Αγώνας για τη δόξα
Μια παραγωγή των Τζέρεμι Τόμας και Ρικάρντο Σκαμάρτσιο που αφηγείται την κόντρα ανάμεσα στην ιταλική ομάδα Lancia Rally 037 και τη γερμανική Audi Quattro κατά τη δεκαετία του ’80.
Εμπνευσμένο από τα απίστευτα αληθινά γεγονότα που έγιναν κατά το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983 και τον έντονο ανταγωνισμό μεταξύ Γερμανίας (Audi) και Ιταλίας (Lancia), το «Αγώνας για τη Δόξα» είναι μία πραγματική “Δαβίδ εναντίον Γολιάθ” ιστορία.
Τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν σε Ελλάδα και Ιταλία με πρόσβαση σε πραγματικούς χώρους, όπως τα γραφεία της Lancia και την πίστα Balocco.
Πρωταγωνιστεί ο Ντάνιελ Μπρουλ («Αντίο, Λένιν», «Captain America: Civil War»).
Η ταινία «Αγώνας για τη Δόξα» είναι ένα πρότζεκτ πάθους των φίλων και παθιασμένων με τα αυτοκίνητα Ρικάρντο Σκαμάρτσιο και Τζέρεμι Τόμας, παραγωγούς της ταινίας. Ο σπόρος της ταινίας φυτεύτηκε όταν γνώρισε τον Τσέζαρε Φιόριο, έναν χαρισματικό αγωνιστικό διευθυντή από τις πολύχρωμες δεκαετίες του 1970 και του ’80. Ο Φιόριο αποτελεί την βασική πηγή για τη δημιουργία της ταινίας, η ιστορία της οποίας διαμορφώθηκε από τις προσωπικές, προφορικές περιγραφές του για τα γεγονότα του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ράλλι του 1983, όπου η ιταλική Lanciaτ τα έβαλε με την γερμανική Audi.
Ο Σκαμάρτσιο, ο οποίος πρωταγωνιστεί κιόλας, έγραψε το σενάριο της ταινίας μαζί με τον Φιλίπο Μπολόνια και τον σκηνοθέτη Στέφανο Μορντίνι. «Είναι μια καταπληκτική ιστορία», δηλώνει ο ηθοποιός. «Μια πολύ μικρή ομάδα με ελάχιστη δύναμη νικάει μια μεγάλη εταιρεία με πολλά χρήματα και τεχνολογικό προτέρημα. Έχασαν γιατί η πιο ισχυρή δύναμη είναι η φιλία, η ανθρωπιά, η ευαισθησία. Αυτό είναι το θέμα μας».
Ο Τσέζαρε Φιόριο, 84 ετών σήμερα, αποτελεί μια από τις πιο ξεχωριστές προσωπικότητες του χώρου της αγωνιστικής οδήγησης. Έχτισε την καριέρα του τη δεκαετία του 1970 με την επιτυχημένη του δουλειά στις ομάδες της Lancia Stratos και Fiat Abarth 131. Χρόνια αργότερα, μετά τα γεγονότα που απεικονίζονται και στην ταινία, ο Φιόριο οδήγησε τη Lancia σε περισσότερες επιτυχίες, προτού μεταπηδήσει στην Formula 1 για να ηγηθεί της περίφημης ομάδας της Ferrari. Σήμερα, μνημονεύεται ως μια καλτ φιγούρα, όχι μόνο χάρη στις επιτυχίες του, αλλά και στην χαρισματική, παλιομοδίτικη και μακιαβελική φήμη του.
Στη καρδιά της ταινίας βρίσκεται η συνεργασία του Φιόριο με τον Γερμανό οδηγό Βάλτερ Ρερλ. Ο Ρερλ έχει μείνει στην ιστορία ως ένας από τους κορυφαίους οδηγούς όλων των εποχών, ξεχωρίζοντας για την μηχανιστική του προσέγγιση στο άθλημα, αλλά και την εκκεντρικότητά του, αφού δεν συμμετείχε στα πρωταθλήματα με σκοπό να κερδίσει τρόπαια, αλλά μονάχα για να αποδείξει πως είναι ο καλύτερος οδηγός.
Μετά την πρώτη, εκ των συνολικά δύο κατακτήσεων του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος, ο Ρερλ σκόπευε να σταματήσει και ο συνοδηγός του αντέδρασε με ελάχιστη ψυχραιμία στο άκουσμα της είδησης. «Πρέπει να είσαι τρελός για να σταματήσεις τώρα, είμαστε παγκόσμιοι πρωταθλητές. Για πρώτη φορά μπορούμε να βγάλουμε λεφτά!», αναφώνησε, με τον Ρερλ να του απαντάει πως δεν το κάνει για τα χρήματα, αλλά θέλει μονάχα να γνωρίζει ο ίδιος πως είναι καλός.
Στόχος η αυθεντικότηταΩς λάτρεις των αυτοκινήτων, οι Τόμας και Σκαμάρτσιο, ήταν αποφασισμένοι η ταινία να μείνει πιστή στην πραγματικότητα, η οποία, στην προκειμένη περίπτωση, διέθετε εξαρχής κινηματογραφική αίγλη. Προτού ξεκινήσει η συγγραφή του σεναρίου, πέρασαν ώρες συνομιλώντας με τον Φιόριο, ο οποίος μοιράστηκε μαζί τους ό,τι συνέβη στο πρωτάθλημα του 1983. Φυσικά, προστέθηκαν κάποια ελάχιστα πράγματα για χάρη της κινηματογραφικής αφήγησης, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία των γεγονότων αποτυπώνεται όπως συνέβησαν.
Φυσικά, προτεραιότητα ήταν και η χρήση αυτοκινήτων της εποχής, το γύρισμα σε δρόμους αντίστοιχης δυσκολίας με εκείνους του πρωταθλήματος της εποχής, καθώς και η περιορισμένη χρήση των ψηφιακών εφέ, τα οποία χρησίμευσαν μόνο για να αλλαχθούν μικρές λεπτομέρειες από το φόντο. Οι απαιτητικές σκηνές των αγώνων γυρίστηκαν σε διάφορα σημεία της Ιταλίας, σε δύσβατους δρόμους της Ελλάδας καθώς και στο γραφικό Σανρέμο.
Ταυτόχρονα, η ταινία αποτελεί και έναν φόρο τιμής στα είδη των ταινιών που ενέπνευσαν τον Σκαμάρτσιο στα νιάτα του. «Θέλαμε να κάνουμε μια παλιομοδίτικη ταινία ευρωπαϊκού σινεμά», δηλώνει ο ηθοποιός, ο οποίος προσθέτει πως οι ταινίες β’ διαλογής των ταινιών της δεκαετίας του ’70, επηρέασαν σημαντικά την προσέγγισή τους.