Ήταν Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου, μια ημέρα σαν τη σημερινή, όταν ο Παύλος Φύσσας έπεσε νεκρός από την στοχευμένη επίθεση της Χρυσής Αυγής, ρίχνοντας μια για πάντα τη μάσκα του φασιστικού μορφώματος που ήταν το κόμμα του Μιχαλολιάκου.
Νομίζω όλοι θυμόμαστε που περίπου ήμασταν την επόμενη ημέρα, όταν μάθαμε τι έγινε. Εγώ ήμουν στο σχολείο μου στον Πειραιά. Οι καλύτεροι μου φίλοι ήταν από το Κερατσίνι και ήταν σοκαρισμένοι. Όλοι μιλούσαμε γι’ αυτό.
Εννοείται ότι αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ακούγαμε για την Χρυσή Αυγή, σίγουρα δεν πέφταμε καθόλου από τα σύννεφα. Είχε προηγηθεί η δολοφονική επίθεση σε μέλη του ΠΑΜΕ μια εβδομάδα πριν, η δολοφονία του μόλις 27χρονου Σαχζάτ Λουκμαν τον Ιανουάριο, η δολοφονική επίθεση σε Αιγύπτιους αλιεργάτες την προηγούμενη χρονιά. Την ίδια στιγμή οι βουλευτές που βρίσκονταν πίσω από τις επιθέσεις αυτές, φιλοξενούνταν σε ενημερωτικές εκπομπές, αποτελούσαν αντικείμενα lifestyle ρεπορτάζ και φυσικά ήταν μέλη της Βουλής, με την ΧΑ τότε να μετρά 21 έδρες!
Η δολοφονία του αντιφασίστα, εργάτη, μουσικού Παύλου Φύσσα ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Στα μάτια μου αυτή ήταν και η ταφόπλακα της Χρυσής Αυγής. Οι (λιγοστοί) γνωστοί μου, που είχαν εκφραστεί υπέρ της ΧΑ στο παρελθόν δεν θα τολμούσαν να το ξανακάνουν για πολύ καιρό – τουλάχιστον όχι ανοιχτά. Λίγους μήνες πριν την καθιερωμένη μαθητική πορεία για τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, καλούμασταν να κατέβουμε και πάλι στους δρόμους, αυτή τη φορά για να φωναξουμε το όνομα του Παύλου Φύσσα. Αυτό ήταν ένα πολύτιμο μάθημα για τη γενιά μου και για όλους εκείνους – μικρότερους και μεγαλύτερους – που έζησαν τον απόηχο της δολοφονίας.
Μεγαλύτερο μαθημα υπήρξε η στάση της οικογένειας Φύσσα, και φυσικά της Μάγδας Φύσσα, που όλα αυτά τα χρόνια δεν σταμάτησε να αγωνίζεται για να αποδοθεί δικαιοσύνη. Κανείς δεν θα ξεχάσει την δύναμή της, ακόμα κι όταν οι χρυσαυγίτες συνέχιζαν τις χυδαίες επιθέσεις τους κι από τον χώρο του δικαστηρίου. Κανείς επίσης δεν θα ξεχάσει την ανακούφιση που νιώσαμε εκείνη την ημέρα έξω από το Εφετείο, όταν έγινε γνωστή η απόφαση της καταδίκης των χρυσαυγιτών για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης.
Από εκείνη την ημέρα έχουν περάσει μόλις τρία χρόνια και βρισκόμαστε στην εξής αποκαρδιωτική διαπίστωση: Οι φασίστες ξαναμπήκαν στη Βουλή. Αυτή τη φορά με άλλο προσωπείο, εκείνο των “Σπαρτιατών”. Με την ευλογία όμως του Ηλία Κασιδιάρη και την ίδια ρατσιστική, φασιστική ρητορική. Να μιλήσουμε με νούμερα; 241.633 συμπολίτες μας στήριξαν με τη ψήφο τους τον “απόγονο” της Χρυσής Αυγής, το κόμμα που χαίρει της στήριξης του Ηλία Κασιδιάρη. Και λυπάμαι, αλλά δεν μπορούμε να μιλάμε για “παραπλανημένους” ψηφοφόρους. Δεν μπορούμε να το λέμε αυτό, από τη στιγμή που η Χρυσή Αυγή και οι εκπρόσωποί της (φυλακισμένοι και μη) έχουν δείξει τόσο ξεδιάντροπα το πραγματικό, εγκληματικό πρόσωπο τους, την φασιστική ιδεολογία τους, που εκφράστηκε με την δολοφονία του Παύλου και του Σαχζάτ. Αυτοί οι 241.633 άνθρωποι συνειδητά στηρίζουν ένα φασιστικό μόρφωμα, που στηρίζει τον φυλακισμένο Ηλία Κασιδιάρη. Και αυτό είναι τρομακτικό. Σε λίγες εβδομάδες έχουμε τις δημοτικές εκλογές, στις οποίες ο Ηλίας Κασιδιάρης κατεβαίνει υποψήφιος στον δήμο Αθηναίων. Πολύ φοβάμαι ότι πάλι θα “σοκαριστουμε” από τους συμπολίτες μας που θα επιλέξουν συνειδητά να τον ψηφίσουν.
Μήπως δεν θα έπρεπε να πέφτουμε τόσο εύκολα από τα σύννεφα; Αλήθεια, αρκεί η (δίκαιη και απολύτως απαραίτητη) φυλάκιση των ηθικών αυτουργών της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα, των ηγετών της Χρυσής Αυγής, για να μπει ένα φρένο στον εκφασισμό της κοινωνίας μας;
Γιατί περί αυτού πρόκειται. Σε ένα σύστημα που δεν είναι ανθρώπινο, χάνει σιγά σιγά και ο άνθρωπος την ανθρωπιά του. Γι’ αυτό και ο αγώνας κατά του (εκ)φασισμού είναι συνεχόμενος, δεν κάνει διαλείμματα. Και αυτό μας αφορά όλους, από τα ΜΜΕ μέχρι τα σχολεία. Όλοι πρέπει να συνεχίζουμε να μιλάμε για τον φασισμό και τις τρομακτικές συνέπειές του.
Εξάλλου, η πηγή που “γέννησε” την Χρυσή Αυγή δεν έχει εξαφανιστεί. Οι φασίστες δεν έχουν περιθωριοποίηθει, δρουν ελεύθεροι. Με την κάθε ευκαιρία, οι μετανάστες γίνονται οι αποδιοπομπαίοι τράγοι – χαρακτηριστικό παράδειγμα τα πογκρόμ που με τρόμο παρακολουθήσαμε το καλοκαίρι κατά τη διάρκεια των δασικών πυρκαγιών στον Έβρο.
Οφείλουμε, λοιπόν, να μην ξεχάσουμε, να μην εφησυχάσουμε. Δέκα χρόνια μετά τον θάνατο του Παύλου Φύσσα, δεν πρέπει να θρηνήσουμε ξανά άλλον Παύλο, άλλον Σαχζάτ. Οφείλουμε να πολεμήσουμε τον φασισμό, από τη ρίζα του.