Η πρώτη συνάντηση των Seven Sisters – που μάλλον τότε ήταν περισσότερο μια ιδέα στο μυαλό της σκηνοθέτιδας και ιδρύτριας της ομάδας, Γιώτας Σερεμέτη– πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του 2020 και σε αυτή συμμετείχαν μόνο δύο από τις συνολικά επτά γυναίκες που απαρτίζουν τη σημερινή ομάδα. Έκτοτε έχουν αλλάξει πολλά. Από τον τρόπο που λειτουργούν, μέχρι και τη σύσταση της ίδιας της ομάδας.
Η ανάγκη δημιουργίας μίας παράστασης ήταν αυτή που έδωσε το έναυσμα για να δημιουργηθούν οι Seven Sisters. «Όλα ξεκίνησαν από μια εικόνα που ήρθε στο μυαλό μου. Μια μπαλαρίνα που χορεύει ζεϊμπέκικο», μου εξομολογείται η Γιώτα Σερεμέτη για το πώς ξεκίνησαν όλα. «Η εικόνα αυτή ξεπήδησε μέσα από το ασυνείδητό μου και είχε άμεση σχέση με την ανάγκη μου και την επιθυμία μου να μιλήσω πρωτίστως για πράγματα που με αφορούσαν προσωπικά. Αλλά δεν ήθελα να μιλήσω μόνη μου. Ήθελα να συνδεθώ και με άλλες γυναίκες και να μιλήσουμε μαζί», συνεχίζει η Γιώτα και παραδέχεται πως ό,τι έχει διαβάσει με την υπογραφή της Λένας Κιτσοπούλου ήταν απλά «κεραυνοβόλος έρωτας».
Και κάπως έτσι γεννήθηκαν οι Seven Sisters, οι οποίες μετρούν ήδη 3 χρόνια παρουσίας στον θεατρικό χώρο (αν και με την τωρινή τους «σύσταση» υπάρχουν έναν χρόνο και κάτι). Επτά γυναίκες κοντά ηλικιακά, γύρω στα 30 με 40, που μοιράζονται εκτός από το πάθος για την Τέχνη τους, κοινά βιώματα, κοινές εικόνες, τον τρόπο που αντιλαμβάνονται το παρελθόν και την παιδική τους ηλικία. Όλα αυτά επηρεάζουν σημαντικά το πώς αυτές συνυπάρχουν κάτω αλλά και πάνω στη σκηνή. Όπως αναφέρουν οι ίδιες «Οι ιστορίες που θα σας πούμε ακουμπάνε μέσα μας, μιλάνε για το παιδί που υπήρξαμε, μιλάνε στο παιδί που μεγάλωσε πια, αλλά που πάντα θα φέρει μέσα του κάτι από το τότε» – κι αυτό λέει από μόνο του πολλά για τη συνύπαρξή τους.
Η κοινή τους εκπαίδευση είναι εξίσου κάτι σημαντικό. Συμμετείχαν όλες, αν και σε διαφορετικές χρονιές, στο εργαστήρι Σωματικού – Δημιουργικού Θεάτρου του Κώστα Φιλίππογλου. Αυτό σημαίνει πως υπάρχει ένας κοινός κώδικας πάνω στον οποίο πατούν για να δημιουργήσουν, υπάρχει κοινή αισθητική και κοινή αντίληψη περί θεάτρου.
«Είμαστε ΜΑΖΙ.» Οι Seven Sisters είναι εφτά γυναίκες που στέκονται ‘μαζί’ πάνω στη σκηνή, που αφηγούνται ‘μαζί’, που αναπνέουν «μαζί». Αυτή η φράση συνοψίζει την ουσία της ομάδας για την Γιώτα Σερεμέτη. Αυτό το «αναπνέουν μαζί» είναι ωραία μεταφορά αλλά ταυτόχρονα και κυριολεξία. «Υπάρχουν σημεία στην παράστασή μας που όντως αναπνέουμε μαζί. Που γινόμαστε ένα σώμα και μία φωνή. Αυτό προϋποθέτει σκληρή δουλειά, το οποίο με τη σειρά του προϋποθέτει και κοινό κώδικα, κοινή αισθητική, κοινό όραμα και κοινή γραμμή στο πώς αντιλαμβανόμαστε το θέατρο αλλά και την ίδια τη ζωή».
Είναι εύκολο να δημιουργηθεί μια ομάδα. Το δύσκολο είναι να παραμείνει. Και στις Seven Sisters όπως και σε κάθε ομάδα, υπάρχει ένας συντονιστής – εδώ η σκηνοθέτις – που παίρνει τις τελικές αποφάσεις για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Σε κάθε περίπτωση όμως, αφού μιλάμε για ομάδα, η συζήτηση είναι απαραίτητη και φυσικά άπλετος χώρος για δημιουργικές προτάσεις. «Το πιο σημαντικό είναι όλες να είμαστε ο εαυτός μας στη δουλειά», σημειώνει η Γιώτα Σερεμέτη, η οποία αισθάνεται πια πως οι Seven Sisters ήρθαν για να μείνουν. Και να αποδείξουν πως πρέπει να υπάρχουν ομάδες στο θέατρο. Γιατί το θέατρο είναι οι άνθρωποι. Και φυσικά οι υγιείς συνεργασίες.
«Το Μαράκι έκλασε» επιστρέφει στο Faust«Η περίοδος που διάβασα τα κείμενα της Λένας συνέπεσε με το ξεκίνημα ενός μεγάλου και πολύτιμου για μένα ταξιδιού, αυτού της ψυχοθεραπείας. Ήρθα λοιπόν αντιμέτωπη με τα θέματα που θίγονται στα κείμενα της Λένας. Την ελληνική οικογένεια, την πατριαρχία, την παιδική ηλικία. Το μοντέλο της βίας και της κακοποίησης που αναπαράγεται από γενιά σε γενιά», μου εξηγεί η Γιώτα Σερεμέτη για την επιλογή να ανεβάσουν στο θέατρο 5 διηγήματα της Λένας Κιτσοπούλου. «Τα κείμενα λοιπόν τα διάλεξα ενστικτωδώς, κατ’ αρχήν γιατί με συγκίνησαν. Και τώρα πια μπορώ να πω, ότι με συγκίνησαν βαθιά, γιατί συνδέομαι προσωπικά».
Να σημειωθεί, βέβαια, πως αυτή είναι η πρώτη δουλειά της ομάδας των Seven Sisters, οι οποίες συστήθηκαν με το κείμενο αυτό τον Σεπτέμβριο του 2021 στη Λάρισα, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Μύλος Παραστατικών Τεχνών». «Με συγκινεί βαθιά το ασυνείδητο της γραφής της, αυτό που φαντάζει σχεδόν αυτόματο, αυτό που φαίνεται σαν να πηγάζει από κάπου βαθιά, από ένα σημείο όπου επικρατούν μόνο τα πάθη και τα ένστικτα, που τίποτα δεν φιλτράρεται, που απλά ρέει με ορμή και σε χτυπάει ακριβώς εκεί ανάμεσα από καρδιά και στομάχι. Αναπόφευκτα λοιπόν μιλά για αλήθειες που πρέπει να ακούγονται και αυτό ακριβώς είναι που προκαλεί. Η αλήθεια. Οι άνθρωποι συχνά δεν έχουμε καλή σχέση με την αλήθεια», σημειώνει η Γιώτα Σερεμέτη.
Και κάπως έτσι τα διηγήματα της Κιτσοπούλου αποκτούν φωνή στο θέατρο και μάλιστα «φωνή αλήθειας», όπως μου επισημαίνει η σκηνοθέτις. «Για να πούμε την αλήθεια επιλέγουμε να κάνουμε ένα θέατρο ουσίας, απαλλαγμένο από στολίδια και περιτυλίγματα. Ακριβώς όπως η γραφή της Λένας». Απλότητα και ταυτόχρονα τρομερή λεπτομέρεια κυριαρχούν, ενώ δίνεται μεγάλη σημασία στις λέξεις, στο πώς θα ειπωθούν και το πώς θα ακουστούν. «Η παράστασή μας είναι μια ζωντανή παρτιτούρα, ξέρουμε πώς αναπνέει και πώς δονείται κάθε της κομμάτι».
Πρωταγωνιστές θέατρο είναι οι ίδιες οι ιστορίες, οι οποίες απλώς ζητούν να ακουστούν. Με εργαλεία τη φωνή και τα σώματα. «Εφτά κορμιά, ένα σώμα, εφτά στόματα, μια φωνή». Και τι φωνή! Φωνή από τα στόματα επτά γυναικών σε μια εποχή που παλεύουν ώστε η φωνή τους να ακουστεί όσο πιο δυνατά γίνεται. Πιο δυνατά από ποτέ σε έναν ακόμη τρίτο κύκλο παραστάσεων που ξεκινά στο Faust στις 27 Οκτωβρίου.
Την ομάδα σήμερα αποτελούν οι Χριστίνα Ανδρεάκου, Άρτεμις Δούρου, Μαρίνα Ζέρβα, Μαρούλα Καλαμποκιά, Νικολέττα Παναγιώτου, Λυδία Τσάτσου Παρασκευοπούλου και Γιώτα Σερεμέτη.
Είμαι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής Το Θέατρο των Αλλαγών. Το “μικρόβιο” της υποκριτικής υπήρχε μάλλον από πάντα μέσα μου, χωρίς όμως στ’ αλήθεια να το συνειδητοποιώ ή να το πολυσκέφτομαι, μαζί με μια πολύ μεγάλη αγάπη και έλξη προς τις τέχνες γενικότερα. Κι έτσι, επειδή δεν υπήρχε αυτή η συνειδητοποίηση – ζωγράφος έλεγα πως θέλω να γίνω – δεν ξέρω αν υπήρξε κάποια καθοριστική στιγμή που να είπα “θέλω να γίνω ηθοποιός”, ή αν κάπως ολόκληρη η πορεία της ζωής μου, ανεπαισθήτως σχεδόν, με οδήγησε στο “είμαι ηθοποιός”.
Στην ομάδα των Seven Sisters μπήκα το καλοκαίρι του 2021. Η υποκριτική είναι σίγουρα ομαδικό “σπορ”, από τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζεσαι μέχρι τους ανθρώπους που έρχονται να δουν μια παράσταση. Και όταν είσαι μέλος μιας ομάδας, όπως αυτή των Seven Sisters, μαζί με άλλες γυναίκες με τις οποίες μοιραζόμαστε κοινές ευαισθησίες, κοινή αίσθηση του τι είναι θέατρο, πολλή αγάπη, τότε πας στην πρόβα με ένα μεγάλο χαμόγελο και αυτό είναι ευτυχία.
Στις ιστορίες της Κιτσοπούλου με αφορά και με συγκινεί απεριόριστα αυτός ο τρόπος της να μιλάει για τη ζωή τόσο απλά, ωμά και αληθινά, που εκεί που χαμογελάς τη μια στιγμή, έχεις συντριβεί την άλλη.
Μια αγαπημένη φράση από το κείμενο που κρατάω είναι: “Ό,τι δεν μπορούμε να έχουμε το χέζουμε”.
Νικολέττα ΠαναγιώτουΈχω αποφοιτήσει από το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ. Για να είμαι ειλικρινής δεν θυμάμαι μία συγκεκριμένη στιγμή στην οποία αποφάσισα ότι θέλω να ασχοληθώ με το θέατρο… Ήταν μάλλον με κάποιο τρόπο πάντα κομμάτι μου και κάποια στιγμή στην εφηβεία αποφάσισα ότι θέλω να το κυνηγήσω “επαγγελματικά”.
Στις Seven Sisters μυήθηκα επίσημα τον Σεπτέμβριο του 2022 και ένιωσα σαν να ήταν και οι έξι ανέκαθεν αδερφές μου. Πιστεύω πολύ βαθιά ότι το θέατρο είναι κατά βάση μια συλλογική διαδικασία, σχεδόν σαν αντικατοπτρισμός του τρόπου που πιστεύω ότι αλλάζουν τα πράγματα και συνολικά στον κόσμο: συλλογικά. Αυτό το “μαζί” θεωρώ ότι είναι και το πιο σπουδαίο εργαλείο της ομάδας μας, αυτό που διαφαίνεται πεντακάθαρα όταν είμαστε πάνω (και κάτω) από τη σκηνή και το χαρακτηριστικό της ομάδας που με κάνει πάντα ευτυχή που έχω την τύχη να είμαι κομμάτι της.
Νομίζω ότι τα κείμενα της Λένας Κιτσοπούλου που έχουμε επιλέξει για να παρουσιάσουμε έχουν μια βαθιά ανθρωπιά, παρά την μαυρίλα που μπορεί να περιγράφουν. Μέσα στο ρετρό φως της παιδικής μας ηλικίας, πέντε ιστορίες σκληρότητας και κακοποίησης μπορούν παρ’ όλα αυτά να αφήσουν τον θεατή να βγει από το Faust χωρίς κανένα αίσθημα βαρύ και ασήκωτο. Και αυτό το καταφέρνει η Κιτσοπούλου με το χιούμορ της, με την ειλικρίνεια και την καθαρότητα που έχει το βλέμμα της απέναντι στα πράγματα.
Είναι πολύ δύσκολο να διαλέξω μόνο μία αγαπημένη φράση από το κείμενο, αλλά θα παραθέσω την πρώτη που μου ήρθε: “Υπάρχουν κι αυτοί που δεν έχουν δύναμη. Υπάρχουμε κι εμείς”.
Χριστίνα ΑνδρεάκουΑπό πολύ μικρή ηλικία θυμάμαι να με ελκύει το να υποδύομαι ρόλους και να δημιουργώ με την φαντασία μου κόσμους και καταστάσεις. Το θέατρο οπότε υπήρξε μονόδρομος για μένα, ώστε να μπορέσω να εκφραστώ και να με γνωρίσω. Το 2014 λοιπόν πήρα την απόφαση να σπουδάσω υποκριτική. Φοίτησα με υποτροφία στην Ανωτάτη Δραματική Σχολή Ίασμος Βασίλης Διαμαντοπουλος. Εκεί είχα την τύχη να γνωρίσω τον Κώστα Φιλίππογλου και συνέχισα τις σπουδές μου στο δικό του εργαστήρι Σωματικού και Δημιουργικού θεάτρου.
Η “μύησή” μου στην ομάδα των Seven Sisters ξεκίνησε στις αρχές του 2020, λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία, όταν η σκηνοθέτιδα της παράστασης Γιώτα Σερεμέτη μου μίλησε για την επιθυμία της να ανεβάσει μια παράσταση βασισμένη σε κείμενα της Λένας Κιτσοπούλου. Σιγά σιγά λοιπόν σχηματίστηκε αυτή η ομάδα, η οποία για μενα πλέον είναι αναπόσπαστο κομμάτι της αισθητικής μου, του τρόπου που θέλω να δουλεύω, του θεάτρου που θέλω να κάνω. Ετσι κ αλλιώς το θέατρο είναι ομαδική δουλειά, οπότε τι πιο όμορφο απ’ το να βρίσκεσαι σε μια ομάδα που σε εκφράζει, σε κάνει να νιώθεις ασφάλεια και που ξέρεις πως πάντα θα υπάρχει για εσένα μια αγκαλιά.
Οι ιστορίες της Λένας Κιτσοπουλου απ’ την πρώτη στιγμή που θα τις διαβάσεις δεν γίνεται να μην σε αφορούν. Ο τρόπος που γράφει σε βάζει απευθείας στον κόσμο που δημιουργεί και οι χαρακτήρες σε κάνουν να αναρωτιέσαι αν πρόκειται για ανθρώπους που γνωρίζεις. Σίγουρα μέσα στις ιστορίες της θα συναντήσεις καταστάσεις που έχεις ζήσει ή που έχεις ακούσει για αυτές και πολύ πιθανό να βρεις κάπου εκεί μεσα και εσένα τον ίδιο.
Η αγαπημένη μου φράση είναι από την ιστορία “Η Τρύπα”: “Υπάρχουν κι αυτοί, που δεν έχουν δύναμη, υπάρχουμε και εμείς”.
Μαρίνα ΖέρβαΝομίζω δεν υπήρξε μια συγκεκριμένη στιγμή που αποφάσισα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός, ήταν περισσότερο κάτι που υπήρχε μέσα μου σαν ανάγκη και με τα χρόνια εξελισσόταν μέσα από διάφορα ερεθίσματα. Από μικρή θυμάμαι να πηγαίνω με την μαμά μου στην Αθήνα, για να δω παιδικές παραστάσεις θεάτρου, να εμπνέομαι και να λέω “αυτό θέλω να το κάνω κι εγώ”. Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, μέσα από το παιχνίδι, δημιουργούσα φανταστικούς κόσμους και οργάνωνα μικρά σκετσάκια για την οικογένειά μου, για να πω μια ιστορία. Γι αυτό και αργότερα αποφάσισα να σπουδάσω θεατρολογία στην Αθήνα και σωματικό θέατρο στο Βερολίνο.
Το καλοκαίρι του ’22, “μυήθηκα” στην ομάδα, των Seven Sisters. Ήταν κάτι πολύ ευχάριστο για μένα, αφού με κάποια από τα κορίτσια γνωριζόμασταν και συναντιώμασταν κατά καιρούς σε διάφορες στιγμές της ζωής μας. Είμαι πολύ περήφανη και τυχερή που τις βρήκα. Η υποκριτική είναι σίγουρα ένα συλλογικό σπορ, που χρειάζεται να έχεις εμπιστοσύνη και αγάπη για τους συμπαίκτες σου. Αυτό είναι που απολαμβάνω και στην ομάδα μας, ότι υπάρχει θαυμασμός, εμπιστοσύνη και αγάπη μεταξύ μας αλλά και προς το θέατρο και εκεί που σταματάει η μία, συνεχίζει η άλλη.
Ο τρόπος που η Λένα Κιτσοπούλου αφηγείται τις ιστορίες της, το ύφος που χρησιμοποιεί που είναι άμεσο, ωμό και αληθινό, χωρίς “φτιασίδια”. Πιστεύω είναι πολύτιμο για μια συγγραφέα να σου δημιουργεί τόσες εναλλαγές στα συναισθήματά σου, όπως το να γελάς και το να κλαις την ίδια στιγμή. Και όλα αυτά ενώ ταυτόχρονα καυτηριάζει τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, χωρίς να σβήνει την ελπίδα μιας αλλαγής.
Έχω πολλές φράσεις από την παράσταση που αγαπώ. Αν έπρεπε να ξεχωρίσω μία, θα ήταν ίσως από τον “Σάκη”, το πρώτο διήγημα που αφηγούμαστε, όταν η γιαγιά λέει: “Πάχυνες. Να προσέχεις πιο πολύ τον εαυτό σου”. Νομίζω εμπεριέχει μέσα της όλη την καταπίεση της κοινωνίας που μπορεί να έχουμε νιώσει σε διάφορους τομείς, που περιμένει από εμάς να μην παρεκκλίνουμε από αυτό που φαινομενικά είναι το σωστό.
Άρτεμις ΔούρουΞεκίνησα τις σπουδές μου στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών στην Αθήνα και τον δεύτερο χρόνο αποφάσισα να δώσω σε δραματική σχολή. Πέρασα στην Δήλο της Δήμητρας Χατούπη. Δεν ξέρω αν υπήρξε ποτέ καθοριστική στιγμή, σίγουρα πάντως θυμάμαι μικρή να φοράω τα σκουλαρίκια της μαμάς μου, κατι μεγάλους κρίκους, και να τραγουδάω Αλίκη Βουγιουκλάκη γύρω από το τραπέζι του σαλονιού. Ας πούμε ότι αυτό ήταν κάτι σημαδιακό χαχα!
Μπήκα στην ομάδα των Seven Sisters το καλοκαίρι του 2021. Σίγουρα το θέατρο είναι κάτι συλλογικό, χρειάζονται πάρα πολύ άνθρωποι να συμβάλλουν με τη δουλειά και την ενέργειά τους για να δημιουργηθεί μία παράσταση. Όταν αυτό συμβαίνει αβίαστα χωρίς εντάσεις και προστριβές είναι κάτι υπέροχο. Με τα κορίτσια έχουμε αποκτήσει πλέον ένα κοινό κώδικα στην επικοινωνία, ένα κοινό χιούμορ θα πω και αυτό δημιουργεί ένα θετικό κλίμα όταν συναντιόμαστε!
Μου αρέσει πάρα πολύ ο τρόπος γραφής της Λένας Κιτσοπούλου, είναι άμεσος και καθημερινός λόγος. Αφηγείται μια πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας και κάνει τους χαρακτήρες της πραγματικούς και αληθινούς.
Είναι πάρα πολλές αγαπημένες φράσεις μέσα στο κείμενο, δυσκολεύομαι να διαλέξω, θα πω όμως αυτήν: “Στο ταχυδρομείο ήμουν και όταν το έμαθα, καλοκαίρι” και ο λόγος είναι διότι όλοι θυμόμαστε το σημείο που ήμασταν όταν μάθαμε ένα αρνητικό νέο που μας άλλαξε για λίγο ή και για πολύ την ζωή! Ο χώρος και ο χρόνος που βρισκόμασταν εκείνη την στιγμή μάς στιγματίζουν και αποκτούν μία άλλη χροιά πλέον στην ζωή μας.
Λυδία Τσάτσου ΠαρασκευοπούλουΕίμαι απόφοιτος του τμήματος Εσωτερικής Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και φοιτήτρια του τμήματος Παραστατικών και Ψηφιακών τεχνών στη σχολή Καλών Τεχνών του Ναυπλίου. Όσο μπορώ να θυμηθώ τον εαυτό μου, θυμάμαι να μπλέκεται πάντα με κάποιο τρόπο με το θέατρο, ωστόσο δεν μπορώ να σκεφτώ μια καθοριστική στιγμή που να είπα “θα γίνω ηθοποιός”. Νομίζω ακόμα δεν λέω “είμαι ηθοποιός”, είναι από αυτά τα πράγματα που απλά συμβαίνουν, που φροντίζεις χωρίς να το καταλαβαίνεις, έτσι ώστε απλά να συμβούν.
Στην ομάδα των Seven Sisters είμαι από το καλοκαίρι του 2021 και η “σημερινή” μας ομάδα είναι απόδειξη για εμένα ότι η υποκριτική είναι συλλογικό “σπορ” και είναι πολύ πιο όμορφη όταν την αντιλαμβάνεσαι έτσι. Είναι μεγάλη η χαρά να είσαι σε μια ομάδα που ξέρει να μοιράζεται με αλήθεια και επί σκηνής και εκτός αυτής.
Είναι ο τρόπος που μιλάει η Κιτσοπούλου για τη ζωή και για όσα συμβαίνουν γύρω μας. Μπορεί να σε σοκάρει, να σε αφοπλίσει και την επόμενη στιγμή να σε τραβήξει και να σου πει “προχώρα, αυτό είναι τώρα, προχώρα”. Είναι σαν “μετωπική” με την αλήθεια.
Μια αγαπημένη φράση που ξεχωρίζω από το κείμενο είναι: “… ήθελα να δει το όνειρό του…”
Γιώτα ΣερεμέτηΈκτος από θέατρο, έχω σπουδάσει Βιολογία στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας. Το καλοκαίρι του 2014 διένυα μια μεταβατική περίοδο, ετοιμαζόμουν να ξεκινήσω το μεταπτυχιακό μου πάνω στη Ζωολογία, και είδα στην τηλεόραση μία διαφήμιση της Δραματικής Σχολής Ίασμος που έδινε υποτροφία σε ανέργους. Έκανα ότι δεν την είδα για λίγες μέρες, αλλά με έτρωγε. Διάβαζα τον Αλχημιστή του Κοέλιο εκείνες τις ημέρες -το ξέρω είναι πολύ κλισέ αλλά στάθηκε η αφορμή να πάρω την μεγάλη απόφαση- με το που τελείωσα το βιβλίο το επόμενο πρωί έκανα τα χαρτιά μου για να δώσω εξετάσεις στον Ίασμο. Δεν εμφανίστηκα ποτέ στην συνέντευξη για το μεταπτυχιακό.
Ως παιδί είδα ελάχιστο έως καθόλου θέατρο, πάντα μου άρεσε να συμμετέχω στις γιορτές του σχολείου αλλά μέχρι εκεί. Ως φοιτήτρια μπήκα στην θεατρική ομάδα του Πανεπιστημίου, δεν μπορώ να πω ότι με ενθουσίαζε, αλλά εξακολουθούσε κάτι να με τρώει. Στην ενήλικη ζωή μου όποτε έβλεπα θέατρο βαριόμουν 9 στις 10 φορές, αλλά συνέχισα να επιμένω πως κάτι υπάρχει εκεί για μένα. Μέχρι που συνάντησα τον Κώστα Φιλίππογλου στον Ίασμο όπου τον είχα δάσκαλο, γνώρισα την μέθοδό του, είδα και τον Γλάρο που σκηνοθετούσε τότε στο Θέατρο Θησείον και είπα “Ώπα, εδώ είμαστε. Αυτό το θέατρο με αφορά”. Η υποτροφία στον Ίασμο ήταν μόνο για έναν χρόνο, έπειτα συνέχισα στο εργαστήρι Σωματικού – Δημιουργικού Θεάτρου του Κώστα Φιλίππογλου. Αυτή τη στιγμή διδάσκω εκεί και χαίρομαι πολύ γι’ αυτό.
Είμαι ιδρυτικό μέλος της ομάδας και μαζί με την Χριστίνα Ανδρεάκου είμαστε εκείνες οι δύο sisters που υπάρχουν στην ομάδα από την πρώτη συνάντηση μέχρι σήμερα. Με την Χριστίνα γνωριστήκαμε στον Ίασμο. Με όλες τις υπόλοιπες sisters στο Εργαστήρι Φιλίππογλου.
Η υποκριτική είναι για μένα είναι μόνο συλλογικό “σπορ”. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Αυτό διδάχτηκα και αυτό διδάσκω. Απολαμβάνω την οικειότητα και το μοίρασμα. Επί σκηνής και εκτός αυτής.
“Υπάρχουν κι αυτοί που δεν έχουν δύναμη. Υπάρχουμε κι εμείς”, η αγαπημένη φράση που κρατάω από το κείμενο της παράστασης.
Οι Seven Sisters παρουσιάζουν την παράσταση “Το Μαράκι έκλασε” στο Faust.
Από 27 Οκτωβρίου, κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 20:00, Κυριακή στις 18:00
Γενική είσοδος 14 ευρώ
Προπώληση εισιτηρίων στο https://www.more.com/theater/to-maraki-eklase-2/.