Η Sianti Gallery εγκαινίασε την ομαδική έκθεση με τίτλο «Σκιαμαχίες», ή ο Καραγκιόζης καλλιτέχνης , η οποία συνοδεύεται από το ομότιτλο βιβλίο από τις εκδόσεις Νίκας.
Την επιμέλεια έχει ο ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ, ιστορικός τέχνης, Μάνος Στεφανίδης, ο οποίος υπογραμμίζει ότι το εξελληνισμένο Θέατρο Σκιών συνδυάζει μαγικά τον εξπρεσιονισμό της Ανατολής με την πιο δυναμική λαϊκή έκφραση του Νεοελληνισμού. Γι’ αυτό μόλις πέσει το φως της μέρας γύρω στις 21:00 ο καραγκιοζοπαίχτης Νικόλας Τζιβελέκης θα ζωντανέψει στον μπερντέ του τον Καραγκιόζη, τον Χατζηαβάτη, τα Κολλητήρια και όλη την παρέα καυτηριάζοντας την επικαιρότητα.
Ο Καραγκιόζης ως κατεξοχήν πολιτικοποιημένη φιγούρα έχει εδραιωθεί στο υποσυνείδητο. Η βαθιά αισθητική του επίδραση, η γεμάτη συμβολικούς υπαινιγμούς μπορεί εύκολα να αναγνωστεί στα έργα σύγχρονων εικαστικών, για τα οποία ο Στεφανίδης σημειώνει: «…ο Καραγκιόζης συμπυκνώνει τον ανθρωπότυπο του μέσου Έλληνα. Του ραγιά επιβιώνει με την καπατσοσύνη του και σιγά-σιγά συνείδηση της θέσης του και γίνεται από Χατζηαβάτης Κατσαντώνης και Αθανάσιος Διάκος. Να γιατί ο Καραγκιόζης τόσο δημοφιλής και να γιατί υποφώσκει πάντα πίσω από το χιούμορ ή τη σάτιρα του πολιτική διάσταση.
Στην νεοελληνική τέχνη με απαρχή τον Φώτη Κόντογλου και τον Τζούλιο Καΐμη οι ήρωες του θεάτρου σκιών με τις κοινωνιολογικές ή ψυχολογικές τους μεταλλάξεις γίνονται πρωταγωνιστές και σύμβολα των αισθητικών αναζητήσεων της γενιάς του ’30 φτάνοντας μέσα από ποικίλες μεταμορφώσεις, αφού έχουν γίνει ακόμη και κόμικς ως τις μέρες μας. Κι αυτό γιατί το μικτό πλην νόμιμο αυτό είδος συνδυάζει θέατρο, εικόνα και λόγο, σάτιρα, φαντασία και γόνιμη συνύπαρξη της παράδοσης με τον μοντερνισμό. Ως εύγλωττα παραδείγματα όλων αυτών αναφέρω ενδεικτικά τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα και την επιτυχημένη συνεργασία του με το Ελληνικό Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου στην παράσταση “Ο Μεγαλέξανδρος και το καταραμένο φίδι” και την κοσμαγάπητη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, ο Τσαρούχης και οι Σπαθάρηδες, ο Τάσσος, ο Σικελιώτης, ο Φασιανός, ο Σπεράντζας κ.α.
Αλλά και ο Νίκος Κεσσανλής με τις σκιές πάνω στο λευκό πανί, δηλαδή όλη τη διαλεκτική του μαύρου και του άσπρου η οποία επηρεάζει τους νεότερους, από τον Χρήστο Αντωναρόπουλο ως τον Μανώλη Ζαχαριουδάκη για να φτάσουμε ως τον graphic artist Sonke κλπ. Κλειδί για όλους αυτούς τους ετερόκλητους καλλιτέχνες είναι σαφώς η παιδική μνήμη επειδή δεν υπάρχει γενιά πού να μην έπαιξε κάποτε στην αυλή του σπιτιού της έναν πρωτόγονο Καραγκιόζη. Και βέβαια η τεράστια φιγούρα του Μέντη Μποσταντζόγλου, του αγαπημένου μας Μποστ…».
Το θέατρο σκιών είναι ίσως πιο κοντά στην πραγματικότητα αφού με έναν χειροποίητο, άμεσο τρόπο συγγενεύει συμβολικά με την αιώνια ανθρώπινη συνθήκη. Στην έκθεση αυτή μάλιστα, χαρακτηριστικό είναι ότι οι καλλιτέχνες δεν αναλώνονται σε ένα εύκολο φολκλόρ θέμα αλλά εμβαθύνουν στο διαχρονικό του μήνυμα με την σύγχρονη ευαισθησία της τέχνης τους.Για τον λόγο αυτό ο επιμελητής της έκθεσης τους υπερασπίζεται με θέρμη: «…υπάρχουν και ζωγράφοι που ζωγραφίζουν αυτό που συμβαίνει πίσω ή και πέρα από τα πράγματα. Το πρόσωπο του ήρωα ή του καθημερινού ανθρώπου σαν μάσκα ή, σαν ένα τοπίο στο οποίο τα πάντα μπορούν να συμβούν. Σαν τον κρατήρα ενός ενεργού ηφαιστείου. Όμως, προσφορότερου. Δηλαδή υπάρχουν ζωγράφοι που μπορούν να ζωγραφίζουν χωρίς προστατευτικό δίχτυ, με τον φόβο του κενού αλλά με την ευλογία της ουσιαστικής δημιουργίας. Εκείνης που θέλει να πάρει θέση σε αυτό που συμβαίνει σήμερα στον κόσμο και μπορεί να απευθυνθεί τίμια στον σύγχρονο θεατή αυτού του κόσμου». Μάνος Στεφανίδης
Τελικά, τα έργα αυτά λειτουργούν μαγικά. Σαν καταρράκτης εισβάλλουν σε μία σχεδόν τυποποιημένη κουλτούρα υπενθυμίζοντας ότι οι φιγούρες του Καραγκιόζη ως πολιτιστικά στοιχεία ταξιδεύουν με το τρένο της αιωνιότητας. Ανεβοκατεβαίνουν και μεταλλάσσονται. Ενώνουν τις γενιές με το παιχνίδισμα του φωτός και της σκιάς, του αληθινού και του εικονικού. Κατά πόσο, λοιπόν, το θέατρο σκιών μεταμορφώνεται σε πραγματικό θαύμα των σκιών είναι επιλογή του καθενός.