Εγεννήθην εν Σκιάθω: Εικαστικό αφιέρωμα στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη από το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών
Ένα σπονδυλωτό ψυχογραφικό και τοπιογραφικό εικαστικό αφήγημα για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, με τη συμμετοχή 67 διακεκριμένων εικαστικών, παρουσιάζει το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, σε συνδιοργάνωση με τον Δήμο Σκιάθου.
Εγκαινιάζεται την Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2024, στις 18:00 στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών από την Α.Ε. την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαρόπουλου η ομαδική εικαστική έκθεση – αφιέρωμα «Εγεννήθην εν Σκιάθω».
Πρόκειται για ένα σπονδυλωτό ψυχογραφικό και τοπιογραφικό εικαστικό αφήγημα για τον κορυφαίο των ελληνικών γραμμάτων, Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη σε συνδιοργάνωση του Δήμου Σκιάθου και του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών, σε επιμέλεια της αρχαιολόγου και ιστορικού τέχνης Ίριδας Κρητικού και με τη συμμετοχή εβδομήντα έξι διακεκριμένων εικαστικών από τη Σκιάθο και την υπόλοιπη Ελλάδα.
Η έκθεση μεταφέρεται στην Αθήνα μετά τη Σκιάθο, όπου φιλοξενήθηκε κατά το διάστημα 15 Ιουλίου έως 12 Νοεμβρίου 2023. Κατά την αρχική παρουσίασή της, η έκθεση «ξεδιπλώθηκε» στα τέσσερα σημαντικά μουσεία πολιτισμού και ιστορίας του νησιού: στο Σπίτι-Μουσείο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (ένα διώροφο τυπικό δείγμα σκιαθίτικου σπιτιού του 1860 με λιτό διάκοσμο, χτισμένο από τον παπα-Διαμαντή Εμμανουήλ Μοσχοβάκη που έζησε σε αυτό με τη γυναίκα του Γκιουλώ Μωραΐτη και τα πέντε τους παιδιά), στο Σπίτι-Μουσείο του Ζήση Οικονόμου, στο Μουσείο Ναυτικής & Πολιτιστικής Παράδοσης Σκιάθου και στην Ιερά Μονή Ευαγγελισμού αλλά και σε σημαντικά τοπόσημα του νησιού.
Ο “Άγιος” των Ελληνικών ΓραμμάτωνΟ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (4 Μαρτίου 1851 – 3 Ιανουαρίου 1911), ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες λογοτέχνες, γνωστός και ως «ο άγιος των ελληνικών γραμμάτων», «η κορυφή των κορυφών» κατά τον Κ. Π. Καβάφη είναι ο ιδανικός υμνητής «του ρόδινου νησιού του», αφού μέσα στα περισσότερα διηγήματά του, τα οποία κατέχουν περίοπτη θέση στην ελληνική λογοτεχνία, γίνεται συχνή αναφορά στον τόπο του με αποτέλεσμα η Σκιάθος να διαποτίζει το μεγαλύτερο μέρος του συγγραφικού του έργου, έτσι που στο πέρασμα του χρόνου, άνθρωπος και νησί τρέπονται σε σώμα κοινό. Είναι η Σκιάθος του Παπαδιαμάντη και είναι εξίσου ο Παπαδιαμάντης της Σκιάθου…
Ζώντας για χρόνια στην Αθήνα και νοσταλγώντας τον γενέθλιο τόπο του, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης αναζήτησε εκ νέου τη Σκιάθο, αφήνοντας εκεί την τελευταία του πνοή τα ξημερώματα της 3ης Ιανουαρίου 1911. «Όσον ζω και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά ήθη»: ο Παπαδιαμάντης περιδιαβαίνει εξακολουθητικά και συνδέεται εξ αίματος με πλήθος τοποθεσιών της Σκιάθου. Από τον Ναό των Τριών Ιεραρχών «όπου γαλουχήθηκε και ανδρώθηκε δίπλα στον ιερέα πατέρα του, μαζί με τον τριτεξάδελφό του Μωραϊτίδη», το πευκοφυτεμένο Μπούρτζι, τον Μέγα Γυαλό και το Μικρό Μουράγιο, το σπίτι της Κοκκώνας και τη Μουριά, από το Κάστρο -«τον αμαυρόν τιτάνειον αυτόν βράχον»- και τον Χριστό του, από το Δάσος του Αραδιά και τα προσφιλή του δάση «με τα φύλλα των πανάρχαιων δένδρων», τον Πρόδρομο Ασέληνο ή τα Μνημούρια, τον Μικρό Γυαλό και τη σπηλιά της Φόνισσας, ως το προσκύνημα της Παναγίας του Καρδάση και την Παναγία Ντουμάν, τον Άη Γιώργη, την Παναγιά τη Λημνιά (όπου ευλαβικά φυλάσσεται η κάρα του) την Παναγία την Πρέκλα, την Παναγία την Κεχριά και την Παναγία την Κουνίστρα, την επιβλητική Μονή Ευαγγελισμού και τα απόμακρα ασκηταριά, τους σκοτεινούς ελαιώνες και τους ολάνθιστους αγρούς, το Γριπονήσι, τον Μαραγκό και τα άλλα μικρούλια ερημονήσια που κολυμπούν μονάχα στα ανοιχτά της Σκιάθου –παντού ο ίδιος περιπατεί εξακολουθητικά, για να αφουγκραστεί και να διασώσει με τρόπο στιλπνό κάθε σπιθαμή γης του τόπου του. Κι ύστερα, σμιλεύει αριστοτεχνικά κάθε τοπικό αφανή και προφανή ήρωα που αρχικά παρατηρεί και στη συνέχεια αναπλάθουν η φαντασία και η μοναδική πένα του. Κάθε αγριάνθρωπο ή μέθυσο, κάθε ξενομερίτη βάσανο, κάθε απόκληρο, κάθε ερημίτη. Κάθε άγουρη παιδίσκη που σκιρτά στον πρώτο έρωτα, κάθε βοσκό αμάθητο στη γοητεία της σελήνης, κάθε μαυροντυμένη και ξενοδουλεύτρα χήρα, κάθε μικρό ορφανό. Πάντα διασώζοντας με ευσπλαχνία την ατομική τους αξιοπρέπεια, πάντα ενσκύπτοντας με απαράμιλλη στοργή επάνω από τον τρεμώδη ίσκιο τους.
Διηγήματα αξεπέραστα ως σήμερα όπως η «Υπηρέτρα» (1888), η «Σταχομαζώχτρα» (1889), η «Μαυρομαντηλού» (1891), το σπουδαίο «Στο Χριστό στο κάστρο» (1892), το «Ολόγυρα, στη λίμνη» (1892), το «Σπιτάκι στο λιβάδι» (1896), τα «Ρόδινα Ακρογιάλια» (1908) και το «Το μοιρολόγι της φώκιας»(1908), τα πολυδιαβασμένα και αγαπημένα «Άνθος του Γυαλού», «Όνειρο στο κύμα», «Η Νοσταλγός», «Η Φαρμακολύτρια», «Παιδική Πασχαλιά», «Οι Χαλασοχώρηδες», «Έρως-Ήρως» και «Θέρος Έρος» αλλά και η καθηλωτική «Φόνισσα» που κυριάρχησε και στα έργα της παρούσας έκθεσης, λόγω του στιλπνού αυτοτελούς κόσμου τους, λόγω της διαχρονικής γητειάς και της αναβλύζουσας και ζώσας πολυόμματης ποιητικής τους, εξέρχονται εντέλει του συναρπαστικού σκηνικού τους διακόσμου, κεντούν και τέρπουν με όνειρο και λογισμό και ξεπερνούν το ίδιο το ηθογραφικό τους πλαίσιο, τρεπόμενα σε μικρές ανθρώπινες συλλαβισμένες προσευχές.
«…ένα περιβόλι είναι ο κόσμος πού μας παρουσιάζει στις ιστορίες του… Παντού τα συγκεκριμένα και τα χειροπιαστά, ζωγραφιές των πραγμάτων, όχι άρθρα…Πρόσωπα, όχι δόγματα. Εικόνες, όχι φράσεις. Κουβέντες, όχι κηρύγματα, διηγήματα, όχι αγορεύσεις», σημείωνε για το έργο του αγίου των γραμμάτων ο Κωστής Παλαμάς.
«Εγεννήθην εν Σκιάθω»: Λίγα λόγια για την έκθεσηΤο εικαστικό αφιέρωμα στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη συντίθεται από εβδομήντα έξι «σημειώσεις» εικαστικών που με αφορμή την έκθεση ξανα-διάβασαν Παπαδιαμάντη, επιλέγοντας διαφορετικούς άξονες αναφοράς και επάλληλες αφετηρίες εικονοποιίας με κυριάρχο πρόσημο τη Σκιάθο. Προχωρώντας πέρα από την καθαρή απόπειρα προσωπογράφησης, κάποιοι από τους συμμετέχοντες, ανακαλώντας το πολυσχιδές εκτόπισμα της παρουσίας του Παπαδιαμάντη, τον φαντάζονται ως άχρονο περιπλανώμενο αφηγητή παλίμψιστων εξιστορήσεων όπου η αλήθεια συναντά το διηγηματικό όραμα, ως ποιητή, ως μοναχικό περιπατητή ενός μικρού-μέγα τόπου. Τον αναζητούν και τον ανασυνθέτουν αποσπασματικά μέσω μιας συμπυκνωμένης και τεμαχισμένης εξαιρετικά εύγλωττης εικονοποιητικής αφήγησης που συνδιαλέγεται με το πνεύμα αλλά και με το σώμα του συγγραφέα.
Σε μια απόπειρα συμβολιστικής προσωποποίησης του φυσικού και του εννοιολογικού «τόπου» του συγγραφέα, οικοδομείται εξαρχής ο σκιαθίτικος κατανυκτικός και φυσιοκρατικός βίος του. Ακολουθώντας τα βήματά του «στο σκιόφως», οι συμμετέχοντες εικαστικοί «επισκέπτονται» τη Σκιάθο, άλλοτε επιλέγοντας να απεικονίσουν το εκχύλισμα του υπαίθριου τοπίου, της κατοικίας του συγγραφέα και του περιβάλλοντος θαλασσινού στοιχείου που ανασυντίθεται ως φυσικός χώρος δράσης στα γραπτά του Παπαδιαμάντη και άλλοτε ακολουθώντας τα ίχνη του μέσα από τα συναρπαστικά διηγήματά του, ενώ η «Φόνισσα», «τραγωδία μεγαλοπρεπεστάτη» κατά τον Ξενόπουλο, υπερέχει στις προτιμήσεις τους, ίσως για λόγους αντίστοιχους με εκείνους που εξακολουθούν να καθηλώνουν μεγάλο μέρος των λοιπών αναγνωστών της. Η σκοτεινή αφήγηση του δράματος της αναπόδραστης γυναικείας ύπαρξης, τρέπεται σε ενωτικό πλοχμό για μια σειρά συναρπαστικών ζωγραφικών και γλυπτών έργων.
«Πορτραίτα του συγγραφέα αλλά και έργα που αναβλύζουν από τις γλαφυρές και βιωμένες περιγραφές των μικρών τοπιογραφικών σχισμών του ρόδινου νησιού του, παρουσιάζονται εδώ με τρόπο όσο το δυνατόν πιο λιτό, ανάμεσα στην προσωπική σκευή και τα ίχνη της ζωής του στη Σκιάθο αλλά και την Αθήνα. Στα δροσερά βουνάκια, στους ελαιώνες, στα καλύβια, στα ξωκλήσια, στους γιαλούς, στις θαλασσοσπηλιές, στις νερομάνες του μαγικού ετούτου τόπου, ανασταίνονται από την αρχή τα ξωτικά και οι άνθρωποι της Σκιάθου του, ενώ κάποια ακόμη έργα με αφορμή τη φιλοξενία της έκθεσης στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών παρουσιάζονται τώρα για πρώτη φορά με επίκεντρο τις αθηναϊκές διαδρομές του. Ναυτόπουλα, ψαράδες και αγρότες, ιερωμένοι, γυρολόγοι και νοικοκυραίοι, μάγισσες και χήρες, νέες και ξυπόλητα ορφανά, φώκιες και γλαροπούλια, γίνονται εικόνες ζώσες και λαλούντα σύμβολα του γενεθλίου νησιού του μα και της φεύγουσας ζωής ενός τετελεσμένου αιώνα. Το άυλο απόσταγμα των χειροποίητων ιστοριών του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη που κατοικούνται από αληθινούς ανθρώπους, προτρέπει στην επανοικειοποίηση με ετούτο που εξακολουθούμε να είμαστε τώρα, με τον πάσχοντα και ωστόσο ελπίζοντα εαυτό μας», σημειώνει η επιμελήτρια στον κατάλογο της έκθεσης.
Στην έκθεση συμμετέχουν:Χρήστος Αλατσάκης, Μαρίνα Βλαχάκη, Μαίρη Γαλάνη – Κρητικού, Βασίλης Γαρυφαλλάκης, Ανδρέας Γεωργιάδης, Νεκταρία Γιακμογλίδου, Στρατηγούλα Γιαννικοπούλου, Φάνης Γουλής, Κρίστι Γρηγορίου, Παναγιώτης Δαραμάρας, Γιάννης Δημητράκης, Μαρία Διακοδημητρίου, Γωγώ Ιερομονάχου, Αποστόλης Ιτσκούδης, Ελπινίκη Καμόσου, Κατερίνα Κασσαβέτη, Χριστόφορος Κατσαδιώτης, Νίκος Κιτμερίδης, Νίκος Κόνιαρης, Θέμης Κοντογούρης, Μαρία Κοσμίδου, Φίλιππος Κούτρικας, Νίκος Λεοντόπουλος, Βασίλης Λιαούρης, Janet Λιοδάκη, Τάσος Μαντζαβίνος, Λυδία Μαργαρώνη, Σίσσυ Μαρίνου, Μηνάς Μαυρικάκης, Δημήτρης Μοράρος, Μάνος Μπατζόλης, Ορφέας Μπάτσιος, Ρούλη Μπούα, Γιάννης Μπρούζος, Μαίρη Νταγιαντά, Θεόδωρος Παπαγιάννης, Γεύσω Παπαδάκη, Χρίστος Παπαδάκης, Αρίσταρχος Παπαδανιήλ, Γιώργος Παπαδομανωλάκης, Χριστίνα Παπαθέου-Δουληγέρη, Δημήτρης Παπανικολάου, Μαρία Παπανικολάου, Κώστας Παπατριανταφυλλόπουλος, Μαριέττα Πεπελάση, Βαγγέλης Πολύζος, Μπάμπης Πυλαρινός, Ράνια Ράγκου, Μιχάλης Σακαλής, Αφροδίτη Σεζένια, Ιφιγένεια Σδούκου, π. Σταμάτης Σκλήρης, Βασίλης Σούλης, Χρήστος Στανίσης, Μαρίνα Στελλάτου, Ιωάννα Τερλίδου, Νίκος Τριανταφύλλου, Κατερίνα Τσεμπελή, Αμαλία Φερεντίνου, Αγάπη Φεσατίδου-Ψαρράκη, Αθηνά Χατζή, Άρτεμις Χατζηγιαννάκη, Λύκειον των Ελληνίδων Βόλου και με συλλογικό αφιέρωμα οι Σκιαθίτες εικαστικοί: Yvonne Ayoub, Κωστής Ζούχας, Μαρία Καλατζή, Αλεξάνδρα Καρυοφύλλη, Παναγιώτης Καρυοφύλλης, Παρασκευή Κουτούμπα, Κωνσταντίνος Κουτούμπας, Γιώργος Μπεζεριάνος, Μαρία Σαρρή, Αναστασία Ζωή Σουλιώτη, π. Νικόλαος Σταματάς, Νατάσα Χριστέλη, Σύλλογος Γυναικών Σκιάθου.
Με αφορμή την αρχική παρουσίαση της έκθεσης στη Σκιάθο, εκδόθηκε και κυκλοφορεί ομότιτλο λεύκωμα σε σχεδιασμό του Νίκου Λεοντόπουλου και κείμενα των: Θοδωρή Τζούμα, Δημάρχου Σκιάθου, Άγγελου Γ. Μαντά, Δρ. Φιλολογίας και Ίριδος Κρητικού, Ιστορικού Τέχνης και επιμελήτριας της έκθεσης.
Στο πλαίσιο της έκθεσης στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών με διάρκεια έως και τις 25 Μαρτίου 2024, προγραμματίζονται παράλληλες δράσεις, ξεναγήσεις στην έκθεση, θεματικοί περίπατοι με επίκεντρο τα αθηναϊκά στέκια και τις διαδρομές του συγγραφέα στην Αθήνα καθώς και εκπαιδευτικά προγράμματα που θα ανακοινωθούν.