Σαν σήμερα γεννιέται ο Ουμπέρτο Έκο: Η ζωή και το έργο του σπουδαίου στοχαστή
Σαν σήμερα, πριν από 92 χρόνια, γεννήθηκε ο Ουμπέρτο Έκο, κορυφαίος Ιταλός σημειολόγος, δοκιμιογράφος, φιλόσοφος, κριτικός λογοτεχνίας, μυθιστοριογράφος.
Ο Ουμπέρτο Έκο γεννήθηκε στην Αλεσσάντρια του Πιεμόντε το 1932. Κατά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μετακόμισε με τη μητέρα του σε ένα χωριό στα βουνά της βόρειας Ιταλίας. Εκεί παρακολουθούσε τις μάχες που ξεσπούσαν μεταξύ των παρτιζάνων και των φασιστών, συνεπαρμένος από τη δράση, αλλά και ευγνώμων που ήταν πολύ μικρός για να λάβει μέρος.
Μετά από πιέσεις του πατέρα του, ξεκίνησε να φοιτά στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο με αντικείμενο τη Νομική, αλλά γρήγορα την εγκατέλειψε για να αφοσιωθεί στις σπουδές πάνω Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας και Λογοτεχνίας. Έγινε διδάκτορας Φιλοσοφίας το 1954, ολοκληρώνοντας τη διατριβή του με θέμα τον Θωμά Ακινάτη. Αυτό το θέμα αποτέλεσε και το αντικείμενο του πρώτου του βιβλίου “Ζητήματα αισθητικής στον Θωμά Ακινάτη”. Στη διάρκεια των σπουδών του ο Έκο έπαψε να πιστεύει στον Θεό και εγκατέλειψε την Καθολική εκκλησία.
Η επαγγελματική του πορείαΜετά την ολοκλήρωση των σπουδών του άρχισε την ενασχόλησή του με τη δημοσιογραφία και παράλληλα, δέχθηκε την θέση του Διευθυντή Πολιτιστικού Προγράμματος στην Κρατική Ιταλική Τηλεόραση (RAI). Αυτή η θέση του έδωσε την ευκαιρία να δει την κοινωνία μέσα από τα μάτια των ΜΜΕ, που τότε μονοπωλούνταν και ελέγχονταν από την κυβέρνηση.
Το 1959 ο Έκο έχασε τη δουλειά του στη RAI, γεγονός που δεν τον ενόχλησε ιδιαίτερα, γιατί έτσι βρήκε χρόνο για να ασχοληθεί περισσότερο με την συγγραφή και τις διαλέξεις. Με το δεύτερο βιβλίο του “Τέχνη και κάλλος στην αισθητική του Μεσαίωνα” απέδειξε ότι βρήκε τον δρόμο του στη ζωή μέσα από τη λογοτεχνία.
Τον ίδιο χρόνο άρχισε να γράφει τη στήλη «Diario Minimo» στην εφημερίδα “Il Verri”. Μέσα από τη στήλη αυτή οι απόψεις του για τη γλωσσολογία και την κοινωνική πραγματικότητα μπήκαν στα σπίτια των Ιταλών ενώ αυτή άρχισε να εστιάζει το ενδιαφέρον του και να εκλεπτύνει τις απόψεις του στη σημειολογία. Με τα ακαδημαϊκά γραπτά του ο Έκο εστιάζει στη σημειολογία και στις επιπτώσεις της στην κοινωνία. Μελέτησε σε βάθος τις κοινωνίες από τον Μεσαίωνα ως σήμερα και τα κοινά στοιχεία ανάμεσα στις γλώσσες, στα σύμβολα και στην κοινωνική ανάπτυξη.
Έγραψε δεκάδες δοκίμια (Ο υπεράνθρωπος των μαζών, Θεωρία της σημειωτικής, Η Αποκάλυψη του Ιωάννη , Η ποιητική του Τζέιμς Τζόις, Τι πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει κ. ά.) ενώ παράλληλα συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες. Ασχολήθηκε επίσης με πολιτικά ζητήματα (θέματα που αφορούν τα κοινά), ενώ του αποδόθηκε το προσωνύμιο “tuttografo” (= παντογράφος) λόγω της ευρύτητας των θεμάτων με τα οποία καταπιανόταν.
Από το 1962 ως το τέλος του 1970 ο Έκο ανέπτυξε τη δική του θεωρία στη σημειολογία. Το 1965 εξελέγη καθηγητής Οπτικών Επικοινωνιών στη Φλωρεντία και το 1966 μετακόμισε στο Μιλάνο, όπου και έγινε καθηγητής της Σημειολογίας στο εκεί πολυτεχνείο. Το ακαδημαϊκό του ενδιαφέρον άρχισε να στρέφεται στις πολιτιστικές μελέτες και άρχισε να ερευνά τον ρόλο της γλώσσας και της λογοτεχνίας στην κοινωνία, καθώς και την επίδραση της κοινωνίας στη λογοτεχνία και τη γλώσσα. Το 1971 το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια του προσέφερε τη θέση του Τακτικού Καθηγητή της Σημειολογίας. Το 1974 ο Έκο οργάνωσε τον Διεθνή Σύνδεσμο Σημειολογικών Μελετών.
Ο Έκο επηρεάστηκε πολύ από τις μεγάλες αλλαγές που έφερε η δεκαετία του 1970 στην ιταλική κοινωνία όπως φαίνεται και από τα γραπτά του. Άρχισε, λοιπόν, να γράφει μυθιστορήματα (Το όνομα του Ρόδου – 1980, Το εκκρεμές του Φουκώ – 1988, Το νησί της προηγούμενης μέρας – 1994, Μπαουντολίνο – 2001, Η μυστηριώδης φλόγα της βασίλισσας Λοάνα – 2006, Το κοιμητήριο της Πράγας – 2010, Το φύλλο μηδέν– 2015).
Όταν έγραψε το πρώτο του μυθιστόρημα “Το όνομα του Ρόδου“, οι εκδότες του υπολόγιζαν τις πωλήσεις γύρω στα 30.000 αντίτυπα. Δεν φαντάζονταν ποτέ τις πωλήσεις 9.000.000 αντιτύπων που σημείωσε τελικά το βιβλίο παγκοσμίως, κάνοντας τον συγγραφέα γνωστό στον εξωακαδημαϊκό κόσμο.
Ο Έκο γνώριζε άπταιστα πέντε γλώσσες, μεταξύ των οποίων αρχαία ελληνικά και λατινικά, τις οποίες χρησιμοποιούσε πολύ συχνά στα βιβλία του, επιστημονικά και λογοτεχνικά. Από την αρχή της καριέρας του έως τον θάνατό του κέρδισε πολλές τιμητικές διακρίσεις και είχε δεκάδες εκδοτικές επιτυχίες. Ζούσε με τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά τους, άλλοτε στο σπίτι του στο Μιλάνο και άλλοτε στο εξοχικό του στο Ρίμινι.
Απεβίωσε στις 19 Φεβρουαρίου 2016 στο Μιλάνο σε ηλικία 84 ετών.