Bella Ciao#2: Ερωτικό παραμύθι λουσμένο στο φως
To Bella Ciao τριγυρίζει στην πόλη και αφουγκράζεται τον παλμό της, τρυπώνει σε εκθέσεις, βλέπει παραστάσεις και καταγράφει σκόρπια τις σκέψεις του σ’ ένα διαφορετικό ημερολόγιο.
Τι γλυκιά νοσταλγία είναι αυτή, τι μέθεξη! Όταν τα φώτα σταδιακά αποκαλύπτουν τους ήρωες! Τι ομορφιά! Eρωτεύεσαι με την πρώτη ματιά τη Φιλουμένα.
Και ταυτίζεσαι με τον Σοριάνο από την πρώτη στιγμή και κάπως έτσι ξεδιπλώνεται μπροστά στα ανοιχτά μάτια μου αλλά και την ψυχή μου το κείμενο του Ντε Φίλιπππο: «Παρόλο που δείχνει το έργο, να ακολουθεί τα ίχνη του ρεύματος του ιταλικού νεορεαλισμού γιατί πραγματεύεται την ιστορία των ταξικών ανισοτήτων κάνοντας αναφορές και στη γυναικεία χειραφέτηση».
Το παραμύθι ξετυλίχτηκε μπροστά μου και άρχισαν να περιστρέφονται όλα γύρο μου με χαμόγελα και δάκρυα σαν το καλοκουρδισμένο καρουσέλ της γιαγιάς Μπεατρίς, που όταν ήθελε να απαλύνει την ψυχή μας το κούρδιζε και η μουσική συνόδευε τη βαθιά φωνή της ξεδιπλώνοντας ιστορίες για έρωτες κι αγάπες γεμάτες φως. Έτσι κι εδώ η κλασική αλλά καλοδουλεμένη σκηνοθετική προσέγγιση κατάφερε να μας λούσει με το φωτεινό κομμάτι του έργου, παράλληλα στην κορύφωση η αποδόμηση του σκηνικού να κάνει τα αποκαλυπτήρια σε μια φύση γεμάτη ζωή χωρίς την παρουσία του μολυσματικού ανθρώπινου είδους.
Και μικρά φωτάκια ξέγνοιαστες πυγολαμπίδες να χορεύουν τον χορό της ελευθερίας. Γιατί έδω είχαμε και σκηνικό αλλά και κουστούμια και υπέροχα φώτα και μουσικές και τραγούδια στην γραμμική ισορροπία της σκηνοθεσίας.
Ουφ και ποιος χέστηκε, αν δεν στάθηκε στα σκοτάδια, στις δηθενιές, στα βασισμένα στη νέα πρόταση, όπου στο τέλος άλλο έχεις διαβάσει, άλλο έχεις δει, άλλο εννοούσε, χωρίς την ποιητική αηδία να το δικαιολογεί.
Όταν η πρόταση δεν έχει τα αρχίδια να σταθεί, που για να σταθεί πρέπει το αρχικό κείμενο να το καταπιείς, να το χωνέψεις, να το χέσεις για να ξαναγεννηθεί, «να φας να μεγαλώσεις έλεγε η μάνα μου», εσυ πρώτα και μετά όταν η πνευματική σου ώριμοτητα σου επιτρέψει, να αναμετρηθείς με σπουδαία κείμενα. Γύρνα και κοίτα βαθειά την ψυχή σου σαν να κοιτάς την ψυχή του δημιουργού και με σεβασμό κάνε την δική σου πρόταση, γέννα τα δικά σου παιδιά. Όχι κουτσοί στραβοί όλοι στον Άγιο Παντελεήμονα.
Για τους δήθεν τάχαμ φανατικούς θεατρόφιλους που αν δουν λίγο χάπι εντ παθαίνουν επιλειπτική κρίση και χώνονται ακόμα πιο βαθειά στα δικά τους βαθειά σκοτάδια. Α λεει, η παράσταση είναι εμπορική! Χέστηκε η φοράδα στο αλώνι.
Στη Φιλουμένα Μαρτουράνο, στο θέατρο Δημήτρης Χορν με το πτι καρό σακκάκι στη βιτρίνα αφιέρωμα, το κοινό όλων τον ηλικιών ταυτίστηκε, γέλασε, έκλαψε, είμαι σίγουρο ότι προβληματίστηκε, είδε την κοινωνική ανισότητα καθώς και τη θέση της γυναίκας.
Γιατί εδώ που τα λέμε ακόμα και σήμερα, ενώ το έργο γράφτηκε το 1946 τα πράγματα δυστηχώς δεν έχουν αλλάξει. Και η δική μας Mαρία Ναυπλιώτου στέκεται επάξια δίπλα στη Σοφία Λόρεν στο «Γάμος αλά Ιταλικά» στην κινηματογραφική πρόταση του Βικτόριο Ντε Σικα.
Η υπόκλιση σκηνοθετημένη με τον παλιό παραδοσιακό τρόπο, ο θίασος, ο συμπρωταγωνιστής και η Φιλουμένα με ένα χειροκρότημα να κορυφώνεται και δικαιολογημένα, γιατί στο πρόσωπο της πρωταγωνίστριας, πέρα από τη φυσική φινέτσα, διακρίνουμε το έντονο ταπεραμέντο της προσωπικότητάς της και το διάχυτο ερωτισμό της ερωμένης.
Αλλά και σα μάνα φτάνει στην κορύφωση με την περίφημη φράση «τα παιδιά είναι παιδιά». Τα φώτα κλείνουν στη σκηνή και εγώ συνεχίζω να ακούω το μεταλλόφωνο που είναι καλά κρυμμένο στην καρδιά του καρουσέλ και κάνω συνειρμούς στο μυαλό μου, το καρουσέλ ως πολεμικός μηχανισμός εκπαίδευσης ιππέων.
Είδα την πάλη των δυο από τον έρωτα στον πόλεμο, την εξέλιξή του σε περιστρεφόμενο παιχνίδι για παιδιά με τα γέλια τους να με συνοδεύουν και την ταξιθέτρια να μου χτυπάει τον ώμο για να φύγω νομίζοντας ότι με έχει πάρει ο ύπνος ενω εγώ βρισκόμουν καβάλα σε ένα ξύλινο αλογάκι στο δικό μου καρουσέλ, στο καρουσέλ της γιαγιάς Μπεατρίς, στο Παρίσι, στην place de Carrousel
«Γρήγορα πέρασεν η ώρα
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα»
«Δώδεκα και μισή. Πως πέρασεν η ώρα.
Δώδεκα και μισή. Πως πέρασαν τα χρόνια.»
(Απόσπασμα από το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη «Απ’ τες εννιά»)
Φιλουμένα Μαρτουράνο του Εντουάρντο Ντε Φιλίππο
Θέατρο Δημήτρης Χορν (Αμερικής 10, Αθήνα 10671, Τηλέφωνο: 210 36 12500)
Συντελεστές
Μετάφραση: Ειρήνη Μποζοπούλου. Δραματουργική επεξεργασία -Σκηνοθεσία: Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος. Σκηνικά- Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη. Σχεδιασμός Φωτισμών: Σοφία Αλεξιάδου. Μουσική: Πάνος Γκίνης
Διανομή: Μαρία Ναυπλιώτου, Μελέτης Ηλίας, Πηνελόπη Μαρκοπούλου, Κωνσταντίνος Γαβαλάς, Ελευθερία Κοντογεώργη, Ιωάννα Τζίκα, Τίτος Γρηγορόπουλος, Μιχάλης Ψαλίδας, Βασίλης Τσαλίκης
Μέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη 20:00, Πέμπτη, Παρασκευή 21:00, Σαββατο 18:00 και 21:00, Κυριακή 20:00
Εισιτήρια: από 18 έως 25 ευρώ