Συν & Πλην: «Οιδίπους Τύραννος» στο Θέατρο Πέτρας
Μια σύνοψη των θετικών και αρνητικών σημείων για τον «Οιδίποδα Τύραννο» σε σκηνοθεσία Σίμου Κακάλα που περιοδεύει στην Αθήνα.
Ο κυρίαρχος της Θήβας και βασιλιάς Οιδίποδας καλείται να λύσει ένα νέο αίνιγμα για να σώσει το βασίλειο του από το λοιμό. Θαρρεί πως θα το πράξει για να σταθεί αντάξιος της ευτυχίας που παλαιότερα πρόσεφερε στον ίδιο λαό- τότε λύνοντας το αίνιγμα της Σφίγγας. Όμως, όπως αριστοτεχνικά θα αποκαλύψει ο Σοφοκλής, το αίνιγμα δεν είναι άλλο παρά ο εαυτός, ο ίδιος ο Οιδίπους. Με την ισχύ και τη βεβαιότητα του παλιού σωτήρα της πόλης, ο Οιδίπους διακηρύσσει πως θα βρει την αλήθεια όπου κι αν βρίσκεται, με κάθε κόστος.
Όταν τελικά αυτή του προσφέρεται αρχικά από τα άφοβα χείλη του μάντη Τειρεσία, την αρνείται. Όταν τα στοιχεία και οι μαρτυρίες τον οδηγούν κλιμακωτά στην αλήθεια, τα αγνοεί. Όταν πια οι Αγγελιαφόροι (Ο Κορίνθιος υπηρέτης και ο Θηβαίος βοσκός) επαληθεύουν τα προαναφερθέντα λεγόμενα πως «είσαι ο φονιάς που ψάχνεις» και άρα η αιτία του μιάσματος, ο βασιλιάς – θύτης και θύμα – μαθαίνει με τον πιο βίαιο τρόπο ποιος είναι, από που έρχεται. Αθώος κι ένοχος, καλός και κακός, κατατρεγμένο ορφανό και θετός γιος του βασιλιά της Κορίνθου, ελπίδα και ματαίωση της νέας του πόλης, σεβαστός κυβερνήτης και απόβλητος, αδερφός και πατέρας, σύζυγος και αιμομίκτης, γενναίος πολεμιστής και πατροκτόνος, ο Οιδίπους – και ο Σοφοκλής που συνέλαβε το μύθο του – είναι η επιτομή της αδυναμίας του ανθρώπου να απαντήσει στο μεγαλύτερο αίνιγμα της θνητής πλάσης: Ποιος είμαι; «Ένα μεγάλο σωστό μηδενικό είναι η ανθρώπινη ζωή» απαντά ο Χορός στη μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα, δίνοντας μια οδυνηρή θεώρηση της θνητότητας.
Ένα από τα σπουδαιότερα συγγράμματα όχι μόνο της αρχαίας γραμματείας αλλά και της λογοτεχνίας της ανθρωπότητας, όπου με συλλογιστική αρτιότητα, φιλοσοφική δυναμική και δομική μαεστρία ανιχνεύει δύο μεγάλα οντολογικά ερωτήματα που αέναα θα βασανίζουν τον άνθρωπο: Την προδιαγεγραμμένη (ή όχι) μοίρα του και την αναγνώριση του Εγώ· το μυστήριο της ύπαρξης και ταυτότητας μας – όπως παρατηρεί o Αμερικανός θεωρητικός του κλασικισμού, Τσαρλς Σίγκαλ.
Η παράστασηΜε τη σοφή επιλογή να αναγνωρίσει τον πυρηνικό ρόλο του Χορού στην τραγωδία και να τον μετατρέψει σε σκηνοθετικό οδηγό, ο Σίμος Κακάλας προστίθεται στην σύντομη λίστα των Ελλήνων δημιουργών που προσπαθεί να απαντήσει δημιουργικά στην διαχείριση του αρχαίου δράματος. Συνεπικουρεί την επιλογή του με την χρήση της μάσκας (Μάρθα Φωκά) που εδώ ταιριάζει γάντι, καθώς το σοφόκλειο έργο διαπραγματεύεται την ρήξη με το προσωπείο, την ανακάλυψη του βαθέως εαυτού. Μαζί με την μουσική του Φώτη Σιώτα και την κινησιολογία της Σοφίας Πάσχου η παράσταση αναδεικνύεται σε μια καλοκουρδισμένη τελετουργία. Τα μερικά ελλείμματα, όμως, στις ερμηνείες δεν επιτρέπουν στην παράσταση να απογειωθεί.
Η περίπτωση του Σίμου Κακάλα είναι ένα από τα τρανταχτά παραδείγματα του ελληνικού θεάτρου που επιβεβαιώνει την αξία της έρευνας και τους καρπούς που, εν καιρώ, προσφέρει. Η σκηνοθεσία του στον «Οιδίποδα Τύραννο» δεν μπορεί παρά να συνδεθεί με την μακρά εργαστηριακή πορεία του στο αρχαίο δράμα – ακόμα και κατά τις αυτοσχέδιες συνθήκες του «μπουλουκιού». Η πολυφορεμένη ορολογία της «πρότασης στην αρχαία τραγωδία» επαληθεύεται εδώ, καθώς ο δημιουργός καθιστά τον Χορό – το μεγαλύτερο αίνιγμα στη διαχείριση του δραματικού αυτού είδους – ως κεντρικό άξονα της προσέγγισης του. Στον «Οιδίποδα Τύραννο», ο Χορός είναι ο οργανισμός που γεννά τους ήρωες του δράματος, χωρίς συνάμα να υποτιμά το ρόλο του ως σχολιαστή των τεκταινόμενων και εκτελεστή των χορικών. Η ιδέα κατοχυρώνεται ως μια συνεισφορά στον πολύχρονο (κι όχι πάντα γόνιμο) διάλογο με θέμα «τι αρχαίο δράμα θέλουμε», δοσμένη μάλιστα με μια ουσιαστική λιτότητα, προκειμένου να αναδειχθούν, χωρίς ‘εμπόδια’ οι αρετές της.
Οι ερμηνείεςΜε τη συνείδηση πως οι ήρωες – αρχέτυπα είναι όργανα ενός σώματος προβάλλουν στη σκηνή οι πρωταγωνιστές της. Σε έναν ακόμα κομβικό ρόλο στο αρχαίο δράμα, ο Γιάννης Στάνκογλου «μπαίνει στα παπούτσια» του Οιδίποδα με θάρρος, δίνοντας μια στιβαρή ερμηνεία, αξιοποιώντας τόσο τη φωνητική του υπεροχή στη συνθήκη του ανοιχτού θεάτρου όσο και την σωματική του δυνατότητα. Βεβαίως, αν είχε καταφέρει να ελέγξει τις εκρήξεις του, αποδίδοντας το αίσθημα του «αθλιότερου ανθρώπου» όχι μόνο φιλτραρισμένο από το θυμό, αλλά μέσα από το υπαρξιακό γκρέμισμα του ήρωα του, η ερμηνεία του θα ήταν εξόχως πιο επιδραστική. Προσφέρει έτσι μια εσωτερικότητα στον Οιδίποδα μόνο προς το τέλος του έργου, όταν πια έχει συνειδητοποιήσει «πόσο ερείπιο έχει γίνει η ζωή του». Ο Γιάννης Νταλιάνης σκιαγραφεί το πορτρέτο του Κρέοντα με απόλυτη ακρίβεια, ειδικά στον αγώνα λόγου του φινάλε με τον Οιδίποδα. Ο Χρήστος Μαλάκης, κινησιολογικά ευέλικτος και προτάσσοντας το φωνητικό του απόθεμα, είναι καίριος ως μάντης Τειρεσίας. Ο Σίμος Κακάλας ως Εξάγγελος στηρίζεται στη δύναμη της αφήγησης καθώς περιγράφει με μέτρο τη φρίκη στο ανάκτορο της Θήβας. Η Μαριλίτα Λαμπροπούλου στο ρόλο της Ιοκάστης κάνει μια τίμια εμφάνιση, αλλά για ένα κλειστό θέατρο. Στην ανοιχτή σκηνή την προδίδει η φωνητική της δυνατότητα. Αδυναμία διακρίνουμε επίσης στην σημαντική σκηνή της αναγνώρισης, όπου ο Αγγελιαφόρος του Γιώργου Αμούτζα και ο Υπηρέτης του Πανάγου Ιωακείμ στήνουν απλοϊκά τη σκηνή που επιφυλάσσει την μέγιστη ανατροπή της πλοκής.
Ο ΧορόςΑπό κάθε άποψη – κινησιολογικά (υπό τις οδηγίες της Σοφίας Πάσχου), ερμηνευτικά (υπό τη διδασκαλία του σκηνοθέτη) και τραγουδιστικά (με την συμβολή του συνθέτη Φώτη Σιώτα) η αμιγής ομάδα του Χορού – Μάρκος Γέττος, Πανάγος Ιωακείμ, Απόστολος Καμιτσάκης, Γιώργος Κορομπίλης, Αυγουστίνος Κούμουλος, Γιώργος Λόξας, Παύλος Παυλίδης – αλλά και οι υπόλοιποι ηθοποιοί που «μπαινοβγαίνουν» στη σύνθεση του, συνιστούν ένα άρτιο σύνολο Χορού τραγωδίας που κινείται στα πρότυπα μιας τελετουργίας. Είναι επίσης, άξια λόγου και η καλή διαχείριση της μάσκας, στα ωραία μοτίβα της Μάρθας Φωκά.
Το όνομα του Φώτη Σιώτα έχει μπει δυναμικά στην σύνθεση της πρωτότυπης θεατρικής μουσικής. Ωστόσο, εδώ για λογαριασμό του Οιδίποδα Τυράννου, καταθέτει μια δουλειά που αντλεί από πολλά ερεθίσματα της μουσικής παράδοσης, φαντάζει απόκοσμη και εφιαλτική, σπέρνοντας αγωνία μαζί με την αφήγηση του Σοφοκλή.
Η μετάφρασηΈχουμε ξανακούσει και χαρεί τη μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα στην τραγωδία του Σοφοκλή για την γλωσσική της ευρωστία και το ποιητικό της μέγεθος. Φαίνεται ότι εδώ, με την συμβολή της δραματολόγου Έλενας Τριανταφυλλοπούλου, το υλικό έγινε πιο άμεσο και συντομότερο σε διάρκεια, τονώνοντας την θριλερική διάσταση του έργου.
Παρά την αποτελεσματική ιδέα ενός ομοιογενούς μαυροφορεμένου Χορού που αναδεικνύει ωραία τόσο την λειτουργική όσο και την εικαστική παρέμβαση της μάσκας, τα σκηνικά του Γιάννη Κατρανίτσα φαντάζουν «φτωχά». Όχι τόσο γιατί η ιδέα του παταριού δεν είναι ελκυστική ή δεν συνάδει με την γενικότερη πρόταση της παράστασης. Αλλά γιατί είναι φτιαγμένη από απλά, ευτελή υλικά που δεν βοηθούν το αισθητικό αποτύπωμα της.
Σκηνοθετική πρόταση από τον Σίμο Κακάλα και τους συνεργάτες του για την διαχείριση του αρχαίου δράματος που καταγράφεται, παρά τα προβλήματα στις ερμηνείες.