ. Φέτος, θα παίξουμε κυρίως συνθέσεις από το “The Astounding Eyes of Rita”, το μουσικό έργο με το οποίο δημιουργήθηκε αυτό το κουαρτέτο, καθώς και ορισμένα εμβληματικά κομμάτια από το ρεπερτόριό μας.»
“The Astounding Eyes of Rita”Δίσκος που ηχογραφήθηκε στην Ιταλία το 2008 και κυκλοφόρησε ένα χρόνο αργότερα από την ECM, τη θρυλική δισκογραφική εταιρία με την οποία συνεργάζονται τα μεγαλύτερα ονόματα της jazz και world σκηνής παγκοσμίως, το “The Astounding Eyes of Rita” βρίσκει τον Brahem να συνδιαλέγεται μουσικά με τον Γερμανό κλαρινετίστα Klaus Gesing, τον Σουηδό μπασίστα Bjorn Meyer και τον Λιβανέζο ντράμερ Khaled Yassine, οι οποίοι θα τον συνοδεύουν και στη συναυλία στο Ηρώδειο. Το άλμπουμ είναι αφιερωμένο στον εθνικό ποιητή της Παλαιστίνης, Mahmoud Darwish (1941 – 2008), ο οποίος με τη γραφή του βοήθησε στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας των Παλαιστινίων και εμπνέεται από τον χαρακτήρα της «Ρίτα» που εμφανίζεται στην ποίηση του Darwish.
«Ένα όπλο χώρισε τις ματιές μας
Τη Ρίτα αν γνωρίζει κανείς
γονατίζει και προσεύχεται για τα μελί της μάτια.»
[Απόσπασμα από το ποίημα «Ρίτα» του Μαχμούντ Νταρουίς]
Γεννημένος το 1957 στην Τυνησία, ο Anouar Brahem αγάπησε από μικρός τη μουσική. «Ήταν ένα πάθος που με οδηγούσε βαθιά. Με την πάροδο του χρόνου, συνειδητοποίησα τη διαφορετικότητά μου μέσα από τα μάτια των άλλων, οι οποίοι δεν φαινόταν να μοιράζονται την ίδια έλξη για τη μουσική. Ωστόσο, όταν τελείωσα το γυμνάσιο αποφάσισα πραγματικά να αφιερώσω τη ζωή μου στη μουσική και να γίνω μουσικός», λέει στη συνομιλία μας.
Λάτρης του κινηματογράφου και του χορού από τα χρόνια του ως εκκολαπτόμενος μουσικός στην Τυνησία, ο Brahem ως πνεύμα ανήσυχο, αναζητούσε να διευρύνει τους μουσικούς του ορίζοντες, γεγονός που τον οδήγησε στο να χαράξει το δικό του δρόμο και να θεωρείται σήμερα ανανεωτής της αραβικής μουσικής. Μια από τις σημαντικότερες τομές που έφερε, ήταν ότι τόλμησε τη μετάβαση στις καθαρά ορχηστρικές συνθέσεις, κι αυτό ενώ η αραβική μουσική είναι κυρίως φωνητική. Κάτι πραγματικά ρηξικέλευθο για την εποχή.
«Πράγματι, η αραβική μουσική είναι κυρίως φωνητική. Μέσα από αυτό το φωνητικό ρεπερτόριο έλαβα την εκπαίδευσή μου, ακούγοντας και παίζοντας ηχογραφήσεις τραγουδιστών όπως ο Mohamad Abdelwahab κι η Oum Khalthoum, καθώς και παίζοντας με σύνολα από νεαρή ηλικία. Αν και υπάρχει παραδοσιακό ρεπερτόριο οργάνων στην αραβική μουσική, χρησιμοποιούνται κυρίως ως ιντερλούδια μεταξύ δύο τραγουδιστικών μερών. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, άρχισα να αμφισβητώ την ιδέα να είμαι αποκλειστικά συνοδός τραγουδιστών. Όταν αποφάσισα να αφοσιωθώ εξ ολοκλήρου στη μουσική, πήρα την απόφαση να μην εμφανίζομαι στη σκηνή ως συνοδός και, μετά από ένα μεγάλο διάλειμμα, αποφάσισα, περίπου στην ηλικία των 23 ετών, να εμφανιστώ σόλο, παίζοντας δικές μου ορχηστρικές συνθέσεις. Η απόφαση αυτή έγινε αντιληπτή ως πραγματική παραδοξότητα από το κοινό, τον Τύπο και κυρίως από τον κόσμο της μουσικής στην Τυνησία. Παραδόξως, όμως, παρά τις δυσκολίες, κατάφερα σταδιακά να δημιουργήσω ένα κοινό που μεγάλωσε με την πάροδο των χρόνων. Σήμερα, έχω την τύχη να έχω ένα μεγάλο κοινό στην Τυνησία.»
Τα χρόνια στο ΠαρίσιΑφού σπούδασε ούτι στο Εθνικό Ωδείο της Τυνησίας, έφυγε το 1981 για το Παρίσι, όπου έμεινε τέσσερα χρόνια, κατά τα οποία συνέθεσε μουσική για το θέατρο και το χορό, συνεργαζόμενος μεταξύ άλλων με τον θρυλικό χορογράφο Μορίς Μπεζάρ για την παράσταση “Thalassa Mare Nostrum” και με τον συνθέτη Gabriel Yared για την ταινία του Κώστα Γαβρά “Hanna K.”
«Πριν πάω στο Παρίσι, με γοήτευε ένα ευρύ φάσμα μουσικών από όλο τον κόσμο. Αυτές οι επιρροές άρχισαν να διαπερνούν τις συνθέσεις μου, δημιουργώντας μου την ανάγκη να ενσωματώσω όργανα που ανήκουν σε μουσικές παραδόσεις διαφορετικές από την αραβική μουσική. Όταν αποφάσισα να μετακομίσω στο Παρίσι στις αρχές της δεκαετίας του ’80, στόχος μου ήταν να γνωρίσω μουσικούς από ένα ευρύ φάσμα υποβάθρων. Αυτό συνέβη πολύ πριν η “world” μουσική γίνει μόδα. Ωστόσο, γρήγορα συνειδητοποίησα ότι ακόμη και στο Παρίσι, μια κατ’ εξοχήν κοσμοπολίτικη πόλη, ο κόσμος της μουσικής ήταν εκείνη την εποχή ιδιαίτερα κατακερματισμένος. Η κλασική μουσική, η σύγχρονη μουσική, η τζαζ, η έθνικ μουσική ήταν όλες διαχωρισμένες μεταξύ τους. Οι ανταλλαγές και η επικοινωνία μεταξύ αυτών των διαφορετικών κόσμων ήταν σχεδόν ανύπαρκτες.
Κατά τη διάρκεια της δουλειάς μου συνθέτοντας και ηχογραφώντας soundtracks για τυνησιακές ταινίες άρχισα να καλώ μουσικούς από διάφορα υπόβαθρα, όπως Αφρικανούς, Ινδούς, Ιρανούς, Τούρκους, ακόμη και μουσικούς της τζαζ. Αυτό μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω μερικούς υπέροχους καλλιτέχνες.
Αλλά το Παρίσι ήταν επίσης για μένα, εκείνη την εποχή, μια από τις κορυφαίες πόλεις για τον κινηματογράφο, τον σύγχρονο χορό και τις τέχνες γενικότερα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα χρόνια που έζησα στο Παρίσι αποτέλεσαν ένα τόσο σημαντικό βήμα στην καριέρα μου. Στη συνέχεια αποφάσισα να επιστρέψω στην Τυνησία, όπου ζω ακόμη.»
Οι μουσικοί πειραματισμοί του Brahem με το ούτι ως σολιστικό πλέον όργανο και οι συμπράξεις του με κορυφαίους τζαζ μουσικούς, όπως οι Barbaros Erköse, Jan Garbarek, Dave Holland, John Surman, Richard Galliano, Jack DeJohnette, αποτυπώνονται στους 10 δίσκους που έχει κυκλοφορήσει έως σήμερα με την ECM. Το 1990 ηχογράφησε το πρώτο του άλμπουμ, Barzakh, ενώ ακολούθησαν τα Conte de L’Incroyable Amour (1991), Madar (1994), Khomsa (1995), Thimar (1998), Astrakan Café (2000), Le Pas Du Chat Noir (2001), Le Voyage De Sahar (2006), The Astounding Eyes Of Rita (2009), Souvenance (2014) – δίσκος που γράφτηκε στον απόηχο των πολιτικών αναταραχών της Αραβικής Άνοιξης και Blue Maqams (2017).
Έχουν περάσει έξι χρόνια από την τελευταία του δισκογραφική δουλειά, όμως φαίνεται ότι σύντομα θα ακούσουμε καινούργιες συνθέσεις από τον δεξιοτέχνη μουσικό. «Αυτή τη στιγμή βρίσκομαι σε μια δημιουργική φάση. Αποφάσισα να μειώσω τις συναυλιακές μου υποχρεώσεις, ώστε να μπορώ να αφιερώσω περισσότερο χρόνο στο γράψιμο. Ελπίζω να είμαι έτοιμος να ηχογραφήσω στις αρχές του 2024», μας απαντά, χωρίς ωστόσο να μπορεί να δώσει προς το παρόν περισσότερες λεπτομέρειες.
Χαρακτηριστικό των συνθέσεων του Anouar Brahem είναι η σύνδεση της αραβικής μουσικής κληρονομιάς με εκείνη της Δύσης, με έναν τρόπο μαγικό, που φαντάζει αβίαστος. Αναρωτιέμαι ποιες ήταν οι προκλήσεις αυτού του εγχειρήματος και πώς έφτασε να απελευθερώσει τόσο τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει τη μουσική, προερχόμενος από τη συντηρητική – την εποχή εκείνη – αραβική μουσική παράδοση.
«Στην αρχή της μαθητείας και της εκπαίδευσής μου, με έλκυε κυρίως η παραδοσιακή αραβική μουσική τέχνης, στην οποία σκόπευα να αφοσιωθώ πλήρως. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, άρχισα να ανακαλύπτω και άλλα μουσικά είδη που πραγματικά μου άρεσαν, όπως το φλαμένκο, η ινδική μουσική, η βαλκανική μουσική και, αργότερα, η τζαζ. Παράλληλα, έδειξα έντονο ενδιαφέρον για τις σύγχρονες μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης, όπως οι εικαστικές τέχνες, ο χορός, το θέατρο και ο κινηματογράφος.
Αυτή η εξερεύνηση με οδήγησε να θέσω στον εαυτό μου ερωτήματα σχετικά με τις δυνατότητες σύγχρονης έκφρασης στην αραβική μουσική. Μέσα από αυτές τις ερωτήσεις, ή ίσως εξαιτίας τους, ξεκίνησα την περιπέτεια της σύνθεσης. Αφήνοντας ελεύθερη τη φαντασία μου, άρχισα να αισθάνομαι τις επιρροές αυτών των διαφορετικών ειδών μουσικής στο συνθετικό μου έργο.
Ωστόσο, παρόλο που είχα μια πραγματική φιλοδοξία να διευρύνω τα μουσικά όρια και να αμφισβητήσω τις καθιερωμένες συμβάσεις, ιδίως στον αραβικό μουσικό χώρο, ο οποίος ήταν πολύ συντηρητικός εκείνη την εποχή, ποτέ δεν επιδίωξα σκόπιμα να επιβάλλω αυτές τις επιρροές στον εαυτό μου. Ήμουν πάντα πεπεισμένος ότι οι απλές “καλές” προθέσεις δεν αρκούν όταν πρόκειται για δημιουργία. Για μένα, η μουσική είναι πάνω απ’ όλα ένας χώρος ελευθερίας. Για να ζήσεις αυτή την ελευθερία, είναι απαραίτητο να δώσεις υπεροχή στη διαίσθηση και να αφήσεις τη δική σου ταυτότητα να εκφραστεί. Έτσι, από την αρχή, τείνω να αφήνω τις ιδέες μου να εκφράζονται χωρίς περιορισμούς, χωρίς να κάνω εκ των προτέρων επιλογές όσον αφορά την αισθητική, τη μορφή ή την ενορχήστρωση. Αυτό το ακατέργαστο υλικό που αναδύεται, στη συνέχεια το διαχωρίζω, επιλέγοντας τα σχετικά στοιχεία και στη συνέχεια τα αναπτύσσω, τα διαμορφώνω και τα δομώ.»
Ο ρυθμός και η αρμονία στην αραβική και τη δυτική κουλτούραΓια να αντιληφθούμε τη σημασία και τη δυσκολία αυτού του εγχειρήματος, έχει ενδιαφέρον να εστιάσουμε στο διαφορετικό τρόπο με τον οποίο η αραβική μουσική κουλτούρα αντιλαμβάνεται την αρμονία και τον ρυθμό, σε σχέση με τη Δύση.
«Η παραδοσιακή αραβική μουσική χαρακτηρίζεται από τη μελωδικότητα και η έμφαση δίνεται ουσιαστικά στη μελωδία. Στη δυτική μουσική, η αρμονία παίζει κεντρικό ρόλο, με τη χρήση συγχορδιών, αρμονικών εξελίξεων και αντίστιξη», αναφέρει ο Anouar Brahem σε σχετική ερώτησή μας.
«Έχοντας εκπαιδευτεί αποκλειστικά στην αραβική μουσική παράδοση, δεν είχα βαθιά γνώση της αρμονίας. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, παραμένοντας προσκολλημένος σε αυτόν τον τροπικό χώρο, ένιωσα την ανάγκη να ενσωματώσω αρμονικά στοιχεία σε ορισμένες συνθέσεις μου. Αυτό με οδήγησε στην αναζήτηση μιας προσωπικής προσέγγισης που θα μπορούσε να προσαρμοστεί στη μουσική μου και η οποία αναπτύχθηκε μέσα από την επαφή με τους μουσικούς με τους οποίους συνεργάστηκα.
Όσον αφορά τον ρυθμό, η αραβική μουσική παρουσιάζει μια αρκετά μεγάλη ποικιλία σύνθετων ρυθμικών δομών, μερικές φορές με έμφαση στις ασύμμετρες και συγκοπτικές δομές. Στο συνθετικό μου έργο, προσπαθώ να επωφεληθώ από αυτό και να αντλήσω έμπνευση από αυτό.»
Anouar Brahem Quartet
Τετάρτη 5 Ιουλίου στις 21.00, Ωδείο Ηρώδου Αττικού
Εισιτήρια από 5 έως 50 ευρώ