MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
22
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Οι Τρεις Ψηλές Γυναίκες του Μπομπ Γουίλσον αποκαλύπτουν

Η Ρένη Πιττακή, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και η Λουκία Μιχαλοπούλου μιλούν για την αποκαλυπτική συνεργασία με τον κορυφαίο αμερικανό σκηνοθέτη, λίγες εβδομάδες πριν την πρεμιέρα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά.

KEIMENO: Στέλλα Χαραμή | 10.11.2023 Φωτογραφίες: Θανάσης Καρατζάς

Στο διάδρομο του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη χτυπάει τα χέρια της στο στέρνο (σε διαφορετικό ρυθμό το ένα από το άλλο), πεταρίζει τα μάτια της νευρικά σαν κούκλα, το υπόλοιπο σώμα της είναι παγωμένο ενώ συνάμα λέει τα λόγια του Έντουαρντ Άλμπι: Ένα μικρό στιγμιότυπο, ως ελάχιστο παράδειγμα των παράλληλων λειτουργιών και αισθήσεων που ενεργοποιεί ούσα ηθοποιός του Ρόμπερτ Γουίλσον στις «Τρεις ψηλές γυναίκες».

Ο Αμερικανός εικονοκλάστης μόλις έχει επιστρέψει από την Σανγκάη, η πρόβα ξεκινάει σε πέντε λεπτά (με το ρολόϊ) και μαζί με τις Ρένη Πιττακή και Λουκία Μιχαλοπούλου – που συμπληρώνουν το σχήμα των «Τριών Ψηλών Γυναικών» – βουτούν στον ακραία γεωμετρικό μεταδραματικό φορμαλισμό του. Τους πήρε δύο ώρες για να ντυθούν με τα αναγεννησιακά κοστούμια τους και τις υπερμεγέθεις περούκες τους, να βαφτούν για να μεταμορφωθούν στα γνωστά ψυχρά προσωπεία του Γουίλσον και τώρα τις περιμένει μια επτάωρη πρόβα με τον σκηνοθέτη και το επιτελείο του.

Οι “κυρίες” του Ρόμπερτ Γουίλσον (από αριστερά) Λουκία Μιχαλοπούλου, Ρένη Πιττακή, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη.

Ο 82χρονος σταρ του αμερικανικού θεάτρου εγκαινιάζει μαζί τους την σχέση τους με τον Έντουαρντ ‘Αλμπι – ένα συγγραφέα που είχε γνωρίσει στα φοιτητικά του χρόνια στη Νέα Υόρκη. Όπως έχει παραδεχθεί ο ίδιος ο Γουίλσον, τον είχε παροτρύνει τότε να σκηνοθετήσει κάποιο έργο του. Πέρασε πολύς καιρός για να κάνει πραγματικότητα την προτροπή του – και δη στην Ελλάδα και στην πρώτη χειμερινή παραγωγή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Παρόλα αυτά ο Ρόμπερτ Γουίλσον ερμηνεύει με τον, απόλυτα προσωπικό του τρόπο, τα θέματα του χρόνου, του γήρατος, των επιλογών στη ζωή και της ανάγκης για ευτυχία που επεξεργάζονται οι «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» του Άλμπι. Κάνει δε, την ανατροπή να μην αφήσει την εικόνα να υπερισχύσει (ως συνήθως) αλλά να διατηρήσει άθικτο μεγάλο μέρος του πρωτότυπου κειμένου – τιμώντας ίσως την εκλεκτική συγγένεια που είχε με τον συγγραφέα του.

Λίγες εβδομάδες πριν την πρεμιέρα της παράστασης, οι τρεις σπουδαίες ερμηνεύτριες του, σχολιάζουν την εμπειρία της συνεργασίας τους, μιλούν για τις προκλήσεις και τα προνόμια να δουλεύουν μαζί του και αφηγούνται πτυχές της πολυμέτωπης μεθόδου του, όπως την ζουν στις πρόβες της παράστασης εδώ και έξι μήνες.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΜε Πέτερ Στάιν και Μπομπ Γουίλσον στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά12.09.2018

Ρένη Πιττακή: «Η διαφορετική ματιά στο θεατρικό παιχνίδι σου ανοίγει δρόμους σε νέες περιπέτειες και, γιατί όχι, στο όποιο ρίσκο, ενώ πασχίζεις για κάτι ‘Άλλο’»

Έχουν περάσει σχεδόν 40 χρόνια από την πρώτη επαφή της με το θέατρο του Ρόμπερτ Γουίλσον αλλά η εμπειρία παραμένει αξέχαστη. Ήταν στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν ο Θεόδωρος Τερζόπουλος ως καλλιτεχνικός διευθυντής των εμβληματικών Διεθνών Συναντήσεων Αρχαίου Δράματος που οργάνωνε το Κέντρο Δελφών με ιστορικές παραστάσεις καλούσε τότε, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, τον Ρόμπερτ Γουίλσον. «Που να φανταστώ – εκεί γύρω στην δεκαετία του ’80 – καθηλωμένη στο Στάδιο των Δελφών, μαζί με λίγους θεατές να απολαμβάνουμε ‘Το βλέμμα του κουφού’ του Μπομπ Γουίλσον, ότι θα ερχόταν η στιγμή γι’ αυτήν την συνάντηση;», αναρωτιέται σήμερα με παιδικό ενθουσιασμό η Ρένη Πιττακή, μη μπορώντας να κρύψει τη χαρά της που συνεργάζεται «με έναν καλλιτέχνη παγκόσμιας αναγνώρισης και εκτίμησης. Η διαφορετική ματιά στο θεατρικό παιχνίδι σου ανοίγει δρόμους σε νέες περιπέτειες και, γιατί όχι, στο όποιο ρίσκο, ενώ πασχίζεις για κάτι ‘΄Άλλο’».

Βεβαίως, η Ρένη Πιττακή μυήθηκε από νωρίς στο φορμαλισμό στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης, κάνοντας τα πρώτα της βήματα επί σκηνής, σε μια εποχή όπου μεσουρανούσε το θέατρο του Παραλόγου. Ανακαλεί παραστάσεις στις οποίες συμμετείχε όπως η «Φαλακρή τραγουδίστρια» του Ιονέσκο, η «Οπερέτα» του Βίτολντ Γκομπρόβιτς, η «Ισαβέλλα, τρεις καραβέλλες και ένα παραμυθάς» του Ντάριο Φο, το «Νot i» του Σάμιουελ Μπέκετ, έργα και σκηνοθεσίες που απαιτούσαν μια σκληρή φόρμα στην κίνηση και την εκφορά του λόγου. «Απλώς έχει περάσει πολύς καιρός από τότε για να φτάσουμε σήμερα να επιστρέφω σε αυτό το είδος. Και πόσο μάλλον όταν εδώ μιλάμε για μια ακραία μορφή του εξπρεσιονισμού», επισημαίνει.

Η Ρένη Πιττακή αφήνει την απόλαυση να περιμένει για λίγο αφού οι πρόβες είναι, όπως λέει, αγώνας δρόμου.

Για την πολύπειρη και σπουδαία Πιττακή, η πρόβα του Γουίλσον είναι μια πρωτόγνωρη συνθήκη: «Απαιτεί ανεξάντλητη υπομονή, αντοχή και ετοιμότητα αφού ο σκηνοθέτης μας θεωρεί αναγκαία την παρουσία όλων των συντελεστών της παράστασης – συμπεριλαμβανομένου και των ηθοποιών – από το μακιγιάζ, το κοστούμι, το σκηνικό, τα φώτα, τον ήχο, τη μουσική ώστε όλα να λειτουργούν ταυτόχρονα. Ωστόσο, εδώ πρέπει να σημειώσω πως αυτό δεν σημαίνει πως καθετί που κατασκευάζουμε είναι και το οριστικό. Καθημερινά υπάρχουν ανατροπές σε τρόπους, ρυθμούς και τόνους», παρατηρεί, εξηγώντας το πλαίσιο των απαιτήσεων μιας παράστασης του Μπομπ Γουίλσον. Δεν προλαβαίνει, λοιπόν, να χαρεί την διαδικασία και αφήνει την απόλαυση να περιμένει λίγο.  «Μάλλον θα έρθει με τις παραστάσεις, αφού τώρα έχουμε αγώνα δρόμου για το καλύτερο», σχολιάζει γελώντας.

Παρά την εξαιρετικά κοπιώδη συνθήκη και τη μεγάλη εμπειρία της σε αισθητικές και ιδεολογικές προσεγγίσεις σκηνοθετών, η Πιττακή δηλώνει εντυπωσιασμένη από «την εμμονή στη λεπτομέρεια και την οργιαστική φαντασία που οδηγεί την εικαστική ματιά του Γουίλσον να χτίσει την παράσταση».

Εξάλλου, το, εντός σκηνής, περιβάλλον της είναι οικείο. Αποκαλεί τις συμπρωταγωνίστριες της «εξαιρετικές ηθοποιούς» και εξηγείται: «Έχω παρακολουθήσει τη διαδρομή της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη και την έχω χειροκροκτήσει επανειλημμένα. Την ίδια ώρα, η Λουκία Μιχαλοπούλου υπήρξε αγαπημένη μου μαθήτρια στη δραματική σχολή του Θέατρου Τέχνης. Αλλά να μην ξεχάσω και τον Αλέξη Φουσέκη, έναν εξαιρετικά ευαίσθητο χορευτή που έχει δουλέψει ξανά με τον Μπομπ Γουίλσον, έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη του και πλέον έχει κερδίσει και την αγάπη μας».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΤρεις ψηλές γυναίκες: Ο Robert Wilson σκηνοθετεί Edward Albee στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά12.09.2018

Καρυοφυλλιά Καραμπέτη: «Σχεδόν αιφνιδιάζει όλη αυτή η παράλληλη δραστηριότητα, θα έλεγα πως δουλεύουμε τα πάντα σε μια άλλη από, την καθιερωμένη, κλίμακα. Κάποιες φορές σε κατάσταση υπέρβασης»

Έχοντας δουλέψει στο πλευρό των σπουδαιότερων ξένων σκηνοθετών που πέρασαν από την Ελλάδα, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη βρέθηκε να προσθέτει στην σύνθεση των διεθνών συνεργασιών της και τον, κορυφαίο της εξπρεσιονιστικής πρωτοπορίας, Ρόμπερτ Γουίλσον. Ωστόσο, στην περίπτωση του και από την πρώτη, κιόλας, γνωριμία μαζί του, τον περασμένο Μάρτιο, συνειδητοποίησε πως θα ξεπερνούσε ακαριαία το αίσθημα τιμής και δέους. Κυρίως, γιατί η πρακτική εργασίας του Τεξανού σκηνοθέτη δεν θα το επέτρεπε. «Ήταν ομολογουμένως κάτι πρωτόγνωρο. Βρέθηκα κατευθείαν να επεξεργάζομαι το σχήμα του ρόλου μέσα σε ένα περιβάλλον απόλυτης πειθαρχίας: Από την ακριβή κλίση του κεφαλιού, την υπολογισμένη θέση των χεριών σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα, τις σωστές εκφράσεις ενώ ερμηνεύουμε το κείμενο – κι ένα κείμενο που είχαμε μάθει στην εντέλεια. Η ηθοποιός του Γουίλσον πρέπει να έχει όλες τις αντένες της σε λειτουργία, όλα ακονισμένα και όλα να συμβαίνουν αστραπιαία. Το σώμα και ο νους πρέπει να βρίσκονται σε εγρήγορση και συνάμα να εκτελούν τις σκηνοθετικές οδηγίες που έρχονται από την πλατεία. Ειδικά για το σώμα στη θέση της ακινησίας απαιτείται η αυτοκυριαρχία ενός χορευτή. Φανταστείτε ένα σώμα εντελώς ακίνητο μέσα στη σιωπή. Βέβαια, παρά τη δυσκολία, δημιουργείται και μια ατμόσφαιρα κατάνυξης», λέει η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη περιγράφοντας το εξαιρετικά σύνθετο πλαίσιο μεθόδου στο οποίο μπήκε, ακαριαία, η ίδια και οι συμπρωταγωνίστριες της, Ρένη Πιττακή και Λουκία Μιχαλοπούλου.

Αυτό δεν σημαίνει πως ο Γουίλσον φέρνει στις αποσκευές του μια προκατασκευασμένη παράσταση. Απεναντίας, όπως παρατηρεί και η Καραμπέτη «χτίζει την ατμόσφαιρα από στιγμή προς στιγμή. Μαζί με τον φωτιστή, μαζί με τη μουσική, όλα τα σύμπαντα του κινούνται παράλληλα, με επιμέλεια και προσοχή. Κι αν δεν μείνει ικανοποιημένος ξεκινά από την αρχή. Αναζητά την οπτική φόρμα μαζί με την ηχητική, την ρυθμολογία, τις τονικότητες των φωνών μας. Σχεδόν αιφνιδιάζει όλη αυτή η παράλληλη δραστηριότητα, θα έλεγα πως δουλεύουμε τα πάντα σε μια άλλη από, την καθιερωμένη, κλίμακα. Κάποιες φορές σε κατάσταση υπέρβασης», σημειώνει.

Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη απολαμβάνει διαχρονικά την διαδικασία απόλυτης σκηνοθετικής καθοδήγησης.

Βέβαια, η φημισμένη για την, μέχρι κεραίας, επαγγελματική της συνέπεια, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη δέχθηκε (μάλλον) με ανακούφιση το απαιτητικό πλαίσιο του Ρόμπερτ Γουίλσον. «Μου αρέσει η παρτιτούρα και νιώθω ασφαλής μέσα στην απόλυτη καθοδήγηση. Δεν έχω χειρότερο σε μια πρόβα από το να μου ζητήσουν να αυτοσχεδιάσω. Το ζήτημα της ακρίβειας με ακολουθεί από πολύ νωρίς στο θέατρο, απλώς εδώ συμβαίνει σε υπερθετικό βαθμό» σχολιάζει. Ανακαλεί βέβαια, την δεύτερη φάση των προβών, κατά το καλοκαίρι, όπου ο Αμερικανός σκηνοθέτης, έχοντας περιορισμένο χρόνο προβών πέρασε στις διαδοχικές δοκιμές σκηνοθετικών ιδεών: «Αυτοσχεδίαζε σαν να πυροβολούσε προς όλες τις κατευθύνσεις. Την μια στιγμή ζητούσε κάτι και την επόμενη το αντίθετο του. Κι εσύ έπρεπε να ακολουθείς τις οδηγίες όσο πιο άψογα μπορούσες, ώστε να του παρέχεις μια πλήρη εικόνα των σκηνικών σου δυνατοτήτων».

Η πρόσθετη έκπληξη στην προσέγγιση του Γουίλσον κατά το συγκεκριμένο ανέβασμα είναι πως οι ολιγόλογες ή οι, επαναληπτικού λόγου,  παραστάσεις του, εδώ αναιρούνται. Το κείμενο των «Τριών ψηλών γυναικών» είναι εκτεταμένο – τουλάχιστον για τα δεδομένα του σκηνοθέτη, επιφορτίζοντας με μια ακόμα πρόκληση τις πρωταγωνίστριες του, όπως λέει η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη.

Η συνύπαρξη της με τις συγκεκριμένες ηθοποιούς είναι μια ευτυχισμένη στιγμή σε αυτή τη συνεργασία. «Μιλάμε για πειθαρχία και παρακολουθώ τη Ρένη (Πιττακή). Η γυναίκα αυτή παραδίδει κάθε μέρα ένα μάθημα αντοχής. Μου θυμίζει πολύ έντονα την στάση της δασκάλας μου στη δουλειά, της Μάγιας Λυμπεροπούλου – κάτι που με συγκινεί ιδιαίτερα. Και από την άλλη, η Λουκία (Μιχαλοπούλου), με την οποία έχουμε ήδη συνεργαστεί τρεις φορές και είναι μεγάλη μου η χαρά να την συναντώ ξανά: Γιατί την εκτιμώ τρομερά, γιατί θαυμάζω την υποκριτική της δυνατότητα ενώ τώρα, σε πολύ δύσκολες συνθήκες, αποδεικνύει και την συνεργατική της ποιότητα, το πόσο αστέρι παιδί είναι. Είναι πολύ καθησυχαστικό που είμαστε οι τρεις μας σε μια συγκυρία που ζητάει 100% της ενέργεια μας».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΤρεις Ψηλές Γυναίκες: Η νέα παράσταση του Robert Wilson στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά – Φωτογραφίες από τις πρόβες12.09.2018

Λουκία Μιχαλοπούλου: «Σκέψου ότι πρέπει να ξεχάσεις ό,τι ξέρεις γι’ αυτήν τη δουλειά, να γίνεσαι παιδί – γιατί και ο Γουίλσον φέρει κάτι το γνήσια παιδικό»

Ήταν η πρώτη φορά στην θεατρική ζωή της που περνούσε από οντισιόν. Ακόμα και για την συνεργασία της με τον τελειοθήρα Λευτέρη Βογιατζή είχε κάνει μια κλειστή συνάντηση. Ωστόσο, ο τρόπος που εγγράφηκε αυτή η διαδικασία στο μυαλό της Λουκίας Μιχαλοπούλου προκειμένου να συμμετέχει στη διανομή των «Τριών Ψηλών Γυναικών» ήταν ως «τρομερή εμπειρία». «Ένιωθα πως όλα συνέβαιναν από την αρχή, δεν είχαν ιδέα ποια ήμουν, τι έχω κάνει, ένιωθα σαν άγραφο χαρτί κι αυτό αποδείχθηκε πολύ απελευθερωτικό», παραδέχεται.

Η επιλογή της ανάμεσα σε δέκα ηθοποιούς της άνοιξε το παράθυρο σε ένα μεγάλο, καινούργιο κόσμο. Το είδος του εξπρεσιονισμού – για το οποίο ο Ρόμπερτ Γουίλσον αποτελεί έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς εκπροσώπους της παγκόσμιας σκηνής – ήταν μια περιοχή με την οποία η ηθοποιός δεν είχε καταπιαστεί ποτέ πριν· και τώρα καλούνταν να μπει στο βαθύ πυρήνα του. «Μέχρι πρότινος δεν μπορούσα να με δω σε μια παράσταση με αυτό το περιεχόμενο. Αλλά και ο τρόπος δουλειάς ήταν ολότελα διαφορετικός από τον τυπικό στο ελληνικό θέατρο. Αντί να κηρύξουμε έναρξη, μελετώντας το έργο από κοινού, γύρω από το τραπέζι, ξεκινήσαμε από το τέλος: Από το αποτέλεσμα. Αρχίσαμε να γινόμαστε μέρος της φωτιστικής κατασκευής, να ενδυόμαστε τα ρούχα των ηρωίδων και συνάμα να δουλεύουμε το λόγο του ‘Αλμπι». Σε αυτή την πρώτη φάση εισόδου στον κόσμο του Γουίλσον, η Λουκία Μιχαλοπούλου εντόπισε την απαράμιλλη ικανότητα του αμερικανικού εικονοκλάστη να βλέπει μεν «αλλά κυρίως να ακούει. Μας έβαλε πολύ έντονα στη διαδικασία να αντιληφθούμε κάθε ήχο από την συμπρωταγωνίστρια μας, κάθε νότα της μουσικής, κάθε θόρυβο που παράγεται στο χώρο. Αυτή η μέθοδος ανοίγει όλα τα αισθητηριακά κέντρα του ηθοποιού, εκτιμάς από το μηδέν την αξία του να ακούς, όπως επίσης εκτιμάς και τις σιωπές: Εκεί όπου όλη σου ύπαρξη είναι ανοιχτή για να εισπράξει».

Η Λουκία Μιχαλοπούλου θαυμάζει την τρομερή προσήλωση του Μπομπ Γουίλσον, κάτι που στις μέρες μας θεωρείται ρομαντικό ή παρωχημένο.

Κι ενώ ακόμα βρίσκεται μέσα στη δίνη της προετοιμασίας – καθώς η παράσταση έχει μπει στην τελευταία φάση των προβών παρουσία του Ρόμπερτ Γουίλσον – κρατάει για τον εαυτό της την πολυτέλεια του ενθουσιασμού. «Σκέψου ότι πρέπει να ξεχάσεις ό,τι ξέρεις γι’ αυτήν τη δουλειά, να αφήνεσαι στο εν λευκώ, να γίνεσαι παιδί – γιατί και ο Μπομπ Γουίλσον φέρει κάτι το γνήσια παιδικό, γίνεται κι αυτός αθώος – και να δουλεύεις σε ένα πλαίσιο όπου τίποτα δεν είναι δεδομένο. Όλα μπορεί να μετακινηθούν, να αρθούν και να αναιρεθούν, ο χρόνος στην πρόβα διαστέλλεται και συστέλλεται διαρκώς και συνάμα η κύρια δουλειά μας είναι να φέρουμε το έργο, να κουβαλάμε την ιστορία. Εδώ μαθαίνουμε την σχέση με το όλον» εξηγεί.

Εμφανώς γοητευμένη με την περίπτωση του Γουίλσον, εν μέσω των προφανών απαιτήσσεων μιας τέτοιας συνεργασίας, η Λουκία Μιχαλοπούλου σχολιάζει την αφοσίωση του στην δουλειά του θεάτρου (παρά τα 82 του χρόνια). «Στις μέρες μας ακούγεται παρωχημένη η έννοια της αφοσίωσης, της αληθινής προσήλωσης σε κάτι και της εμμονής στη λεπτομέρεια. Ωστόσο, επειδή κι εγώ εκεί τοποθετώ τον εαυτό μου, η συνεργασία με τον Ρόμπερτ Γουίλσον ενδυναμώνει την πίστη μου για το πώς φτιάχνεται το θέατρο, αισθάνομαι ασφάλεια κοντά του και κυρίως δεν αισθάνομαι μόνη. Γιατί άνθρωποι με μια τέτοια ιδιοσυγκρασία θεωρούνται έως και ρομαντικοί στο χώρο μας».

Ασφαλώς, το υποκριτικό σχήμα που συμπληρώνει τις «Τρεις ψηλές γυναίκες», η Ρένη Πιττακή και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη είναι παρόμοιες, της Μιχαλοπούλου περιπτώσεις, γεγονός που επίσης την καθησυχάζει. «Είναι ευλογία να συμμετέχω σε μια τέτοια παράσταση, με αυτές τις σπουδαίες ηθοποιούς, με την σπουδαία πορεία που, παρόλα αυτά, εμφανίζονται εδώ σαν μαθήτριες. Είναι για μένα ένα τρομερό μάθημα η συνύπαρξη μαζί τους και αθροίζοντας την με τη μέθοδο του σκηνοθέτη μας το μέτωπο της διδαχής διπλασιάζεται».  

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Οι “Τρεις Ψηλές Γυναίκες” του Έντουαρντ ‘Αλμπι κάνουν πρεμιέρα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά στις 24 Νοεμβρίου.

Μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές
Σκηνοθεσία: Robert Wilson
Σκηνικά: Flavio Pezzotti
Κοστούμια: Flavia Ruggeri
Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου
Φωτισμοί: Marcello Lumaca
Βοηθοί Σκηνοθετη: Charles Chemin, Δήμητρα Δερμιτζάκη
Παίζουν: Ρένη Πιττακή, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Λουκία Μιχαλοπούλου, Αλέξης Φουσέκης
Παραστάσεις: Πέμπτη & Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο στις 18:00 & 21:00, Τετάρτη & Κυριακή στις 19:00
Link Εισιτηρίων:https://www.more.com/theater/treis-psiles-gynaikes/
Πληροφορίες Χώρου:Δημοτικό Θέατρο Πειραιά – Κεντρική Σκηνή «Δημήτρης Ροντήρης», Ηρώων Πολυτεχνείου 32 – Τηλ: 2104143310. Ε: [email protected] | Dithepi.gr
Περισσότερα από Art & Culture