Ρένα Παπασπύρου: «Επιφάνειες» ενός Ενδιάμεσου Χώρου στην Εθνική Πινακοθήκη
Παρουσιάζοντας το έργο μιας εμβληματικής μορφής των εικαστικών της γενιάς του ’70, στην έκθεση με τίτλο «Επιφάνειες, οδηγίες χρήσης*», η Εθνική Πινακοθήκη εγκαινιάζει την Τρίτη 12 Δεκεμβρίου τον «Ενδιάμεσο Χώρο», ένα νέο πρόγραμμα εκθεσιακών, επιτελεστικών κ.ά. δράσεων.
Με μια εμβληματική μορφή των εικαστικών της γενιάς του ’70, τη Ρένα Παπασπύρου και την έκθεση έργων της «Επιφάνειες, οδηγίες χρήσης*», η Εθνική Πινακοθήκη εγκαινιάζει την Τρίτη 12 Δεκεμβρίου ένα νέο, ευέλικτο πρόγραμμα δράσεων, εκθεσιακών και άλλων, με τίτλο «Ενδιάμεσος Χώρος».
Αυτόν τον χώρο καταλαμβάνει η Ρένα Παπασπύρου, μια καλλιτέχνις που «ορίζει την εννοιολογική στροφή στην εξέλιξη του αστικού βιώματος τη δεκαετία του ’70», όπως επισήμανε η διευθύντρια της ΕΠΜΑΣ Συραγώ Τσιάρα, παρουσιάζοντάς την μπροστά από το μνημειακό έργο της «Balbeeks», το οποίο ανήκει στη Συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης.
Ένας καμένος τοίχος γίνεται ελληνιστικός ναόςΤοποθετημένο στην είσοδο, το «Balbeeks» υποδέχεται τους θεατές της έκθεσης της Ρένας Παπασπύρου –η είσοδος στην οποία είναι ελεύθερη– αποτελώντας, τρόπον τινά, μια εισαγωγή στο έργο και στην τεχνική της. Πρόκειται για μια μεγάλου μεγέθους αποτοίχιση από ένα καμένο σπίτι στα Μελίσσια, που πραγματοποιήθηκε το 1986, που χάρη στην επεξεργασία της εικαστικού παίρνει τη μορφή κυματίου, θυμίζοντας κάποιον ελληνιστικό ή υστερορωμαϊκό ναό.
Παρεμβαίνοντας δίπλα στο υλικό, η Παπασπύρου προσθέτει υφάσματα, καθώς και μια γυναικεία μορφή που αναδύεται στον χώρο μέσα από αυτά. «Στα έργα μου αφήνω να λειτουργήσει το υλικό. Όταν θελήσω να κάνω μια έντονη προσθήκη, θα προσθέσω ένα κομμάτι πανί, δεν θα επέμβω απευθείας στο υλικό – αν μου δημιουργεί μια εικόνα, θα την προσθέσω», λέει.
Για την επιμελήτρια της έκθεσης Σοφία Ελίζα Μπουράτση, η γυναικεία αυτή μορφή που αναδύεται στον χώρο «είναι η καλύτερη προσωποποίηση του Ενδιάμεσου Χώρου που ανοίγει για μια πιο σύγχρονη ανάγνωση της συλλογής».
Έργα από το 1976 μέχρι σήμεραΠροχωρώντας στον κυρίως χώρο της έκθεσης, η οποία έχει τοποθετηθεί στο ημιυπόγειο πάνω από τον χώρο των περιοδικών εκθέσεων, εκεί όπου προβλέπεται η λειτουργία εκπαιδευτικών εργαστηρίων, ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να δει μια σειρά έργα της Ρένας Παπασπύρου, τα παλαιότερα των οποίων ανάγονται στα 1976, ενώ δύο έργα δημιουργήθηκαν ειδικά για την έκθεση αυτή.
Αποτοιχισμένες επιφάνειες, ξύλα, λαμαρίνες, μωσαϊκά πλακάκια, πλαστικοποιημένο αυτοκόλλητο, χαρτί, είναι τα υλικά πάνω στα οποία ο θεατής καλείται να «διαβάσει» τις δικές του εικόνες. Η ίδια η εικαστικός επέλεξε τη μικρότερη δυνατή παρέμβαση – ο επισκέπτης αναγνωρίζει πάνω σε κάποια από τα έργα πρόσωπα σχηματισμένα με μαύρο μαρκαδόρο, μηχανικά επαναλαμβανόμενα. «Οι εικόνες που έκανα πάνω στις υλικές επιφάνειες είναι μια συνειρμική διαδικασία την οποία κάνουμε όλοι: αναγνωρίζουμε σε έναν τοίχο ή σε ένα πάτωμα κάποιο σχήμα που μοιάζει με κάτι που έχουμε στο νου μας», επισημαίνει η Ρένα Παπασπύρου, τονίζοντας: «Οι επιφάνειες έχουν τη δυνατότητα να παράγουν εικόνες: είναι η εικονοποιητική δυνατότητα της ύλης».
Οδηγίες χρήσεωςΜε τον τρόπο αυτό, η δουλειά της ενισχύει τη χειραφέτηση του βλέμματος του θεατή, καθώς, όπως λέει η ίδια, «γενικό αίτημα μιας μερίδας καλλιτεχνών της Γενιάς του ’70 ήταν να ανανεωθεί το εικαστικό λεξιλόγιο με καινούργια μέσα και να επιδέχεται και να επιζητεί τη συμμετοχή του θεατή».
Ένας αστερίσκος στον τίτλο της έκθεσης, που παραπέμπει στο μυθιστόρημα του Ζωρζ Περέκ «Ζωή, οδηγίες χρήσεως», αποτελεί ένα από τα κλειδιά προκειμένου ο θεατής να διαβάσει το έργο της Παπασπύρου. Μια «στιγμιαία κάτοψη», χαρακτηρίζει το έργο του Περέκ ο μεταφραστής του, Αχιλλέας Κυριακίδης (εκδόσεις ύψιλον/βιβλία, 1991), που «δεν αρκείται σε ό,τι του αποκαλύπτουν οι δύο διαστάσεις της φωτογραφίας, αλλά προχωράει και σε μια τρίτη διάσταση, το βάθος, που δεν είναι παρά ο χρόνος». Αντίστοιχα, στο έργο της η Παπασπύρου αφαιρεί τη διάσταση του βάθους στις επιφάνειες που χρησιμοποιεί, προσθέτοντας, αντ’ αυτού, τη διάσταση του χρόνου, που εδώ, όπως και στο μυθιστόρημα του Περέκ, δεν είναι άλλη από τη μνήμη. Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Κυριακίδης στο επίμετρό του και ισχύει εξίσου και για τα έργα της Παπασπύρου, «είναι όπως όταν κοιτάζουμε παλιές φωτογραφίες από εκδρομές, κι αρχίζει να δουλεύει η μνήμη, οι συνειρμοί…»
Με την έκθεση της Ρένας Παπασπύρου «Επιφάνειες, οδηγίες χρήσης*» εγκαινιάζεται ένα νέο πρόγραμμα της Εθνικής Πινακοθήκης, με τίτλο «Ενδιάμεσος Χώρος», μέσω του οποίου επιδιώκεται να ενεργοποιηθούν νέοι χώροι, σε αθέατες περιοχές του κτιρίου, τόσο στον εσωτερικό όσο και στον περιβάλλοντα χώρο, δημιουργώντας «διασυνδέσεις ανάμεσα στο μέσα και στο έξω: ανάμεσα στο παρελθόν και την ιστορία της συλλογής και στο τι συμβαίνει στη σύγχρονη τέχνη και στην κοινωνία», τόνισε η διευθύντρια της ΕΠΜΑΣ Συραγώ Τσιάρα. Στόχος, «να γίνει η Πινακοθήκη πιο ανοιχτή και να απορροφά τους κραδασμούς της σύγχρονης πραγματικότητας», κατέληξε.
Στο νέο αυτό ευέλικτο πρόγραμμα θα εναλλάσσονται ατομικές ή ομαδικές εκθέσεις, εργαστήρια, επιτελεστικές δράσεις, θεματικά αφιερώματα, παρουσιάσεις κ.ά., με στόχο να τροφοδοτήσει με σύγχρονες επιμελητικές και θεωρητικές προσεγγίσεις την ανάγνωση της μόνιμης συλλογής.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1938. Σπούδασε ζωγραφική και ψηφιδωτό στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1956-1963) και ψηφιδωτό στην École Nationale Supérieure des Beaux-Arts στο Παρίσι (1964-1966). Εκπρόσωπος της εννοιολογικής ζωγραφικής, η Παπασπύρου έχει διερευνήσει εξαντλητικά τις δυνατότητες της ύλης και του σχεδίου. Χρησιμοποιεί ευρεθέντα και readymade υλικά, προερχόμενα αποκλειστικά από τον αστικό χώρο, καθώς και την τεχνική της αποτοίχισης, για να επισημάνει τα διάφορα «επεισόδια» που φέρει πάνω της μια επιφάνεια, αλλά και τις συνειρμικές εικόνες που γεννιούνται κατά τη θέασή τους. Από το 1978 δίδαξε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Διετέλεσε διευθύντρια του Γ’ Εργαστηρίου Ζωγραφικής (1993-2005) και έγινε η πρώτη γυναίκα που διηύθυνε Εργαστήριο. Από το 2006 είναι ομότιμη καθηγήτρια της ΑΣΚΤ. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.