MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΕΤΑΡΤΗ
25
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ

Συν & Πλην: «Ο Ρόζενκρατζ και ο Γκίλντερστερν είναι νεκροί» στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων

Μια σύνοψη των θετικών και αρνητικών σημείων για την παράσταση «Ο Ρόζενκρατζ και ο Γκίλντερστερν είναι νεκροί» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού που ανεβαίνει στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων

stars-fullstars-fullstars-fullstars-halfstars-empty
| Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
author-image Στέλλα Χαραμή

Το έργο

Στα 30 του χρόνια ο Τομ Στόπαρντ γράφει το πρώτο του έργο και ήταν, μάλλον, το καλύτερο ντεμπούτο που μπορούσε να φανταστεί κανείς. Το «Ρόζενκρατζ και Γκίλντεστερν» κάνει πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου το 1967, την ίδια χρονιά ανεβαίνει στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας και μέσα σε ένα χρόνο έχει περάσει στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, κατακτώντας και τη Νέα Υόρκη.

Ο Τομ Στόπαρντ ερευνά τους μηχανισμούς του θεάτρου – και δη του θεάτρου του παραλόγου – και την ίδια ώρα καυτηριάζει τους μηχανισμούς και τον παραλογισμό της εξουσίας. Στη δική του εκδοχή, ο Άμλετ, η δολοφονία του πατέρα του και ο σφετερισμός του θρόνου από τον αδερφό του Κλαύδιο είναι η «πίσω ιστορία». Στην επιφάνεια της αφήγησης, βρίσκονται δύο πλάνητες (στην πρώτη σκηνή ορκίζεσαι ότι έχουν πρώτο βαθμό συγγένειας με τον Βλαδίμηρο και τον Εστραγκόν από το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ) οι οποίοι σκοτώνουν το χρόνο τους παίζοντας κορώνα – γράμματα, τσακώνονται με ανούσιες αφορμές και προσπαθούν να βρουν το νόημα στα γεγονότα που τους συμβαίνουν. Είναι ο Ρόζενκρατζ και ο Γκίλντεστερν, δύο παλιοί φίλοι του πρίγκιπα της Δανίας οι οποίοι, ύστερα από το αίτημα του βασιλιά, σπεύδουν στο παλάτι για να βοηθήσουν τον Άμλετ να ξαναβρεί τη διάθεση του για ζωή. Αφού αυτό δεν καθίσταται εφικτό (καθώς ο Άμλετ γνωρίζει για τη σατανική δράση του νέου βασιλιά), ο Κλαύδιος τους αναθέτει να συνοδεύσουν τον πρίγκιπα στην Αγγλία. Χωρίς να γνωρίζουν ότι τον στέλνουν στο θάνατο του. Μέχρι, ωστόσο, και την τελευταία τους στιγμή, οι δυο μάλλον συμπαθητικοί, μάλλον αφελείς, και σίγουρα, σε κατάσταση σύγχυσης, ήρωες αναρωτιούνται: «Γιατί εμείς; Θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε στη θέση μας!».

Ο Στόπαρντ, αφομοιώνοντας βασικές αρχές από το θέατρο του Σάμιουελ Μπέκετ και υιοθετώντας μια ευθεία συνομιλία με την σαιξπηρική τραγωδία του «Άμλετ» παραδίδει ένα ευφυές σχόλιο για τη σύμβαση του θεάτρου μέσα στο θέατρο. Αποκαλύπτει, δηλαδή, πως μια μεγαλειώδης θεατρική τραγωδία του ‘Αμλετ φαντάζει στα μάτια δύο, ήσσονος σημασίας, ρόλων, του Ρόζενκρατζ και του Γκίλντεστερν και συνάμα πως η εξουσία μηχανορραφεί εν αγνοία των ανώνυμων πολιτών που βρίσκονται τελικώς υποχρεωμένοι να εκτελούν τις εντολές και να πληρώνουν με αίμα – «πάντα με αίμα» – το τίμημα των επιλογών της.
Το έργο «Ο Ρόζενκρατζ και ο Γκίλντεστερν είναι νεκροί» δεν λειτουργεί απλώς σαν την ‘φόδρα’ του «΄Αμλετ», μα ως κάτι πολύ σημαντικότερο: Αντιπαραβάλει τα μεγέθη εξουσιαζόμενου – εξουσιαστή, ρίχνοντας τους προβολείς στον αυλικό και όχι στο βασιλιά· αφού αποδέκτης των αποφάσεων, των ραδιουργιών, των αδικιών και της τιμωρίας είναι ο πρώτος. «Ποιος θα μας έλεγε ότι είμαστε τόσο σπουδαία πρόσωπα;» αναρωτώνται οι δυο τους πικρά, θέτοντας – παρότι αφελείς – υπαρξιακά και φιλοσοφικά ερωτήματα για την ελευθερία του ατόμου, τη λαϊκή βούληση, την πλευρά που γέρνει ο κόσμος.
Εδώ, ο Τομ Στόπαρντ πειραματίζεται με τη δομή της τραγωδίας, την εμποτίζει με πικρή, καυστική σάτιρα, εμπλουτίζει και επαναδιαπραγματεύεται τα όρια του θεάτρου του παραλόγου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΒλαδίμηρος Κυριακίδης: Τα βράδια λέω στον εαυτό μου πως είμαι ένα τίποτα ώστε να ξεκινώ από την αρχή12.09.2018

Στην Ελλάδα, το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά το 1972 σε σκηνοθεσία του Λάμπρου Κωστόπουλου με τους Νικηφόρο Νανέρη και Χρήστο Πολίτη στους βασικούς ρόλους. Το 1988, ξαναήρθε στο προσκήνιο χάρη στη νέα μετάφραση του Μίνωα Βολανάκη, ο οποίος το ανέβασε το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, όντας καλλιτεχνικός διευθυντής του. Πρωταγωνιστές του ήταν ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης, ο Αίας Μανθόπουλος και ο Κωστής Μπερικόπουλος (σε διπλή διανομή). Χρήση της ίδιας μετάφρασης κάνει και ο Στάθης Λιβαθινός στο ανέβασμα για τη σκηνή του «Κυκλάδων».

Ο θεατρικό θίασος της παράστασης αποτελούμενος από τους ‘Αρη Τρουπάκη, Πάρη Αλεξανδρόπουλο και Φοίβο Μαρκιανό.

H παράσταση

Το, σπάνια παιζόμενο, ανανεωτικό – στο χώρο της συγγραφής του παραλόγου – θεατρικό έργο του Τομ Στόπαρντ ανεβαίνει από το Στάθη Λιβαθινό σε μια ισορροπημένη ανάγνωση που αναδεικνύει τις πολλές νοηματικές στοιβάδες του. Υποβλητική ατμόσφαιρα, έμφαση στο τραγικό χιούμορ και έντονη θεατρικότητα περιβάλλουν τις βασικές αξιόλογες ερμηνείες – Νίκος Καρδώνης, Βασίλης Ανδρέου, Άρης Τρουπάκης. Αν τονωθεί και ο, κατά τόπους, πλαδαρός ρυθμός, η παράσταση θα αποκτήσει μεγαλύτερη δυναμική.

Στάθης Κόϊκας και Πολυξένη Παπακωνσταντίνου ως ‘Αμλετ και Οφηλία.

Τα Συν (+)

Η σκηνοθεσία

Από την ‘πίσω πόρτα’, μπαίνει αυτή τη φορά στον κόσμο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, ο Στάθης Λιβαθινός. Και η απόφαση να σκηνοθετήσει ένα πιο σύγχρονο «κλασικό» (το οποίο παραμένει συνεπές στις ‘ανήσυχες’ θεματολογίες που τον απασχολούν) αποδεικνύεται μια ενδιαφέρουσα δοκιμασία. Ο Λιβαθινός επενδύει σοφά στη σύμβαση του θεάτρου μέσα στο θέατρο – κάτι που τελικά καθορίζει τη σκηνοθετική ατμόσφαιρα και χαρίζει στην παράσταση έντονη αίσθηση θεατρικότητας. Την ίδια ώρα, υπογραμμίζει την λοξή κωμικότητα εξασφαλίζοντας τους αναγκαίους τόνους ελαφράδας σε ένα πυκνό, πολιτικό κείμενο με απαιτητική δομή.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΣτάθης Λιβαθινός: Η ζωή μου είναι τα λάθη μου. Αλλά χωρίς λάθη δεν γίνεται12.09.2018

Οι βασικές ερμηνείες

Όπως το απαιτεί και η δραματουργία, τα φώτα πέφτουν πάνω στους Ρόζενκρατζ και Γκίλντεστερν· έτσι και η σκηνοθεσία φαίνεται να εστιάζει περισσότερο στις ερμηνείες των Βασίλη Ανδρέου και Νίκου Καρδώνη, που αντίστοιχα τους ερμηνεύουν. Πιο ποιητικός, εσωτερικός και, μπεκετικής υφής, ο πρώτος, πιο εξωστρεφής και καθαρόαιμα κωμικός ο δεύτερος, κρατούν την παράσταση σε καλά χέρια, εκθέτοντας την ασκημένη χημεία τους μέσα στο ensemble του Στάθη Λιβαθινού. Ο τρίτος εξέχων ερμηνευτικός πόλος της παράστασης έρχεται μέσα από τη στιβαρή και, με έντονη εκφραστικότητα, παρουσία του ‘Αρη Τρουπάκη στο ρόλο του επικεφαλής θεατρίνου. Παρά τη σύντομη παρουσία τους, με ενδιαφέρον βλέπουμε την απολαυστική παντομίμα των Φοίβου Μαρκιανού και Πάρη Αλεξανδρόπουλου καθώς και τον «αποκλίνων» Άμλετ του Στάθη Κόϊκα.

Η μουσική

Τόσο η πρωτότυπη μουσική σύνθεση του Θοδωρή Αμπαζή (σε λυρικό τόνο) όσο και η ζωντανή της εκτέλεση από τους Θοδωρή Κοτεπάνο, Φίλανδρο Μάριο Καρρά και Δημήτρη Κοτταρίδη συμβάλλουν σημαντικά στην αφήγηση και υπογραμμίζουν τη συνθήκη του θεάτρου εν θεάτρω.

Η σκηνογραφία

Εν προκειμένω, η σκηνογραφία της Ελένης Μανωλοπούλου δεν έρχεται από τον σχεδιασμό ενός σκηνικού αλλά από το ανασχεδιασμό ενός θεάτρου. Το ιστορικό «Κυκλάδων» λαμβάνει άλλη από την παλιά του διάταξη ως «π» όπου η πλατεία περικλείει τη σκηνή. Πλέον, η σκηνή αναπτύσσεται ως μια λωρίδα – πασαρέλα που επικοινωνεί με τις παλιές εισόδους του θεάτρου και την έξοδο προς τα καμαρίνια. Ειδικά για τη θεματολογία της συγκεκριμένης παράσταση – όπου οι ήρωες διανύουν μια άγνωστη πορεία – η νέα διάταξη μοιάζει να λειτουργεί αποτελεσματικά. Έτσι, η μοναδική καθαρόαιμη σκηνογραφική παρέμβαση της Μανωλοπούλου περιορίζεται στην τελευταία πράξη, του ταξιδιού προς την Αγγλία, όπου η σκηνική πασαρέλα παραπέμπει σε κατάστρωμα πλοίου, παραμυθιακής αισθητικής.

Βασίλης Ανδρέου, Στάθης Κόϊκας και Νίκος Καρδώνης.

Τα Πλην (-)

Ο ρυθμός

Αν ο υφολογικός πυρήνας του έργου είναι η περιπέτεια του παραλόγου, τότε ο αυστηρός ρυθμός που έχει ανάγκη αυτό το είδος για να καταστεί ακόμα πιο αιχμηρό και αποδοτικό, ατονεί σε στιγμές.

Οι δευτερεύοντες ρόλοι

Οι μικρότεροι ρόλοι – πρωταγωνιστικοί στο σαιξπηρικό έργο – φαίνεται πως έχουν περιοριστεί δραστικά με πολύ σύντομη έως ανύπαρκτη σκηνική παρουσία για τους ηθοποιούς που τους ερμηνεύουν. Λόγου χάρη, ο Γιώργος Δάμπασης ως Πολώνιος κάνει δύο βιαστικά περάσματα, η Οφηλία της Πολυξένης Παπακωνσταντίνου είναι, πρακτικά, απούσα. Αλλά και οι, κάπως, πιο λειτουργικοί ρόλοι έχουν τόσο περιορισμένο χρόνο να αναπτυχθούν, ώστε οι ερμηνευτές καταφεύγουν σε εντάσεις για να δώσουν το στίγμα τους: Τόσο ο Κλαύδιος του Δημήτρη Φιλιππίδη αλλά, κυρίως, η Γερτρούδη της Μαρίας Σαββίδου.

Τα κοστούμια

Το ενδυματολογικό patchwork – κάτι μεταξύ επικού και μοντέρνου – το οποίο και αποτελεί σχεδιαστικό ίδιον της Ελένης Μανωλοπούλου δεν προσθέτει ούτε σε κομψότητα, ούτε λειτουργεί ως σχόλιο στη δραματουργία. Τα μόνα κοστούμια που μοιάζουν έγκυρα είναι αυτά των βασικών ηρώων Ρόζενκρατζ και Γκίλντεστερν, χαρακτηριστικά του μπεκετικού σύμπαντος.

Το άθροισμα (=)

Ατμοσφαιρική και σε βάθος ανάγνωση του απαιτητικού έργου του Τομ Στόπαρντ – αν και με ζητήματα ρυθμού.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Συγγραφέας: Τομ Στόπαρντ
Μετάφραση: Μίνως Βολανάκης
Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός

Σκηνικά: Ελένη Μανωλοπούλου
Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Μουσική: Θοδωρής Αμπαζής
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου

Παίζουν: Πάρης Αλεξανδρόπουλος, Βασίλης Ανδρέου, Γιώργος Δάμπασης, Νίκος Καρδώνης, Στάθης Κόικας, Φοίβος Μαρκιανός, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Μαρία Σαββίδου, Άρης Τρουπάκης, Δημήτρης Φιλιππίδης. Μουσικοί: Θοδωρής Κοτεπάνος, Φίλανδρος Μάριος Καρράς, Δημήτρης Κοτταρίδης.

Διάρκεια: 100'
Τιμές Εισιτηρίων: 15-20 ευρώ
Πληροφορίες: Θέατρο Οδού Κυκλάδων, Κυκλάδων 11 & Κεφαλληνίας, Κυψέλη | 210-8217877
Παραστάσεις: Τετάρτη 19:00 Πέμπτη 20:30 Παρασκευή 20:30 Σάββατο 18.00 & 21:00
Διασκευή: Στάθης Λιβαθινός
Βοηθός Σκηνοθετη: Ανδρέας Λαμπρόπουλος
Link Εισιτηρίων: https://www.ticketservices.gr/event/o-rozenkrantz-kai-o-gkilntenstern-einai-nekroi
Περισσότερα από Κριτική Θεάτρου