Γελούσε άραγε ο κυρ-Αλέξανδρος;: Τρία δραματοποιημένα διηγήματα του Παπαδιαμάντη στον Χώρο Τέχνης Ιδιόμελο
Οι «Κουκλοπαντριές», «Το κουκούλωμα» και ο «Πανδρολόγος», τρία διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, παρουσιάζονται, στην ενιαία παράσταση, «Γελούσε άραγε ο κυρ-Αλέξανδρος;», στον Χώρο Τέχνης Ιδιόμελο.
Μετά τη θερμή υποδοχή της από το κοινό, η παράσταση «Γελούσε άραγε ο κυρ-Αλέξανδρος;» συνεχίζεται στον Χώρο Τέχνης Ιδιόμελο από το Σάββατο 10 Φεβρουαρίου, κάθε Σάββατο στις 21:15 και Κυριακή στις 19:30, έως τις 17 Μαρτίου 2024. Πρόκειται για τρία δραματοποιημένα διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη: Οι «Κουκλοπαντριές», «Το κουκούλωμα» και ο «Πανδρολόγος».
«Γελούσε άραγε ο κυρ-Αλέξανδρος;»: Λίγα λόγια για την παράστασηΜια ακόμη υπόκλιση στο λόγο του Παπαδιαμάντη, στην ποιητική ματιά και στο συνθετικό βλέμμα του, το διαπεραστικό και σατιρικό, που τρυπώνει και αδιαπραγμάτευτα αγκαλιάζει και αποδέχεται τα ανθρώπινα, με όλη την χαρά τους και όλη την τραγωδία.
«Μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε», λέει, βέβαια, ο Λουκάς (6:21), αλλά ο Παπαδιαμάντης γελάει στο δικό μας Εδώ, με τον δικό του Επέκεινα τρόπο, βρίσκοντας άπειρες αιτίες για να περιγράψει και να αφηγηθεί το «γελοῖον».
Χαρμάνι τα αφηγήματά του -αφενός με μια γλώσσα εμβαπτισμένη στα εκκλησιαστικά κείμενα, με συντάξεις και λεξιλόγιο της καθαρεύουσας, αλλά και με απρόσμενη εισβολή της καθομιλουμένης μέσα στην αφήγηση, και αφετέρου με μια ντοπιολαλιά, όταν οι ήρωες μιλούν σε ευθύ λόγο -που πολλές φορές φαίνεται σαν «απομαγνητοφωνημένος»-, μοιάζουν με δύο ξεχωριστούς κόσμους: στον ένα ο αφηγητής περιγράφει και αναλύει, στον άλλο οι ήρωες ζουν και πράττουν. Αυτή η αντινομία γίνεται αποκαλυπτικά σατιρική, όταν η θεματολογία έχει να κάνει όχι με τα μεγάλα τραγικά γεγονότα, αλλά με ιστορίες «καθημερινής ανθρώπινης κόλασης», με την ιδιωτική μας μικρή και μεγάλη κατά-πτώση.
Τέτοιες ιστορίες ανεβαίνουν φέτος στον Χώρο Τέχνης Ιδιόμελο, για αυτές τις «μικρές κολάσεις» που υπόκεινται της ζωής μας. Ο Παπαδιαμάντης, χωρίς ποτέ να γίνεται «επικριτής», ανατέμνει με λεπτή ειρωνεία την ανθρώπινη μικρότητα, άλλες φορές ανεπαισθήτως, άλλες φορές ολοφάνερα, αλλά με χιούμορ που έχει δόντια και δαγκώνει. Αυτό είναι άλλωστε και το όπλο της σάτιρας.
Κι όμως στον πάτο του φλιτζανιού δεν υπάρχει τελβές. Μόνο βαθιά τρυφερότητα κι αποδοχή για τα «παραστρατήματα». Και μια μελαγχολία…