Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, πήγαμε θέατρο, είδαμε ταινίες, ακούσαμε μουσική, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα – και κάποια από αυτά θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!
(+) Κάτι που μάς άρεσε (+) Η Έμα Στόουν το σήκωσε. Ήταν δίκαιο κι έγινε πράξηΔείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Δεν θα γινόταν σε αυτή εδώ την εβδομαδιαία στήλη να μη χωρέσει κάτι μικρό (αλλά στην πραγματικότητα μεγάλο) για τα φετινά βραβεία Όσκαρ. Σε μια κατά τα άλλα άνευρη τελετή, χωρίς ανατροπές, κάποιοι από εμάς απλώς περιμέναμε να δούμε τι θα γίνει με το βραβείο Α’ Γυναικείου ρόλου, με το ντέρμπι να παίζεται ουσιαστικά μεταξύ της Λίλι Γκλάντστοουν και της Έμα Στόουν (με τις υπόλοιπες συνηποψήφιες Ανέτ Μπένινγκ, Σάντρα Ούλερ και Κάρεϊ Μάλιγκαν να βγαίνουν εκτός ουσιαστικού συναγωνισμού για εμένα) και να αποτελεί βασικό θέμα συζήτησης στο διαδίκτυο μέχρι τη στιγμή της 96ης απονομής. Προσωπικά η αυτόχθονας Αμερικανίδα ηθοποιός του Σκορσέζε στο «Killers of the Flower Moon» ήταν υπέροχη στον ρόλο της Μόλι ξεχωρίζοντας σαν μια ήρεμη δύναμη μ’ ένα καθηλωτικό και απόλυτα εκφραστικό βλέμμα, που όταν μάλιστα είδα την ταινία σκέφτηκα πως δεν είναι και απίθανο να τα καταφέρει να βρεθεί υποψήφια και – γιατί όχι; – να πάρει το πολυπόθητο Όσκαρ. Αργότερα, η βράβευσή της στα SAG ήταν ιστορική αφού έγινε η πρώτη γυναίκα ιθαγενής που βραβεύθηκε ποτέ στην ιστορία του κινηματογράφου – κάτι που εάν επαναλαμβανόταν το βράδυ της Κυριακής στα Όσκαρ, θα έφερνε ξανά στο προσκήνιο τον αγώνα των ιθαγενών για ορατότητα. Επομένως, υπήρχε παραπάνω από ένας λόγος που η Γκλάντστοουν θεωρούνταν φαβορί και της άξιζε για εμένα. Μέχρι να δω την Έμα Στόουν στον ρόλο της Μπέλλα Μπάξτερ στην ταινία Poor Things…
Ευτυχώς η βραδιά επιφύλασσε μια μεγάλη έκπληξη για όλους και ειδικά για το ελληνικό κοινό που στηρίζει τη δουλειά του Γιώργου Λάνθιμου, αφού η Έμα Στόουν έκανε τελικά την ανατροπή κερδίζοντας το βραβείο Α’ Γυναικείου ρόλου. Ήταν δίκαιο κι έγινε πράξη γιατί πολύ απλά η ίδια απογείωσε τον ρόλο της από κάθε άποψη, σηκώνοντας πάνω της μια ολόκληρη ταινία. Πλέον η Μπέλλα Μπάξτερ θεωρείται ένας εμβληματικός χαρακτήρας, «υπαρκτός» ανεξάρτητα από το Poor Things.
Ευδοκία Βαζούκη
Είμαι απλώς σινεφίλ. Δεν είμαι, δηλαδή, ειδικός του σινεμά για να πω με ακρίβεια αν οι «Υπέροχες ημέρες» είναι μια ταινία – επιστροφή για τον Βιμ Βέντερς. Πάντως στα 78 του χρόνια, ο σκηνοθέτης που μας μάγεψε με τα «Φτερά του έρωτα» και το «Παρίσι – Τέξας» (πολλές δεκαετίες νωρίτερα), αποκαλύπτει πως η καλλιτεχνική ωριμότητα ίσως να βρίσκεται και στην ελαχιστοποίηση των μέσων και του λόγου με τα οποία αφηγείσαι μια ιστορία.
Κάπως έτσι, πράττει και στις «Υπέροχες μέρες», που αφηγείται τη ζωή ενός σχολαστικού καθαριστή δημόσιων τουαλετών στο σύγχρονο, «γκρίζο» Τόκιο. Η μοναξιά και η απομόνωση καθορίζουν την καθημερινή τελετουργία ζωής ενός ανθρώπου που ο Γερμανός σκηνοθέτης κινηματογραφεί σαν να πρόκειται για δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ. Φυσικά, ο Κότζι Γιακούσο, αυτός ο φοβερός Ιάπωνας ερμηνευτής, δίνει απίστευτο βάθος στη ζωή του ήρωα του που περνάει αθόρυβα, στην επαναλαμβανόμενη καταγραφή μιας ανώνυμης καθημερινότητας, που συντροφεύουν τα τραγούδια του Λου Ριντ και της Πάττι Σμιθ και τα βιβλία του Γουίλιαμ Φώκνερ και της Πατρίσια Χάϊσμιθ. Η συνεργασία τους σηματοδοτεί μια τρυφερή, ποιητική σύζευξη ανάμεσα στην ευρωπαϊκή και ιαπωνική αντίληψη για την κινηματογραφική τέχνη. Είδα την ταινία στην κεντρική αίθουσα του «Δαναού».
Στέλλα Χαραμή
View this post on Instagram
Η τελευταία ανακάλυψη της εβδομάδας και η μέχρι τώρα αγαπημένη μου. Αν έχεi πάρει το μάτι σας κάτι από J-Drama, ή καμιά παραδοσιακή ιαπωνική ταινία, από αυτές που συνήθως συναντάς τα σαββατοκυριακάτικα απογεύματα στην τηλεόραση, ίσως να μπορείτε να καταλάβετε περί τίνος πρόκειται. Αν όχι, αφήστε το πάνω μου. Ό,τι προκειται να περιγράψω μπορεί να ακουστεί κάπως γλυκανάλατο και ουτοπικό, ωστόσο αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα. Διασχίζοντας την οδό Αγιάς Βαρβάρας και φτάνοντας στον αριθμό 79, είναι αδύνατο να μην σας τραβήξει την προσοχή το ολάνθιστο και καταπράσινο μαγαζάκι. Μόλις εισέρχεσαι στον χώρο, η ηρεμία και η γαλήνη που επικρατεί σε κατακλύζει, ενώ κάθετί που σε απασχολεί περιμένει υπομονετικά απ’ έξω, μέχρι να αποχωρήσεις κια να βρει την ευκαιρία να σκαρφαλώσει ξανά στο κεφάλι σου. Ωστόσο, η πρωτόγνωρη εμπειρία που σου προσφέρει το Ohayo Teahouse μπορεί και να τα εξαλείφει εντελώς.
Ειλικρινά, η ζεν ατμόσφαιρα που κυριαρχεί στην αρχή σε μπλοκάρει λιγάκι (ειδικά αν είσαι ηχηρός από την φύση σου, σαν και του λόγου μου) και προσπαθείς να παραμείνεις συγκεντρωμένος, ώστε να μην σου ξεφύγει κάτι πιο δυνατά και άθελά σου διαταράξεις το κλίμα. Ωστόσο, λίγα λεπτά μετά χαλαρώνεις και γίνεσαι ένα με το Ohayo. Ο χώρος κατάμεστος από λουλούδια κάθε είδος και χρώματος, ενώ μαζί με ό,τι κι αν παραγγείλεις, σου φέρνουν κι από ένα μικροσκοπικό χαριτωμένο μπουκαλάκι με μικρά ανθάκια ταιριαστά με το χρώμα του ροφήματός σου. Παραδοσιακά ασιατικά τσάι, σε πολλούς διαφορετικού και ενδιαφέροντες συνδυασμούς γεύσεων και αρωμάτων, κλασικά επιδόρπια και αλμηρα σνακ, αλλά και αρκετές παραλλαγές με βάση την matcha, είναι μερικά από τα highlights του καταλόγου. Προτείνω ανεπιφύλακτα original ιαπωνικό milk tea, τιραμισού, αλλά και matcha latte. Γενικά, δεν είμαι μεγάλη φαν του matcha, αλλά το συγκεκριμένο μου άρεσε πολύ. To Ohayo αποτελεί μια όαση απόλυτης χαλάρωσης και ηρεμίας, όπου οι ιαπωνικές γεύσεις παίζουν κυνηγητό με τα αξεπέραστα αρώματα και τα πολύχρωμα άνθη που σε περιβάλλουν. Και πίστεψε με, πρέπει να την επισκεφτείς κι εσύ!
Ειρήνη Δερμιτζάκη
View this post on Instagram
Αν έχεις σγουρά ή σπαστά μαλλιά (ή αν πάντα νόμιζες ότι έχεις ίσια μαλλιά μέχρι που άρχισες να αναρωτιέσαι γιατί τα μαλλιά σου είναι μονίμως φριζαρισμένα) τότε αυτό το “Hot” είναι για εσένα – οι υπόλοιποι συνεχίστε το σκρολ. Την περασμένη εβδομάδα, ενώ χάζευα στο Instagram, είδα ένα story του mycurls.gr (αν είσαι σγουρομάλλα κατά πάσα πιθανότητα τις κάνεις ήδη follow), που μου κίνησε πολύ το ενδιαφέρον κι αυτό γιατί είχα περάσει άλλο ένα “τραυματικό” wash day, έχοντας συνειδητοποιήσει ότι μετά από 1 ώρα σκληρής “γυμναστικής” με το πιστολάκι, οι μπούκλες μου δεν μου έδωσαν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ενώ, λοιπόν, αναρωτιόμουν τι πάει πάλι λάθος, είδα ένα story που καλούσε όλους τους σγουρομάλληδες εκεί έξω να γίνουν “curly heroes”, να μάθουν και να αγαπήσουν τα μαλλιά τους, μέσα από ένα workshop. Έκλεισα τα εισιτήρια αστραπιαία και κάπως έτσι βρέθηκα την Τετάρτη στη Δημοτική Αγορά Κυψέλης, για να παρακολουθήσω ένα πραγματικά σωτήριο σεμινάριο από την ομάδα του mycurls.gr, που μας εξήγησε ποιος είναι ο τύπος και το επίπεδο πορώτητας των μαλλιών μας, τι σημαίνει αυτό για τη φροντίδα τους και πώς μπορούμε με μερικά απλά βήματα να κάνουμε τη ζωή μας πιο εύκολη και τα μαλλιά μας πιο υγιή.
Και αν δεν με άκουσες όταν πρότεινα στους μη-σγουρομάλληδες να σκρολάρουν και να πάνε αμέσως στο επόμενο “Hot”, τότε μάλλον τώρα σκέφτεσαι ότι πρέπει να υπερβάλλω για τη σημασία αυτού του σεμιναρίου. Εξάλλου “μιλάμε για μαλλιά, απλά, σωστά;”. Σωστά, μόνο που στην Ελλάδα τα σγουρά μαλλιά (και οι ανάγκες του) θεωρούνται ταμπού, το πρότυπο ομορφιάς συνεχίζει να είναι το ίσιο μαλλί και πολλές κοπέλες, όπως εγώ, μεγαλώσαμε, έχοντας μάθει να πολεμάμε τα φυσικά μας μαλλιά. Είναι λοιπόν, φοβερά λυτρωτικό να βρίσκεσαι σε μία αίθουσα γεμάτη πανέμορφα σγουρά μαλλιά, για έναν εξίσου όμορφο λόγο: να κατανοήσεις και να αγαπήσεις ένα κομμάτι του εαυτού σου.
Τατιάνα Γεωργακοπούλου
Αν είσαι ένας από αυτούς που τα τελευταία 2-3 χρόνια ακούν συχνά τον όρο «manifesting» είναι επειδή έχει γίνει το απόλυτο trend ψυχικής ευεξίας. Ο όρος αυτός αν και υπάρχει πολλά χρόνια τώρα, έγινε viral εξαιτίας της πανδημίας. Δεν είναι κάτι που μας εντυπωσιάζει άλλωστε αφού την περίοδο εκείνη όλοι χρειαζόμασταν μερικές σταγόνες πίστης. Εγώ αποφάσισα λοιπόν να μάθω τα πάντα για το «manifest», μέσα από ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο – και αυτό διάβαζα κι εγώ όλη την προηγούμενη εβδομάδα.
Το βιβλίο ονομάζεται «Manifest, 7 βήματα για να ζήσεις την ζωη που ονειρεύεσαι» (εκδόσεις Ψυχογιός), γραμμένο από την coach προσωπικής ανάπτυξης και «βασίλισσας του manifesting» Ρόξι Ναφούσι και σας το συστήνω ανεπιφύλακτα. Καταρχάς το πρώτο βήμα είναι να κατανοήσεις το τι σημαίνει manifesting. Σημαίνει να επιθυμείς κάτι τόσο πολύ, να πιστεύεις τόσο βαθιά ότι θα γίνει στα αλήθεια, που τελικά συμβαίνει. Δεν αποτελεί κάτι καινούριο. Εξάλλου, ο όρος έχει τις ρίζες του σε κάποια φιλοσοφικά ρεύματα περασμένων αιώνων ακόμη και σε θρησκείες. Το συγκεκριμένο βιβλίο το συστήνω διότι, εξηγεί στον αναγνώστη πώς να υλοποιήσει και να δημιουργήσει την ζωή που πάντα ονειρευόταν σε μολις 7 απλά βήματα. Από το πως να βρεις την τελεια δουλειά μέχρι το πως να αγοράσεις το σπίτι που πάντα ονειρευόσουν. Φτάνει να έχεις την πίστη, συνοδοιπόρο σε όλο αυτό το ταξίδι. Συμπερασματικά, αν είναι κατι που κράτησα εγώ από αυτό το βιβλίο, είναι ότι το έδειξε τον τρόπο για το πως θα καλλιεργήσω την αγάπη προς τον εαυτό μου και να ζήσω την καλύτερη εκδοχή της δίκης μου ζωής. Με χρόνο και πίστη. Διαβάστε το και κάνε το «manifest» τρόπο ζωής!
Μαργαρίτα Ψυχή
Είναι ένα πολύ γλυκό και τρυφερό συναίσθημα όταν ένας καλλιτέχνης καταφέρνει να σε «συντροφεύει» με τη μουσική του και να σε ενθουσιάζει από την περίοδο της θυελλώδους εφηβείας έως εκείνη της «comme ci comme ça» ενηλικότητας. Αυτό κάνει η υπέροχη Norah Jones για εμένα. Την εβδομάδα που μας πέρασε, η βραβευμένη με Grammy τραγουδίστρια και τραγουδοποιός κυκλοφόρησε το 9ο studio album της, με τίτλο «Visions», για τη δημιουργία του οποίου ένωσε τις δυνάμεις της με τον μουσικό παραγωγό και πολυοργανίστα Leon Michels. Ακούγοντας το «Visions» το πρώτο πράγμα που με γοήτευσε είναι η ρετρό αισθητική που αποπνέει, οι εμφανείς αυτοσχεδιαστικές τάσεις που επιδεικνύει η Norah Jones κάθε φορά που εισέρχεται στο στούντιο να δημιουργήσει, η φρεσκάδα που απορρέει από την αίσθηση πως κάθε τραγούδι επιφυλάσσει και μια έκπληξη για τον ακροατή. Προσωπικά αγαπημένα το «Running», το «Paradise», το «Starring at the Wall» το «I Just Wanna Dance» και το «Swept Up in the Night». Άλλοτε ζωηρό και εύθυμο, άλλοτε ένα κλικ πιο νοσταλγικό και μελαγχολικό, με αβίαστες μεταβάσεις από τη mellow/indie pop στη jazz, τη soul και τη blues, το «Visions» αποδεικνύει πως, 22 χρόνια μετά, η Αμερικανίδα καλλιτέχνιδα επιθυμεί με την ίδια όρεξη να εξερευνήσει τη μαγεία της μουσικής και να μάς οδηγήσει μαζί της σε ονειρικά μονοπάτια.
Αριστούλα Ζαχαρίου
Ο Γιωργής Τσουρής με το έργο «Μακριά από Παιδιά» κλείνει τη δραματική τριλογία, που απαρτίζεται από τα έργα του «170 Τετραγωνικά» και τον «Χαρτοπόλεμο» και παρουσιάζει μια παράσταση μεστή και ουσιαστική ως προς το κοινωνικό νόημα γύρω από την ελληνική οικογένεια, τις προτεραιότητες, τα θέλω και υφαίνει μια ιστορία με κορύφωση τις αποκαλύψεις που αφαιρεί το πέπλο των μυστικών.
Η παράσταση είναι ολοκληρωμένη και φτάνει σε μια λύση, χωρίς όμως να στερεί σε βάθος και στα υπόλοιπα σημεία του έργου. Ο Γιώργος Παλούμπης που έχει αναλάβει τη σκηνοθεσία αποδίδει το οικογενειακό χάος και πίσω από τις κλειδωμένες ή ξεκλείδωτες πόρτες εισάγει νέα πρόσωπα και αποφορτίζει τη σκηνή όποτε πρέπει. Απλώνει τη παράσταση στο λειτουργικό σκηνικό της Αρετής Μουστάκα, το οποίο χτίζει και τα επίπεδα της δράσης. Η εγκατάσταση videowall επίσης λειτουργεί θετικά και αξιοποιεί τον χρόνο με περιεχόμενο που συμπληρώνει τη παρούσα κατάσταση και όσο οι διαφωνίες, οι συγκρούσεις, τα μυστικά διαδέχονται το ένα το άλλο, η ενέργεια των ηθοποιών δυναμώνει με τον Γιωργή Τσουρή και την Ελεάνα Καυκαλά, ως το ζευγάρι, να φτάνουν στο απόγειο των εξωτερικεύσεων, ο καθένας στον ρόλο του. Αντίστοιχα και ο Σταύρος Μαρκάλας και Κωνσταντίνος Ελματζίογλου διαμεσολαβούν στις εξελίξεις, προσθέτουν άλλο ύφος και έχουν ικανοποιητική παρουσία στη σκηνή, ενώ στο ρόλο της η Χριστίνα Τσάφου ταιριάζει απόλυτα χαρίζοντας στιγμές γέλιου.
Συνολικά, ήταν μια παράσταση που απόλαυσα. Όσο για τη παράσταση είναι δουλεμένη, έχει ένα δυνατό κείμενο, σχολιάζει τη σχέση μεταξύ άντρα και γυναίκας, τον γάμο, το ψέμα, τα συμπτώματα της καταπίεσης των κοινωνικών ρόλων και μέσα από τη ρεαλιστική προσέγγιση, ηθογραφεί όχι μόνο αυτούς τους ανθρώπους αλλά και όλους εμάς.
Λίνα Ρόκα
Καμιά φορά μου φαίνεται περίεργο που κάθε εβδομάδα γίνεται κάτι τόσο παράλογο στη χώρα μας, που καλούμαστε να γράψουμε πράγματα που (στο μυαλό μας τουλάχιστον) είναι αυτονόητα. Αυτή την εβδομάδα, η κλασικά εξωφρενική επικαιρότητα μάς “επιβάλλει” να υπενθυμίσουμε σε μερικούς ανθρώπους της πολιτικής και θρησκευτικής ζωής δύο πράγματα, πρώτον ότι λογοκρισία και τέχνη δεν πάνε μαζί και δεύτερον ότι ένα σώμα δεν μπορεί να θεωρηθεί βλάσφημο μόνο και μόνο επειδή είναι “γυμνό”. Αναφέρομαι φυσικά στην αφίσα του ντοκιμαντέρ της Ελίνας Ψύκου, “Αδέσποτα Κορμιά”, που συμμετέχει στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και προκάλεσε την “οργή” του Μητροπολίτη της Θεσσαλονίκης, αλλά και του κόμματος “Νίκη” – που απ’ ότι φαίνεται συνηθίζει να χρησιμοποιεί τις Επίκαιρες Ερωτήσεις της Βουλής για να θέτει σημαντικά (not) ερωτήματα μια εποχή που μία “βλάσφημη” αφίσα είναι προφανώς το μικρότερο που απασχολεί έναν πολίτη αυτής της χώρας.
Ο ερωτών βουλευτής της “Νίκης” ανέφερε συγκεκριμένα ότι “η προκλητική, βλάσφημη και αντιαισθητική αφίσα, η οποία απεικονίζει εσταυρωμένη τη μορφή μιας γυναίκας, εγκύου και γυμνόστηθης, […] παραπέμπει απροκάλυπτα και χωρίς καμία αμφιβολία – σε βαθμό ταύτισης – στο ιερό πρόσωπο της Παναγίας”, ενώ αναρωτήθηκε “Τι ακριβώς προάγει μία γυμνόστηθη, κυοφορούσα εσταυρωμένη;” – ένα ερώτημα, που πολύ θα ήθελα να τον δω να απαντά ο ίδιος χωρίς να αποκαλύψει περαιτέρω την σεξιστική φύση αυτού του ερωτήματος. Πάντως είναι απορίας άξιο, το γεγονός ότι άνθρωποι που υποτίθεται πως ασπάζονται τον Χριστιανισμό, δεν μπορούν να καταλάβουν τον συμβολισμό αυτής της αφίσας.Όπως απάντησε η ίδια η σκηνοθέτις, Ελίνα Ψύκου: “Η εικαστική πρόταση της δημιουργικής ομάδας για την αφίσα της ταινίας είναι ένα γυναικείο σώμα, έτοιμο να φέρει στον κόσμο μια ζωή, μα ταυτόχρονα ένα σώμα πληγωμένο και καταδικασμένο σε θάνατο. Αυτή η αντίφαση συμπυκνώνει εικαστικά την αντίφαση του σύγχρονου δυτικού κόσμου ως προς την αντιμετώπιση βασικών ατομικών δικαιωμάτων. […] Καμία ανάγκη για πρόκληση, καμία βλασφημία – τι σημαίνει άλλωστε αυτό; – μόνο η ανάγκη προάσπισης έκφρασης, αυτονομίας και αυτοδιάθεσης”. Απόλυτα κατανοητή, νομίζω.
Τατιάνα Γεωργακοπούλου