Τζέιν Όστεν: Η διαχρονική «γοητεία» μιας σπουδαίας συγγραφέως
Σαν σήμερα 16 Δεκεμβρίου, το 1775, γεννήθηκε η εμβληματική μυθιστοριογράφος Τζέιν Όστεν, μια από τις σημαντικότερες και δημοφιλέστερες συγγραφείς όλων των εποχών.
Σαν σήμερα 16 Δεκεμβρίου, το 1775, γεννήθηκε η σπουδαία συγγραφέας Τζέιν Όστεν, μια από τις σημαντικότερες μυθιστοριογράφους της αγγλικής λογοτεχνίας, της οποίας τα διαχρονικά και κλασικά, πλέον, έργα αποτελούν δημοφιλέστατο ανάγνωσμα έως σήμερα, σχεδόν δύο αιώνες από τον θάνατό της, έχοντας μεταφερθεί με επιτυχία στην μεγάλη και την μικρή οθόνη, καθώς και έχοντας αποτελέσει έμπνευση για μεταγενέστερους συγγραφείς.
Τα παιδικά χρόνιαΚόρη κληρικού, η Όστεν μεγάλωσε στο χωριό Steventon, στο Hampshire. Ως παιδί, λόγω του ιδιαίτερου οικογενειακού περιβάλλοντος, ήρθε σε επαφή με το έργο αξιοσημείωτων στοχαστών, συγγραφέων και δραματουργών της εποχής εκείνης, οι οποίοι επηρέασαν την μετέπειτα συγγραφική της πορεία. Από τους δοκιμιογράφους Joseph Addison και Richard Steele, του λογοτέχνες Fanny Burney και Samuel Richardson έως τη θεατρική συγγραφέα και ποιήτρια Hannah Cowley. Άλλες μεταγενέστερες επιρροές μπορούν να αναζητηθούν στους Henry Fielding, Isaac Bickerstaff και Maria Edgeworth.
Τα πρώτα μυθιστορήματαΞεκίνησε να γράφει από την εφηβεία της, αρχικά ποιήματα, δραματικά σκετς, σύντομες διηγήσεις και επιστολικές νουβέλες, με τα οποία εξασκούνταν σε διάφορες λογοτεχνικές μορφές. Τον Ιούνιο του 1793 ξεκίνησε να γράφει την πρώτη εκδοχή του μυθιστορήματος «Λογική και Ευαισθησία», με αρχικό τίτλο «Elinor and Marianne», ενώ γύρω στον Αύγουστο – Οκτώβριο του 1796 ξεκίνησε να γράφει το μυθιστόρημα «Περηφάνια και Προκατάληψη», με αρχικό τίτλο «Πρώτες Εντυπώσεις».
Και τα δύο ολοκληρώθηκαν το 1797, ωστόσο, παρά τις προσπάθειες του οικογενειακού της περιβάλλοντος δεν εκδόθηκαν παρά το 1811 και το 1813 αντίστοιχα, γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία αποσπώντας θετικές κριτικές.
Η «Λογική και Ευαισθησία» πραγματεύεται την ιστορία των αδελφών Dashwood, οι οποίες μαζί με την μητέρα τους έρχονται αντιμέτωπες με δοκιμασίες που σχετίζονται με την διαβίωσή τους, μετά τον θάνατο του πάτερ φαμίλια. Η ανιδιοτελής, διακριτική και συνετή Elinor, η οποία αντιπροσωπεύει τη «λογική» και η ενθουσιώδης, εκφραστική και ρομαντική Marianne, η οποία αντιπροσωπεύει την «ευαισθησία», αναζητούν τον δρόμο προς την αγάπη και την ευτυχία, σε ένα από τα αντιπροσωπευτικότερα δείγματα γυναικείας, κλασικής λογοτεχνίας.
Στην «Περηφάνια και Προκατάληψη», το «αγαπημένο παιδί» της όπως το αποκαλούσε η Ώστιν, η έξυπνη, λογική και αυτάρκης Elizabeth Bennet, έρχεται σε «σύγκρουση» με τον πλούσιο, αγενή, αριστοκράτη Fitzwilliam Darcy. Με την έλξη ανάμεσά τους να συνυπάρχει με κοινωνικοοικονομικές προκαταλήψεις, παρεξηγήσεις όσον αφορά των χαρακτήρα και τις πρώτες εντυπώσεις, καθώς και την περηφάνια που φέρνει ο πλούτος (στην περίπτωση του Darcy) και ο αυτοσεβασμός (στην περίπτωση της Ελίζαμπεθ).
«Το Αββαείο του Νορθάνγκερ»Ακολούθησε την περίοδο 1798-99 η συγγραφή του «Αββαείου του Νορθάνγκερ», το οποίο μαζί με το τελευταίο της ολοκληρωμένο μυθιστόρημα «Πειθώ» (1815-1816) εκδόθηκαν μετά θάνατον το 1817. Το «Αββαείο του Νορθάνγκερ» αποτελεί μια σάτιρα των μυθιστορημάτων που απευθύνονταν στον «καλό κόσμο», καθώς και των γοτθικών ιστοριών τρόμου. Εδώ η ηρωίδα Catherine Morland, φυσική, αρχικά αφελής και καλόκαρδη, σε αντίθεση με τα προγενέστερα έργα δεν μπερδεύει τον πραγματικό κόσμο με αυτόν της φαντασίας και του ρομάντζου, με την «επίγεια» σοφία της να αποκτάται σιγά, σιγά, μέσα από τις ολοένα και αυξανόμενες κοινωνικές εμπειρίες της.
Μετά τον θάνατο του πατέρα της, η ΄Οστεν μαζί με την μητέρα της και την αδερφή της εγκαταστάθηκαν, το 1809, στο Chawton, ένα ήσυχο χωριουδάκι κοντά στη γενέτειρά της. Είναι η περίοδος όπου θα ξεκινήσει η εκδοτική καριέρα της ως συγγραφέα, μπαίνοντας, επιπλέον, σε μια εργασιακή ρουτίνα. Στο Chawton, εκτός από την «Πειθώ», μια ιστορία για τις δεύτερες ευκαιρίες στη ζωή, έγραψε, επίσης, τα μυθιστορήματα «Mansfield Park» (1811 – 1813), για μια γυναίκα η οποία μέσα από την αρετή και την ηθική της δύναμη γίνεται αποδεκτή, παρά το χαμηλό κοινωνικό της στάτους από την οικογένεια Bertram και την «Έμμα» (1816).
Η «Έμμα» αφορά την ιστορία της Emma Woodhouse, μιας πλούσιας, όμορφης και αυτάρεσκης νεαρής, της οποίας η εμμονή να ανακατεύεται στην προσωπική ζωή των γύρων της θα κινδυνέψει να της στερήσει την προσωπική της, μελλοντική ευτυχία. Ενεργητική και γεμάτη αυτοπεποίθηση αποτελεί μια αντιπαράθεση, εκ μέρους της συγγραφέως, με όλα τα ελαττώματα που της επέρριπτε ο κοινωνικός της κύκλος (ανυπόμονη και με ισχυρή αίσθηση της δικής της ανωτερότητας).
Το τελευταίο μυθιστόρημά της «Sanditon» δεν κατάφερε να το ολοκληρώσει ποτέ. Το 1816 υπέφερε από προβλήματα υγείας. Πέθανε στις 18 Ιουλίου, το 1817, στο Winchester όπου είχε μεταβεί για να λάβει θεραπεία.
Η προσφορά της στην παγκόσμια λογοτεχνίαΌλα της τα μυθιστορήματα εκδόθηκαν ανώνυμα. Η Τζέιν Όστεν συνδιαλεγόταν απευθείας η ίδια με τους εκδότες της, ενώ έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για όλα τα στάδια της εκδοτικής διαδικασίας, με στόχο και το κέρδος. Στην συγγραφέα πιστώνεται ο διακριτός μοντέρνος χαρακτήρας της μυθιστοριογραφίας χάριν στις ζωηρές, ρεαλιστικές απεικονίσεις της καθημερινής ζωής των κοινών ανθρώπων και κυρίως της αγγλικής μεσαίας τάξης, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της «κωμωδίας των τρόπων».
Η Τζέιν Όστεν αντλούσε έμπνευση, εκτός από τα βιβλία που κυκλοφορούσαν στο σπίτι της, από πραγματικούς ανθρώπους και γεγονότα της ζωής της, σκιαγραφώντας με εξαιρετική λεπτομέρεια και αιχμηρό, κριτικό, σατιρικό τρόπο τον κοινωνικό της περίγυρο. Σύμφωνα με τον Sir Walter Scott είχε το χάρισμα να μετατρέπει το κοινότοπο σε σαγηνευτικό χάριν στην δύναμη και την αλήθεια της αφήγησης της, καθώς και στα συναισθήματα, τα οποία αναδύονταν μέσα από τα έργα της.
Μια εξιστόρηση των δοκιμασιών των σύγχρονών της γυναικώνΗ πρόζα της, μοντέρνα και διαχρονική, θεωρείται παροιμιώδης για τη σαφήνεια, το πνεύμα, τη δεξιοτεχνία και την προσοχή στην δομή. Επικεντρωμένη στους χαρακτήρες και την προσωπικότητά τους, παρουσίαζε τις περιπέτειες και τις δοκιμασίες των σύγχρονών της γυναικών, σε ένα εσωτερικό ταξίδι προς ανακάλυψη του εαυτού, μέσα από τον γάμο και την οικογενειακή ζωή. Οι ηρωίδες της, οι οποίες αισθάνονταν τις πιέσεις της κοινωνίας, είτε σκιαγραφούνταν ευαίσθητες, μελαγχολικές με ρομαντικές ιδέες, είτε ανεξάρτητες γυναίκες που δεν φοβόντουσαν να πουν την άποψή τους.
Η ταύτιση με την ίδια τη συγγραφέα, σύμφωνα με τους μελετητές, υπαρκτή. Από την επαναστατικότητα και την αντικοινωνικότητα της Marianne στη «Λογική και Ευαισθησία» έως την κοινωνική συστολή της Fanny στο «Mansfield Park» και την μη ανεκτικότητα στη μετριότητα της Έμμα, στο ομώνυμο μυθιστόρημα. Το πολύχρωμο κοινωνικό πανόραμα συμπλήρωναν μια πλειάδα μικρότερων χαρακτήρων και του οικείου περιβάλλοντός τους, γεμάτοι θεατρικότητα και κωμικές πινελιές όπως ο Mr. Collins στην «Περηφάνεια και Προκατάληψη».
Άλλα χαρακτηριστικά των έργων τηςΜεγαλωμένη σε μια δεμένη οικογένεια, η συγγραφέας επικεντρώνεται, επίσης, στις οικογενειακές σχέσεις, κυρίως στις αδελφικές (η ίδια με την αδερφή της Cassandra υπήρξαν σχεδόν αχώριστες), αλλά και στη φιλία μεταξύ γυναικών. Τα πρώτα της μυθιστορήματα ακολουθούν τα πρότυπα της εποχής, όσον αφορά την πλοκή, με το αίσιο τέλος για τους «ερωτευμένους» να θέτεται σε κίνδυνο από τις κοινωνικές και οικονομικές τους διαφορές. Ωστόσο, μια σειρά απογοητευτικών και σχεδόν καταστροφικών καθυστερήσεων ακολουθούνται από ξαφνική επίλυση των προβλημάτων. Το ρομάντζο τυλίγεται με το πέπλο μιας αισθηματικής κομεντί, με τα σατυρικά, χιουμοριστικά στοιχεία να συνυπάρχουν με ψήγματα τραγωδίας, ξεδιπλώνοντας στα μάτια του αναγνώστη «γυμνή» την τραγικοκωμικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Στα τελευταία της μυθιστορήματα η Όστεν ελίσσεται από το ρομάντζο κάθε αυτό, παρουσιάζοντας συχνότερα και εμπειρίες ωριμοτέρων, ηλικιακά, γυναικών, σε μια ρεαλιστική εξερεύνηση της κούρασης που επέρχεται στον έγγαμο βίο, επαναπροσδιορίζοντας την δομή των έργων της και απευθυνόμενη σε ένα πιο εκλεπτυσμένο αναγνωστικό κοινό. Άλλωστε η ίδια η Τζέιν Όστεν παρουσιαζόταν διακριτικά σκεπτική, σε όλα τα μυθιστορήματα της όσον αφορά την διάρκεια της ευτυχίας ενός μακροχρόνιου γάμου.