MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΕΙΔΑΜΕ

Bella Ciao#5: Ούτε θέατρο, ούτε περφορμανς. Απλά αριστούργημα

To Bella Ciao τριγυρίζει στην πόλη και αφουγκράζεται τον παλμό της, τρυπώνει σε εκθέσεις, βλέπει παραστάσεις και καταγράφει σκόρπια τις σκέψεις του σ’ ένα διαφορετικό ημερολόγιο.

©Ruediger Glatz
author-image Bella Ciao

Και να που συναντιέσαι κάποιες φορές στη ζωή σου τυχαία µε αυτό που λέµε Τέχνη. Ανατριχιάζει η ραχοκοκαλιά σου στεγνώνει ο λαιµός σου, ξεροκαταπίνεις και οι δακρυγόνοι αδένες ανοίγουν αυτή την φορά όχι από πόνο, αλλά από το μεγαλείο της ευχαρίστησης, της ευγένειας, της θαλπωρής. Ταξίδι, συγκινήσεις, απολαύσεις. Tαξίδι που ξυπνάει τις αισθήσεις, τις µνήµες.

Πόσο µα πόσο τυχερό νιώθω που συναντήθηκα ως θεατής µε τα κινηµατογραφικά κουστούµια του Παζολίνι να γλύφουν το κορµί της Τίλντα Σουνίντον, να γίνεται κρεµάστρα, να ταυτίζεται, να λέει την ιστορία τους χωρίς λόγια και να βουτάει ακόµα πιο βαθειά, εκεί στην αρχική σύλληψη του Παζολίνι µε τον Ντανίλο Ντονάτι που σχεδίαζε και ετοίµαζε τα κουστούµια και τα αντικείµενα στο ατελιέ Farani για τις ταινίες του Ιταλού σκηνοθέτη. Ποιό θα είναι το χρώµα, ποιό το υλικό, να εµπνευστούν από τα καφτάνια των Βεδουίνων.

Με την Τίλντα άλλοτε να ακουµπάει πάνω στο ανδρόγυνο κορµί της το κοστούµι του Ηρώδη και να µας συστήνεται ως Ηρώδης στο «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» του 1964 και άλλοτε να µας συστήνεται ως Συλβάνα Μαγκάνο στην Ιοκάστη, στον «Οιδίποδα Τύραννο» του 1967 και να παίρνουν σειρά τα αγαλµατένια κουστούµια από το «Δεκαήµερο» του 1971, στηµένα σε µια χορογραφία από την ίδια χορογράφο και το σάουντρακ της ταινίας να ηχεί στ’ αυτιά µας. Και µετά ξανά στη σιωπή που σε καλεί να την αφουγκραστείς και να γαληνέψεις, σε µονοπάτια στρωµένα µε αέρινα κουστούµια γεµάτα χρώµατα.

Να συναντιέσαι µε την µοδίστρα και να νιώθεις ότι µατώνουν τα δικά σου δάχτυλα απ τη βελόνα που κατά λάθος µπορεί να σε τρυπήσει. Και µετά ξανά στα ρούχα και τα αντικείµενα του εξωτικού «Χίλιες και µία νύχτες» (1974) και να περνούν από µπροστά σου µε τη σειρά οι «120 µέρες στα Σόδοµα» (1975). Κι εσύ εκεί να τσιµπιέσαι και να λες το ζω αυτό ή ονειρεύοµαι.

© Ruediger Glatz

Κανένα µνηµόσυνο στη µνήµη κανενός. Κανένα αφιέρωµα. Μια νέα ανάγνωση. Ένα νέο έργο.

Νέο και φρέσκο, όπως η αέρινη φιγούρα της. Ένα τελετουργικό που αποκαλύπτονται και ανακαλύπτονται αριστουργήµατα.

Ταυτίζεσαι τόσο πολύ και χωρίς να υπάρχει ίχνος σκόνης στην ατµόσφαιρα. Σε γαργαλάει το ρουθούνι σου, κάνεις ένα όσο µπορείς διακριτικό φτέρνισµα και είναι εκείνη η βραβευµένη µε Όσκαρ Τίλντα Σουίντον που σταµατάει, σε κοιτάει µε εκείνα τα παγωµένα γαλάζια µάτια, σου χαµογελάει και σου λεει: “bless you”.

Να βουτάς στις δικές σου µνήµες, πώς ο γκόµενος παρέα µε ένα τσιγαριλίκι σου συστήνει µέσα από βιντεοκασέτες τον Παζολίνι και το έργο του, κι εσύ να ερωτεύεσαι και τον γκόµενο και τον Παζολίνι. Χρόνια αργότερα η Ταινιοθήκη µε νέες κόπιες κάνει αφιέρωµα στις ταινίες του αποκαλυπτικού Πιερ Πάολο Παζολίνι που δολοφονήθηκε βάναυσα στα 53 του χρόνια, εσύ εκεί µε άλλη µατιά και άλλο συναίσθηµα, αποκοµίζεις άλλη γνώση, άλλη εµπειρία, ξαναταυτίζεσαι και ζηλεύεις το όραµα.

Σήµερα, εδώ στο μείον ένα της Στέγης που φιλοξενεί το “Embodying Pasolini”, να περνούν όλες οι ταινίες του µπροστά σου, αυτά τα αριστουργήµατα µε έναν άλλο τρόπο τόσο δοµηµένο, µε στοργικότητα και σεβασµό να ακουµπούν το σήµερα χωρίς θόρυβο και φανφάρες. Δεν είναι ούτε περφόρµανς ούτε θέατρο. Είναι µέθεξη.

Αλλά αν ήταν περφόρµανς ήταν ότι καλύτερο έχω δει, αν ήταν θέατρο, µέσα στη σιωπή άκουσα τα πιο ωραία, σύγχρονα κείµενα. Με µια πρωταγωνίστρια διαφανή, καθαρή, καθρέφτης συναισθηµάτων, να µπλεδίζουν οι φλέβες στα λευκά γυµνά της πόδια, να θέλεις να τα χαϊδέψεις, µε ένα γυµνό µακιγιάζ που έκανε να γίνεται καθρέφτης στο πρόσωπο, κάθε σύσπαση, κίνηση, γκριµάτσα, πόνος, χαρά, µνήµη.

Κάθε σύσπαση και εµφάνιση λεπτής γραµµής στα µάτια, µια οµορφιά στο χρόνο. Αχ αυτές οι κρυφές κουβέντες όταν βούταγε στα ξαπλωµένα κουστούµια- ήρωες, να αφουγκράζεται τα µυστικά τους, σα να τους δίνει οδηγίες, σα να τους λέει ευχαριστώ. Ευχαριστώ στον ήρωα που ταυτίστηκε, στο συνάδελφο που το φόρεσε, κι ένα µεγάλο ευχαριστώ στον ίδιο τον Παζολίνι.

© Ruediger Glatz

Καθαριότητα, αποστείρωση, να τη συνοδεύουν για προστασία δυο άντρες µε λευκές ποδιές. Και αναρωτιέµαι αν ήταν ηθοποιοί ή συντηρητές, έτσι όπως προστάτευαν τα ρούχα, προστάτευαν και την Τίλντα, χωρίς ρόλο γραµµένο. Ο µόνος ρόλος, ο χτύπος των παπουτσιών τους στο παρκέ να µας υπενθυµίζει ότι είναι εκεί για να προστατεύουν, να φυλάνε την ιστορία, έτοιµοι να την µπολιάσουν για να εµπνεύσουν.

Και εκείνη βγάζει τα δικά της βελούδινα παπούτσια, που αν και δεν είναι κόκκινα, σε παραπέµπουν στα ξεχωριστά παπούτσια του Πάπα και στη σύγκρουση του µεγάλου αντικοµφορµιστή κινηµατογραφιστή, ποιητή και ακτιβιστή Πιερ Πάολο Παζολίνι µε το κατεστηµένο.

Και όταν κοντά στο τέλος τα σκεπάζει σαν µωρά να µην κρυώσουν, είναι σα να κλείνεις το σπίτι των διακοπών σου για το χειµώνα, σκεπάζοντας τα έπιπλα να µην σκονιστούν. Όταν η άνοιξη θα έρθει και θα φέρει µαζί της το καλοκαίρι και τον ήχο των τζιτζικιών, θα γεµίσει µε φως το σκοτάδι και οι ήρωες του καθενός µας θα αρχίζουν να χορεύουν το χορό της αγάπης για την Τέχνη. Χαϊδεύοντας και ανασαίνοντας ο ένας την ανάσα του άλλου.

Λυτρώνεσαι και κοινωνάς έτοιµος για τον Παράδεισο…

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις