Ο τυφώνας Λένα Κιτσοπούλου
Μια άποψη, κατόπιν εορτής, για τις ακραίες αντιδράσεις που προκάλεσε η παράσταση της σκηνοθέτιδας στο Εθνικό Θέατρο.
«Η γνώμη σας μετράει – σας το έχουν πει και το έχετε πιστέψει». Αυτό ισχυρίζεται, μεταξύ πολλών άλλων στο κείμενο της, με αφορμή τις αριστοφανικές «Σφήκες» η Λένα Κιτσοπούλου. Δύο μήνες μετά την πρεμιέρα της παράστασης στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου από το Εθνικό Θέατρο, μάλλον δεν έχει σημασία να εκφράσει κανείς την γνώμη του – αφορά ή όχι – για μια παράσταση. Όχι μόνο γιατί πάλιωσε το δράμα που παίχτηκε όλο τον Ιούλιο. Όχι μόνο γιατί η ζωή μας σκεπάστηκε από στάχτη, πνίγηκε στο νερό και στη λάσπη (κυριολεκτικά) αλλά γιατί διερωτάται κανείς ποια βαρύτητα έχει πλέον μια μέτρια, κακή ή καλή παράσταση μέσα σε αυτήν την δυστοπία.
Φυσικά, στην περίπτωση των «Σφηκών» οι γνώμες που διατυπώθηκαν από επίσημα μέσα, από σκόρπια (κατά χιλιάδες ανώνυμους) στα social media, από (σχετικούς) συντάκτες του θεατρικού ρεπορτάζ και θεατρολόγους έως και (άσχετους) πολιτικούς αρθρογράφους θεωρητικά ‘έγκριτων’ εφημερίδων και site, κατέληξαν να καταστήσουν τη Λένα Κιτσοπούλου ένα όνομα αναγνωρίσιμο ακόμα και σε ανθρώπους που δεν έχουν δει ούτε μια παράσταση της – πόσο μάλλον την τελευταία και ίσως την πιο αμφιλεγόμενη. Ακόμα θυμάμαι την ερώτηση του ηλικιωμένου πατέρα μου «μα ποια είναι επιτέλους η Λένα Κιτσοπούλου;» καθώς διάβαζε το άρθρο μιας ‘σοβαρής’ εφημερίδας, πιστεύοντας ότι είχε γκρεμιστεί η Επίδαυρος.
Λεκτικός λιθοβολισμόςΣτην περίπτωση Κιτσοπούλου, δυστυχώς, ο ορυμαγδός των απόψεων μετατράπηκε περίπου σε αυτοσχέδιο λιθοβολισμό διαρκείας, καταρχάς με στόχο την ίδια τη δημιουργό. Και σήμερα, δύο μήνες μετά – όπου τα πάθη έχουν καταλαγιάσει όπως λένε και οι νομικοί – αναρωτιέται κανείς αν μια κακή παράσταση μπορεί να συσπειρώσει μια μαινόμενη υβριστική οχλαγωγία που διαρκώς αυτοτροφοδοτείται, αφού ούτε η ίδια η δημιουργός τοποθετήθηκε, ούτε το Εθνικό Θέατρο – για το οποίο επίσης διατυπώθηκαν επιθέσεις αναφορικά με τις επιλογές και το ρεπερτόριο του.
Παράλληλα, μαθαίνουμε πως το Υπουργείο Πολιτισμού ενοχλήθηκε που το Εθνικό Θέατρο βρέθηκε ξανά το επίκεντρο μιας πολεμικής συνθήκης. Και όχι φυσικά για την ένταση και, συχνά, τον κανιβαλισμό που υπέστην τόσο ο οργανισμός όσο και οι καλλιτέχνες του. Ενοχλήθηκε με τους ίδιους τους ανθρώπους του οργανισμού και με τους ίδιους τους καλλιτέχνες που, ας πούμε, ‘εξέθεσαν’ το Εθνικό. Θαρρείς και η μνήμη μας έχει ακρωτηριαστεί για τα πραγματικά σκάνδαλα στον οργανισμό (που εξακολουθούν να απασχολούν τα ανώτατα κλιμάκια της δικαιοσύνης) με την υπογραφή της ίδιας, ακριβώς, ηγεσίας του υπουργείου Πολιτισμού. Και τώρα το ΥΠΠΟ, αίφνης, κοκκινίζει από ντροπή με την «βλάσφημη» παράσταση της Κιτσοπούλου ή της κάθε Κιτσοπούλου.
Τα ύστερα του κόσμουΑπό την πρεμιέρα της παράστασης στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου μέχρι σήμερα – οπότε και επαναλαμβάνεται για λίγες παραστάσεις – έχουν μεσολαβήσει βιβλικές καταστροφές στον ματαιωμένο τούτο τόπο, που όμοιες του δεν έχουμε ξαναδεί. Έχει καταστραφεί σχεδόν στο σύνολο του το, πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, δασικό οικοσύστημα του νομού Έβρου, έχουν καεί αρχέγονα δάση παρασύροντας στο θάνατο χιλιάδες προστατευόμενα είδη, έχει παραδοθεί στον πύρινο όλεθρο για πολλοστή φορά η Ρόδος με διεθνές αρνητικό αντίκτυπο, έχει καταστραφεί και το τελευταίο κομμάτι του Εθνικού Δρυμού της Πάρνηθας παρά τον αγώνα που είχε δοθεί για την ανάκαμψη του την τελευταία 20ετία. Και εσχάτως, έχουν πνιγεί στη λάσπη τέσσερις νομοί (Καρδίτσας, Τρικάλων, Λάρισας και Μαγνησίας) με θηριώδεις καταστροφές, ανυπολόγιστους υγειονομικούς κινδύνους που ελλοχεύουν για τις εκατοντάδες χιλιάδες των κατοίκων τους και ορατό το ενδεχόμενο φτωχοποίησης της Θεσσαλίας.
Από όλα αυτά τα τραγικά συμβάντα που έχουν αφήσει, μέσα σε δύο μήνες, πίσω τους μιαν άλλη χώρα, το ‘θέμα’ Κιτσοπούλου (σε δημοσιογραφική προβολή και ως social media trend) ξεπέρασε μόνο η δριμεία κριτική και τα ρεπορτάζ που γίνονται (από όποια μέσα γίνονται) αναφορικά με τον πλημμυρικό όλεθρο και την αποθέωση της ανικανότητας του ελληνικού επιτελικού κράτους. Εν ολίγοις, το φαινόμενο της ψυχρής λίμνης με το όνομα Daniel και οι συνέπειες του ήρθαν και κατατρόπωσαν το ‘φαινόμενο’ Κιτσοπούλου που, όπως αποδείχθηκε, προσέβαλε τα χρηστά ήθη, υποβάθμισε το δημιουργικό επίπεδο του ελληνικού θεάτρου και του Εθνικού Θεάτρου συγκεκριμένα, στάθηκε η αιτία για την κατασπατάληση δημοσίου χρήματος – ευτυχώς όχι ανάλογων των πακτολών που αγνοούνται προοριζόμενων για αντιπλημμυρικά έργα στη Θεσσαλία, ύψους 400 εκατομμυρίων ευρώ. Τα πήρε, φαίνεται κι αυτά, το ποτάμι.
‘Ερχεται η “Lena”Προτείνω, λοιπόν, να σταθούμε εφευρετικοί και προνοητικοί. Να ονομάσουμε από τώρα «Lena» την επόμενη μείζονα κακοκαιρία που θα μας πλήξει, αφού η Κιτσοπούλου έτυχε διαχείρισης σαν να πρόκειται για ένα άλλο ακραίο φαινόμενο. Απλώς, ας έχουμε κατά νου, πως καμία κακή, κακόγουστη, χαοτική, αυτοαναφορική – ή ό,τι άλλο θέλετε – παράσταση (χαρακτηριστικά για τα οποία κατηγορήθηκαν οι «Σφήκες») δεν σκότωσε ποτέ κανέναν. Και ας μην διυλίζουμε τον κώνωπα, καταπίνοντας την κάμηλο. Ειδικά, δε, όταν μετά από μεγάλες πλημμύρες αναμένεται να δεχθούμε και επιθέσεις από σμήνη κουνουπιών.