Έχουν περάσει τρεις μήνες από την πρωτοφανή ορμή του μεσογειακού κυκλώνα Daniel που βούλιαξε τη Θεσσαλία κάτω από τόνους νερού και λάσπης και η ανάγκη σχεδιασμού για την επόμενη μέρα της περιοχής είναι παραπάνω από επιτακτική. Δύο εβδομάδες μετά την κατάθεση της πρώτης έκθεσης της ολλανδικής συμβουλευτικής εταιρείας HVA International – την οποία κάλεσε η ελληνική κυβέρνηση για αυτοψία στις πληγείσες περιοχές – η WWF Ελλάς συντάσσεται με την δική της πρόταση σε μια, σχεδόν, ταυτόσημη κατεύθυνση για την αντιμετώπιση των γιγάντιων προβλημάτων. Οι Ολλανδοί προτρέπουν, κατά κύριο λόγο, στην απελευθέρωση των ποταμών και η WWF Ελλάς σε ένα master plan που προωθεί «Λύσεις βασισμένες στη φύση» (Natured Based Solutions).
Τι σημαίνει αυτό; Όπως εξηγεί, o καθ’ ύλην αρμόδιος, συντονιστής του οργανισμού για λύσεις από τη φύση, Θάνος Γιαννακάκης, «πρέπει να στραφούμε στην αποκατάσταση, προστασία και διαχείριση των φυσικών ή τροποποιημένων οικοσυστημάτων». Αυτή είναι μια θέση που υιοθετεί τόσο η επιστημονική κοινότητα όσο και τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη Νέα Πράσινη Συμφωνία, ‘πατώντας’ σε ήδη ψηφισμένους ευρωπαϊκούς νόμους και κανονισμούς. Μιλάμε, λοιπόν, για την οργάνωση και τόνωση των φυσικών διεργασιών που αφορά στις επτά υπολεκάνες του Πηνειού. Η WWF Ελλάς μαζί με άλλους φορείς και την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, εισηγείται ένα σχέδιο που θα μπορούσε να διακριθεί σε πέντε βασικά κεφάλαια με κοινό στόχο: Την επαναφορά των οικοσυστημάτων στην αρχική τους μορφή και τα έργα ορεινής υδρονομίας. Συγκεκριμένα προτείνει:
Πρόκειται, δηλαδή, για μια ολιστική πρόταση που, συν το χρόνω, θα εξασφαλίσει ανθεκτικότητα μέσα από ένα πράσινο δίκτυο διαδρόμων – μια ασπίδα απέναντι στα πλημμυρικά φαινόμενα, θα προστατεύσει τα εδάφη και τα νερά της περιοχής, θα βελτιώσει το μικροκλίμα της, θα αποτελέσει «ανάχωμα» σε ακραίες δασικές πυρκαγιές και φυσικά θα δώσει την ευκαιρία στην ανάκαμψη της πανίδας και της χλωρίδας. Όπως σημειώνει ο κ. Γιαννακάκης, οι προτάσεις αυτές έχουν ήδη κοινοποιηθεί στους αρμόδιους φορείς της Περιφέρειας ενώ οι συζητήσεις με τους τοπικούς φορείς του νομού είχαν ξεκινήσει πριν την επέλαση του Daniel. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως το 2020 είχε προηγηθεί ο, επίσης, καταστρεπτικός Ιανός.
Το χρονοδιάγραμμα υπό ιδανικές συνθήκεςΩστόσο, η εφαρμογή του πλάνου αυτού δεν μπορεί να είναι άμεση. Ο συντονιστής της WWF Ελλάς για λύσεις από τη φύση, τονίζει πως ακόμα κι αν σήμερα ξεκινούσαν οι μελέτες για τα έργα αυτά, θα απαιτούνταν τουλάχιστον 12-18 μήνες για να ολοκληρωθούν και να αδειοδοτηθούν οι μελέτες. Το έργο της κατασκευής θα ήταν η δεύτερη, διάδοχη φάση. Εξαιρετικά κρίσιμη, κατά τον κ. Γιαννακάκη, είναι η συναίνεση των τοπικών κοινωνιών, της αγροτικής κοινότητας και των επιχειρηματιών και φυσικά η εξεύρεση πόρων για τα ανταποδοτικά εργαλεία σε όλους όσοι χάσουν τις περιουσίες τους, δηλαδή τις αγροτικές εκτάσεις που θα παραχωρηθούν και θα μετατραπούν σε δασικά συστήματα. Απαιτείται δηλαδή ένας συντονισμός και μια ομόνοια της κοινωνίας των πολιτών, της τοπικής αυτοδιοίκησης και της κεντρικής εξουσίας για ένα ασφαλές μέλλον. Για την ώρα, ενθαρρυντική, αξιολογείται η συγκυρία πως σύντομα προκηρύσσεται διαγωνισμός για ένα αντίστοιχο master plan στην περιοχή της Καρδίτσας, το οποίο – εφόσον προχωρήσει – κινείται προς την ορθή κατεύθυνση «Λύσεις βασισμένες στη φύση».
Ανυπολόγιστο κόστοςΦυσικά, η ανησυχία για την επόμενη μέρα είναι μεγάλη. Ο Daniel ήταν ένα φαινόμενο πρωτόγνωρο σε ευρωπαϊκή κλίμακα εφόσον πλημμύρισαν μέσα σε μερικές ώρες 750.000 στρέμματα, με την βροχόπτωση να αγγίζει τα 1.100 mm νερού – δηλαδή μια ποσότητα που, υπό κανονικές συνθήκες, θα έπεφτε σε διάστημα 2.5 ετών! Τα κόστη αποκατάστασης των ζημιών υπολογίζονται – για την ώρα – στα 5 δισεκατομμύρια ευρώ, αλλά δεν αποκλείεται έως και να διπλασιαστούν, σύμφωνα με την έκθεση της WWF.
Μόλις το 2020, ο Ιανός είχε πλημμυρίσει 150.000 στρέμματα στην ίδια περιοχή με τις ζημιές να αγγίζουν το 1 δις ευρώ. Τα γεγονότα, συνεπώς, μαρτυρούν πως παρότι μεσολάβησαν τρία χρόνια από μια έντονη πλημμυρική συνθήκη, τα αντανακλαστικά παρέμειναν τα ίδια, αναπαράγοντας λανθασμένες πρακτικές που – με τη σειρά τους – έρχονται να προστεθούν σε εδραιωμένα λάθη δεκαετιών.
Όπως υπενθυμίζει ο κ. Γιαννακάκης, η σημαντικότερη αιτία δημιουργίας των εκτεταμένων πλημμυρικών φαινομένων στη Θεσσαλία (αλλά και αλλού) είναι οι διαχρονικές αλλαγές στο τοπίο και άρα στις χρήσεις γης. Αυτές οι αλλαγές ξεκινούν κατά τη δεκαετία του 1930 και ολοκληρώνονται με τους αναδασμούς γης, στα 1970. Οι παρεμβάσεις αυτές ήταν πολλαπλές και περιλάμβαναν ευθυγραμμίσεις ποταμών ή αποκοπή τους από τα πλημμυρικά τους πεδία, κατασκευή αναχωμάτων, κατάργηση μικρότερων ρεμάτων, αποστράγγιση υγροτόπων. Και ενώ όλα αυτά έγιναν προκειμένου να αυξηθεί η αγροτική παραγωγή και να αναβαθμιστεί το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων, συντέλεσαν τελικά στην αλλαγή του υδρολογικού καθεστώτος των περιοχών με τα σημερινά, τραγικά αποτελέσματα.
Νέα κλιματική πραγματικότητα, παλιές πρακτικέςΚι αυτό το καθεστώς επαναλαμβάνεται παντού στην Ελλάδα. Σε πρόσφατη αυτοψία του WWF στην Κρήτη βρέθηκε ότι ένα ρέμα είχε μέχρι πριν μερικές δεκαετίες πλάτος 70 μέτρων ενώ σήμερα έχει περιοριστεί στο 1/5, του δηλαδή στα 15 μ.! Τα ανάλογα παραδείγματα είναι αμέτρητα. Αρκεί να αναφέρουμε την, υπό εξέλιξη, υπόθεση του ρέματος Ραφήνας.
Ωστόσο, εκτός από το παρελθόν, τα προβλήματα συναντούν το παρόν και το μέλλον. Τα όποια έργα «προστασίας» έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια είναι ανακόλουθα ή, το λιγότερο, ανεπαρκή για να ανταποκριθούν στη νέα κλιματική πραγματικότητα που λειτουργεί πλέον πολλαπλασιαστικά: Οι, απανταχού, επιστήμονες προειδοποιούν για μεγάλες περιόδους ξηρασίας και σε μικρή χρονική απόσταση συμβάντα απροσδόκητων βροχοπτώσεων και πλημμυρικών φαινομένων. Οι δείκτες των καταγεγραμμένων πλημμυρών στην Ελλάδα (1981- 2010) έχουν διαρκή αυξητική τάση, χωρίς μάλιστα να έχει υπολογιστεί η τελευταία δεκαετία με τη ραγδαία επιδείνωση.
Η WWF Ελλάς, δια στόματος του Θάνου Γιαννακάκη, υπογραμμίζει πως θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε παρόμοιες καταστάσεις στο άμεσο μέλλον και πως οι πόροι σύντομα θα πάψουν να επαρκούν για την επούλωση των ζημιών και την αποκατάσταση των υποδομών. «Ασφαλώς και δεν είναι εύκολο να αλλάξει το αφήγημα, ακόμα και για την υπόλοιπη Ευρώπη οι συνδεδεμένες λύσεις με τη φύση είναι καινούργια λύση. Παρόλα αυτά, πρέπει να κατανοήσουμε πως είναι μονόδρομος να στραφούμε προς τα εκεί· το ερώτημα είναι αν θα συμμορφωθούμε με τη θέληση μας ή αν θα καταλήξουμε σε αυτές τις επιλογές βίαια, μετρώντας νέες καταστροφές και θύματα».
Τα σήματα από το κυβερνητικό μέτωπο είναι, πάντως, αντιφατικά. Ενώ στην περίπτωση της Θεσσαλίας δείχνουν να επικυρώνουν τις εισηγήσεις των Ολλανδών εμπειρογνωμόνων, την ίδια στιγμή ανακοινώνουν έργα με μικρό χρονικό ορίζοντα – αντοχή 50ετίας. Την ίδια στιγμή, ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης – κι ενώ έχει προηγηθεί ένα καλοκαίρι μεγαπυρκαγιών συνυπολογίζοντας την ολέθρια καταστροφή του οικοσυστήματος του Έβρου – δηλώνει πως η κλιματική κρίση είναι «ευκαιρία» καθώς επιμηκύνει την τουριστική περίοδο· άρα είναι «ευκαιρία» για περισσότερα έσοδα αλλά και τεράστια επιπλέον περιβαλλοντική επιβάρυνση των οικοσυστημάτων της χώρας.
Τι συμβαίνει στην ΕυρώπηΤα παραδείγματα στην Ευρώπη, πάντως, αποστασιοποιούνται από τέτοιες επικίνδυνες λύσεις. Στην Ισπανία και στην Ολλανδία, λόγου χάρη, έχει δοθεί χώρος στα ποτάμια περιορίζοντας δραστικά τους πλημμυρικούς κινδύνους υιοθετώντας αυτόν ως τον πιο ασφαλή δρόμος. Τα στατιστικά εξάλλου, μιλούν από μόνα τους: Από το 1980 μέχρι το 2017 τα οικονομικά κόστη των πλημμυρών στην ήπειρο ξεπέρασαν τα 170 δις δολάρια και οι νεκροί τους 4.300.