Τόσο χαρούμενος, που να νιώθεις την ψυχή σου να πονάει ευχάριστα από το δόσιμο. Από το μοίρασμα. Από την ανάταση. Εύκολο τό’χεις;
Εύκολο το ’χεις, ως καλλιτέχνης με δισκογραφική παρουσία 43 χρόνων, να σκάσεις μύτη μια Τρίτη, χωρίς να έχει προηγηθεί εγκεφαλοπλυντική διαφήμιση (τουναντίον, μια εντελώς low key προώθηση) σε μια Αθήνα που χειμάζεται από το επερχόμενο φοροκτόνο νομοσχέδιο κι ετοιμάζεται για τις οδομαχίες Γρηγορόπουλου (συν την παράλυση της κυκλοφορίας εξαιτίας της έλευσης του τούρκου), να γεμίσεις από κόσμο το Κλειστό του Ο.Α.Κ.Α. και να φύγεις έχοντας βαφτίσει τα πρόσωπα των συναυλαιστών με τα πιο κατανυκτικά, διάπλατα χαμόγελα;
Καθόλου εύκολο. Προαπαιτεί κόπους και εμπειρία το να προκαλέσεις κάτι τόσο δυνατό, κάνοντάς το να μοιάζει τόσο αβίαστο. Είναι αυτή ακριβώς η ποιότητα που τα «μεγάλα παιδιά του ροκ-εν-ρολ» δεν παύζουν να μας υπενθυμίζουν, ακριβώς γιατί έκτισαν την παρουσία, την καλλιτεχνική τους πορεία και την επιβίωσή τους πάνω σ΄αυτήν. Ο 64χρονος Bryan Adams είναι μια τέτοια περίπτωση. Γιατί;
Μα, γιατί απολαμβάνει -και μεταδίδει την αίσθηση αυτή- ότι υπήρξε και παραμένει αμετανόητος. Με το μαύρο στενό πουκάμισο, το λιτό, αθλητικό παρουσιαστικό, το εγκάρδιο χαμόγελο και την Gibson Byrdland ανά χείρας -κιθάρα πολύ βαριά και δύσκολη στη διαχείριση του feedback- ο Bryan Adams έδειξε για μια ακόμη φορά ότι το να είσαι μουσικός φτιαγμένος από παιδί, από ακροατής μ’ αυτή τη θαυματουργή μαγιά, του άμεσου, καταλυτικού, ροκ-εν-ρολ δεν έχει να κανει με αποπροσανατολιστικά ηχητικά φτιασίδια, μοδες, εφέ και μοντερνισμούς. Αρκεί να έχεις τα τραγούδια, να το λέει η καρδιά σου, να σε κρατούν τα πόδια σου και να υπακούει η φωνή σου.
Η δική σου και της μπάντας σου, δηλαδή. Η οποία, με βασικό εργαλείο τον -69χρονο παρακαλώ- συνοδοιπόρο από την πρώτη δικσογραφική μέρα Keith Scott με την χιλιογδαρμένη Stratocaster, περνάει από το ένα hit στο επόμενο. Άλλοτε κοπανώντας σαν 18χρονοι του πάλαι ποτέ (“Kids Wanna Rock”, “Go Down Rockin”, “Kick Ass”, άλλοτε στερεώνοντας τις δομές, άλλοτε παραλλάσσοντάς τις, και πάντα αφήνοντας χώρο να προσκληθεί το κοινό μέσα στα τραγούδια και να τα ζήσει.
Είναι τεράστιο κεφάλαιο να έχεις μια “kick ass rock ‘n’ roll band”, όπως λέει ο Bryan και στο ελαφρώς βρωμόστομο, κωλοπαιδαριώδες εναρκτήριο κομμάτι. Η μουσική συνοχή στο απλό και άμεσο ροκ είναι ο πιο σύντομος και πιο επιδραστικός δρόμος προς τον ψυχισμό του ακροατή, σ΄ένα live. Ιδίως, όταν έχεις τα τραγούδια.
Μπορεί ο Bryan, ο Καναδός (κατά την διαβόητη ατάκα του επίσης Καναδού Mike Myers, «εμείς οι Καναδοί μεγαλώσαμε σαν αδέλφια με τους Αμερικάνους, αλλά ενώ ο αμερικάνος αδελφός άφησε το σπίτι, αναζήτησε την τύχη του και πρόκοψε, εμείς είμαστε το αδέλφι που έμεινε σπίτι με τη μαμά») να ξεκίνησε το ’80 στη σκιά όλης της βαριάς πυροβολαρχίας του A.O.R., όμως με τη σκληρή δουλειά και την επιμονή στις επιρροές του κι έχοντας ως μόνιμο συνεταίρο στη σύνθεση τον μάστορα Jim Vallance κατέκτησε το πατρικό σπίτι (την Αμερική), έγινε διεθνής σταρ με το Reckless, έφτιαξε έναν moody δίσκο (Into The Fire) στα πρότυπα που διεκδίκησε και πέτυχε να αποσπάσει από την μουσική βιομηχανία ο Bruce Springsteen, έκανε την σαρωτική επιτυχία με την μπαλάντα Everything I Do, I Do It For You (1991), κυκλοφόρησε δίσκο με τον Mutt Lange, έβγαλε best of, όμως ποτέ μα ποτέ, ακόμη κι όταν κουρεύτηκε διαφορετικά, ακόμη κι όταν ελαφρώς εκμοντέρνισε το ροκ-εν-ρολ του, δεν έπαυσε να περιοδεύει και να το παρουσιάζει ατημέλητο, ιδρωμένο και ψυχωμένο στο κοινό.
Με χαμόγελο, νεύρο και στίχο που μιλάει σε όλες τις ηλικίες και τις εποχέςΚαθώς τα τραγούδια εναλλάσσονταν, έβλεπες γύρω σου στο Κλειστό του Ο.Α.Κ.Α. χαμόγελα να groovάρουν. Γκριζαρισμένοι να κουνιούνται μετρημένα με τα 18 Till I Die και It’s Only Love, καραφλοξυρισμένοι να αγκαλιάζουν το ταίρι τους στο Have You Ever Loved A Woman, γυναικοπαρέες που βλέπουν τα 30 με το κυάλι να μελώνουν με το When You Love Someone και να λένε καρφί τους στίχους του When You’re Gone, μεταλλάδες να σηκώνουν φρύδι που το Heaven παίχτηκε σε μια πιο σεινάμενη – κουνάμενη εκδοχή, παλαίποτε θεές περιχώρων με σιδερωμένες ρυτίδες και βαφή στο χρώμα σιφινιέρας να ορκίζονται The Only Thing That Looks Good On Me It’ s You, μαμάδες σε κοινή έξοδο με τις μετέφηβες κόρες να τραγουδούν του You Belong To Me, μουσάτοι με t-shirt Journey και μπακουροπαρέες φοιτητών να συμμετέχουν ομοθυμαδόν στο Run To you, και όλους να τα δίνουν ρέστα στο Summer Of ’69.
O ήχος ξεκίνησε λίγο μπουκωμένος, όμως στο δεύτερο κομμάτι καθάρισε, τα δύο highlight σπανιότητας ήταν τα Thought I Died And Gone To Heaven και το Heat Of The Night, ενώ το κλείσιμο ήρθε με το 40 ετών Straight From The Heart, το οποιο αφέρωσε στις 95χρονη μητερα του, την κυριούλα που είναι δίπλα του στο αυτοκίνητο στο βίντεο του So Happy It Hurts. Το mostly a capella All For Love γέμισε το κλειστό με φακούς κινητών και το Christmas Time μας άφησε πλήρεις: Τί άλλο να παίξει; Πόσες άλλες συλλογικές ανακλήσεις να μας χαρίσει;
Για πολλές και διάφορες γενιές μουσικόφιλων και συναυλιαστών που έχουν επαφή με το «κανονικό», με κότσια αλλά και εφηβική ζέση ροκ (blue collar rock το λέγαν κάποτε), ακόμη και γι’ αυτήν που μεγάλωσε με την άϋλη μουσική, χωρίς βινύλια, μοιράσματα και μυστικιστικές ακροάσεις που τις ρουφούσε η ψυχή, ο Bryan Adams παραμένει ακόμη και σήμερα πολύτιμος.
Set list;Kick Ass – Can’t Stop This Thing We Started – Somebody – 18 ‘Til I Die – Please Forgive Me – One Night Love Affair – Shine A Light – Heaven – Go Down Rockin’ – It’s Only Love – Kids Wanna Rock – You Belong To Me – I’ ve Been Looking For You – The Only Thing That Looks Good On Me Is You – When You Love Someone – Here I Am – When You’re Gone – Thought I Died And Gone To Heaven – Every Thing I Do (I Do It For You) – Back To You – So Happy It Hurts – Run To You – Summer Of ’69 – Have You Ever Really Loved A Woman ? – Heat Of The Night – Room Service – Do I Have To Say The Words ? – Cuts Like A Knife – Straight From The Heart / All For Love – Christmas Time.