Δύο τετραήμερα, 14 ελληνικές παραγωγές θεάτρου και χορού, μερικές δεκάδες επιμελητές, καλλιτεχνικοί διευθυντές, ατζέντηδες από όλον τον κόσμο. Τόπος συνάντησης η Πειραιώς 260 που μέλλει να γίνει αφετηρία διάδοσης του μηνύματος πως οι ελληνικές παραστατικές τέχνες έχουν δείγματα γραφής σύγχρονα, τοπικά και μαζί παγκόσμια.
Ο διάλογος υπό το όνομα Grape (Greek Agora of Performance) του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2023 με την χορηγία της Mastercard ξεκινάει στις 30 Ιουνίου και είναι η πρώτη οργανωμένη απόπειρα από κρατικό θεσμό να λανσάρει στο εξωτερικό την εγχώρια δημιουργικότητα. Έξι από τους 14 σκηνοθέτες και χορογράφους που συμμετέχουν στο φετινό εναρκτήριο λάκτισμα σχολιάζουν το momentum, μιλούν για τα αργά αντανακλαστικά των θεσμών και προβλέπουν τα οφέλη ενός τέτοιου εγχειρήματος υπό την προϋπόθεση να αποτελέσει θεσμό και όχι πυροτέχνημα.
Όταν η Δήμητρα της Λέσβου είχε οδηγηθεί στο ψυχιατρείο Δαφνίου – μετά το ανηλεές bulling που δεχόταν στην Συκαμιά – μια ομάδα αλληλέγγυων είχε απευθύνει δημόσιο κάλεσμα να της σταλούν γράμματα από τον καθένα που θέλει να της εκφράσει την συμπαράσταση του. Παρόλο που ο Παντελής Δεντάκης ήθελε να έχει γράψει ένα τέτοιο γράμμα, δεν το έκανε ποτέ. Λίγους μήνες μετά, η Δήμητρα εξαφανίστηκε από το ίδρυμα κι έκτοτε τα ίχνη της χάθηκαν. Μέχρι που το σώμα της ανακαλύφθηκε στ’ αζήτητα του νεκροτομείου.
Με έναν άλλον τρόπο, ο Δεντάκης γράφει αυτό το γράμμα σήμερα. Για την ακρίβεια, δεν το γράφει ο ίδιος, αλλά η Κατερίνα Λούβαρη Φασόη που υπογράφει ένα πρωτότυπο έργο εμπνευσμένο από την τραγική ζωή της Δήμητρας από τη Συκαμιά της Λέσβου. Το έργο αποτελεί μια σύνθεση της Φασόη ορμώμενης από το ντοκιμαντέρ της Τζέλλης Χατζηδημητρίου «Mrs Dimitris and Mrs Dimitroula» που συναντά το βιβλίο του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ «Η δύναμη της αγάπης». «Η παράσταση ανοίγει σε πολλά φιλοσοφικά ζητήματα. Από τη μια, μιλάμε για την αξία της ανιδιοτελούς αγάπης και από την άλλη για την κώφωση και την τυφλότητα των ανθρώπων, τις αγκυλώσεις της κοινωνίας και τα στερεότυπα που μας δημιουργούν ψεύτικους εχθρούς, δεν μας επιτρέπουν να αναγνωρίσουμε τα πραγματικά εμπόδια της ζωής», εξηγεί ο Παντελής Δεντάκης που αναλαμβάνει την σκηνοθεσία σαν μια πορεία από την ωμή βία προς την εξιλέωση και την ανύψωση ενός αθώου ανθρώπου.
Στο «Ρόδο» η Δήμητρα μετονομάζεται σε Διονυσία και δεν ζει στην Λέσβο αλλά στα σύνορα του Έβρου, όπου βοηθάει μετανάστες. Και τους βοηθάει, όχι στηριγμένη σε μια ιδεολογία «αλλά γιατί έχει διατηρήσει άφιλτρη την αγάπη της προς τους άλλους. Υπάρχει κάτι που κάνει τη Διονυσία να παραμένει παιδικά αθώα, χωρίς να έχει δηλητηριαστεί από την κοινωνία γύρω της. Το μόνο που τελικά θα την δηλητηριάσει είναι διαρκής απόρριψη» σημειώνει ο Παντελής Δεντάκης. «Γιατί η Διονυσία είναι μια γυναίκα εγκλωβισμένη στο σώμα ενός άνδρα και η τοπική κοινωνία την αντιμετωπίζει ως τον ‘τρελό του χωριού’».
Η παράσταση εξελίσσεται ως ένα βασανιστικό ερώτημα για τους ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο, έξω από αυτό που η κοινωνία ορίζει ως κανονικό και λογικό ενώ στην πραγματικότητα είναι παράλογο και βάναυσο. «Γιατί τα ομόφυλα ζευγάρια πρέπει να διεκδικούν επί δεκαετίες το δικαίωμα στο γάμο ή στην απόκτηση παιδιού; Γιατί τα τρανς άτομα αποκλείονται από την εργασία και το μοναδικό μέσο επιβίωσης τους γίνεται η σεξ εργασία; Για τον καθέναν από εμάς που αναγνωρίζει ανθρώπους πίσω από όλες αυτές τις ερωτήσεις, οι απαντήσεις είναι παράλογες. Και το χειρότερο είναι πως δεν διεκδικούμε μαζί τους αυτά τα δικαιώματα σαν να είναι ζήτημα ζωής και θανάτου» σχολιάζει ο σκηνοθέτης.
Η ιστορία της 64χρονης Δήμητρας – που υποδύεται ο Χρήστος Στέργιογλου – είναι γνωστή στο ελληνικό κοινό, που θα δει την παράσταση «πιθανώς συναισθηματικά φορτισμένο· σε αντίθεση με τους ξένους επιμελητές που λογικά δεν θα έχουν ιδέα ούτε για το πρόσωπο ούτε για την περιπέτεια του» παρατηρεί ο Παντελής Δεντάκης. «Το ρόδο είναι ρόδο» είναι η δεύτερη σκηνοθεσία του, που φλερτάρει με το ξένο κοινό μετά την επιτυχημένη ευρωπαϊκή περιοδεία της «Μικρής μέσα στο σκοτεινό δάσος» που ξεκίνησε από το Φεστιβάλ της Αβινιόν και ακόμα ανεβαίνει σε θέατρα της Γαλλίας. «Είναι πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία να συνεργάζεσαι με ανθρώπους της ίδιας τέχνης αλλά μιας άλλης εργασιακής νοοτροπίας. Όμως, όταν το παλεύεις μόνος σου είναι εξοντωτικό, είναι τόσες πολλές οι δυσκολίες οπότε ελαχιστοποιείται το κουράγιο που έχεις για να ταξιδέψεις τη δουλειά σου» τονίζει, αντιμετωπίζοντας το πρόγραμμα του Grape «ως μια έναρξη για περισσότερα». Και προσθέτει: «Φυσικά και έχει αργήσει κάθε προσπάθεια οργανωμένης εξωστρέφειας του ελληνικού θεάτρου, αφού δεν υπάρχει μέριμνα από την Πολιτεία. Πρέπει να αποφασίσουμε αν το σύγχρονο ελληνικό θέατρο είναι ένα από τα βασικά συστατικά του ελληνικού πολιτισμού και να το προωθήσουμε αναλόγως. Γιατί, ας το παραδεχτούμε, γίνονται και σπουδαία πράγματα στην Ελλάδα· ωστόσο μέχρι σήμερα, οι επιχορηγήσεις που δίνονται είναι της κλίμακας του ‘χαρτζιλικιού’».
Πότε: 30/6 – 2/7, 21.00 & 3/7 21.30
Που: Πειραιώς 260, Χώρος Ε
Παίζουν: Χρήστος Στέργιογλου, Γιάννης Παπαδόπουλος, Θανάσης Κρομλίδης, Βασίλης Ντάρμας, Γιάννης Σέρρης
Βόρεια Εύβοια, Μάτι, Μάνδρα. Εκατοντάδες χιλιάδες καμένα δέντρα σε μερικές ώρες οδήγησης. Ο Δημήτρης Μπαμπίλης δεν χρειάστηκε να απομακρυνθεί πολύ από την Αθήνα για να έρθει αντιμέτωπος με την απόλυτη καταστροφή. Αν και για το νέο του έργο, δεν τον απασχολεί μόνο το αποτέλεσμα αλλά και οι πραγματικότητες, τα αισθήματα που γεννιούνται από την, ολοένα, και διογκούμενη καταστροφολογία. «Οι πόλεμοι, η κλιματική κρίση, η οικονομική ύφεση, όλα λειτουργούν σωρευτικά, βιώνουμε την καταστροφή με μια έντονη εγγύτητα, είτε συμβαίνει δίπλα μας, είτε όχι». Η εκτεταμένη έρευνα πεδίου, η συνομιλία με καλλιτέχνες από πολλά μέρη του κόσμου που έχουν την εμπειρία καταστροφικών φαινομένων (φυσικών αλλά και όχι), η συνομιλία με συγγραφείς όπως ο Μπένγιαμιν και ο Μπλανσό, δημιουργούν ένα κράμα όπου «απεικονίζονται οπτικές από το πραγματικό. Δεν κάνουμε θέατρο ντοκουμέντο με την ακριβή έννοια του όρου. Όμως ακούμε τον εθελοντή πυροσβέστη που, σε ένα τοπίο αδιανόητης καταστροφής, μας δείχνει τα πέντε δέντρα που κατάφερε να σώσει. Γι’ αυτόν είναι πέντε ζωές από τις οποίες θα ξαναγεννηθεί το δάσος».
Η θεματολογία της καταστροφής είναι, κατά κοινή ομολογία, ένα διεθνές θέμα, αλλά όπως σημειώνει ο Δημήτρης Μπαμπίλης «η οπτική μας ξεκινάει από την τοπική εμπειρία. Υπόσχομαι πως δεν θα άλλαζα τίποτα από την παράσταση μας, ακόμα κι αν προοριζόταν για το Φεστιβάλ Νίκαιας, όπου και έχω γεννηθεί». Από εκεί και πέρα, ξεκαθαρίζει πως ασφαλώς «και με ενδιαφέρει ο τρόπος που συνομιλούν οι εμπειρίες μεταξύ τους, γιατί αυτό εξασφαλίζει πιο ανοιχτούς ορίζοντες για μια παράσταση». Έμπειρος σε σε διεθνείς συνεργασίες, διακρίνει αυτή με τους Rimini Protokoll, ονομάζοντας τον επικεφαλής τους, Ντάνιελ Βέτζελ «μέντορα του». Έχοντας δείξει την δουλειά του ξανά σε φεστιβαλική κλίμακα, αυτή τη φορά εστιάζει κυρίως στην ανάγκη της σκηνικής του γλώσσας να συνομιλήσεισ με άλλες κουλτούρες «ανεξάρτητα από το ταξίδι» που μπορεί να σημάνει η συμμετοχή στο Grape. «Με ενδιαφέρει ο διάλογος με άλλες κοινότητες και με άλλα κοινά» λέει χαρακτηριστικά.
Όντας ως φοιτητής μέλος της επιτροπής του «Συστήματος Αθήνα» – μιας ακόμα πλατφόρμας που προσπάθησε να δώσει εξωστρέφεια στην ελληνική παραγωγή αλλά σύντομα ατόνησε – πιστεύει πως η διαδικασία έχει αργήσει εδώ και δεκαετίες. «Από την άλλη, ευτυχώς που γίνεται τώρα και ευτυχώς που είμαι μέρος της γιατί η ελληνική θεατρική πιάτσα είναι τραυματισμένη από πολλές διαδοχικές συγκυρίες, οι καλλιτέχνες είναι εξαντλημένοι, η εντατικοποίηση της παραγωγής παραστάσεων δεν μας έβγαλε πιο κερδισμένους αλλά την ίδια ώρα, μετά από τόσες δυσκολίες, έχουμε αποκτήσει μιαν ευελιξία».
Πότε: 1 – 2/7, 21.00 & 3-4/7 19.00
Που: Εθνικό Θέατρο, Νέα Σκηνή
Παίζουν: Μάγια Ανδρέου, Γιώργος Βουρδαμής, Λάμπρος Γραμματικός, Ειρήνη Κυριακού, Μανώλης Μανουσάκης, Αντώνης Παπανικολάτος
Οι «Βάκχες» έχουν μόλις παρουσιαστεί στη Μασσαλία, τον τελευταίο σταθμό πριν την Πειραιώς 260 στην Αθήνα. Η Έλλη Παπακωνσταντίνου συμμετέχει στην πλατφόρμα του Grape διανύοντας την αντίστροφη διαδρομή, αφού ανήκει στους λίγους Έλληνες των παραστατικών τεχνών που, με πολύ κόπο, και μετά από πολύ χρόνο (σχεδόν 10 χρόνια) διαγράφει μια πορεία στις ευρωπαϊκές σκηνές, έχοντας εξασφαλίσει έξι συμπαραγωγούς από την Γαλλία, την Ιταλία, την Αυστρία και την Ολλανδία. Με καθέναν από αυτούς, η Παπακωνσταντίνου έχει χτίσει μια σχέση αφού παρακολουθούν τη δουλειά της για τρία χρόνια. Συνεπώς, δεν ήταν εύκολο. «Η εμπιστοσύνη διαμορφώνεται σταδιακά. Και ειδικά όταν ο καλλιτέχνης δεν έχει μια κεντρική υποστήριξη από κάποιον φορέα στη χώρα του, η δυσκολία είναι μεγάλη. Είναι λυπηρό που δεν υπάρχει κανένα δίκτυο στήριξης της σύγχρονης θεατρικής δημιουργίας, είναι λυπηρό που δεν υπάρχει κανένας διάλογος, στην Ελλάδα μόνο εισάγουμε νέες παραγωγές, δεν εξάγουμε. Και οι Έλληνες καλλιτέχνες είναι φοβερά απομονωμένοι ακόμα και σε σχέση με τα Βαλκάνια» διαπιστώνει η Ελληνίδα σκηνοθέτρια. «Το ΥΠΠΟ οφείλει να προωθεί τη γλώσσα μας και την σύγχρονη τέχνη που είναι μειοψηφική σε κάθε χρηματοδότηση. Αρκεί κανείς, να δει το παράδειγμα των Καταλανών για να καταλάβει πως προωθείται συγκροτημένα μια σκηνή, μια γλώσσα, ένα θέατρο».
Η Έλλη Παπακωνσταντίνου καταπιάνεται με την τραγωδία του Ευριπίδη γιατί θεωρεί πως το είδος είναι ένας ολιστικός κόσμος, το θέμα του έργου έχει ένα παγκόσμιο εύρος και πως το μυθικό στοιχείο διατηρεί μια άρρηκτη σχέση με το συλλογικό ασυνείδητο. «Μπορείς να γίνεις τόσο τοπικός όσο και διεθνής μέσα από ένα αρχαίο κείμενο» σημειώνει. Στην δική της εκδοχή, ωστόσο, ο μύθος του Πενθέα, της Αγαύης και του θεού Διονύσου ξαναγράφεται: Η δημιουργός παίρνει μια απόσταση στον τρόπο που εξετάζει τις δυνάμεις ζωής, της ευταξίας και του νόμου. Θεωρώντας πως ο Διόνυσος είναι μια κατ’ εξοχήν queer φιγούρα εντοπίζει μέσα στις «Βάκχες» την ευκαιρία να μιλήσει για την ρευστότητα των φύλων. «Ήταν μια προσωπική ανάγκη έκφρασης, αναφορικά και με τον τρόπο που εξελίσσεται η κοινωνία αλλά και γύρω από την οριοθέτηση των ελευθεριών, του πόθου και της επιθυμίας».
Παρότι αναδεικνύει ένα θέμα πολιτικό, η σκηνοθέτρια ξεκαθαρίζει πως δεν διατυπώνει ένα μανιφέστο, αλλά χρησιμοποιεί μια γλώσσα ποιητική που πηγάζει από το σώμα και το μύθο. Βασικά της εκφραστικά εργαλεία η μουσική, ο χορός και τα new media ενώ η δραματουργία θα διατυπωθεί σε τέσσερις γλώσσες – αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά και ελληνικά. Εξίσου πολυεθνική είναι και η ομάδα συντελεστών που υπογράφει την παράσταση αφού ηχολήπτης είναι ο Βενεζουελάνος Άρια Λέστερ, χορογραφούν οι Γάλλοι Μπερανζέρ και Ντεσκώ ενώ οι περφόρμερς είναι όλοι Έλληνες. «Συνειδητοποιώ πως όταν σμίγουν πολλές κουλτούρες επιτυγχάνεται μια μαγική ισορροπία και τελικά η παράσταση αποκτά μια γλώσσα παγκόσμια» λέει. «Όσο περισσότερα διεθνή χαρακτηριστικά έχει μια ομάδα τόσο πιο γρήγορα λειαίνονται οι πολιτισμικές διαφορές».
Πότε: 4-5/7, 21.00 & 6/7 21.30
Που: Πειραιώς 260, Χώρος Η
Παίζουν: Ariah Lester, Γιώργος Ιατρού, Χαρά Κότσαλη, Λητώ Μεσσήνη, Βασίλης Μπούτσικος, Άρης Παπαδόπουλος
Πώς αλλιώς μπορούμε να “διαβάσουμε” το μπαλέτο; Με αυτό το ερώτημα κατά νου, ο χορευτής και χορογράφος Δημήτρης Μυτιληναίος ξανακοιτάζει κλασικά κομμάτια μπαλέτου με μια διάθεση «αποκατάστασης» τους – κυρίως ‘επανεξετάζοντας’ βασικές και ακλόνητες, μέσα στο χρόνο, αρχές του. Εκκινώντας από τρεις ιστορικές χορογραφίες μπαλέτου για τον 20ο αιώνα – «Το απομεσήμερο του Φαύνου» από τον Βάσλαβ Νιζίσκι, το «Grand pas Classique» του Βικτόρ Γκσόβσκι και το «Tchaikovsky Pas de Deux» του Ζορζ Μπαλανσίν – ο Μυτιληναίος χρησιμοποιεί τις παρτιτούρες των εμβληματικών χορογραφιών ως αφετηρία, διερωτώμενος πως μπορεί να μετασχηματιστεί στις μέρες μας η έννοια του χορευτικού ζευγαριού. Αντιμετωπίζει δηλαδή την έννοια του «re-pair» και ως «ανα-ζευγοποίηση». «Το μπαλέτο είναι ένας χορός συγκεκριμένης δομής και με διαφορετικές χορογραφικές στρατηγικές για τον άνδρα και τη γυναίκα. Για παράδειγμα, ο χορευτής σηκώνει τη χορεύτρια στον αέρα, η χορεύτρια κάνει πιο λεπτομερείς και με χάρη κινήσεις. Σκεφτόμουν, λοιπόν, πως μπορώ να ‘παίξω’ με τις χορευτικές νόρμες του μπαλέτου λαμβάνοντας υπόψη και πολλά παραδείγματα χορογράφων που εκπροσωπούν το μοντέρνο και μεταμοντέρνο χορό (ενδεικτικά Μερς Κάνινχαμ, Ζερόμ Ρόμπινς, Λουσίντα Τσάιλντς) και ασχολήθηκαν με αντίστοιχα θέματα όπως την φορμαλιστική σύγκλιση μεταξύ χορευτών και χορευτριών».
Είναι, λοιπόν, το «Repair» μια προσπάθεια αμφισβήτησης των στερεοτύπων; Ο Δημήτρης Μυτιληναίος ξεκαθαρίζει πως δεν επιτίθεται στο μπαλέτο αφού, αφενός χάρη σε αυτό ο χορός χειραφετήθηκε ως ξεχωριστή τέχνη κι αφετέρου γιατί έχει «την βαθιά πίστη πως το μπαλέτο είναι ακόμα εξαιρετικά χρήσιμο στη σύγχρονη δημιουργία». Εκεί που, ωστόσο, στέκεται ο πυρήνας του έργου του είναι οι χορευτικές επιλογές που ‘εφαρμόζονται’ στο φύλο, συνδέοντας ακόμα και στις μέρες μας συγκεκριμένες μορφές κίνησης με το γυναικείο ή το ανδρικό σώμα, αντίστοιχα. «Υπάρχουν ακόμη παλιά κατάλοιπα, τα οποία εξακολουθούν να επιδρούν στους δημιουργούς και να αποτυπώνονται αισθητικά» εξηγεί.
Ο Δημήτρης Μυτιληναίος ξεκίνησε να δουλεύει το «Repair» πριν αυτό συμπεριληφθεί στην πλατφόρμα του Grape κι έτσι υποδέχθηκε ως μια έξτρα πρόκληση την πιθανότητα το έργο του να συναντήσει ένα ξένο κοινό. Παρότι έχει την πολύτιμη εμπειρία της συνεργασίας με την Υβόν Ράινερ, την κορυφαία Αμερικανίδα του σύγχρονου χορού, και των σπουδών του στη Γαλλία, δεν είχε (μέχρι στιγμής) τη δυνατότητα να δει μια δουλειά του να ταξιδεύει στο εξωτερικό. «Δεν υπήρξε αυτή η προτεραιότητά μου, αν και όπως και για τις περισσότερες παραγωγές χορού, έτσι και για μένα θα ήταν θεμιτό να βγω και εκτός της ελληνικής σκηνής. Σε αυτό έγκειται το ζήτημα της βιωσιμότητας τους, δηλαδή της εξασφάλισης διεθνών συμπαραγωγών» σημειώνει – κάτι το οποίο αρκετοί σημαντικοί Έλληνες δημιουργοί του χορού έχουν καταφέρει τα τελευταία χρόνια (με ίδια μέσα αλλά και με την στήριξη της Στέγης).
Κι ενώ ο ελληνικός χορός έχει διαμορφώσει ήδη ένα status στις σκηνές της Ευρώπης, ο Δημήτρης Μυτιληναίος εκτιμά πως μια συντονισμένη πρωτοβουλία όπως το Grape θα έχει καλύτερα αποτελέσματα από τις ατομικές προσπάθειες που τελεσφορούν μέχρι σήμερα. «Όσο πιο οργανωμένη η προσπάθεια, τόσο μεγαλύτερη δυναμική θα αποκτήσει. Το Grape αξίζει να αναπτυχθεί, να θεσμοθετηθεί κι όχι να λειτουργήσει σαν ένα πυροτέχνημα κάποιων χρόνων ή μιας διοίκησης. Μόνον έτσι θα καταφέρει να ενισχύσει ουσιαστικά την εγχώρια σκηνή κι επιπλέον, να αφομοιωθεί από τους επιμελητές, τους παραγωγούς και όσες/ους αποφασίζουν», τονίζει.
Πότε: 8/7, 20.00 & 22.00 & 9-10/7 21.00
Που: Πειραιώς 260, Χώρος Β
Ερμηνεύουν: Αμαλία Κοσμά, Pierre Magendie, Κωνσταντίνα Μπάρκουλη-Γάβρη, Δημήτρης Μυτιληναίος
Δεν έχει σταματήσει να διερευνά την εθνική ταυτότητα έξω και πλαγίως από το κυρίαρχο εθνικό αφήγημα. Κι έτσι, ο Γιάννης Σκουρλέτης των Bijoux de Kant αντλεί αυτή τη φορά από μια σπουδαία περίπτωση, από τον συνθέτη Γιάννη Κωνσταντινίδη: Ένα δημιουργό από την Μικρά Ασία αστικής καταγωγής, με σπουδές στη Γερμανία (στην Ανώτατη Ακαδημία του Βερολίνου) που μετά την επαφή με το δυτικό μουσικό ιδίωμα προσπάθησε να ξανασυναντήσει την ελληνική μουσική παράδοση. Κι έτσι όταν υπέγραφε συμφωνικά έργα διατηρούσε το όνομα του· όταν πάλι έγραφε «ελαφριά» μουσική (μικρά αριστουργήματα που ερμήνευσαν η Δανάη, η Σοφία Βέμπο, η Νανά Μούσχουρη, η Στέλλα Γκρέκα, η Τζένη Βάνου κ.α.) χρησιμοποιούσε το όνομα του αντεστραμμένο· γινόταν ο Κώστας Γιαννίδης. «Στα μάτια μου, αυτή η αντιστροφή του ονόματος του δηλώνει μια μεταλλαγή, μια μεταμόρφωση, άρα και ένα drag στοιχείο. Ωστόσο, για να υπάρξει μια queer αποτύπωση χρειάζεται τραύμα, το οποίο ο Κωνσταντίνιδης βίωσε: Γεννήθηκε στη Σμύρνη, έζησε την άνοδο του φασισμού στο Βερολίνο και το ξέσπασμα του πολέμου τον βρήκε στην Ελλάδα» εξηγεί ο σκηνοθέτης της παράστασης.
Βασίζεται, λοιπόν, στον κύκλο τραγουδιών του Γιάννη Κωνσταντινίδη, τα «Τραγούδια του ελληνικού λαού» – και σε συνεργασία με τον ερευνητή Αλέξανδρο Παπαδόπουλο στα κείμενα και τον σκηνογράφο Κωνσταντίνο Σκουρλέτη – καλεί την drag βαρύτονο Νίνα Νάη, την drag περφόρμερ Daglara και τον μαέστρο Γιώργο Ζιάβρα (που εργάζεται στη Γερμανία) ν’ αφηγηθούν μια ιστορία συνάντησης για τον Κωνσταντινίδη και τον Γιαννίδη, για το ελληνικό και το δυτικό στοιχείο, για μια δυαδική φύση που εδώ παίρνει συμβολικές διαστάσεις. «Σε καμία περίπτωση δεν έχω πρόθεση να σαρκάσω τη μουσική του Κωνσταντινίδη. Προσεγγίζουμε την αξία των τραγουδιών με απόλυτο σεβασμό, δεν θέλουμε να μετατρέψουμε τα έργα του σε κάτι άλλο, το σχόλιο μας είναι ορατό εξαρχής» τονίζει ο Γιάννης Σκουρλέτης.
Εξοικειωμένος να αξιοποιεί ιστορίες με έντονα στοιχεία ελληνικότητας, ο σκηνοθέτης δεν ανησυχεί για την πρόσληψη του έργου του και από ένα διεθνές κοινό. «Με τη γλώσσα της μουσικής μπορεί να επικοινωνήσει ο καθένας. Όλα τα ερωτικά τραγούδια του κόσμου την ίδια ανάγκη θέλουν να διαδώσουν. Υπό αυτή την έννοια, είναι δυνατό η τοπικότητα να διεθνοποιηθεί. Αν και γενικά, στη δουλειά μου, με απασχολεί η εξωστρέφεια, οι παραστάσεις που είναι ανοιχτές. Έχει σημασία ο καλλιτέχνης να λαμβάνει υπόψιν τον θεατή, όποιας εθνικής προέλευσης κι αν είναι».
Κατά συνέπεια, η συμμετοχή του στο showcase του Grape μόνο πολύτιμη μπορεί να θεωρείται – κι ας άργησε στα ελληνικά θεατρικά πράγματα. Είναι άραγε μια καλή στιγμή για το ελληνικό θέατρο να επικοινωνήσει με τον υπόλοιπο κόσμο; «Πάντα είναι καλή η στιγμή και πάντα δεν είναι» απαντά στωϊκά ο Σκουρλέτης. «Όπως έλεγε και ο Μάνος Χατζιδάκις ‘στο τέλος όλα είναι ζήτημα ταλέντου’».
Πότε: 17/7, 21.00 & 18-20/7 21.30
Που: Πειραιώς 260, Χώρος Β
Παίζουν: Νίνα Νάη, Γιώργος Ζιάβρας, Daglara
Η Ζωή Χατζηαντωνίου είναι ίσως η μόνη περίπτωση της πλατφόρμας του Grape που ανεβάζει μια παράσταση βασισμένη σε ένα ήδη υπάρχον κείμενο – το οποίο ωστόσο ποτέ ξανά δεν έχει παρασταθεί. Γι’ αυτό ευθύνεται η μεγάλη έλξη που ένιωσε μπροστά στα κείμενα της Αυστριακής ποιήτριας Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν, μια από τις σημαντικότερες περιπτώσεις Γερμανόφωνων δημιουργών της μεταπολεμικής περιόδου. Συγκεκριμένα, το έργο της «Ρέκβιεμ στην Φάνι Γκόλντμαν» είναι μια σύνθεση από προσχέδια, σκόρπιες σελίδες, αφηγηματικές και διαλογικές σκηνές όπου διηγείται την ιστορία της όμορφης ηθοποιού Φάνι Γκόλντμαν καθώς πέφτει θύμα εκμετάλλευσης από τον γοητευτικό και άσημο συγγραφέα Τόνι Μάρεκ. Εκείνος, αφού την χρησιμοποιεί για να ανελιχθεί επαγγελματικά, εκθέτει την προσωπική της ζωή ως θέμα του πρώτου του βιβλίου. Η Γκόλντμαν καταρρέει.
«Σταθερά, το έργο της Μπάχμαν περιστρέφεται γύρω από μια κοινωνία σε διαρκή πόλεμο, εξηγεί πως και μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου τα εγκλήματα παραμένουν. Εδώ μπαίνουμε στον κύκλο των έργων της με γυναικεία ονόματα καθώς ήθελε να μελετήσει τα σιωπηλά, οικεία εγκλήματα, τα αδιόρατα θύματα που γεννιούνται όσο ο πολιτισμός επιτρέπει την κυριαρχία στους άνδρες. Η συγγραφέας αντιστέκεται στον εξοβελισμό της γυναικείας αφήγησης» λέει η Ζωή Χατζηαντωνίου, δύο χρόνια μετά από μιαν άλλη γυναικεία αφήγηση που άφησε εξαιρετικές εντυπώσεις, το «Amalia Melancholia».
Στο «Ρέκβιεμ» η Χατζηαντωνίου αναθέτει όλους τους ρόλους του έργου σε γυναίκες, χωρίς ατζέντα, αλλά από ένστικτο. «Δεν το έκανα συνειδητά, απλώς δεν αναζήτησα άνδρες ηθοποιούς» εξηγεί καθοδηγώντας τις Χαρά Μάτα Γιαννάτου, Άννα Καλαϊτζίδου, Αλεξία Καλτσίκη, Ελίνα Ρίζου. «Γίνονται όλες διαμεσολαβήτριες στον λόγο μιας γυναίκας».
Παρότι οι θεματολογίες του Grape συμπεριλαμβάνουν την θέση της γυναίκας και τα κοινωνικά της δικαιώματα, η σκηνοθέτρια προετοίμαζε την παράσταση από καιρό, από τότε που έπεσε στα χέρια της η πρώτη ελληνική μετάφραση του κειμένου. Ωστόσο, δεν μπορεί παρά να επικροτεί την οργανωμένη πρωτοβουλία του Φεστιβάλ «ώστε οι ελληνικές παραστάσεις να μπορέσουν να συνομιλήσουν με ένα άλλο κοινό. Δεν είναι μόνο ζητούμενο να αγοραστούν οι παραστάσεις μας από curators και διοργανωτές· κέρδος να είναι να μπούμε σε διαδικασία γνωριμίας και με άλλες πλατφόρμες και διοργανώσεις» λέει μολονότι διακρίνει την καθυστέρηση. «Μια τέτοια πρωτοβουλία θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει από την εποχή Λούκου, οπότε οι οικονομικές συνθήκες ήταν καλύτερες και τα πράγματα πιο φωτεινά. Εξάλλου, είχαν υπάρξει στο παρελθόν πολύ αξιόλογες στιγμές για το ελληνικό θέατρο. Σήμερα, πάλι, αισθάνομαι πως το ελληνικό θέατρο είναι κουρασμένο, ειδικά η γενιά μου προσπαθεί να αντιμετωπίσει αυτήν την κόπωση».
Πότε: 17/7, 21.00, 18/7, 20.00, 19/7 19.30 & 20/7 21.00
Που: Πειραιώς 260, Χώρος Ε
Παίζουν: Χαρά Μάτα Γιαννάτου, Άννα Καλαϊτζίδου, Αλεξία Καλτσίκη, Ελίνα Ρίζου