Ο Brice Marden, ο αφαιρετικός ζωγράφος του οποίου το έργο βρήκε νέες κατευθύνσεις σε μια εποχή που θεωρούταν πως η ζωγραφική είχε κάνει τον κύκλο της, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 84 ετών.
Ο θάνατος του ανακοινώθηκε από την κόρη του Mirabelle Marden, σε ανάρτηση στο Instagram. Πέθανε στο σπίτι του, στο Tivoli, της Νέας Υόρκης.
«Ήταν τυχερός που έζησε μια μακρά ζωή κάνοντας αυτό που αγαπούσε», έγραψε η ίδια, προσθέτοντας πως ο πατέρας της εξακολουθούσε να ζωγραφίζει μέχρι και το προηγούμενο Σάββατο.
Ήταν αφοσιωμένος στις εξερευνήσεις του γύρω από την τέχνη της αφαίρεσης. Κάποτε ρωτήθηκε αν ποτέ θέλησε να ζωγραφίσει εικονιστικά και η απάντηση του ήταν ένα απλό “όχι”. Ωστόσο οι καλλιτέχνες που θαύμαζε συχνά προέρχονταν από την εικονιστική τέχνη.
Καθώς οι υπόλοιποι ζωγράφοι πάσχιζαν να “ξεφύγουν” από τον καμβά, ο Marden δούλεψε σκληρά και με επιτυχία για να «επανεφεύρει» το συγκεκριμένο είδος. «Οι άνθρωποι συνήθιζαν να λένε “Η ζωγραφική είναι νεκρή”», σχολίασε κάποτε, «Αυτός ήταν ο δικός μου τρόπος να πω “Τι μπορούμε να κάνουμε”».
Ο Brice Marden γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1938, στο Bronxville της Νέας Υόρκης. Ήρθε σε επαφή με την τέχνη μέσω ενός γείτονα, ενός ζωγράφου. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Καλών και Εφαρμοσμένων Τεχνών στη Βοστώνη και αργότερα στο Πανεπιστήμιο του Yale.
Η πρώτη του ατομική έκθεση, παρουσιάστηκε, στην Γκαλερί Bykert, στη Νέα Υόρκη, το 1966, με μονοχρωματικά σχέδια και πίνακες. Οι κριτικές ήταν ανάμεικτες. Εκείνη την περίοδο ο Marden ζούσε μια μποέμικη ζωή, συχνά κάνοντας παρέα με τροβαδούρους και ποιητές από το Greenwich Village. Δύο από τα έργα της συγκεκριμένης έκθεσής αποτελούσαν φόρο τιμής στον Bob Dylan και τη Nico.
Όταν ερωτεύτηκε την Ύδρα και το ελληνικό τοπίοΤο 1971 θα επισκεφτεί για πρώτη φορά το νησί της Ύδρας μαζί με τη σύζυγο του, Έλεν. Μαγεμένοι από το φως και την τέχνη «τέχνη των παλαιότερων πολιτισμών», αγόρασαν ένα σπίτι εκεί δύο χρόνια αργότερα. Η καθαρότητα του υδραϊκού τοπίου επηρέασε βαθιά το έργο του. Για τα επόμενα πενήντα χρόνια το ελληνικό τοπίο και η ελληνική αρχαιότητα θα αποτελέσουν πηγή έμπνευσης για τον καλλιτέχνη.
Αναζητούσε τρόπους να “μεταφράσει” τα βουνά, τη θάλασσα και το φως της Ελλάδας με το δικό του εικαστικό λεξιλόγιο. Ανάμεσα σε άλλα, θα δημιουργήσει στο πανέμορφο νησί του Σαρωνικού πίνακες σε μάρμαρο καθώς και το πρωτότυπο έργο «Lingam on Eucalyptus»(1992), σχέδιο με μελάνι σε φλοιό κορμού ευκάλυπτου, από αυτούς που κοσμούν το διάσελο μεταξύ Βλυχού και Κιάφας στην Ύδρα.
Ένας καλλιτέχνης που δεν επαναπαύεταιΚαθώς η ζωγραφική του εξελίχθηκε, ο ίδιος ανέπτυξε διάφορες μινιμαλιστικές τεχνικές έως ότου, το 1984, πέρασε από τα μονοχρωματικά έργα στα απατηλώς “απλά”, ωστόσο εξαιρετικά δουλεμένα έργα με διακλαδωμένες γραμμές επηρεασμένες από τη κινεζική καλλιγραφία. Ο Marden συνέχισε να προκαλεί τον εαυτό του και στα τελευταία στάδια της ζωής του. Το 2019 δήλωσε στους New York Times ότι άρχισε να πειραματίζεται ζωγραφικά με το λευκό: «Το λευκό για εμένα ήταν ένα διορθωτικό χρώμα πάντα. Σβήνεις πράγματα με τον λευκό. Προσπαθώ να παραβιάσω τους δικούς μου κανόνες».
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του θα συμμετάσχει σε εμβληματικούς εικαστικούς θεσμούς όπως η Documenta και η Biennale της Βενετίας. Τις δεκαετίες του 70, του 80 και του 90 η φήμη του θα εκτοξευθεί. Τα πρώτα χρόνια της νέας χιλιετίας τα έργα του αγοράζονται σε δημοπρασίες για εκατομμύρια δολάρια.
Έργα του βρίσκονται σε συλλογές μουσείων σε όλο τον κόσμο: Tate του Λονδίνου, Kunstmuseum της Βασιλείας, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Τεχεράνης, Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (MoMA) της Νέας Υόρκης, Solomon R. Guggenheim Museum της Νέας Υόρκης, Whitney Museum of American Art της Νέας Υόρκης, Philadelphia Museum of Art, Hirshhorn Museum and Sculpture Garden της Ουάσινγκτον, Art Institute of Chicago, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Σικάγο, Saint Louis Art Museum, Museum of Fine Arts του Χιούστον, Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Σαν Φρανσίσκο και Musée des beaux-arts du Canada στην Οτάβα κ.α.
Το 2022 το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης παρουσίασε το έργο του σε διάλογο με επιλεγμένες αρχαιότητες από τις μόνιμες συλλογές του, σε μια έκθεση με τίτλο «Brice Marden και Ελληνική Αρχαιότητα».