MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
22
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΠΗΓΑΜΕ / ΕΙΔΑΜΕ

Hot or Not #88: Όσα μας άρεσαν και όσα μας «χάλασαν» αυτή την εβδομάδα

Η ομάδα του Monopoli κάνει έναν απολογισμό της εβδομάδας που πέρασε και συγκεντρώνει όλα όσα της τράβηξαν το ενδιαφέρον.

Monopoli Team | 12.11.2023

Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, πήγαμε θέατρο, είδαμε ταινίες, ακούσαμε μουσική, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα – και κάποια από αυτά θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!

(+) Κάτι που μάς άρεσε

(+) Μια φορά και έναν καιρό ήταν και δεν ήταν… η κοινότητα των Ρομά στην Ελλαδα

“Μια φορά και έναν καιρό ήταν και δεν ηταν” έτσι ξεκινούν τα παραμύθια, σύμφωνα με την παράδοση των Ρομά, μας ενημέρωσε ο Αβραάμ Γκουτζελουδης, καθώς μας καλωσόρισε στην “χώρα των Ρομά” στη Στέγη: το Romaland. Αυτή η εισαγωγή μού φαίνεται ταιριάζει και στην παρουσία των Ρομά στην ελληνική κοινωνία. Με σιγουριά μπορώ να πω ότι οι περισσότεροι δεν γνωρίζουμε τι είναι και τι δεν είναι ένας Ρομά. Ξέρουμε μόνο ο,τι μας έχουν μάθει για τους Ρομά, τους οποίους συνήθως τους τσουβαλιάζουμε στο μυαλό μας, λες και δεν είναι ο κάθε ένας ένας διαφορετικός άνθρωπος. Σε αυτό μεγάλο ρόλο παίζει η απεικόνιση τους στα ΜΜΕ και φυσικά ο αποκλεισμός τους από την κοινωνία (ο οποίος συνήθως εκφράζεται με έναν σχεδόν θεσμοθετημένο ρατσισμό). Ακόμα κι εκείνοι που δεν βλέπουν τους Ρομά μονάχα σαν παραβατικά στοιχεία, ίσως να έχουν μια σχεδόν φετιχοποιημενη εικόνα στο μυαλό τους, να τους βλέπουν δηλαδή ως ελεύθερους, ανέμελους νομάδες, που “από τη φύση τους” δεν συμβιβάζονται με τις νόρμες της κοινωνίας κλπ κλπ. Ε, λοιπόν, αυτο που κάνουν οι Ανέστης Αζας και Πρόδρομος Τσινικόρης είναι για εμένα κάτι πολύ σημαντικό και παράλληλα πολύ ρηξικέλευθο για τα ελληνικά και όχι μόνο δεδομένα: Προσφέρουν μια πραγματική, ειλικρινή εικόνα για το τι εστί να είσαι Ρομά. Χωρίς φετίχ, χωρίς να υποπέσουν σε inspirational porn (ευτυχώς!), χωρίς σύνδρομα “λευκού σωτήρα”.

Πέντε Ρομά ανεβαίνουν στη σκηνή και αφηγούνται τις ιστορίες τους, χωρίς υποδείξεις και φίλτρα, σαν να βλέπεις ένα ντοκιμαντέρ. Μαθαίνεις τα έθιμα και τις παραδόσεις τους, βλέπεις ομως και το συλλογικό τραύμα που αφήνει ο συστημικός ρατσισμός σε γενιές και γενιές Ρομά. Μαθαίνεις και για ένα περιστατικό βίας για το οποίο μπορεί να μην είχες ποτέ ακούσει, από την εκπληκτική κυρία Αγγελική, που μετέφερε την μαρτυρία της με φοβερή ευαισθησία και ψυχραιμία. Και αυτή δεν ήταν η μοναδική αξέχαστη στιγμή μιας παράστασης, που νομίζω αξίζει να δει ο κάθε μπαλαμός, για να καταλάβει ότι “δεν είναι αυτός ο κόσμος μόνο για σένανε”.
Τατιάνα Γεωργακοπούλου 

(+) Μια Άλλη Θήβα: Μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε

Για δεύτερη χρονιά παίζεται το έργο «Μια Άλλη Θήβα» σε σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, μετά από μια απόλυτα επιτυχημένη πρώτη χρονιά sold out παραστάσεων. Το έργο του Γαλλο-ουρουγουανού Σέρχιο Μπλάνκο αφηγείται την ιστορία ενός θεατρικού Συγγραφέα, ο οποίος επιθυμεί να γράψει ένα θεατρικό έργο για την πατροκτονία. Συναντά στις φυλακές τον εικοσάχρονο Μαρτίν, ο οποίος έχει καταδικαστεί σε ισόβια για τη δολοφονία του πατέρα του. Μέσα από τις συναντήσεις τους, ο Συγγραφέας χτίζει σιγά σιγά το έργο του, στο οποίο επιθυμεί να παίζει εκείνος και ο νεαρός πατροκτόνος. Ωστόσο, το Υπουργείο Δικαισοσύνης απαγορεύει στον Μαρτίν να παίξει κι έτσι, βρίσκεται ένας ηθοποιός που θα ερμηνεύει τον ρόλο του, ο Φεδερίκο.

Ο Σέρχιο Μπλάνκο ήθελε τους ρόλους του Μαρτίν και του Φεδερίκο να τους ερμηνεύει ο ίδιος ηθοποιός και, μάλιστα, να «πηγαίνει» από τον έναν ρόλο στον άλλον επί σκηνής, χωρίς αλλαγές κοστουμιών. Πράγματι, αυτόν τον διπλό ρόλο ανέλαβε ο Δημήτρης Καπουράνης. Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που καταφέρνει να μεταφέρεται από τον Μαρτίν στον Φεδερίκο και το αντίστροφο, έχοντας «χτίσει» μια εντελώς διαφορετική και χαρακτηριστική ομιλία και κινησιολογία για τους δύο αυτούς χαρακτήρες. Η επιτυχία με την οποία στέφεται αυτό το εγχείρημα ομολογεί τις υποκριτικές του δυνατότητες και, αν έχει παρακολουθήσει κανείς έστω και λίγο την πορεία του, ξέρει πως μιλάμε για έναν ηθοποιό της γενιάς του που θα ξεχωρίσει. Ο Θάνος Λέκκας παίζει τον Συγγραφέα με τόσο απλό κι αβίαστο τρόπο που μοιάζει σχεδόν φυσικός καθώς μάς οδηγεί στον κόσμο ενός χαρισματικού ανθρώπου, που προσπαθεί να πλησιάσει και να κατανοήσει ένα ατίθασο πνεύμα ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να παράξει ένα καλλιτεχνικό έργο.

Οι σκέψεις βλέποντας αυτό το έργο είναι πολλές. Προκύπτουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα και ζητήματα όπως η συμπόνοια που μπορεί κάποιος να νιώσει για έναν πατροκτόνο, η θέση της κοινωνίας απέναντι στο έγκλημα και την αναπαράστασή του στην τέχνη, το πώς η τέχνη οφείλει να είναι κοντά στον άνθρωπο με κάθε της μορφή, ακόμη κι όταν εκείνος είναι εγκλωβισμένος, φυλακισμένος. Ο Φρόιντ, ο Οιδίποδας και ο Ντοστογιέφσκι είναι «παρόντες» και αναφέρονται συχνά, άλλο ένα ενδιαφέρον στοιχείο του έργου καθώς ο συγγραφέας επιχειρεί να γράψει ένα έργο για κάποιον που γράφει ένα έργο και δεν κρύβει τις επιρροές και αναφορές του. Θα υπήρχε ένα «κενό» αν δεν είχαν αναφερθεί ποτέ αυτά τα ονόματα σε ένα έργο που μιλά για την πατροκτονία, τη στιγμή που πολλοί από εμάς θα κάναμε αυτές τις συνδέσεις. Αλλά το θέμα δεν είναι η απλή αναφορά τους, είναι η ενεργοποίησή τους ως μηχανισμούς που θα θέσουν ερωτήματα, που θα ανοίξουν έναν δημιουργικό διάλογο μεταξύ του Συγγραφέα και του Φεδερίκο και, συνεπώς, μεταξύ του έργου και των θεατών. Οι παραστάσεις συνεχίζονται έως τις 19 Δεκεμβρίου αλλά σας συμβουλεύω να εξασφαλίσετε άμεσα το εισιτήριό σας.
Φωτεινή Νικολίτσα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΣυν & Πλην: «Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα» στο Θέατρο Μπέλλος12.09.2018

(+) Στο “A Time Called You” το εκτός τόπου και χρόνου παίρνει σάρκα και οστά

Σαν κρυμμένο διαμαντάκι ξεπρόβαλλε το συγκεκριμένο K-Drama στην αρχική του Netflix μου. Προσωπικά, είμαι μεγάλη φαν του πρωταγωνιστή, οπότε δεν χρειάστηκε και πολλή σκέψη για να το ξεκινήσω. Αν σου αρέσουν οι πετυχημένες συνταγές με πολλά διαφορετικά trope κι έχεις χρόνο για binge-watching, τότε σίγουρα αξίζει μια ευκαιρία. Στα πρώτα επεισόδια του «A Time Called You» κυριαρχούν ανάμεικτα συναισθήματα. Όχι, επειδή είναι κακό ή κάτι, αλλά έχει κάπως αργό ρυθμό, με δύο παράλληλα timelines, δύο ξεχωριστές, μα ταυτόχρονα με κάποιον τρόπο άρρηκτα συνδεδεμένες ιστορίες. Αναρωτιέσαι έντονα τι συμβαίνει, κάνεις πρόχειρους μαθηματικούς υπολογισμούς, αποτυγχ’ανοντας παταγωδώς και καταλήγεις απλώς να αφήσεις τη σειρά να αποκαλυφθεί μόνη της. Ταξίδι στο χρόνο, αλλαγή σωμάτων, μια υπόθεση δολοφονίας, μια αυτοκτονία κι ένας μυστήριος εγκληματίας. Μέσα σ ’όλα έχουμε και το ρομάντζο μας φυσικά. Λείπει ο Μάης από την Σαρακοστή;

H Jun-hee, μια κοπέλα γύρω στα τριάντα, θρηνεί για τον θάνατο του αγοριού της, ο οποίος πέθανε σε αεροπορικό δυστύχημα ένα χρόνο πριν. Βρίσκεται ακόμα σε άρνηση και αναπολεί το χρονοδιάγραμμα της σχέσης τους. Κάποιος μυστηριώδης άντρας με μπαστούνι, της στέλνει ορισμένα στοιχεία, που υποδηλώνουν πως ίσως τελικά ο Yeon-Jun να μην είναι νεκρός. Παράλληλα, η σειρά μας δείχνει μια δεύτερη ιστορία χρόνια πίσω, στο 1998, η οποία ακολουθεί τρεις μαθητές λυκείου, τους οποίους ξεκινά να δένει μια στενή φιλία, η οποία εξελίσσεται (φυσικά!) σε ερωτικό τρίγωνο. Η απόπειρα δολοφονίας της Min-Ju, του μήλου της έριδος, θα τους φέρει ακόμα πιο κοντά, αλλά και η αναζήτηση του stalker της σπείρει την διχόνοια μεταξύ τους.

Η Jun-hee, μέσω ενός κασετόφωνου (κι ενός τραγουδιού των 80’s που μετά από κάποιο σημείο σιχαίνεσαι να το ακους), όπως θα αποδειχθεί αργότερα, μεταφέρεται στην δεύτερη ιστορία του 1998 και συγκεκριμένα στο σώμα της Min-ju, με την οποία παρεμπιπτόντως μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό. Σύντομα ανακαλύπτει πως ο ένας εκ των δύο φίλων, είναι φτυστός ο Jeon-Yun, το νεκρό αγόρι της. Όμως, οι ημερομηνίες δεν συνάπτουν. Δεν πρόκειται για το ίδιο άτομο. Ή μήπως πρόκειται;

Καταρχάς, η ερμηνεία της πρωταγωνίστριας, Jeon Yeo-been είναι αξιοσημείωτη και ανεβάζει πολύ την σειρά. Τόσο πειστική στον διπλό ρόλο της, που για μερικά επεισόδιά πίστευα πως πρόκειται για δύο διαφορετικά κορίτσια που απλά μοιάζουν. Ως θλιμμένη Jun-hee που θρηνεί και δεν μπορεί να προχωρήσει, ως ήρεμη και εξαιρετικά εσωστρεφής Min-Ju, αλλά και ως Jun-hee που προσπαθεί να προσαρμοστεί στον χαρακτήρα και το σώμα της Min-Ju, απότελεί ένα από τα highlights της σειράς. Τα πισωγυρίσματα στον χρόνο, η σύνδεση των δύο timelines, η αποκάλυψη του κακού στο τέλος, αλλά και η εξήγηση του σεναρίου με του σωσίες, αν και μας βγάζει την ψυχή μέχρι να ξεσκεπαστεί, δεν απογοητεύει.
Ειρήνη Δερμιτζάκη

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΓιάννης Κότσιρας και Μίλτος Πασχαλίδης: Βρεθήκαμε στο Vox για ένα αυθεντικό μουσικό “μοίρασμα”12.09.2018

(+) Billie Kark: Η νέα μου μουσική ανακάλυψη “παντρεύει” τα (αγαπημένα μου) ηπειρώτικα με την techno

Αγαπώ να χάνομαι με τις ώρες στο Spotify, ειδικά τελευταία έχω πέσει εντελώς τυχαία σε τρομερούς μουσικούς “θησαυρούληδες”, που φυσικά δεν τους κρατάω για τον εαυτό μου. Γιατί το καλό πρέπει να το μοιράζεσαι. Εντελώς τυχαία, λοιπόν, έπεσα τις προάλλες σε ένα φοβερό κομμάτι, που ακούει στο όνομα “Βάλια Κάλντα”. Πάντα μου τραβούν το μάτι οι ιδιαίτεροι τίτλοι σε κομμάτια, που σε προκαλούν να τους ψάξεις, να μάθεις κάτι παραπάνω για την ιστορία που ενδεχομένως κρύβεται από πίσω τους. Έβαλα, λοιπόν, το κομμάτι να παίζει στα ακουστικά μου και ταυτόχρονα “γκούγκλαρα” για να μάθω τι θα πει “Βάλια Κάλντα”.

Πολύ σύντομα, λοιπόν, έμαθα ότι έτσι ονομάζεται αλλιώς ο Εθνικός Δρυμός Πίνδου, που βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα δυσπρόσιτη περιοχή της οροσειράς της Πίνδου, στα όρια μεταξύ των νομών Γρεβενών και Ιωαννίνων. Μάλιστα σημαίνει “ζεστή κοιλάδα” στα βλάχικα. Μου αρκούσε αυτό για να ξεκινήσω να ψάχνω περισσότερα για το κομμάτι και το άλμπουμ στο οποίο ανήκει, που ονομάζεται “Τζίντα”, δηλαδή “νεράιδα/αερικό” στη βλάχικη διάλεκτο. Κι έτσι μέσα από αλυσιδωτό ψάξιμο, έτσι όπως γίνεται πάντα, έφτασα στο κορίτσι αυτό που κρύβεται πίσω από αυτή τη φοβερή δουλειά. Στη Βασιλεία – που όμως είναι γνωστή ως Billie Kark – και που φτιάχνει κομμάτια σύγχρονα εντάσσοντας σε αυτά μοναδικά τον παραδοσιακό ήχο. Κάπου διάβασα ότι όταν τη ρωτάνε γιατί την ενδιαφέρει η παραδοσιακή μουσική, νιώθει σαν να την ρωτάνε γιατί της αρέσει το σπιτικό φαγητό και κάπως ταυτίστηκα. Αγαπώ τόσο πολύ τον παραδοσιακό ήχο, νιώθω να με φέρνει τόσο κοντά στις ρίζες μου (οι οποίες τυχαίνει και είναι ηπειρώτικες) και δεν μπορώ να μην παραδεχτώ τη διαχρονικότητά του. Δεν μπορώ καν να περιγράψω το συναίσθημα που προκαλεί στο μέσα μου. Μου ξυπνάει μνήμες, μου φέρνει στον μυαλό εικόνες από τον τόπο αυτό τον τόσο μοναδικό, που πέρασα χρόνια από την ζωή μου και πάντα θα με συγκινεί η θύμησή τους. Ήταν σχεδόν αναμενόμενο να χαθώ σε όλα τα κομμάτια του νέου αυτού δίσκου “Τζίντα” της Billie Kark που μιλάει για την αθανασία της ψυχής, την ελευθερία του πνεύματος και την αναγέννηση – και πραγματικά ο ήχος του σε ταξιδεύει. Απλά κλείσε τα μάτια… Και μετά άνοιξέ τα ξανά και δες το ενιαίο βίντεο που φτιάχτηκε για το άλμπουμ και έχει γυριστεί στο Λάκμο, το βουνό πάνω από το Συρράκο της Ηπείρου, στη δρακόλιμνη Βερλίγκα και στο γεφύρι της Πλάκας. Δεν θα σου πάρει πολλή ώρα για να σκεφτείς γιατί έχουμε πραγματικά ανάγκη αυτή τη νέα γενιά μουσικών σήμερα.
Ευδοκία Βαζούκη

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΘεατής: «σάμερταϊμ» στο Θέατρο Μπέλλος12.09.2018

(+) «Ταρτούφος» στο Θέατρο Σταθμός

Την εβδομάδα που μάς πέρασε παρακολούθησα τον «Ταρτούφο», σε σκηνοθεσία-διασκευή Γιάννη Νταλιάνη, στο Θέατρο Σταθμός. Η κωμωδία χαρακτήρων και ηθών του Μολιέρου πολεμήθηκε όσο καμία άλλη στην πολυτάραχη καριέρα του. Στην εκδοχή της παράστασης, ένας φιλόδοξος και δολοπλόκος υποκριτής που παριστάνει τον ενάρετο, ο Ταρτούφος, εγκαθίσταται, μαζί με τον βοηθό του τον Ακάκιο, στο σπίτι ενός ευσεβούς αστού οικογενειάρχη, του Οργκόν, υφαίνοντας έναν «ιστό» από μυστικά, ψέματα και συγκεκαλυμμένα κίνητρα με στόχο να «παγιδεύσει» τους πάντες στα «δίχτυα» του. Ο Μολιέρος, ένας δεξιοτέχνης «ζωγράφος των ηθών» της εποχής του, αντλεί έμπνευση από τη σύγχρονη του πραγματικότητα, και συγκεκριμένα από την «πανδημία» της θρησκοληψίας και της συνεπακόλουθης υποκρισίας που μάστιζε τη βασιλεία του Λουδοβίκου ΙΔ’, προχωρώντας σε μια σατιρική «αναπαράσταση», η οποία, μέσα από την κωμωδία, πλοηγείται «αιχμηρά» σε «επώδυνες» καταστάσεις, θέτοντας εις βάθος προβληματισμούς και τοποθετώντας στο μικροσκόπιο την ανθρώπινη ψυχολογία.

Ο Γιάννης Νταλιάνης «ζωντανεύει» επί σκηνής έναν κόσμο με πυρήνα την «ολισθηρή» φύσης της αλήθειας όπου το «είναι» συγκρούεται με το «φαίνεσθαι», ο ορθός λόγος και το «μέτρο» με τον παραλογισμό της πίστης και την ακρότητα, ο νεανικός έρωτας και οι αξιώσεις της καρδιάς με την πατριαρχική κυριαρχία, η διαφορετικότητα με τις νόρμες και τα στερεότυπα. Η σκηνοθεσία και το τελικό κείμενο της παράστασης του επιτρέπουν να έχει το βλέμμα στραμμένο στο δικό μας εξωφρενικό παρόν αλλά και στο παρελθόν υπογραμμίζοντας τη διαχρονικότητα του έργου του Μολιέρου. Σε αυτό, σημαντικό ρόλο έπαιξε η «έντεχνη» μετάφραση του Ανδρέα Στάικου, με τον έμμετρο λόγο να είναι εκείνο το μοναδικό στοιχείο που τοποθετεί, σκηνοθετικά, τον «Ταρτούφο» στην εποχή του συγγραφέα του, ενισχύοντας, παράλληλα, την αίσθηση πλαστότητας και ανειλικρίνειας του «ταρτουφικού» σύμπαντος.

Τα σκηνικά της Άρτεμις Φλέσσα δημιουργούν έναν χώρο όπου παντός είδους ιδιωτικότητα καθίσταται επισφαλής, εκεί όπου κάθε συζήτηση, κάθε συνάντηση βρίσκεται στο έλεος «καλοθελητών» που επιθυμούν να στήσουν αυτί. Ένα «ταμπλό» πάνω στο οποίο στήνεται ένα «ανίερο» πνευματικό παιχνίδι ισχυρών θελήσεων και διαπραγματεύσεων, με διακύβευμα τις ιδέες και τη μοίρα των εκάστοτε παιχτών. Τα κοστούμια, επίσης της Άρτεμης Φλέσσα, παίζουν τεχνηέντως με το «είναι» και το «φαίνεσθαι», αντανακλώντας τον χαρακτήρα και το ήθος του κάθε ήρωα, φέροντας εκείνα τα χαρακτηριστικά που στο μυαλό του θεατή κατατάσσουν τους «παίχτες» στις αντίπαλες «ομάδες, ενώ στην πιο κρίσιμη στιγμή αποκαλύπτουν το πραγματικό τους πρόσωπο.

Ο Μάνος Καρατζογιάννης είναι απολαυστικός στον ρόλο του «ψευδευλαβή» αμαρτωλού Ταρτούφου, σε μια «κεντημένη» ερμηνεία μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, όπου πρόσωπο και προσωπείο γίνονται «ένα», «κλείνοντας» μας το μάτι ως προς την προσποιητή εναρετότητα και ταπεινότητα του ήρωα του και καθιστώντας μας, με αυτόν τον τρόπο, συνενόχους στις «απατεωνιές» του. Ο Ταρτούφος του είναι μετρ στη χειραγώγηση, ξέρει ακριβώς πως να βρει και να εκμεταλλευτεί την αδυναμία των «θυμάτων» του, πως να χειριστεί επιδέξια τον λόγο για να τους φέρει στο σημείο που θέλει. Στο τέλος, ωστόσο, είναι το δικό του αδύναμο «σημείο» -η ηδηυπάθεια του και ο ανεξέλεγκτος πόθος του- που τον προδίδει.

Θανάσης Βλαβιανός και Χριστίνα Θεοδωροπούλου, στον ρόλο του Οργκόν και της μητέρας του αντίστοιχα, γίνονται εκείνοι οι θρησκευτικοί «Ζηλωτές» που τυφλωμένοι από τις εμμονές τους χάνουν κάθε επαφή με την πραγματικότητα. Ελίζα Σκολίδη (Ελμίρα), Αγγελική Μαρίνου (Ντορίν), Γιώργος Κορομπίλης (Κλεάνθης), Μέγκι Σούλι (Μαριάννα), Χρήστος Παπαδόπουλος (Δάμις) είναι οι γενναίοι και ευρηματικοί ενορχηστρωτές μιας «αντιταρτουφικής» συμμαχίας. Αν και εκπρόσωποι του ορθού λόγου στο έργο, οι μικρές ροπές τους προς την υπερβολή, αναδεικνύουν την πολυπλοκότητα του ψυχισμού τους και τη ρεαλιστική τους ελαττωματικότητα. Ενώ η προσθήκη από τον Γιάννη Νταλιάνη, ενός νέου, σχεδόν σιωπηλού, προσώπου, του Ακάκιου -εξίσου απολαυστική η παρουσία του Θωμά Σιέκα στον ρόλο- ενισχύει το φαρσικό στοιχείο του έργου. Στο τέλος, ο Ακάκιος έρχεται ως «Από Μηχανής Θεός» να δώσει τη λύση. Η αποκάλυψη της ταυτότητας του σφραγίζει την οριστική επικράτηση μιας άλλης μεγάλης «θρησκείας», αυτής του «Κράτους», του υπαρκτού «πανταχού παρών και τα πάντα πληρών».
Αριστούλα Ζαχαρίου

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΘεατής: “Το Μαράκι έκλασε” στο Faust12.09.2018

(-) Και κάτι που δεν μάς άρεσε

(-) «Σκηνές από έναν γάμο» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν στο Σύγχρονο Θέατρο

Χρειαζόμουν οπωσδήποτε μια θεατρική έξοδο αυτή τη περίοδο και οι «Σκηνές από έναν Γάμο» έμοιαζαν η ιδανική ιδέα. Με πρόσφατη την ανάμνηση από την υπέροχη τηλεοπτική σειρά του HBO, “Scenes from a Marriage” το 2021 με τη Jessica Chastain και τον Oscar Isaac είχα υψηλές προσδοκίες για τη θεατρική αποτύπωση του σημαντικού αυτού έργου. Στο Σύγχρονο Θέατρο λάβαμε μια φαντασμαγορική υποδοχή με τον Νίκο Ψαρρά και τη Μαρίνα Ασλάνογλου να μάς υποδέχονται με καλωσορίσματα και κρασί στη δέκατη επέτειο του «γάμου» τους. Η μουσική και τα φωτορυθμικά προσιδίαζαν σε γιορτή και δημιουργούσαν μια ατμόσφαιρα οικεία, την οποία όμως βρήκα υπερβολική. Το λειτουργικό σκηνικό της Αλέγιας Παπαγεωργίου διαιρούσε τη δράση σε τρία μέρη, στους χώρους που διαδραματίζονταν οι σκηνές αυτού του γάμου και η ανασύνθεσή του ήταν αποτελεσματική ως προς τους συμβολισμούς του κειμένου. Ωστόσο, οι τακτικές αλλαγές ρούχων με τα διαλείμματα μουσικής έσχιζαν τη δράση σε μέρη, μαζί ίσως και τη προσοχή. Η φιλική συμμετοχή σε βίντεο της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη δεν πρόσθεσε διαφορετικά ημίτονα στη παράσταση, ήταν στατική και η σκηνοθεσία της Έλενας Καρακούλη για μένα δεν συμπλήρωσε μια άλλη ματιά πάνω στο κείμενο, ούτε κατηύθυνε τη χημεία των ηθοποιών.

Γενικότερα όμως το έργο βασιζόταν στην επικοινωνία, στις σύνθετες πτυχές και τις εξελικτικές διαφορές και διαφωνίες που κραυγάζουν για λύσεις μεταξύ των πρωταγωνιστών και θεωρώ ότι η επιλογή που έγινε για να δοθεί η ένταση, η απογοήτευση, η αγωνία εν τέλει δεν με βύθισε στην ιστορία τους όσο θα ήθελα, ενώ αισθάνθηκα ότι η μετάφραση ήταν πολύ απλοποιημένη ανά σημεία. Οπωσδήποτε πάντως τη κρατάω ως μια εμπειρία διαφορετική που μπορεί κανείς να αναγνωρίσει πολλά σε σχέση με τη λειτουργία των ζευγαριών, την υγεία στις σχέσεις και τις ισορροπίες.
Λίνα Ρόκα

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις