Πίσω στο 1888 ο Αύγουστος Στρίντμπεργκ έγραψε ένα νατουραλιστικό μανιφέστο για τη «Δεσποινίδα Τζούλια» πετυχαίνοντας να εμβαθύνει στον γυναικείο ψυχισμό σε τέτοιο βαθμό, που πήγαινε απολύτως κόντρα με την εποχή του. Έκτοτε πολλές ψυχολογικές αναλύσεις έχουν πραγματοποιηθεί σε μια προσπάθεια να κατανοηθεί το πώς ο Στρίντμπεργκ κατάφερε να φωτίσει πλευρές της πολύπλευρης γυναικείας φύσης, σκιαγραφώντας ταυτόχρονα μία ψυχική νόσο, αυτής της οριακότητας, σε μια εποχή σαν τη δική του. Και κάπως έτσι η Δεσποινίς Τζούλια του είναι υπεράνω εποχής, αφού μέσα από τη δική της ιστορία θίγονται βαθιά γυναικεία ζητήματα που απασχολούν μέχρι και σήμερα.
Αυτά τα ζητήματα που έθεσε ο Στρίντμπεργκ στην εποχή του, άντλησε ο Τάσος Ιορδανίδης και καταθέτει τη δική του «Τζούλια» μεταφέροντάς τα στη σύγχρονη πραγματικότητα, μέσα από ένα απόλυτα δικό του σημερινό ανέβασμα. Ορμώμενος από τη φράση «αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα» και θέτοντάς την στον πυρήνα της ιστορίας, καταπιάνεται με τα επιμέρους βάρη που καβαλά κάθε ένας από τους ήρωες, τα οποία σύμφωνα με τη δική του ανάγνωση πάνω στον Στρίντμπεργκ, πηγάζουν από όσα τους κληροδότησε η οικογένειά τους γονιδιακά, είτε αποκτήθηκαν στην πορεία της ζωής τους από τον περίγυρό τους, και στήνει μια βαθιά υπαρξιακή συνεύρεση των ηρώων του.
Η Τζούλια στη σημερινή ΑθήναΈτσι από την Σουηδία και την κουζίνα των υπηρετών στο κτήμα ενός κόμη, μεταφερόμαστε σήμερα, τον Μάρτιο του 2024, σ’ ένα ιστορικό θέατρο της Πατησίων. Ο τέταρτος τοίχος ανάμεσα στους θεατές και τους ηθοποιούς γκρεμίζεται και η ιστορία της Δεσποινίδος Τζούλιας «γράφεται» ξανά, αυτή τη φορά σε πραγματικό τόπο και χρόνο, με την ουσία όμως να παραμένει ίδια.
Το θέατρο στην Πατησίων έχει μετατραπεί σε εργοτάξιο. Σε λίγες μέρες θα κάνει πρεμιέρα ο «Άμλετ» και όλα πρέπει να είναι έτοιμα. Για την ώρα σκόνη και μπερδεμένα καλώδια παντού γύρω και ανάμεσά μας, με τη σκηνογράφο, τον ηλεκτρολόγο και την υπεύθυνη του θεάτρου να κάνουν ό,τι μπορούν για να τα προλάβουν όλα. Μετά από λίγο φτάνει στο θέατρο και η θιασάρχις, σκηνοθέτις και πρωταγωνίστρια στον ρόλο του Άμλετ. Αυτό το βράδυ έπρεπε να βρίσκεται στη βράβευση του πατέρα της – με τον οποίο διατηρεί μία προβληματική γενικά σχέση – υπάρχει όμως κάτι που την «τραβάει» στο θέατρο αυτό απόψε. Το θέατρο αυτό που εδώ και χρόνια ανήκει στην οικογένειά της, που οι τοίχοι του κουβαλούν τις ομορφότερες αλλά και πιο σκοτεινές αναμνήσεις της…
Σε αυτό το νέο ανέβασμα οι ηθοποιοί κρατούν τα πραγματικά τους ονόματα. Η Ευσταθία Τσαπαρέλη είναι μια σύγχρονη Τζούλια, ηθοποιός και ιδιοκτήτρια του θεάτρου στο οποίο βρισκόμαστε στο σήμερα, ο Κυριάκος Σαλής είναι ο Ζαν του πρωτότυπου, όμως εδώ μετανάστης δεύτερης γενιάς από την Αλβανία και ηλεκτρολόγος του θεάτρου. Ο ρόλος της Κριστίν του Στρίντμπεργκ δίνεται από τον Ιορδανίδη σε δύο ηθοποιούς, τη Δήμητρα Βήττα που εδώ είναι σκηνογράφος και στενή φίλη της Ευσταθίας και τη Μαρία Καρτσαφλέκη, υπεύθυνη του θεάτρου που δεν έχει στενότερη σχέση με την Ευσταθία, παρά μόνο αυτή της εργαζομένης-εργοδότριας.
Σ’ έναν αναβρασμό προετοιμασιών για την πρεμιέρα του «Άμλετ», οι τέσσερις ήρωες αλληλεπιδρούν πάνω και κάτω από τη σκηνή, στον διάδρομο ανάμεσα στα καθίσματα και σε απόσταση αναπνοής με εμάς τους θεατές που γινόμαστε ρεαλιστικά μέτοχοι μιας ατελείωτης πάλης, εσωτερικής τους ή μη. Οι ήρωες ταλαντεύονται από το φως στο σκοτάδι και τούμπαλιν, «σπάνε», ενώ οι ισορροπίες μεταξύ τους διασαλεύονται και το παιχνίδι εξουσίας τουμπάρει διαρκώς. Ο έρωτας, η βαθιά ανθρώπινη ανάγκη για αγάπη, η πάλη των δύο φύλων, το ανικανοποίητο, η πάλη των κοινωνικών τάξεων, η τοξικότητα των ανθρώπινων εξαρτητικών σχέσεων, η φιλία και η προδοσία, γίνονται τα βάρη που κουβαλούν οι καταπιεσμένοι – ο καθένας για διαφορετικούς λόγους – ήρωες.
Στο επίκεντρο όλων η Ευσταθία, η Τζούλια του Τάσου Ιορδανίδη. Κάνει τελευταία την εμφάνισή της στο θέατρο που της ανήκει. Εντυπωσιακή, μέσα στα ρούχα με τους μεγάλους όγκους (η επιμέλεια των κοστουμιών ανήκει στη Σίσσυ Σουβαλτζόγλου) – ως αναγνωρισμένη πρωταγωνίστρια ξέρει πώς και θέλει να τραβάει τα βλέμματα. Ή την ίδια στιγμή μοιάζει να κουρνιάζει μέσα τους, αφήνει να την αγκαλιάσουν με μια βαθιά επιθυμία να νιώσει την ασφάλεια που έχει τόση ανάγκη. Μεγάλωσε με μια μητέρα που ήταν περισσότερο λαμπερή πρωταγωνίστρια του θεάτρου παρά μητέρα, μια γυναίκα ανυπότακτη, ευαίσθητη, υπερβολικά ταλαντούχα, μα «τρελή», όπως λέει η ίδια η Ευσταθία/Τζούλια στην παράσταση. Χρειαζόταν βοήθεια, μα ποιος να της τη δώσει; Ένας σύζυγος «λίγος» δίπλα της ή ένα μικρό παιδί;
Από όταν ήταν μικρό κορίτσι η Ευσταθία ζούσε στη σκιά της μητέρας της, παρά στο επίκεντρο της έγνοιας και των δύο γονιών της δεχόμενη την φροντίδα που έχει ανάγκη κάθε παιδί και από τις δύο πλευρές. «Ήθελα μόνο να με αγαπάνε, να με φροντίζουν, να μου φτιάχνουν κέικ», αναφέρει η ίδια σε μια στιγμή αδυναμίας. Και οι εφιάλτες του παρελθόντος της δεν σταματούν να τη στοιχειώνουν. Η σχέση με τη μητέρα της εξακολουθεί να τη βαραίνει ακόμη και σήμερα που εκείνη έχει φύγει από τη ζωή. Και η ίδια παλεύει με τα συναισθήματά της. Όσα φέρει και όσα αδυνατεί να νιώσει. Θέλει να πιστέψει, να εμπιστευτεί, ν’ ανήκει κάπου – αλήθεια τι θα έλεγε η μητέρα της αν την άκουγε να το λέει αυτό σήμερα; Αναρωτιέται, καθώς σέρνεται με αργά και σταθερά βήματα στην αυτοκαταστροφή της, ψάχνοντας διεξόδους σε αλκοόλ και ουσίες σ’ ένα διαρκές παιχνίδι με τη φωτιά. Και με την αγάπη τι γίνεται; Είχε μάθει άραγε πώς να αγαπάει;
Ανάμεσα σε συμπεριφορές δήθεν ανωτερότητας απορρέουσας από την κοινωνική της τάξη, έμφυτο, χειριστικό ερωτισμό και αλλοπρόσαλλα ξεσπάσματα, η Τζούλια της Ευσταθίας (Τσαπαρέλη) ελίσσεται σαγηνευτικά στη σκηνή αλλά και γύρω μας, καταφέρνοντας να κάνει τον ρόλο τόσο δικό της. Απέναντί της ο ταξικά κατώτερος ηλεκτρολόγος του θεάτρου Κυριάκος (Σαλής) με τις δεύτερες εσωτερικές σκέψεις και τις κρυφές σκοπιμότητές του, που όμως καταφέρνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη της Ευσταθίας. Τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που όλα θα βγουν στο φως… Και ποιος θα καταφέρει να λυτρωθεί και με ποιο τρόπο;
Η Δήμητρα (Βήττα) πάντα στο πλευρό της Ευσταθίας από μικρά κορίτσια. Η Δήμητρα ήθελε να γίνει η φίλη της Ευσταθίας από την πρώτη στιγμή που την είδε, «με τα μεγάλα μάτια και τα αστεία μαλλιά». Όμως πώς μπορεί η φιλία να έχει ουσιαστική αξία όταν η Δήμητρα υπάρχει μόνο για να σώζει την Ευσταθία λίγο πριν την καταστροφή της; Πόσο μπορεί ν’ αντέξει; Και μέχρι ποιο σημείο μία φίλη μπορεί να σηκώνει στις πλάτες της τα τραύματα της φίλης που ίσως τα χρησιμοποιεί τις περισσότερες φορές για να πετύχει αυτό που θέλει; Η Μαρία (Καρτσαφλέκη) μια εργαζόμενη μητέρα που μεγαλώνει μόνη το παιδί της, με τη δική της διαδρομή και τις δικές της πληγές τις οποίες προσπαθεί να θεραπεύσει μόνη με δουλειά, τσιγάρο και… λίγο λαϊκό τραγούδι όταν τα φώτα της σκηνής σβήνουν.
Η σκηνοθετική προσέγγισηΟ Τάσος Ιορδανίδης ρισκάρει άφοβα και φτιάχνει ένα έργο με μια προσέγγιση σκοτεινή, που αισθήσεις και ψευδαισθήσεις μπερδεύονται σε μια αλληλουχία πραγματικά φορτισμένων καταστάσεων, ενώ εμείς παρακολουθούμε την ψυχοσύνθεση των ηρώων του και το σταδιακό τους ξεγύμνωμα, με τη δική του Τζούλια να βυθίζεται μοιραία μόνη στα σκοτάδια της. Ευχάριστη έκπληξη αποτελούν για εμένα οι απόπειρές του στη συγγραφή, καθώς φαίνεται πως ό,τι τον αγγίζει και κινητοποιεί συναισθηματικά το καταθέτει με έναν εντελώς δικό του τρόπο που σου δίνει την αίσθηση πως η «αλήθεια» του γεννάται real time κάθε φορά πάνω στη σκηνή.
Η παράσταση «Τζούλια» παίζεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00 στο Θέατρο Άλφα – Ληναίος – Φωτίου (28ης Οκτωβρίου 37, Αθήνα, τηλ: 210-5201828). * Οι παραστάσεις συνεχίζουν και μετά το Πάσχα.
Παίζουν: Ευσταθία Τσαπαρέλη, Κυριάκος Σαλής, Δήμητρα Βήττα και Μαρία Καρτσαφλέκη
Τιμές εισιτηρίων: 15 ευρώ (γενική είσοδος), 10 ευρώ μειωμένο (φοιτητές, άνω των 65), 8 ευρώ (ανέργων).
Προπώληση: https://www.more.com/theater/tzoulia/