Χαίρετε κι Αντίο, του Άθολ Φούγκαρντ στο Θέατρο Φούρνος
Το κοινωνικό δράμα του Άθολ Φούγκαρντ, «Χαίρετε κι Αντίο», ανεβαίνει σε σκηνοθεσία του Κώστα Βασαρδάνη στο θέατρο Φούρνος.
Το δυνατό κοινωνικό δράμα του Άθολ Φούγκαρντ, «Χαίρετε κι Αντίο» ανεβαίνει σε σκηνοθεσία του Κώστα Βασαρδάνη στο Θέατρο Φούρνος, από τις 7 Μαρτίου 2024 και για λίγες παραστάσεις.
Τους δύο ρόλους ερμηνεύουν o Κώστας Βασαρδάνης και η Βίκυ Καλπάκα.
ΥπόθεσηΗ τριανταπεντάχρονη Έστερ Σμιτ επιστρέφει μετά από χρόνια απουσίας στο πατρικό της σπίτι στο Πορτ Ελίζαμπεθ της Νότιας Αφρικής για να διεκδικήσει το μερίδιο από την κληρονομιά της οικογενειακής περιουσίας. Εκεί συναντά τον αδερφό της Τζόνυ και μέσα σε μια νύχτα, ξεδιπλώνεται όλο το τραυματικό παρελθόν των δύο προσώπων, το οποίο έχει οδηγήσει σε ένα εξίσου αδιέξοδο παρόν.
Ο Άθολ Φούγκαρντ είναι ο σημαντικότερος εν ζωή αγγλόφωνος συγγραφέας της Νοτίου Αφρικής, βραβευμένος μεταξύ άλλων, με το Bραβείο Tony το 2011 για το σύνολο της προσφοράς του. Είναι γνωστός για τα πολιτικά του έργα ενάντια στο καθεστώς του Απαρχάιντ. Η βασισμένη σε δικό του βιβλίο ταινία “Tsotsi” σε σκηνοθεσία του Gavin Hood, κέρδισε το βραβείο Όσκαρ ξενόγλωσσου φιλμ το 2006.
Το «Χαίρετε κι Αντίο» είναι ένα βαθιά ανθρώπινο και συγκινητικό έργο. Παρόλο που προσδιορίζονται σαφώς και ο χρόνος και ο τόπος της ιστορίας (δεκαετία του 1960 στην Νότια Αφρική), η διεισδυτική ματιά του συγγραφέα καταφέρνει να μιλήσει εντέλει με έναν πολύ πιο ευρύ τρόπο για τον άνθρωπο, για την αγάπη και συνάμα την εχθρότητα μεταξύ των μελών μιας οικογένειας, τις ματαιωμένες επιθυμίες, τα ανεπούλωτα τραύματα.
Το «Χαίρετε κι Αντίο» είναι ένα έργο δωματίου για δύο ηθοποιούς. Ένα έργο σχέσεων, γραμμένο με μεγάλη μαστοριά, υπόγειο χιούμορ και μια αίσθηση σασπένς.
‘Ένα έργο με εμφανή την ύπαρξη του «τέταρτου τοίχου». Το ενδιαφέρον είναι όμως ότι σε αυτήν την τόσο ρεαλιστική γραφή υπάρχουν ρωγμές μιας πιο ποιητικής διάστασης των προσώπων και της ιστορίας τους: Τα πρόσωπα, κατά το μεγαλύτερο μέρος του έργου, συνδιαλέγονται, αλλά σε σοφά επιλεγμένες στιγμές ο «τέταρτος τοίχος» πέφτει, αυτή η σχεδόν νατουραλιστική, διαλογική γραφή διακόπτεται και τη θέση της παίρνει μια πιο συμπυκνωμένη, μπεκετικής απόχρωσης θα μπορούσε κανείς να πει, μονολογική γραφή. Αυτή λοιπόν η διττή συγγραφική επιλογή (η οποία φωτίζει με έναν πιο περίτεχνο τρόπο τα κύρια θέματα του έργου, τις κοινωνικές ανισότητες, τις τραυματικές οικογενειακές σχέσεις και αναμνήσεις, τη μοναξιά και το βαθύ προσωπικό αδιέξοδο των δύο χαρακτήρων) ζητά μια εξίσου σύνθετη υποκριτική και σκηνοθετική προσέγγιση.
Κώστας Βασαρδάνης