«Θητεία»: Εικαστικό μνημόσυνο για τον Στέλιο Φαΐτάκη στην γκαλερί Roma
Το έργο των επτά καλλιτεχνών που παρουσιάζεται στην έκθεση μαζί με έργα του Κόντογλου και του Φαϊτάκη, φανερώνει τις κοινές τους καταβολές στη βυζαντινή ζωγραφική, παρά τα «κοσμικά ρούχα» της θεματογραφίας τους.
Ένα εικαστικό μνημόσυνο για τον πρόωρα χαμένο ζωγράφο Στέλιο Φαϊτάκη, που πέθανε σε ηλικία μόλις 47 χρόνων, στις 6 Οκτωβρίου 2023, αποτελεί η ομαδική έκθεση με τον τίτλο «Θητεία», στην οποία συμμετέχουν με έργα τους επτά φίλοι και συνοδοιπόροι του εκλιπόντος.
Ζωγράφος που, από το ξεκίνημά του στην street art, υιοθέτησε το στυλιζαρισμένο πλάσιμο της βυζαντινής μορφής, ο Στέλιος Φαϊτάκης (1976-2023) αποφοίτησε από την ΑΣΚΤ, με καθηγήτρια τη Ρένα Παπασπύρου, ενώ παρακολούθησε και μαθήματα αγιογραφίας. Ο ίδιος δήλωνε «θρησκευτικός ζωγράφος» και θεωρούσε την τέχνη του κομμάτι μιας μεγάλης παράδοσης: «Μου αρέσει η ιδέα του μιλάω μια καλλιτεχνική γλώσσα που έχει βαθιές ρίζες… και στο τέλος της μέρας εξακολουθεί να είναι μια μορφή θρησκευτικής τέχνης που προσωπικά την χρησιμοποιώ γι’ αυτό ακριβώς που είναι, ανεξάρτητα από το θέμα της».
Ζωγραφική με κοινή ρίζαΤο έργο των επτά καλλιτεχνών (Φώτης Βάρθης, Ιωάννα Καφίδα, Κώστας Λάβδας, Νίκος Μόσχος, Εμμανουήλ Μπιτσάκης, Φίκος, Georgia Fambris), που παρουσιάζεται στην έκθεση μαζί με έργα του Φώτη Κόντογλου και του Στέλιου Φαϊτάκη, με επιμέλεια του ιστορικού τέχνης Γιώργου Μυλωνά, δεν συνιστά απλώς αφιέρωμα, φανερώνει και τις κοινές τους καταβολές, στοιχεία που αντλούν από κοινή ρίζα: ανεστραμμένη προοπτική, γραμμικές εκτελέσεις και γεωμετρικά μοτίβα, μετωπική διάταξη των μορφών, απουσία τρίτης διάστασης, όλα όσα διδάσκει η βυζαντινή ζωγραφική γλώσσα αναπλάθονται δημιουργικά, σε συνθέσεις κοσμικού περιεχομένου. Στόχος της, λοιπόν, είναι, πέρα από ένα αφιέρωμα στη μνήμη του χαμένου συναδέλφου τους, να αναδειχθεί ο τρόπος µε τον οποίο καλλιτέχνες της νεότερης γενιάς, αξιοποίησαν και ενέταξαν στους εικαστικούς τους προβληματισμούς στοιχεία της ζωγραφικής μας παράδοσης.
Οι Κώστας Λάβδας, Μανώλης Μπιτσάκης και Φίκος ζωγράφισαν έργα ειδικά για την έκθεση. Ο Λάβδας του αφιερώνει μια μνημειακών διαστάσεων σύνθεση, που εδράζεται σε γεωμετρικές φόρμες και απηχεί το πνεύμα του επαναστατημένου ανθρώπου, το ίδιο που ύμνησε κι ο Φαϊτάκης. Ο Μπιτσάκης συναντά τον Φαϊτάκη στο παράδοξο στοιχείο, παραπέμποντας σε εικόνες – οράματα των μυστικών ή σε συναξάρια αγίων, ενώ ο Φίκος τον απεικονίζει ως μαχητή με στολή νίντζα μέσα σε χρυσό κάμπο, καθώς o Φαϊτάκης αγαπούσε και ασκούνταν συστηματικά στις πολεμικές τέχνες.
Εικονογραφία του καθημερινού ανθρώπουΣε άχρονο τοπίο τοποθετεί τις κατακερματισμένες φιγούρες της και η Georgia Fambris που κάνει χρήση του σώματος και το εξιδανικεύει μέσα από ανίερους υπαινιγμούς, όπως μια ιερή εικόνα προβάλλει το σώμα ενός μάρτυρα. Εξίσου αυθαίρετα, ο Νίκος Μόσχος αλιεύει από τη χριστιανική εικονογραφία το θέμα του «Ευαγγελισμού της Θεοτόκου», αποδίδοντας όχι τη μορφή της αλλά έναν καθημερινό άνθρωπο ως οντότητα ανήμπορη μπροστά σε όσα τον υπερβαίνουν.
Την τέχνη της χαρακτικής αντιπροσωπεύει με τρεις συνθέσεις ο Φώτης Βάρθης, αντλώντας από τη δεξαμενή της παράδοσης. Το στέρεο βυζαντινό σχέδιο που έχει κατακτήσει δίνει φωνή σε λαϊκά παραμύθια, χωρίς να είναι απονεκρωμένο, ξεκομμένο από τους ρυθμούς της σύγχρονης ζωής. Στοιχεία της λαϊκής παράδοσης οικειοποιείται και η Ιωάννα Καφίδα ως μέσο για να αφηγηθεί τη δική της «Βαϊοφόρο». Ένα ζωγραφικό εργόχειρο, το οποίο ανήκει στο δίδαγμα μιας τεχνουργίας με λαϊκό χαρακτήρα. Όπως ομολογεί, όσο το ζωγράφιζε έφερνε στο νου της τον λόγο του Κόντογλου: «Η παράδοση λέγεται έτσι επειδή μ’ αυτή παραδίνουνται από γενεά σε γενεά όσα αγάπησε και τίμησε ο άνθρωπος και τα έκαμε ουσία της ζωής του».
Τέλος, η παρουσία του Φώτη Κόντογλου στην έκθεση δηλώνεται με τον «Λουίζο Μαρότο» από τη συλλογή του Διονύση Φωτόπουλου, ένα έργο εμπνευσμένο από τη μορφή ενός στρατιωτικού αγίου από την Περίβλεπτο του Μυστρά, μέσα από τη μορφή του οποίου ο ζωγράφος καθαγιάζει τον πειρατή, τον πολεμιστή, τον δολοφόνο.
«Αγιογράφος των οδοφραγμάτων»Τέτοιοι, όμως, δεν είναι και οι ήρωες του Φαϊτάκη; Ίσως τον πιο επιτυχημένο χαρακτηρισμό συμπυκνώνει ένα άρθρο που του αφιέρωσαν, με τίτλο «ο αγιογράφος των οδοφραγμάτων». Όπως ο Κόντογλου τον περασμένο αιώνα, έτσι κι ο Φαϊτάκης με τις επιλογές του έστρωσε τον δρόμο ώστε η βυζαντινή τέχνη να εκφραστεί με ποικίλες αναφορές στη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία. Προκειμένου να μιλήσει για την εποχή του, προχώρησε με τόλμη σε επινοήσεις προσωπικού χαρακτήρα, σε διατυπώσεις με pop χαρακτηριστικά, ενταγμένες σε ένα νεοβυζαντινό ύφος.
Ενώ οι εκθέσεις που έκανε ήταν μετρημένες, η παρουσία του σε διεθνείς Μπιενάλε έβγαλε αποφασιστικά την τέχνη του στο εξωτερικό. Με το παράδειγμά του ο Φαϊτάκης όπλισε με αυτοπεποίθηση τους νέους καλλιτέχνες να επιμείνουν σε μια ζωγραφική που δεν είναι το τρέχον νόμισμα της εποχής. Έτσι, αν και βραχύβιο, το πέρασμα του ζωγράφου στάθηκε καθοριστικό για όλη τη γενιά του. Δεν έχει κλείσει και θα αποτιμηθεί με επάρκεια στο μέλλον.
[relart 1]
Ο Φαϊτάκης υπήρξε ένας ιδιότυπος πιστός. Έδειξε καθημερινούς πολίτες ως μακελάρηδες, φωτοστεφανωμένους εξεγερμένους σε μια κόλαση που ανοίγεται στους δρόμους των μεγαλουπόλεων, με το αίσθημα του ζωγράφου που πιστεύει. Μπορεί η επιστήμη να πορεύεται για αιώνες αδιάφορη προς τις δογματικές επιταγές της θρησκείας, αλλά, στη συνείδηση του ζωγράφου, έγινε η ίδια «δόγμα». Την επιστημονική μονομέρεια εικονογράφησε, τη λατρεία της τεχνολογίας στηλίτευσε. Το πνεύμα του ζωγράφου απηχεί το έργο με τίτλο «Για τη βελτίωση της γεωργίας» που, για πρώτη φορά, παρουσιάζεται στο ελληνικό κοινό (έχει εκτεθεί στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού, Απρίλιος-Μάρτιος 2022).