Ο Τιάγκο Ροντρίγκες είναι Πορτογάλος, σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ της Αβινιόν. Είναι γιος ενός δημοσιογράφου που αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι στη διάρκεια της πενηντακονταετούς δικτατορίας στην πατρίδα του και μιας ενεργούς αντιφασίστριας, μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Πορτογαλίας. Είναι επίσης ανιψιός ενός στρατιώτη που σκοτώθηκε στη διάρκεια των αποικιοκρατικών πολέμων που κήρυξε το φασιστικό καθεστώς της χώρας (υπό τον Ολιβέϊρα Σαλαζάρ) στην προσπάθεια του να διατηρήσει τη δυναμική της στις αποικίες της Αφρικής. Ο Τιάγκο Ροντρίγκες γεννήθηκε το Φεβρουάριο του 1977, δηλαδή τρία χρόνια μετά την «Επανάσταση των Γαρυφάλων» που ανέτρεψε την ακροδεξιά στην χώρα. Δεν έζησε το φασισμό, αλλά όπως λέει βίωσε σε όλη του τη ζωή το φάντασμα του «που θρέφει την εθνική μας μελαγχολία». Σε λιγότερο από ένα μήνα έρχεται στη Στέγη με την ανατρεπτική παράσταση «Η Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες».
Όπως όλα δείχνουν, ο 46χρονος Ροντρίγκες δεν είναι οπαδός της πολιτικής ορθότητας, ειδικά όταν η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την έννοια του φασισμού. «Αναγνωρίζω ότι η χρήση της λέξης αυτής είναι λανθασμένη. Για παράδειγμα, το γεγονός πως αποκαλούμε τον Μπολσονάρο φασίστα, ενώ εξελέγη πρόεδρος της Βραζιλίας, δεν είναι θεμιτό – παρότι απαντά σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της στρατηγικής και της ιδεολογίας του. Ωστόσο, είναι ο μόνος όρος που παραμένει ενοχλητικός. Δυστυχώς, η ακροδεξιά έχει αφομοιωθεί από το δημοκρατικό φάσμα, είναι μέρος του δημόσιου λόγου, οπότε χαρακτηρίζοντας κάποιον φασίστα μπορείς πράγματι να τον πληγώσεις» εξηγεί. Και ο Τιάγκο Ροντρίγκες στοχεύει στο να ξύσει πληγές, όχι μόνο του παρελθόντος αλλά και του παρόντος: Μιας ευρωπαϊκής και παγκόσμιας πραγματικότητας, όπου ο εθνικισμός ολοένα και ανδρώνεται.
Να σκοτώσεις ή να μη σκοτώσεις;Στην παράσταση του με τον προβοκατόρικο τίτλο «Η Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες» έχει μια εξίσου προβοκατόρικη πλοκή: Στο κοντινό μέλλον, στα 2028, υπό την διακυβέρνηση ενός απολυταρχικού καθεστώτος, μια οικογένεια Πορτογάλων ακολουθεί πιστά την μακρά παράδοση να στήνει θυσιαστικό βωμό για έναν φασίστα. Φέτος, είναι η χρονιά όπου η νεαρή Καταρίνα θα εκτελέσει αυτό το βίαιο καθήκον, η οποία όμως – εκπροσωπώντας την επόμενη γενιά σκέψης και ιδεών – αντιστέκεται.
Η πρεμιέρα της παράστασης την Άνοιξη του 2021 στη Λισαβόνα βρήκε τους Πορτογάλους ακροδεξιούς εξεγερμένους, ενώ στη συνέχεια οι αντιδράσεις εξαπλώθηκαν σε μεγάλη μερίδα θεατών. Όταν δε, παρουσιάστηκε στην Ιταλία (η χώρα εξέλεξε στη συνέχεια το ακροδεξιό κόμμα Fratelli di Italia) τα σχόλια δεν περιορίστηκαν μόνο εντός του θεάτρου, αλλά επεκτάθηκαν και σε αρθρογραφίες στα ιταλικά media. «Είναι ένα έργο που θολώνει τη σχέση σκηνής και κοινού, σε κάνει να αναρωτιέσαι για τη σχέση μυθοπλασίας και πραγματικότητας – έχουν υπάρξει παραδείγματα θεατών που ανέβηκαν έξαλλοι στη σκηνή. Μετά από κάθε παράσταση, τα φουαγιέ του θεάτρου είναι γεμάτα από ανθρώπους που προσπαθούν να απαντήσουν στην ερώτηση: Να σκοτώσεις ή να μην σκοτώσεις; Το κοινό εκπλήσσεται με τον ίδιο του τον εαυτό. Γενικά, δεν έχω ξαναβιώσει μια τέτοια εμπειρία ως καλλιτέχνης. Είναι εξίσου φορτισμένη και συναρπαστική, γιατί, δυστυχώς, είναι μια ιστορία για την Πορτογαλία αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο. Και χαίρομαι που μια θεατρική παράσταση μπορεί, ακόμα, να ενεργοποιήσει τις πολιτικές σελίδες των Μέσων Ενημέρωσης. Είναι εξαιρετικά σημαντικό ένα έργο να αποδρά από τη ‘φούσκα’ του θεάτρου και να λειτουργεί ως συναγερμός υπερασπιζόμενος τις ανάγκες μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Φαντάζομαι, συμφωνούμε πως το να είναι κανείς αντιφασιστής είναι μια στοιχειώδης πράξη για τη Δημοκρατία», τονίζει ο 46χρονος σκηνοθέτης.
Βεβαίως, δεν έχει αυταπάτες· αποδέχεται πως κάθε μορφή βίας είχε και έχει, διαχρονικά, θέση στην κοινωνικο-πολιτική ιστορία της ανθρωπότητας. Παρόλα αυτά, δεν παύει να αναρωτιέται – όπως και μέσα από την παράσταση του – για το αν υπάρχει καθαρή γραμμή γύρω από την χρήση της βίας.
«Στο ερώτημα αν η αντίσταση ήταν αναγκαία στην περίπτωση της εισβολής των Ναζί, προσωπικά θα απαντούσα πως ήταν επιβεβλημένη. Ωστόσο, στις υπόλοιπες εκφάνσεις της σύγχρονης ζωής παραμένει το δίλημμα: Οι Δημοκράτες οφείλουν να δείχνουν δυσανεξία στους ακροδεξιούς και να παραβιάζουν τα όρια της Δημοκρατίας ή να αντιδρούν βάσει των δημοκρατικών κανόνων για να τους αντιμετωπίσουν, γνωρίζοντας πως έτσι υποσκάπτουν τα θεμέλια του πολιτεύματος; Αυτή είναι η παραδοξότητα που διαχειρίζεται η παράσταση, γύρω από την δημοκρατική ανεκτικότητα. Ρωτάει το πόσο μακριά είμαστε διατεθειμένοι να φτάσουμε για να υπερασπιστούμε τη Δημοκρατία. Αναρωτιέται αν ζούμε σε περιβάλλον Δημοκρατίας. Κι ας το παραδεχθούμε: Η εφαρμογή της Δημοκρατίας είναι σοβαρά ελλιπής».
Θέατρο πολιτικό αλλά όχι και πολιτική πράξηΔεν υπάρχει αμφιβολία πως το θέατρο του Τιάγκο Ροντρίγκες είναι συνειδητά πολιτικό, ωστόσο ο ίδιος απομακρύνεται με συστολή από αυτή τη θεώρηση της δουλειάς του. «Το θέατρο δεν είναι πολιτική πράξη» λέει· «είναι, όμως, ένας θάλαμος πριν την πολιτική σκέψη, όπου αναρωτιέσαι, σε επαφή με άλλους ανθρώπους. Είναι ο χώρος της συλλογικότητας και της ορατότητας του ‘Αλλου. Συνεπώς, αν σκεφτούμε συλλογικά, ναι, ίσως αυτό μπορεί να μετασχηματιστεί σε αντίδραση. Αλλά είναι μόνο μια πιθανότητα». Κατά συνέπεια, ο αυτοσκοπός του πολιτικού θεάτρου – όσο κι αν οι καταβολές, το ιδεολογικό του υπόβαθρο και οι παραστάσεις που υπογράφει συνηγορούν για το αντίθετο – τον απωθεί. Και ξεκαθαρίζει: «Δεν θέλω να κάνω θέατρο για να κάνω πολιτική. Όμως το θέατρο που κάνω ενεργοποιείται από την πολιτική μου σκέψη. Επιπλέον, η δύναμη της θεατρικής αφήγησης σου δίνει τη δυνατότητα να θέσεις φωναχτά φρικτά, εγκληματικά, απαράδεκτα πράγματα, τα οποία σε περίπτωση που διατυπώνονταν, λόγου χάρη, στην τηλεόραση, κανείς θα κινδύνευε με σύλληψη».
Το θέατρο δεν είναι πολιτική πράξη. Είναι, όμως, ένας θάλαμος πριν την πολιτική σκέψη, όπου αναρωτιέσαι, σε επαφή με άλλους ανθρώπους. Είναι ο χώρος της συλλογικότητας και της ορατότητας του Άλλου.
Τα δείγματα στην πατρίδα του (όπως και σε ολόκληρη την Ευρώπη) είναι ανησυχητικά. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, μέσα σε τρία χρόνια, το ακροδεξιό κόμμα Chega πολλαπλασίασε τη δύναμη του, λαμβάνοντας πάνω από το 7% των ψήφων στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, αναδεικνύοντας το σε τρίτη δύναμη στη Βουλή. «Δεν υπερβάλλουμε όταν κάνουμε λόγο για το φαινόμενο της ανόδου του εθνικισμού παγκοσμίως. Το ζείτε στην Ελλάδα, δείτε και την κατάσταση στη Γαλλία, τη Σουηδία, τη Γερμανία, την Αμερική. Απλώς, στην Πορτογαλία, της αναίμακτης επανάστασης που οδήγησε στην πτώση της Δικτατορίας δεν ακολούθησε ένα δημόσιο debate, μια εκτεταμένη ιστορική έρευνα για το τι συνέβη στα 50 αυτά χρόνια. Εστιάσαμε στην επόμενη μέρα της χώρας και στην παλινόρθωση της. Κι έτσι, η 50ετής Δικτατορία παραμένει για εμάς ένα ιστορικό γεγονός που δεν ριζώθηκε στην επόμενη γενιά. Επηρεαστήκαμε από αυτήν – γιατί είναι δύσκολο μια χώρα να συνέλθει μετά από μισό αιώνα φασισμού – μα δεν έχουμε εμπειρία των γεγονότων. Υπάρχουν πολλές ιστορίες που δεν έχουν ειπωθεί, πολλά γεγονότα που μπήκαν κάτω από το χαλί και επείγει να γίνει μια, ακαδημαϊκού επιπέδου, έρευνα για να αποκαλύψει πτυχές της φασιστικής βίας, να αναζωπυρωθεί η μνήμη, να φωτιστούν οι μαύρες σελίδες της Ιστορίας μας» λέει. Καθόλου συμπτωματικό που παροτρύνει τους ξένους φίλους που ταξιδεύουν στην Λισαβόνα να επισκεφθούν το Μουσείο Αντίστασης «για να γνωρίσουν σε ποια πόλη βρίσκονται».
Ο τίτλος της παράστασης άλλωστε, «Η Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες», εμπνέεται από ένα πραγματικό πρόσωπο, την Καταρίνα Οφεμία και την αντιστασιακή δράση της. Η Καταρίνα δολοφονήθηκε από τις φασιστικές δυνάμεις του Σαλαζάρ στα 24 της χρόνια, γιατί τόλμησε να ζητήσει ισότιμη αμοιβή με εκείνη των ανδρών θεριστών του κάμπου του Αλεντέζου. Ήταν εκείνη μαζί με 13 συναδέρφους της που απαίτησαν ίσα εργασιακά δικαιώματα κι έκτοτε η Οφεμία ανακηρύχθηκε σε σύμβολο του φεμινιστικού αγώνα και του αριστερού κινήματος.
Ο Ροντρίγκες δεν κρύβει ότι πιστεύει ακόμα στη διαφορά που μπορούν να επιφέρουν οι συλλογικότητες στην κοινωνία ως πιο «αποτελεσματικές και ανθεκτικές προσπάθειες». Στην πατρίδα του, ωστόσο, οι πολίτες είτε προέρχονται από το συντηρητικό, φιλελεύθερο, είτε το προοδευτικό τόξο, όλοι ελπίζουν στην εμφάνιση μιας ηγετικής φυσιογνωμίας για να τους βγάλει από την αδράνεια. «Σε ένα ιδανικό κόσμο, οι συλλογικότητες θα μπορούσαν να αναδείξουν εκ των έσω έναν ηγέτη να τους εκπροσωπήσει στους κοινωνικούς αγώνες. Όμως, επειδή δεν ζούμε σε ιδανικό κόσμο και ο Μεσσίας δεν εμφανίζεται, μεγαλώνουν οι ομάδες των ανθρώπων που βγαίνουν εκτός κοινωνίας και αυτοί είναι οι πιο ευάλωτοι να χειραγωγηθούν από τους εθνικιστές και να πιστέψουν στην ρητορική τους: Πως για την φτώχεια τους ευθύνονται οι ξένοι που τους παίρνουν τις δουλειές ή να εναντιωθούν, χωρίς σκέψη στις διαφορετικότητες κ.ο.κ.».
Βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η ελευθερία, η ισότητα, η αδελφοσύνη αμφισβητούνται. Εγγυήσεις για ασφάλεια και ειρήνη δεν υπάρχουν πια πουθενά. Ένας κόσμος όπου κανείς δεν έχει πρόσβαση ούτε στα βασικά, μπορεί να προκύψει ακαριαία. Η πάλη για τη Δημοκρατία είναι αδιάκοπη
Αυτό δεν σημαίνει, κατά τον Τιάγκο Ροντρίγκες πως οι σύγχρονες κοινωνίες είναι απαθείς, όπως συχνά λέγεται. Ακόμα και η διασύνδεση των social media, στα μάτια του, αποτελεί μια συνεισφορά προς στη διαμόρφωση του δημόσιου λόγου. «Δεν είμαστε όσο παθητικοί νομίζουμε και είναι πολύ υγιές που παραμένουμε συνδεδεμένοι με πολίτες άλλων πόλεων, κρατών, ηπείρων. Ακόμα και το μοίρασμα απόψεων στο διαδίκτυο σχηματίζει με έναν τρόπο την αντίληψη του κόσμου. Η κοινή γνώμη διαμορφώνεται από εκείνους που μιλούν. Ας μην νιώθουμε πως κάνουμε λίγα, μα ούτε να μένουμε τυφλοί στην αδικία».
Πόσο μάλλον όταν η αδικία βρίσκεται όπου στρέψεις το βλέμμα. Πόσο μάλλον όταν το παγκόσμιο περιβάλλον είναι τόσο ρευστό – όπως επαληθεύεται από την εισβολή των Ισραηλινών στη Γάζα ή αντίστοιχα την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία. Για τον Πορτογάλο δημιουργό, μια μητέρα στη Ρουάντα, με μια μητέρα από τη Γάζα ή την Ουκρανία μοιράζονται ακριβώς τον ίδιο πόνο. Η ειρήνη και άρα η ασφάλεια είναι αξίες που απειλούνται παντού.
«Έχουμε μπει σε μια φάση διαρκούς αγώνα. Πολλές ελευθερίες και πολλές πτυχές της δικαιοσύνης ακρωτηριάζονται. Οι αρχές διακήρυξης της Γαλλικής Επανάστασης – καθώς εργάζομαι τα τελευταία χρόνια στη Γαλλία – είναι, επίσης, υπό επισφάλεια. Βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η ελευθερία, η ισότητα, η αδελφοσύνη αμφισβητούνται. Εγγυήσεις για ασφάλεια και ειρήνη δεν υπάρχουν πια πουθενά. Ένας κόσμος όπου κανείς δεν έχει πρόσβαση ούτε στα βασικά, μπορεί να προκύψει ακαριαία. Πιστεύαμε πως μετά τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία είχαμε αφήσει πίσω μας τις συγκρούσεις σε ευρωπαϊκό έδαφος – κι όμως δείτε τι συνέβη στην Ουκρανία. Θέλω να πω, ότι όλα αυτά, δεν είναι μακριά μας. Μεγάλωσα από ανθρώπους που βίωσαν τη βία. Κι αν έχω αυτή την πολιτική σκέψη είναι γιατί την έτσι εκφράζω ένα ‘ευχαριστώ’ για την χαρούμενη, ελεύθερη ζωή που μου προσέφεραν. Δεν νοσταλγώ τα χρόνια του ηρωισμού, όχι. Απλώς πιστεύω πως η πάλη για τη Δημοκρατία είναι αδιάκοπη».
Η παράσταση “Η Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες” κάνει πρεμιέρα στη Στέγη στις 4 Δεκεμβρίου. Η παράσταση ανεβαίνει έως τις 8 Δεκεμβρίου.
Κείμενο & Σκηνοθεσία: Tiago Rodrigues
Καλλιτεχνική συνεργάτρια: Magda Bizarro
Σκηνογραφία: F. Ribeiro
Φωτισμοί: Nuno Meira
Κοστούμια: José António Tenente
Σχεδιασμός Ήχου & Πρωτότυπη Μουσική: Pedro Costa
Διεύθυνση χορωδίας & Φωνητικές ενορχηστρώσεις: João Henriques
Αφηγήσεις: Cláudio de Castro, Nadezhda Bocharova, Paula Mora, Pedro Moldão
Χορογραφία: Sofia Dias, Vítor Roriz
Υποτιτλισμός: Patrícia Pimentel
Πρωταγωνιστούν οι: Isabel Abreu, Romeu Costa, António Fonseca, Beatriz Maia, Marco Mendonça, António Parra, Carolina Passos Sousa, Rui M. Silva
Έναρξη προπώλησης: Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 17:00
Τιμές εισιτηρίων: Κανονικό 7, 20, 28, 38 €
Μειωμένο, Φίλος, Παρέα 5-9 άτομα 16, 22, 30 €
Παρέα 10+ άτομα 14, 20, 27 €
Κάτοικος Γειτονιάς 7 €
Ανεργίας, ΑμεΑ 5 €
Συνοδός ΑμεA 10 €