Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, πήγαμε θέατρο, είδαμε ταινίες, ακούσαμε μουσική, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα – και κάποια από αυτά θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!
Όταν όλος ο κόσμος έβλεπε back-to-back Barbie και Oppenheimer και μπορούσε να απαντήσει στο δίλημμα της “ταινίας της χρονιάς”, εμείς στην Ελλάδα έπρεπε να περιμένουμε μέχρι τις 24 Αυγούστου για την πρεμιέρα της νέας ταινίας του Κρίστοφερ Νόλαν. Ίσως και γι’ αυτό πολλές από τις προβολές βγήκαν sold out – ειδικά αν θες να την δεις σε IMAX τότε σου προτείνω να κλείσεις από πριν το εισιτήριο σου. Εγώ τουλάχιστον αυτό έκανα – και παρ’ όλο που δεν είμαι μεγάλη φαν του IMAX (αυτό είναι όμως άλλη ιστορία), δεν το μετάνιωσα καθόλου. Εξάλλου, αν υπάρχει μία ταινία που αξίζει να δεις με αυτή την τεχνολογία είναι σίγουρα το Oppenheimer. Αφενός γιατί ο Κρίστοφερ Νόλαν είναι ένας σκηνοθέτης που ξέρει να χειρίζεται τα ειδικά εφέ με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο – και αυτό γιατί αποφεύγει τα CGI και την υπερβολική χρήση υπολογιστών- αφετέρου γιατί η ίδια η ταινία πραγματεύεται μεταξύ άλλων το χρονικό της κατασκευής μίας εφεύρεσης που άλλαξε για πάντα την ροή της ιστορίας – και πραγματικά η σκηνή της έκρηξης της βόμβας δεν ήταν τίποτα λιγότερα από ανατριχιαστική.
Ο Oppenheimer είναι ίσως το μεγαλύτερο αριστούργημα του Νόλαν μέχρι τώρα και δεν θα μου κάνει καμία εντύπωση αν σαρώσει τα Όσκαρ – στις κατηγορίες Καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, ειδικών εφέ και ερμηνείας για Μέρφι και Ντάουνει Τζούνιορ, για εμένα είναι ήδη φαβορί. Ο Νόλαν βέβαια συνεχίζει να μην είναι από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες – παρ’ όλο που ποτέ δεν έχω φύγει από την κινηματογραφική αίθουσα απογοητευμένη από ταινία του δεν έχει ακόμα καταφέρει να με “αγγίξει” ειδικά με τις τελευταίες δουλειές του. Δεν μπορώ όμως να μην παραδεχτώ ότι παρέδωσε ένα τρίωρο έπος, με άψογο σενάριο και εντελώς ολοκληρωμένο όραμα. Αυτα που θα κρατήσω από την ταινία είναι πολλά. Ένα από αυτά είναι αυτό που ο Νόλαν επέτρεψε στον “villain” της ιστορίας να πει για τον “ήρωά”, Robert J. Oppenheimer – που τουλάχιστον στα δικά μου μάτια είναι η αλήθεια για τον μεγαλοφυή φυσικό. Και αυτό γιατί όσο “ανθρώπινος” κι αν παρουσιάστηκε στην ταινία, όσο γοητευτικός και να είναι ο Κίλιαν Μέρφι, όσο δέος κι αν μας προκαλεί η ευφυΐα μίας τόσο ιστορικής προσωπικότητας, δεν πρέπει να ξεχνάμε το τεράστιο κακό που προκάλεσε στην ανθρωπότητα. Περίπου 200.000 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, είτε ακαριαία από την ατομική βόμβα, είτε από την ραδιενέργεια. Ο Oppenheimer, ο “πατέρας της ατομικής βόμβας”, ήταν ουσιαστικά εκείνος που όπλισε τα χέρια των ΗΠΑ με το πανίσχυρο αυτό όπλο, αλλάζοντας για πάντα την ιστορία. Και νομίζω ότι αυτό δεν πρέπει να του το συγχωρήσει η ιστορία.
Τατιάνα Γεωργακοπούλου
Κυριακή βράδυ ισούται με Netflix and chill. Για να ξεκινήσει καλά η εβδομάδα φορτώνουμε τις μπαταρίες μας με μια καλή ταινία. Έτσι και αυτή την Κυριακή, έπειτα από ατελείωτο ψάξιμο στη δημοφιλή πλατφόρμα βρήκα την κατάλληλη ταινία για να περάσω ευχάριστα το βράδυ μου. Η αδυναμία μου στις ιταλικές ταινίες με οδήγησε στο να διαλέξω μια ιταλική ρομαντική κωμωδία με τίτλο «Τραπέζι για τέσσερις» που παρουσιάζει τις παράλληλες ιστορίες τεσσάρων φίλων που δεν έχουν σύντροφο και κάνουν διάφορους συνδυασμούς σχέσεων. Η ιστορία ξεκινάει με πολλά ερωτήματα και αμφισβητήσεις για την «αδερφή ψυχή» και την ύπαρξη της. Πώς είναι άραγε αυτή η αδελφή ψυχή μας; Μας μοιάζει ή είναι το αντίθετό μας; Το ότι υπάρχει μια αδελφή ψυχή για κάθε άτομο είναι μια ρομαντική, αλλά ίσως όχι πολύ επιστημονική θεωρία.
Στην ταινία ο Λούκας και η Σάρα καλούν σε δείπνο τέσσερις φίλους που τυχαίνει να είναι ελεύθεροι: την Chiara, τον Matteo, την Giulia και τον Dario και μπαίνουν στον πειρασμό να δοκιμάσουν αν ισχύει η θεωρία με τις αδερφές ψυχές. Βλέπουμε τους τέσσερις φίλους, που είναι ελεύθεροι και περισσότερο από έτοιμοι να κάνουν κάποια σχέση, να μπαίνουν στη διαδικασία να βρουν “τον ένα”. Μέσα από σύνθετες καταστάσεις ανακαλύπτουν ότι η σεξουαλική-ερωτική τους ζωή περιστρέφεται γύρω από τους ίδιους ανθρώπους, μερικές φορές ακόμη και μεταξύ τους τα πράγματα γίνονται πιο περίπλοκα από όσο φανταζόντουσαν . Η ταινία κυλάει ευχάριστα παρά των πολλαπλών εναλλαγών στις σχέσεις και στις καταστάσεις οι οποίες δεν είναι καθόλου κουραστικές. Μετά από όλο αυτό το μπέρδεμα αντιλαμβανόμαστε πως σε διαφορετικές εποχές της ζωής μας χρειαζόμαστε διαφορετικούς συντρόφους και πως η ιδέα των «αδελφών ψυχών» παίζει κύριο ρόλο με ποιον καταλήγουμε. Μας αφήνει με πολλά ερωτήματα και πολλές σκέψεις για τις αδερφές ψυχές, για τις σχέσεις και γενικότερα για τις καταστάσεις οι οποίες μας επηρεάζουν χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε πλήρως. Αυτή εξάλλου είναι και η μαγεία μιας καλής ταινίας να σου δημιουργεί πολλά ερωτήματα στο τέλος.
Αγγελούδη Βασιλική
Για να είμαι ειλικρινής ποτέ δεν τρελαινομουν για το όλο κόνσεπτ με τα zombie, οπότε είχα επιφυλακτική στάση. Για την ακρίβεια, άρχισα την εν λόγω σειρά κάπως τυχαία με την παρέα μου, σε μια από τις καθιερωμένες εξερευνήσεις στο Netflix. Ναι αυτές που διαρκούν παραπάνω από την ίδια την ταινία που τελικά θα δεις.
Η νέα ταινία του Rodrigo Sorogoyen “Ο εχθρός δίπλα μου”– ή “Σαν Κτήνη” όπως αναφέρεται ο Ισπανικός τίτλος και φαίνεται να ταιριάζει καλύτερα- κυκλοφόρησε την εβδομάδα που μας πέρασε στα Ελληνικά θερινά και δίνει μια έντονη γεύση από τα παλιά, καλά Ισπανικά θρίλερ. Μια ταινία αργού σασπένς που σε «σιγοψήνει» και παράλληλα χτίζει ένταση ανάμεσα σε ρεαλιστικούς, τρισδιάστατους χαρακτήρες, καλούς και κακούς, ο καθένας με τα δικά του πάθη.
Με μεγάλα σχέδια να καλλιεργήσουν τη γη και να πωλούν λαχανικά στην τοπική αγορά για να ζήσουν, ο πρώην δάσκαλος Antoine και η σύζυγός του Olga άφησαν πίσω τους την άνετη ζωή στη Γαλλία για να αναζητήσουν μια νέα αρχή στην Ισπανική ορεινή ύπαιθρο. Αντ’ αυτού, το όνειρο τους βγήκε ξινό – η αντιπάθεια, η ξενοφοβία και μια αδυσώπητη εχθρότητα περίμεναν το φιλήσυχο ζευγάρι. Τα σχέδια τους ανατρέπονται όταν δεν υπογράφουν για να γίνει η νέα τους γη περιοχή με ανεμογεννήτριες, προκαλώντας την οργή των υπολοίπων κατοίκων που ήθελαν τα χρήματα της αποζημίωσης. Όταν οι άμεσοι γείτονές τους σχεδιάζουν έναν ολοκληρωτικό πόλεμο για να τους διώξουν από τον τόπο τους, δεν υπάρχει επιστροφή.
Σ’ όλο τον κόσμο, τα άτομα που αντιδρούν «ως κτήνη» που δεν συμπαθούν τους ξένους, που δεν συμπαθούν όσους δεν είναι ντόπιοι, όσους δεν μιλούν την ίδια γλώσσα, δεν έχουν την ίδια θρησκεία, δεν έχουν τις ίδιες πολιτικές απόψεις, δεν έχουν τα ίδια μαλλιά, τα ίδια μάτια κ.οκ., θα βρουν κάθε κακόβουλο τρόπο για να τονώσουν την «ανωτερότητα» τους. Και δεν είναι μόνο στην ορεινή ύπαιθρο, ο ρατσισμός είναι παντού γύρω μας: στην εργασία, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στα εργοστάσια, στα γραφεία, στους αθλητικούς συλλόγους, στα μπαρ, στις πολιτικές συγκεντρώσεις και δηλητηριάζει τις ζωές των ειρηνικών ανθρώπων. Από αυτή τη σκοπιά, η ταινία καταφέρνει και γίνεται μια πολύ πετυχημένη αλληγορία, ενώ παράλληλα θίγει περιβαλλοντικά θέματα, την σχέση μητέρας-κόρης αλλά και τις δυσχέρειες της αγροτικής ζωής.
Σπύρος Χαϊντούτης
Μια είδηση μου τράβηξε την προσοχή την εβδομάδα που μάς πέρασε και αφορά τον βραβευμένο τραγουδιστή και τραγουδοποιό John Legend. Πρόκειται για τη μη κερδοσκοπική του οργάνωση «FreeAmerica» που έχει δύο κύριους στόχους: Να βάλει τέλος στις μαζικές φυλακίσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής μέσα από τον πολιτισμό, την εκπαίδευση και την προώθηση μεταρρυθμίσεων, να στηρίξει τις κοινότητες που πλήττονται δυσανάλογα από τον θεσμοθετημένο ρατσισμό με δράσεις σε τοπικό επίπεδο.
Οι μαζικές φυλακίσεις είναι ένα ζήτημα που απασχολούν τις ΗΠΑ -ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες-, καθώς θεωρείται η χώρα με τους περισσότερους φυλακισμένους ανά κάτοικο παγκοσμίως. Ένα πρόβλημα το οποίο δείχνει να έχει ρατσιστικές εκφάνσεις καθώς «χτυπά» περισσότερο τη μαύρη κοινότητα, τους αυτόχθονες πληθυσμούς και τους λατίνους. Ο Αμερικανός καλλιτέχνης γνωρίζει από πρώτο χέρι ότι το αμερικανικό δικαστικό σύστημα χρειάζεται απαραίτητα αλλαγές: «Ξέρω πως είναι να ζεις σε μια κοινότητα που βιώνει την αδιαφορία και τις διακρίσεις», δηλώνει ο Legend στο The Hollywood Reporter, «Μεγάλωσα μαζί με ανθρώπους που βρέθηκαν αντιμέτωποι με το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης -μέλη της οικογένειας, καλοί φίλοι που έκαναν ή κάνουν φυλακή». Ενώ σε άλλο μέρος της συνέντευξης σχολιάζει «Βλέπουμε τις αντιδράσεις ενάντια στη φυλετική ισότητα και πρόοδο, στις μεταρρυθμίσεις της ποινικής δικαιοσύνης. Η δουλειά μας είναι να ανταπαντήσουμε στο αφήγημα αυτό». Η φράση του όμως που μου έμεινε περισσότερο και πιστεύω πως κάθε δημοκρατικός πολίτης σε οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη δεν μπορεί παρά να συμφωνήσει μαζί του: «Πρέπει να υπάρχει μια καλύτερη απάντηση από το να κλείνουμε περισσότερους ανθρώπους μέσα».
Αριστούλα Ζαχαρίου